Το ντους ή λουτρό με τάληρα, χρήματα, λίρες, χρυσό ή οτιδήποτε πολύτιμο προσφέρει ηδονή σε φιλάργυρους.

Έβαλε ΟΛΑ τα κέρδη από το Casino μέσα σε μια μπανιέρα και έκανε βουτιά να τα καταφχαριστηθεί. Ταληροντούς κανονικό!

Got a better definition? Add it!

Published

Η φράση «μουνί καπέλο» δηλώνει κακή κατάσταση προσώπου, πράγματος, ή κατάστασης και είναι σχεδόν σίγουρο ότι, αντίθετα με ό,τι πιστεύουν πολλοί, δεν έχει να κάνει με το καπέλο αλλά προέρχεται από την ισπανική λέξη cabello που σημαίνει «μαλλιά» και προφανώς παραπέμπει σε τριχωτό αιδοίο το οποίο, ως γνωστόν, παρουσιάζει συχνά μιαν εικόνα ακαταστασίας και αναταραχής.

Ω, ρε μαλάκα, τράκαρε ο Μάκης την καινούρια BMW του γέρου του, τι να στα λέω. Μουνί καπέλο έγινε το αμάξι, δεν ξεχωρίζεις ρόδα από τιμόνι. Ευτυχώς ο ίδιος δεν έπαθε τίποτα, αλλά θα τον περιλάβει ο γέρος του, γάμησέ τα!

Τα 'μαθες; Η Μαρία έκανε μπότοξ αλλά έπεσε σε κομπογιανίτη και της έκανε τη μόστρα μουνί καπέλο. Αν τη δεις μη δείξεις έκπληξη κάνε σαν να μην τρέχει τίποτα.

Άστα! Έμαθε ο γενικός για την πατάτα που έκανε ο Γιώργος στην κατάθεση των δικαιολογητικών και διέταξε να γίνει ΕΔΕ. Ενός κακού μύρια έπονται, ρε, πάνω που πηγαίναμε να στρώσουμε θα γίνουμε πάλι μουνί καπέλο!

μουνί cabelloμουνί cabello

Got a better definition? Add it!

Published

"Πω αυτός ο τύπος με έχει πρήξει με το ποσο κατώτερο με θεωρεί, τι μουνοκατσαρίδα"

Αηδιαστικό ον γεμάτο σκατοψυχία και μίσος για την ανθρώπινη φυλή, την οποία απορρίπτει γιατί θεωρεί τον εαυτό του ανώτερο απο αυτήν. Συνήθως σχολιάζει πράγματα που λες και κάνεις, με εμφανή υπεροψία, παρότι και ο ίδιος δεν μπορεί να το κάνει καλύτερα.

Εν κατακλείδει η μουνοκατσαρίδα είναι ενα σπασαρχίδικο έκτρωμα το οποίο μας μαστίζει ολη μας τη ζωή και ποτέ δεν μπορούμε να το αποφύγουμε. Σκοτώστε με.

Got a better definition? Add it!

Published

Παρεμβαίνω στα κατασκευαστικά του χαρακτηριστικά. Η παρέμβαση μπορεί να αφορά πείραγμα των μηχανικών μερών, τροποποίηση της εξωτερικής εμφάνισης (π.χ. αλλαγή ή προσθήκη χαρακτηριστικών φώτων, αεροτομής) ή γενικά οποιαδήποτε παρέμβαση μεταβάλλει τη μαμίσια κατάσταση του αυτοκινήτου/μηχανής.

Θα δαχτυλιάσω το αυτοκίνητο μέχρι τα Χριστούγεννα

Got a better definition? Add it!

