Selected tags

Η ετικέτα θα αντικατασταθεί από ετικέτες όπως ίντερνετ, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, τεχνολογία, μηχανές, κλπ.

Further tags

Δεν είδα να υπάρχει κάπου αλλού, οπότε το βάζω.

WOW λοιπόν είναι το αρκτικόλεξο που χρησιμοποιείται χάρη συντομίας για το ηλεκτρονικό παιχνίδι World of Warcraft. Το παιχνίδι αυτό παίζεται από εκατομμύρια παίκτες σε όλον τον κόσμο και σίγουρα θα έχετε ακούσει κάποιον πιτσιρικά που συχνάζει σε ίντερνετ καφέ, να λέει: «Δεν μπορώ τώρα, παίζω WOW».

Το παιχνίδι αυτό είναι MMORPG, δηλαδή μαζικό ον λάιν παιχνίδι ρόλων (συγγνώμη για την κακή μετάφραση του όρου, θα βάλω τον ορισμό αργότερα), το οποίο είναι τρομερά εθιστικό, ειδικά σε παιδιά 12-16 χρονών.

Άσε μας ρε μάνα, πού να βγω τώρα; Παίζω WOW και έφτασα επίπεδο 30. Άσε την Μαρία να με περιμένει. Αν δεν της αρέσει ας με παρατήσει, σκασίλα μου, εγώ παίζω τώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία του economy. Χρησιμοποιείται από παίκτες του Counter-Strike σε μορφή παραγγέλματος προς τους συμπαίκτες. Σημαίνει πως, στον συγκεκριμένο γύρο του παιχνιδιού δεν πρέπει να αγοράσουν κανένα όπλο αλλά να παίξουν με το πιστολάκι (που παίρνουν δωρεάν) για να μαζέψουν λεφτά για κάποιο ακριβότερο όπλο στον επόμενο γύρο (σε κάθε γύρο οι παίκτες παίρνουν ένα ποσό, και καλά σε δολάρια). Αυτό σημαίνει ότι το round πρέπει να θεωρείται χαμένο, αφού χωρίς εξοπλισμό, στάνταρ θα πάρουν τον πούλο. Το πολύ-πολύ να φάνε κανέναν αντίπαλο από κωλοφαρδία και να του πάρουν το όπλο, μπας και κάνουν κανένα kill παραπάνω.

Παλιά γινόταν μόνο αν οι συμπαίκτες ήταν στον ίδιο χώρο και έπαιζαν μέσω lan, οπότε ο ένας το φώναζε στους άλλους, αλλά από ένα σημείο και μετά προβλέφθηκε η ενδοεπικοινωνία εντός του παιχνιδιού, οπότε γίνεται και μέσω internet.

Σ.ς. Το Counter-Strike είναι ένα από τα πιο δημοφιλή παιχνίδια του είδους fps και παίζεται από χιλιάδες παίκτες καθημερινά, από το λανσάρισμά του πριν από δέκα (!) χρόνια μέχρι σήμερα.

- Γέφυρα. Γέφυρα τρεις! ΓΕΦΥΡΑ! Σκατά. Αγορά! Ρίξε smoke! Κωλόζωα! Λαμέρια! Ok, ok, το χάσαμε, άστο. Στον επόμενο έκο. Έκο! ΕΚΟ!
- Ε σκάσε πια, γαμώ την ηχορύπανσή μου γαμώ! Δεν παίζουν όλοι εδώ μέσα counter!

Eco round. (Στα αγγλικά βέβαια.) (από patsis, 25/08/10)Ουμπέρτο Εκο (από GATZMAN, 25/08/10)Μικτης με echo (από GATZMAN, 25/08/10)(από GATZMAN, 25/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο περιηγητής του διαδικτύου που η μόνη του συμμετοχή σε warez fora είναι να κλικάρει στο «thank you» ή εναλλακτικά να απαντάει με ένα ξερό «ευχαριστώ πολύ» ή συνηθέστερα thank u/thanks κλπ (για να μη χάνει χρόνο με alt+shift και τόνους) με προφανή σκοπό να δει τα κρυμμένα λυνξ.

