Στην μορφή από τον κώλο στο μουνί, δυο δάχτυλα και κάτι τι, η έκφραση υποδηλώνει αλληγορικά μικρές αποστάσεις.

Φασιστόμουτρο ο ένας, σταλίνα ο άλλος ... από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι!

Από τις λούτσες στο βουνί... (από Vrastaman, 09/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για δύστροπο άτομο που του φταίνε τα πάντα.

- Η πεθερά μου γκρινιάζει που βλέπω μπάλα.
- Της κακιάς ψωλής και το μαλλί της φταίει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαμηλοκάβαλο παντελόνι που αποκαλύπτει την κορυφογραμμή του κώλου, κατά το ντεκολτέ.

Βλ. και κερματοδέκτης.

- Ήρθε η άνοιξη και τα πιπίνια βάλαν τα ξεκωλτέ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Καλοντυμένος» κατά το σημερινό κυριλέ. Η περίεργη αυτή έκφραση, διαδεδομένη τις δεκαετίες 40 και 50, φέρει εξ ίσου περίεργη ετυμολογία: μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο η Ελλάδα είχε κατακλυστεί από Άγγλους στρατιώτες, τους οποίους οι τότε κουραδόμαγκες πείραζαν με σεξουαλικά υπονοούμενα στον δρόμο. Τα Εγγλεζάκια με κοντά παντελονάκια απαντούσαν «why don’t you drink my fart», εξ ου και ο εν λόγω νεολογισμός. Βλέπε και Μέγκλα.

Με το νέο σου κουστουμάκι είσαι και πολύ τρικ μάι φορ!

"I say, why dont you drink my fart old boy!" (από Vrastaman, 23/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται και ως συνώνυμο του μαλάκας.

Εκ της γνωστής ατάκας του Χ. Κλυνν «δεν μας χέζεις ρε Νταλάρα!»

Τί είπε πάλι ο νταλάρας!

(από Khan, 19/03/15)

Δες και νταλαροειδές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Εβραίος, ο αβάπτιστος, εις την ρατσιστικήν.

- Οι αλάδωτοι κυβερνούν συνωμοτικά τον κόσμο!
- Ξεκόλλα ρε, το πολύ το raus-raus το βαριέται και ο Klaus!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλωτικό ακραίας εκπλήξεως ή αγανακτήσεως.

- Έπαθα λάστιχο στην Εθνική Οδό Αθηνών-Πατρών και τραβάω τις κωλότριχές μου!

(από panos1962, 29/11/09)(από patsis, 21/04/14)

Λέγεται κυρίως για περιπτώσεις που τρώμε αγγούρι, όπως και στο παράδειγμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρέα από ομοφυλόφιλους, κατά το κουστωδία.

- Πλάκωσε ο Ψινάκης με όλη την πουστωδία!

Πουστωδία πολιτικών "επιλύει" το Κυπριακό (από Vrastaman, 08/07/08)Σκύψε, ευλογημένε! (από Vrastaman, 23/10/08)

βλ. και χριστιανοσλάνγκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαξιωτικός χαρακτηρισμός για παπάκι ή μοτοσικλέτα χαμηλού κυβισμού.

Πάρε το πραπρά σου και δίνε του!

(από Vrastaman, 25/11/09)(από Vrastaman, 25/11/09)

βλ. και παρπάρι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παίζω μούτσο σημαίνει τραβάω μαλακία στην κυπριακή διάλεκτο.

Μουτσοπαίχτης αποκαλείται ο μαλάκας.

Η λέξη μούτσος πιθανώς να σχετίζεται με την λέξη πούτσος.

- Ο Πανίκος παίζειν με τον μούτσον του πάλιν!
- Μα ίντα που λαλείς, λαλώ-σε;

Μούτσος του Τσαρούχη (από Vrastaman, 26/08/08)Γιώργος Μαλάκας (βλ. σχόλιο νανάς) (από GATZMAN, 07/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified