To πέος λόγω σχήματος.

Το έχει ξεριζώσει το μανιτάρι του.

Got a better definition? Add it!

Published

O δειλός, που τρέμει.

  1. Δέχτηκε συμβιβασμο, ως τρεμολάζαρος, αντι να προσφύγει στο Ευρ.Δικαστήριο. Αυτή είναι η αλήθεια. Τα υπόλοιπα προχειρότητες και άγνοια. (Εδώ).
  2. eimai k tremolazaros. Βλέπω στρώματα,τυλίγουνε,καπνού το δωμάτιο και καταλύγουν να καταβροχθίζουνε το νού.. (Χιπ Χοπ).
  3. στα 8 την ειχα. σαν τρεμολαζαρος ειναι ωρες ωρες. (Σκρουτζ).

Got a better definition? Add it!

Published

Γενικότερα, ο/η γκόμενος/α που κάποιος/α έχει ως καβατζογκόμενο/α. Ειδικότερα, ο άνδρας που μια λεσβία μπορεί να αξιοποιεί για διάφορες χρήσεις, ενώ η βασική σχέση της είναι με γυναίκα.

Μια χαρά η Μπέλα Μπάξτερ είχε τη ρεζέρβα της, ενώ και το ιατρείο έτρεχε και είχε και τη μαυρούλα της.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο δύστροπος, ο πικρόγλωσσος, από τη φαρμακευτική ουσία κινίνη. Κλασικό αργκό που βρίσκουμε στο Λεξικό της Πιάτσας του Βρασίδα Καπετανάκη.

Μας δηλητηρίασε με τα σχόλιά του ο κινίνος!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο προγλωσσικός, ο χαζός, επειδή ο ήρωας του ομώνυμου μυθιστορήματος του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ είχε μεγαλώσει στη ζούγκλα, μαθαίνοντας κατ' αρχήν τη γλώσσα των ζώων.

Στην κοσμάρα του είναι ο μόγλης.

Got a better definition? Add it!

Published

Είδος ξυλουργικού εργαλείου για κόψιμο, πελέκημα και μεταφορικώς ο ανόητος, ο χαζός.

Ετυμολογία: σκεπάρνι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική σκεπάρνιν / σκεπάριν < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή σκεπάρνιον < αρχαία ελληνική σκέπαρνον.

Μη του δίνεις σημασία, ο τύπος είναι σκεπάρνι.

Got a better definition? Add it!

Published

Παλαιακό, πρόκειται για τη θηλυκότητα, η οποία είναι αρκούντως καυλωμένη, ώστε να προχωρήσει σε κάποιο είδος σεξουαλικής πράξης, αλλά αποφεύγει τις πιο κίνκι πρακτικές. Λεγόταν και για σεξεργάτριες, οι οποίες έκαναν μόνο τα βασικά.

Την είχε δει σεμνοκαυλωμένη, δεν ήθελε ούτε τσιμπουκάκι, ούτε πρωκτικό.

Got a better definition? Add it!

Published

Λημματογραφηθείσα ήδη το 2002 υπό Δρος Χαράλαμπου Γκούβα εις το πόνημα "Η ψυχολογία των ύβρεων και των ιδιωματισμών" (ISBN 960-87328-0-8), η εν λόγω λεξιπαιγνία αποτελεί μια αναδρομή στους χαλεπούς καιρούς του Ελληνικού Χρηματιστηρίου το 1999, όταν οι Έλληνες πρώτα πετούσαν πάνω σε "μαγικά χαρτιά" όπως η Αθηναϊκές Συμμετοχές ΑΕ, και στη συνέχεια έμειναν με το μπλου τσιπ στο χέρι.
Η πατρότητα της λεξιπαιγνίας αποδίδεται στους Αυτιά και Παπαδάκη, "τι πιο σύνηθες να συμβεί" (κατά την έκφραση του συναδέλφου των, Ευαγγελάτου).

Θάψιμο για Multirama: Εγώ δεν είμαι ονλινε στη Σοφοκλαίους και στο κάθε Σκρούτζ να βλέπω αν ανεβαίνει η τιμή κάποιου πράγματος ή κατεβαίνει.

Για το λόγο αυτό η Σοφοκλέους μετατράπηκε χιουμοριστικά, σε «Σοφοκλαίους» επειδή «οι άτυχοι» απ’ έξω έκλαιγαν καθημερινά τις χαμένες οικονομίες τους). Αγώνας Λάρισας, τεύχος 216 (Μάιος 2015)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο εξελληνισμένος γιέσμαν. Απλό, σαφές, κατανοητό.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ύπαρξη του όρου σε ομώνυμο άρθρο της Μυτιλιναίας εφημερίδος "Σάλπιξ" (μη γελάτε ρε), την 31η Οκτωβρίου του 1920.

