1. Αλλιώς το «μου την σπάει», «με χαλλλάει», «μου την δίνει». Να μην συγχέεται με το τα σπάει.

  2. Πηγαίνω σε spa. Δηλαδή σλανγκισμός του ίδιου στυλ με το πιλατεύομαι.

Δ.Π.: Χανκ.

- Τι κάνει η Νίκη;
- Τον τελευταίο καιρό έχει σπαστεί άσχημα με τα χουνέρια που της κάνει ο άντρας της και σπάζεται για να ρηλαξάρει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνηθίζεται αυτή η επανάληψη στην κλητική προσφώνηση, ως Υπερθετικός του «μεγάλε» (για άλλους Υπερθετικούς βλέπε εδώ). Να μην συγχέεται με την καρέτα καρέτα.

Πηγή: Γαϊδουράγκαθος.

«Τό 'πιασες το υπονοούμενο μεγάλε μεγάλε;».

(Χαρακτηριστική ατάκα Μητσικώστα ως Γ. Καρατζαφέρη).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τμήμα κλασικής κινηματογραφικής ατάκας από τον αξέχαστο Παπαγιαννόπουλο. Χρησιμοποιείται σχεδόν πάντα στην ρητορική ερώτηση (όπως αυτούσια ειπώθηκε από τον ηθοποιό) «Εεε... τι θα το κάνουμε εδώ μέσα; Αμέρικαν μπαρ;» που υπονοεί ότι μια κατάσταση πάει να φύγει εκτός ελέγχου (φωνές, φασαρίες κτλ σε συγκεκριμένο χώρο), γεγονός που δε θέλουμε να το επιτρέψουμε.

- Νίκο βάλε την κομματάρα στο στέρεο ΤΕΡΜΑ! Θα τα σπάσουμε όλα σου λέωωω!
- (Ιδιοκτήτης) Εεε παιδιά! Τι θα το κάνουμε εδώ μέσα; Αμέρικαν μπαρ;!

(από Khan, 30/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τζιεμπικός (GMP-ικός): Από το GMP (Good Manufacturing Practice).

Έτσι χαρακτηρίζεται οτιδήποτε καλύπτει με ασφάλεια τα συγκεκριμένα κριτήρια που έχουμε δώσει.

Με λίγα λόγια είναι GMP compliant.

- Είδες την νέα αναλύτρια;
- Tζιεμπικό μωρό μεγάλε μου.

- Απόψε παίζει παρτάκι στου Αποστόλη του engineer, θα έρθεις;
- Πάντα κάνει τζιεμπικές καταστάσεις ο Τόλης. Μέσα είμαι.

(από northwind, 12/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνηθίζεται σε οίκους ανοχής, όπου ο εορτάζων από τους επισκέπτες μπουρδελοτσαρκαριστές, ή περατζαδαριστές, είθισται να κερνάει τις ερωτικές υπηρεσίες της κοπέλας που θέλει ο καθείς, από τα φιλαράκια του.

Η εορταστική αυτή λοιπόν προσφορά λέγεται κερατζάδα.

- Πω-πω κοσμοσυρροή έξω από το πορτέλο της Λόλας, έπιασε φωτιά και κινδυνεύει η Λόλα, του Αη Μιχαλιού ανήμερα;
- Όχι μωρέ, γιορτάζει ο Μιχαλάκης σήμερα κι έφερε τους κολλητούς του κερατζάδα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρώω κάτι πολύ γρήγορα. Υποδηλώνει μεγάλη πείνα ή λαιμαργία αλλά και μια έλλειψη ευγένειας ως προς τους συνδαιτημόνες αφού αυτοί δεν προλαβαίνουν να φάνε.

Λέγεται και χλαπακώνω.

Πολύ κοντά στο κατζακώνω το οποίο ενέχει κυρίως την έννοια του αρπάζω.

- Πότε πρόλαβες και τα χλαπάκιασες το μισό ψυγείο μωρή;
- Έλα βρε τζουτζούκο μου κι είχα μια λιγούρα!
- Αμάν!! Μη με φυτιλιάζεις τώρα!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Και «βγάζω καπνούς απ’ τ’ αυτιά».

Εξοργίζομαι, φουρκίζομαι, τα παίρνω στο κρανίο, παίρνω ανάποδες, γίνομαι Τούρκος, μου ανάβουν τα λαμπάκια, γίνομαι μπαρούτι, τα μυαλά μου πονάνε.

Μάλλον από κόμικ και καρτούν με χαρακτήρες που εμφανίζουν το φαινόμενο. Και αυτό με τη σειρά του μάλλον από τα συμπτώματα μηχανής που παρουσιάζει βλάβη και φαίνεται έτοιμη να εκραγεί.

  1. Από εδώ:

Έχω αρχίσει και κόβω βόλτες στο δωμάτιο και βγάζω καπνούς απο τα αυτιά,ούτε το google ούτε το imdb δεν βοήθησε, δεν έχω αρκετά στοιχεία για search. Πραγματικά θα πλήρωνα για να μου θυμίσουν τον τίτλο.

  1. Από εδώ:

‘Εχει περάσει αρκετός καιρός απο τότε που συνέβη ένα γεγονός που με είχε κάνει να βγάζω καπνούς απο τα νεύρα μου.Είχα παλαιότερα σχέση με ένα παιδί [...]

  1. Από εδώ:

Ο εν λόγω προϊστάμενος προσπάθησε να μου ξαναπεί το γνωστό σε μένα παραμύθι περί αλλαγής εξοπλισμού λόγω αλλαγής κινητήρα κτλ κτλ κτλ......Εκεί ήταν που άρχισα να βγάζω καπνούς.....Ένα κι ένα κάνουν 2.....μου είπατε κύριε πωλητή ότι θα περιλαμβάνει τον εξοπλισμό που ζήτησα;........ΝΑΙ, ήταν η απάντηση, αφού ρώτησε στην ***, όπως είπε.

(από patsis, 14/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Συνώνυμο του κοκοτσί, δηλαδή μπάφος με κοκόρι. Μπα(φος) + κό(κα).

Η Ελίζα παλιά έκανε πού και πού κανάν μπάφο, μετά το γύρισε στο μπάκο και πλέον την βλέπω με χίλια για κοκογκόμενα τσιμπουκλού στις χέστρες της παραλιακής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική έκφραση - απορία ελαφράς αγανάκτησης σχετικά με μια αναπάντεχη και κάπως ανεπιθύμητη επίσκεψη ή τηλέφώνημα κατά τις πολύ πρωινές ώρες. Πέρα από τη δυσφορία, η έκφραση αυτή υπονοεί, κάπως χιουμοριστικά, ότι η ιδέα για την απρόσμενη επαφή τόσο νωρίς δε θα μπορούσε να έχει άλλη προέλευση από ένα θεόσταλτο ίσως όνειρο στον ύπνο εκείνου που την πραγματοποίησε.

- Έαε... καλημέρα. Πάμε για καφέ;
- Καλά, στον ύπνο σου με έβλεπες; Εφτά παρά είναι ακόμα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς αποδεκτό ως σουτιέν.

Μωρή τα είδες τα καινούρια βυζιά της Μαρίας; θα της σκίσουν τα βυζοσάκουλα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified