Φρεσκοχεσμένη κουράδα βοοειδούς. Μεταφορικά ο νωθρός, ο χωρίς πνεύμα και ενέργεια άνθρωπος, ο μαλθακός.
Φρεσκοχεσμένη κουράδα βοοειδούς. Μεταφορικά ο νωθρός, ο χωρίς πνεύμα και ενέργεια άνθρωπος, ο μαλθακός.
Got a better definition? Add it!
Σλαβομακεδονική λέξη που σημαίνει κοπριές και προφέρεται με δασύ σίγμα. Απαντάται συνήθως στον πληθυντικό, οι λεπέσκες, αν και δεν είναι σπάνια η χρήση του ενικού, η λεπέσκα.
Παλιότερα στα χωριά οι χωματόδρομοι ήταν γεμάτοι από κοπριές αγελάδων και ήταν συχνές οι φράσεις που περιείχαν τη λέξη αυτή.
Σημειώνουμε ότι οι ξεραμένες λεπέσκες είναι εξαιρετική καύσιμη ύλη. Το συγκεκριμένο καύσιμο στα ποντιακά λέγεται κουσκούρ' με δασύ σίγμα.
- Λέλε, γέμισε ο δρόμος λεπέσκες!
Got a better definition? Add it!
Αυτός που, όταν πεθάνει, δε θα λυτρωθεί (α-λύτρωση).
Η λέξη απαντάται στην Κρήτη, αν και τείνει να εκλείψει.
Πανάθεμα σας, αλυτρούητοι!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Τα τσιμπάω: άγνωστο ποια, αλλά σημαίνει τα παίρνω στο κρανίο, νευριάζω, τσαντίζομαι σε σημείο που είμαι έτοιμος να πάθω κρίση υστερίας ή να κάνω χοντρό τσαμπουκά.
Εναλλακτικά, λαδώνομαι.
Got a better definition? Add it!
Υποφέρω οικονομικά.
Χρησιμοποιείται κυρίως όταν ο εν λόγω άφραγκος, προκειμένου να κάνει καλή εντύπωση στο γυναικείο φύλο, το παίζει αλαραμάνης και κερνάει φαγητό, ποτό, σινεμά στα πρώτα ραντεβού, με την προσδοκία να βάλει κάποια στιγμή.
- Τι λέει ρε, τι θα κάνεις σήμερα;
- Kατά τις 8 έχω ραντεβού με εκείνη τη ξανθιά από το πάρτυ, τη θυμάσαι;
- Ναι καλό τούμπανο ήταν, πρόσεχε που θα τη πας έτσι, αυτή πρέπει να χει μεγαλώσει με γαλλικά και πιάνο.
- Έχω κλείσει τραπέζι ρε στη παραλιακή, θα ανοίξω μια Moet.
- Kατάλαβα, θα ματώσεις πάλι.
Got a better definition? Add it!
Το αντίθετο του κοπιράιτ (copyright). Το υλικό (κείμενα ή πολυμέσα) που δεν υπάγονται σε νόμους πνευματικής ιδιοκτησίας.
Χρησιμοποιείται κυρίως σε αριστερά/αναρχικά κείμενα και δείχνει τη δυνατότητα που υπάρχει για ελεύθερη διακίνηση αυτού του υλικού.
copyleft αναρχική συσπείρωση.
Δες επίσης και Τα αγαθά copy κτώνται, τα πτυχία copies κτώνται, clopy paste, κλόπυ ράιτ - clopyright αλλά και ξεπατικωτούρα
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λέγεται για άντρα γύρω στα σαράντα περίπου που αρχίζει να κάνει τις πρώτες άσπρες τούφες, ιδίως αν είναι μπροστά. Προφ παρομοιάζεται με τις επιτηδευμένες ανταύγειες που κάνουν οι γυναίκες στα μαλλιά τους. Κακά μαντάτα!
- Τι γίνεσαι ρε Μιχάλη; Καιρό έχουμε να ειδωθούμε! Απ' ό,τι βλέπω κάνεις τα μαλλιά σου ανταύγειες!
- Άσ' τα να πάνε! Πώς να μην ασπρίσω με τόση αγωνία για τα χρέη...
Got a better definition? Add it!
Εκ του αρκτικόλεξου Δ.Ο.Λ. (Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη και του επιθέτου δόλιος. Πρόκειται για μπανεύκολο λογοπαίγνιο επικριτών του εν λόγω οργανισμού για τους κατά την γνώμη τους δόλιους τρόπους με τους οποίους έχει επηρεάσει την πολιτική ζωή στην Ελλάδα, ήτοι Λαμπρακιστάν. Επίσης, μπορεί να ειπωθεί για την ίδια την χώρα ή το κράτος που είναι ΔΟΛια (με συνίζηση του ιώτα), δηλαδή κατακαημένη, όταν αποτελεί έρμαιο μεγαλοεκδοτών. Αρκετά συχνή η χρήση της έκφρασης στα μπλογκς, ιδίως τα δεξιά. Τελευταίως, χρησιμοποιήθηκε και η έκφραση ΔΟΛιοφθορές για τις δολιοφθορές στο συγκρότημα κατά τα πρόσφατα επεισόδια. Χούμορ!
Ο ρόλος του ΔΟΛίου (όπως εύστοχα το αποκαλούν) συγκροτήματος (αλλά και του μεγαλοεργολάβου Μπόμπολα με το ΕΘΝΟΣ, του Τεγόπουλου με την ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ κλπ) και οι επεμβάσεις στην πολιτική ζωή του τόπου είναι γνωστές εδώ και δεκαετίες, όπως και ο κυρίαρχος ρόλος του στον χώρο της κεντροαριστεράς, όπου δεν γινόταν κάποιος υπουργός αν δεν είχε την σύμφωνη γνώμη του. (hellenicinterest.blogspot.com).
ΔΟΛιος ο ρόλος του ΔΟΛ στην Κύπρο. (Εδώ).
Και είμαι σίγουρος, επίσης, ότι, πριν ρωτήσουν, ήξερες ότι με καθαρά τραπεζικά κριτήρια ουδέποτε θα έπαιρνε δάνειο ο ΔΟΛιος και διάλεξες ως καλός Παπανδρέου που είσαι να εκβιάσεις όπως ήξερες. (Εδώ).
- ΔΟΛια Ελλάδα τι σου έμελλε να πάθεις...
Got a better definition? Add it!
Ο μικροαστός, αυτός που ανήκει στα κατώτατα αστικά στρώματα. Μοναδική επιθυμία του μικροαστού είναι να γίνει αστός.
Χαρακτηρίζεται από την τάση να χρησιμοποιεί υποκοριστικά για το κάθε τι που αναφέρει, πράγμα το οποίο αποδεικνύει πόσο μικρονοϊκός είναι.
Ο μικροαστούλης κατοικεί σε διαμερισματάκι, τρώει το φαγάκι (συνήθως το αποκαλεί ψωμάκι), και περιμένει να έρθει η ώρα να πάρει το μισθουλάκο του κάθε μήνα.
Το διαμέρισμα του μικροαστούλη είναι συνήθως μετρίου μεγέθους, σε πολυκατοικία που μυρίζει άσχημα λόγω προβλήματος στην αποχέτευση. Κάθε τρεις του μήνα, οπότε και πληρώνει το ενοίκιό του, πιάνει κουβέντα με την σπιτονοικοκυρά (ποτέ δεν είναι σπιτονοικοκύρης, αλλά ακόμα κι αν είναι, τότε αυτός ελέγχεται από τη γυναίκα του). Βασικό χαρακτηριστικό της συζήτησής τους είναι η κοινή παραδοχή για την ηθική κατάπτωση του κόσμου, την έξαρση της εγκληματικότητας (και την κυρία Άννα παρακάτω που της άνοιξαν το σπίτι κάτι Ρουμάνοι για τρίτη φορά, την έδεσαν και της πήραν τα χρυσαφικά).
Ο μικροαστούλης ψωνίζει σχολικά για το παιδί του (το οποίο είναι συνήθως μέτριας σχολικής απόδοσης, αφού ζει σε μικροαστικό περιβάλλον, φτωχό σε γλωσσικά και άλλου είδους ερεθίσματα)από τα Jumbo και παρουσιάζει μια ιδιαίτερη προτίμηση στα τετράδια με μαλακό μπλε εξώφυλλο (ήταν της μοδός στη δεκαετία του '90) και στα χοντρά στυλό με δέκα διαφορετικά ενσωματωμένα χρώματα.
Ο μικροαστούλης υπομένει στωικά τα πάντα. Δε διαμαρτύρεται, παρά μόνο με τη μορφή μιας ήπιας γκρίνιας, και δεν οργίζεται για κανένα λόγο. Έχει μια μίζερη ηρεμία, που καταντά προκλητική.
Το καλοκαίρι παραθερίζει στο βλαχοπαππουδόσπιτο (στο οποίο φτάνει με το αυτοκινητάκι του) και υποχρεώνει τα παιδιά του σε τρίμηνη διαμονή. Τα τελευταία, από την υπερβολική βαρεμάρα μετατρέπονται σε σπόρια (η λανθάνουσα κατάσταση στην οποία εισέρχονται οι μικροοργανισμοί, όταν οι περιβαλλοντικές συνθήκες δεν επιτρέπουν την επιβίωσή τους τη δεδομένη στιγμή).
Ο μικροαστούλης δεν ενδιαφέρεται για σοβαρή ανάλυση της επικαιρότητας, πόσω μάλλον για κοινωνική κριτική. Αντιθέτως, η επιφανειακή κριτική που εστιάζεται σε ένα συγκεκριμένο άτομα (ή, συνηθέστερα, σε μία συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα) για τα κακά της κοινωνίας είναι μία από τις αγαπημένες του ασχολίες.
Πρόσφατα, παρατηρείται η ισχυρή τάση του μικροαστούλη να καταφέρεται εναντίον των πολιτικών, τους οποίους αποκαλεί «αλήτες και προδότες», χωρίς, βέβαια, να αποτελεί αυτή η εκτίμηση προϊόν προσωπικής του ανάλυσης, αλλά μάλλον αναπαραγωγή των στάσεων που επικρατούν και χωρίς βέβαια να επιρρίπτει ευθύνες στον εαυτό του για την παλιά του στήριξη σε πελατειακά δίκτυα.
Το τελευταίο το αντιλαμβάνεται ως βασικό μέσον κοινωνικής ανόδου, αφού το χρησιμοποιεί εδώ και δεκαετίες για να διορίζει το παιδάκι του σε μία θεσούλα στο δημόσιο για να παίρνει το μισθουλάκο του.
Οι κηδείες και μάλιστα ο υπερτονισμός των (συνήθως φρικιαστικών) αιτίων που οδήγησαν σε θάνατο τους εκλιπόντες, κατέχουν εξέχουσα θέση στα ενδιαφέροντα του μικροαστούλη. Ίσως αυτή η τάση θα μπορούσε να δικαιολογηθεί από τον προσωπικό του τρόμο μπροστά στο θάνατο.
Χαρακτηριστική, επίσης, είναι και η τάση του μικροαστούλη προς την Εκκλησία και τις δραστηριότητες αυτής, χωρίς αυτό να προϋποθέτει πίστη ή οποιουδήποτε άλλου είδους πνευματική δραστηριότητα, αλλά μάλλον χρησιμοποιείται ως μέσον αποτρεπτικό προς τη γειτονιά και το κουτσομπολιό της (ο κίνδυνος να χαρακτηριστείς άθεος -και κατ' επέκταση κομμουνιστής- ή, ακόμα χειρότερα, σατανιστής σε ορισμένες κοινωνίες είναι έντονος).
Τέλος (με την αρχαιοελληνική σημασία του σκοπού) της ζωής, θεωρεί ο μικροαστούλης το να βρει κανείς ένα καλό παιδάκι να παντρευτεί, να έχει το σπιτάκι του, το αυτοκινητάκι του κ.τ.ό.
Τύπο του μικροαστούλη αποτελεί η θείτσα και σε ακραίες περιπτώσεις μετατρέπεται σε λούμπεν.
Η θείτσα, η γυναικούλα, ο καραφλός με την κοιλίτσα και τα γυαλάκια.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Πιάνω κάτι για να το μεταφέρω, αγγίζω ελαφρά, μεταχειρίζομαι με προσοχή.
- Τσίμπα ένα αρχίδι ρε μλκ, που θες και δανεικά...
- Τσίμπα κλαπέτο ρε στραβάδι να κόψεις τα πετρέλαια γιατί μας φλόμωσες με το στάγιερ...
- Τσίμπα λίγο παραπάνω το συμπλέκτη βρε χρυσή μου, θα αλλάζουμε δίσκο-πλατό σε λίγο πάλι
Got a better definition? Add it!