Με 156 ναι οι «ΒΟΛΕΜΕΝΟΙ ΜΑΛΙΣΤΑΝΘΡΩΠΟΙ», έδωσαν την χαριστική βολή στο Εθνικό Σύστημα Υγείας και το τελειώνουν. (Νίκος Νικολόπουλος, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Παράδειγμα -Τι έπαθες ρε και κατσούφιασες; -Ε, να, σκέφτομαι τι θα γίνει αν με πάρουν σ' αυτή τη δουλειά που έχω κάνει τα χαρτιά μου στην επαρχία. -Ε, τι θα γίνει; -Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να μετακομίσουμε με τη Μαίρη και να ζήσουμε μόνιμα εκεί. Και μεθαύριο θα κάνουμε και κανα δυο παιδιά. Θα μπορέσουμε να τους προσφέρουμε όλα όσα χρειάζονται σε μια μικρή επαρχιακή πόλη; Άσε που όταν μεγαλώσουν και θέλουν να σπουδάσουν θα πρέπει πάλι να φύγουνε. Πάλι μετακομίσεις, έξοδα, ενοίκια κλπ. κλπ. Κι αν δεν περάσουν στην ίδια πόλη... -Ε, καλά ρε φίλε έτσι θα το πάμε τώρα; Σκεπαρνοσκοτωμένο μου παιδί δηλαδή; Κάθεσαι και αγχώνεσαι για όσα θα γίνουν τα επόμενα 20 χρόνια στη ζωή σου;

Έκφραση που προέρχεται από παλιό παραμύθι και που λέγεται όταν κάποιος κλαίει και μοιρολογάει εκ των προτέρων για συμφορές και κακά που φαντάζεται ότι θα έρθουν στο μέλλον με βάση εντελώς ακραία και παράλογα σενάρια. Το παραμύθι πολύ σύντομα: Ήταν ένα ζευγάρι και είχε μια κόρη. Άπαντες ήταν πολύ κουτοί, αυτό που λέμε άι κιου ραδικιού. Όταν η κοπέλα έφτασε σε ηλικία γάμου παρόλη την χαζομάρα της κατάφεραν και της βρήκαν για γαμπρό ένα καλό παιδί, ας τον πούμε Γιώργο. Την αρραβώνιασαν λοιπόν και κάλεσαν το γαμπρό να φάνε όλοι μαζί. Λέει ο πατέρας "δεν πας κόρη μου να μας φέρεις λίγο κρασί από το κελάρι;". Πάει η κοπέλα και όπως έβαζε το κρασί κοιτάει ψηλά και βλέπει ένα σκεπάρνι καρφωμένο σ' ένα δοκάρι στο ταβάνι ακριβώς πάνω από το κεφάλι της. Και αρχίζει και σκέφτεται: "Φαντάσου λέει να παντρευτώ το Γιώργο και να κάνουμε ένα γιο και να τον βγάλουμε Γιάννη. Και όταν μεγαλώσει και γίνει παλικάρι να το στείλει μια μέρα ο πατέρας του να φέρει κρασί από αυτό εδώ το κελάρι. Και να πέσει αυτό το σκεπάρνι στο κεφάλι του και να το σκοτώσει! Αχ Γιάννη μου, αδικοσκοτωμένο μου παιδί, σκεπαρνοσκοτωμένο μου παιδί!". Και παρατάει το κρασί κι αρχίζει να κλαίει και να θρηνεί το σκεπαρνοσκοτωμένο της παιδί! Οι άλλοι πάνω αρχίζουν ν' ανησυχούν που αργεί και στέλνει ο πατέρας τη μάνα να πάει να δει τι γίνεται. Πάει η μάνα κάτω, βρίσκει την κόρη να κλαίει, αυτή της λέει την ιστορία κι αρχίζουν τώρα να κλαίνε κι οι δύο μαζί, η μια το παιδί της και η άλλη το εγγόνι της! Σε λίγο πάει και ο πατέρας να δει τι γίνεται, του λένε κι αυτουνού την ιστορία, και αρχίζει κι αυτός τα κλάματα και τα μοιρολόγια. Στο τέλος πάει κι ο γαμπρός και τους βρίσκει και τους τρεις να κλαίνε και να οδύρονται. "Γιατί κάνετε, έτσι, τι έγινε;" τους λέει κι αυτοί του λένε πάλι την ιστορία με το αδικοσκοτωμένο παιδί τους. "Ε, καλά, και γιατί δεν το ξεκαρφώνετε;" λέει αυτός και ανεβαίνει σ' ένα σκαμνί και ξεκαρφώνει το σκεπάρνι από το δοκάρι!

Got a better definition? Add it!

Published