Σημειωτέον ότι ποτέ μα ποτέ δεν ανεβάζει κάτι ο ίδιος μιας και κάλλιστα αυτό θα βρεθεί αργά η γρήγορα σε άλλα fora.

- Εδώ σου έχω γραμμένα τις δισκογραφίες, το ο σι αρ και το όφις-σπασμένο οφ κορς που μου ζήτησες χθες.

- Κιόλας;Καλά ποιος είσαι δηλαδής; Ο Σούπερμαν;

- Οχι, βρε,ο θένκιουμαν!

- Που πα να πει;

- Ένα ευχαριστώ αρκεί.

- Φχαριστώ ρε συ, εκ βάθους καρδίας!

- Όχι σε μένα ρε Μήτσο, τον απλόαντερ!

- Ποιος είναι αυτός τώρα;

- Κάτσε να βγάλω το νέτμπουκ και θα δεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του γκουγκλάρω, η οποία, παρόλο που ακόμα δεν δίνει πολλά αποτελέσματα στην Αναζήτηση (και παρόλο που λέμε «γκουγκλ» και όχι τόσο γούγλε) τείνει να επικρατήσει. Ίσως γιατί στη λέξη αυτή είναι πιο δόκιμη και σαφώς διασκεδαστική η ελληνοποίηση (το -γ- δηλαδή), παρά σε άλλες περιπτώσεις (όπως το κωμικό πια Χάυδν αντί Χάυντν).

Γουγλάρω: είμαι στο ίντερνετ και ψάχνω πληροφορίες ή εικόνες ή βίντεο για κάτι.

Γουγλάρω κάποιον: ψάχνω σαν τον χαφιέ ή σαν την κυρα-περμαθούλα να μάθω ό,τι μπορώ προτού επισυνάψω σχέση (κάθε είδους) με κάποιον.

Η λέξη ακόμα δεν έχει βρει την οριστική ελληνική μορφή της ή την απόλυτη σημασία της. Εδώ στο σλανγκρ φαίνεται μέρος της πορείας της:

γόογλε / γούγλε
γκουγκλάρω
γούγλε γούγλε
ψαχτήρι
καθώς και εδώ

  1. - Τι να απέγινε εκείνο το αρχίδι που με παρακολουθούσε πριν τρία χρόνια;
    - Ξέρω και γω, για γουγλάρισέ τονα μπας και διαβάσεις ότι τον χώσαν στην στενή.

  2. Μωρό μου, μπαίνω μισό να γουγλάρω κάτι που χρειάζομαι ακόμα και μετά φεύγουμε, οκ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το air-condition, λόγω περαιτέρω ολίσθησης του σλανγκοσημαίνοντος αρκουδίσιον. Ίσως και λόγω του ότι εν μέσω καύσωνος ευελπιστούμε να βρεθούμε σε περιβάλλον με πολικές, και, -γιατί όχι;-, με βολικές αρκούδες.

Επίσης, το ψέμα, η αρκουδιά, βλ. και αρκούδες.

Και τρίτη αρκούδα αναγκάστηκα να πάρω, μία για την κρεβατοκάμαρα, μία για το σαλόνι, και μία για την κουζίνα να μαγειρεύει η Σούλα, γαμώ την τρύπα του όζοντος, γαμώ!

.. (από MXΣ, 18/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ψευδώνυμο χρήστη ιντερνετικού τόπου.

Εκ του αγγλικού nick < nickname < μεσαιωνικού ekename < [eke + name] όπου eke < IE aug- ~ ἄυξω- και name < ὄνομα.

Καμία σχέση με το Αραβικό nik ή με το έτερο ήμισυ της Ironick.