Published

Ο Τάκι Τσαν κατά κόσμο Παναγιώτης Στραβαλεξης είναι ένας Έλληνας rapper από τη Νέα Ιωνία, γνωστός στη νεολαία και τους θαμώνες του internet. Εδώ και μερικά χρόνια μέσα από κάποια βιντεάκια στα οποία τρώει ένα μήλο, κάνει μπάνιο ή μονολογεί στην παραλία ημίγυμνος έχει τραπεί πλέον σε καλτ φιγούρα. Συχνά οι έφηβοι όταν θέλουν να χαρακτηρίσουν κάποιον ως γραφικό ή ηλίθιο, τον αποκαλούν Τάκι Τσαν.

Παράδειγμα εδώ -Ρε μαλάκα, τι χορεύεις έτσι σαν καραγκιόζης; -Είναι χιπχοπ! -Άσε ρε Τάκη Τσαν να πούμε! λεζάντα video

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

[επίθετο -ος -η -ο] η αχτένιστη, με ατημέλητα μαλλιά, μη περιποιημένα, αφημένα από ανικανότητα, τσαπατσουλιά, βαρεμάρα κλπ. Χρησιμοποιείται για να κακοχαρακτηρίσει κάποια γυναίκα ως ατημέλητη, που δεν προσέχει την εμφάνιση της. Μεταφορικά χρησιμοποιείται και για ...ανάρμοστη συμπεριφορά.

Παράδειγμα εδώ "...που την βρήκες αυτήν την ατσάγκλιγη;", "Έτσι ατσάγκλιγη θα πας στην Εκκλησία;", "ατσάγκλιγη κι αρήμαγη" (δηλ. αχτένιστη και τρελή)

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση που σημαίνει την παντελή απόγνωση του ομιλούντα προς αυτόν στον οποίο απευθύνεται. Δεν του έχει απλώς ζαλίσει τα αρχίδια, δεν του έχει απλώς πρήξει τα αρχίδια, τα έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο που είναι πια για πέταμα. Χρησιμοποιείται σε μη περαιτέρω καταστάσεις εκνευρισμού και φαίνεται ιδιαίτερα ισχυρή. Βέβαια, η πραγματική ισχύς είναι αμφίβολη αφού εφόσον τ'αρχίδια είναι για πέταμα, ο μετερχόμενος την έκφραση αυτή βρίσκεται σε δεινή θέση ανήμπορος ων να τα ανακυκλώσει.

- Μπλαμπλαμπλά, μπλαμπλά και μπλα. Επίσης, ήθελα να σου πω ότι...

- Ρε μου'κανες τ'αρχίδια για πέταμα ρε καριόλη!

Got a better definition? Add it!

Published

Έπαθα φούιτ. Πάω στον μάστορα.

Η λέξη βγαίνει από το γαλλικό fuite που σημαίνει διαφυγή και το γαλλικό ρήμα fuir που θα πει διαφεύγω. Ονομάστηκε έτσι από τη μάρκα των «μπαλωμάτων» που υπήρχε εκείνη την εποχή για τις σαμπρέλες, όταν αυτές πάθαιναν φούιτ!

Got a better definition? Add it!

Published

Άλλη μια λέξη για να περιγράψεις έναν χασικλή. Η λέξη, αυτή, προέρχεται από κακή μετάφραση της ξενικής "stoner".

-Ρε μαλάκα, ο Μπάμπης καπνίζει 10 pureάκια την ημέρα να πούμε!Για βασιλιάς των πετρατζήδων το πάει...

-Άσε ρε, ο Μάριος πιο κατάλληλος υποψήφιος είναι για αυτή τη θέση...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαλθακός και λοιπά συνώνυμα : άβγαλτος, αΐδρωτος, βουτυρομπεμπές, βουτυρόπαιδο, κολεγιόπαιδο, λάκης, λαπάς, μαμάκιας, μαμόθρεφτο, μπουκμαμάς, παπαδάκι, πούδρας, σουβλίτσα, σοφτ, τρυφερό πόδι, φλούφλης, φλώρος, χαλβάς.

Είναι για αρχόντους ο ιππόδρομος ομορφιές..Τι να μας πει και ο κύριος αυγολέμονος

Got a better definition? Add it!

Published