-το πιο ωραιο ηταν το νικ του μουνιλα...
(εδώ)

- Ευχαριστώ πολύ μάρα κουταμάρα :) (χιχι τι αστείο νικ :P) (εκεἰ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε μια διαδικτυακή αγορά, θρεντ ή νήμα αποκαλείται το σύνολο των απαντήσεων σε κάποια αρχική καταχώριση. Τα θρεντ συνήθως φέρουν τίτλο και εμφανίζονται χρονολογικά ως ενότητες. Οι συντελεστές των αγορών συχνάκις υφαίνουν ολάκερα σεντόνια με ένα μόνο θρεντ.

Εκ του αγγλικού thread.

- Υπάρχει κάποιο πρόβλημα; Γιατι σβήστηκε θρεντ για βοήθεια σε τραυματία; Πριν λίγο ανοιξα ένα θρεντ παραθέτοντας ενα μήνυμα για ανάγκη αίματος για εναν σοβαρα τραυματία μοτοσυκλετιστή στον ευαγγελισμο.
- κανένα πρόβλημα φίλε μου. Απλά είναι ένα chain mail για πιθανότατα ανύπαρκτο άτομο που έχει μπει σε όλα τα φόρα της Ελλάδας τους τελευταίους 18 μήνες...
(Διάλογος εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρησιμοποιούμε σε εκφράσεις υπερβολής, όπως επίσης και σε σχόλια που θέλουμε να υπερτονίσουμε την «ανυπαρξία» και την τραγικότητα ενός άνθρωπου από άποψη ένδυσης, εξωτερικής εμφάνισης, αλλά και αντίδρασης σε κάποια κατάσταση!

  1. Ρε μλκ, τον είδες αυτόν με τη ροζ παντόφλα, δεν υπάρχει ούτε στο google το παλικάρι!

  2. Είδες την γκόμενα που πέρασε τί βυζάρες είχε; Δεν υπάρχουν ούτε στο google!!!!

Δεν γουγλίζομαι άρα είμαι ανύπαρκτος (με την καλή έννοια) (από Khan, 18/12/12)Κάποια βυζιά, ωστόσο, υπάρχουν στο Google, βλ. παράδ. 2. (από Khan, 18/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελληνική απόδοση του unfriend, ήτοι του να διαγράφω κάποιον από φίλο στο facebook ή από άλλη σελίδα κοινωνικής δικτύωσης. Ο εκλεκτός συσλανγκιστής Sarant αναλύει τον νεολογισμό ενδελεχώς εδώ.

Προσοχή όμως: άλλο το ξεκάνω φίλο και άλλο το ξεκάνω τον φίλο.

Εναλλακτικά, ξεφιλιώνω ή αποφιλοποιώ.

- «Ξεκάνω φίλο» αλλιώς «unfriend». Αυτή είναι η λέξη της χρονιάς από το νέο λεξικό της Οξφόρδης για φέτος. (ΤΑ ΝΕΑ, εδώ)

- η πρώτη χάρη που θα κάνω στην #deva είναι που θα ξεκάνω φίλο μου τον @loukasm και θα απαγορέυσω κάθε επαφή μόλις αρχίσει να καταλαβαίνει...
(στη πράξη, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συχνά στον πληθυντικό: ντιζαϊνιές.

Από το αγγλικό design (ντιζάιν).

Γραφικά, κυρίως, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για άλλους τομείς του σχεδιασμού (πχ. του βιομηχανικού) που εντυπωσιάζουν αλλά στερούνται πραγματικού νοήματος.

Έχουν γίνει μόνο για να γίνουν, χωρίς να εκφράζουν κάτι ή να περνάνε ένα μήνυμα.

  1. Καλές οι ντιζαϊνιές αλλά δεν υπάρχει κόνσεπτ…

  2. Πάλι καλά που αυτές που αυτές οι ντιζαϊνιές του κώλου δεν θεωρούνται αρχιτεκτονική από όσους πραγματικά γνωρίζουν το αντικείμενο.

  3. Το κουτάκι είναι από τις κλασικές ντιζαϊνιές της Apple.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified