Στην μορφή από τον κώλο στο μουνί, δυο δάχτυλα και κάτι τι, η έκφραση υποδηλώνει αλληγορικά μικρές αποστάσεις.
Φασιστόμουτρο ο ένας, σταλίνα ο άλλος ... από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι!
Στην μορφή από τον κώλο στο μουνί, δυο δάχτυλα και κάτι τι, η έκφραση υποδηλώνει αλληγορικά μικρές αποστάσεις.
Φασιστόμουτρο ο ένας, σταλίνα ο άλλος ... από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι!
Got a better definition? Add it!
Χαρακτηρισμός για δύστροπο άτομο που του φταίνε τα πάντα.
- Η πεθερά μου γκρινιάζει που βλέπω μπάλα.
- Της κακιάς ψωλής και το μαλλί της φταίει!
Got a better definition? Add it!
Χαμηλοκάβαλο παντελόνι που αποκαλύπτει την κορυφογραμμή του κώλου, κατά το ντεκολτέ.
Βλ. και κερματοδέκτης.
- Ήρθε η άνοιξη και τα πιπίνια βάλαν τα ξεκωλτέ!
Got a better definition? Add it!
«Καλοντυμένος» κατά το σημερινό κυριλέ. Η περίεργη αυτή έκφραση, διαδεδομένη τις δεκαετίες 40 και 50, φέρει εξ ίσου περίεργη ετυμολογία: μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο η Ελλάδα είχε κατακλυστεί από Άγγλους στρατιώτες, τους οποίους οι τότε κουραδόμαγκες πείραζαν με σεξουαλικά υπονοούμενα στον δρόμο. Τα Εγγλεζάκια με κοντά παντελονάκια απαντούσαν «why don’t you drink my fart», εξ ου και ο εν λόγω νεολογισμός. Βλέπε και Μέγκλα.
Με το νέο σου κουστουμάκι είσαι και πολύ τρικ μάι φορ!
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται και ως συνώνυμο του μαλάκας.
Εκ της γνωστής ατάκας του Χ. Κλυνν «δεν μας χέζεις ρε Νταλάρα!»
Τί είπε πάλι ο νταλάρας!
Δες και νταλαροειδές.
Got a better definition? Add it!
Ο Εβραίος, ο αβάπτιστος, εις την ρατσιστικήν.
- Οι αλάδωτοι κυβερνούν συνωμοτικά τον κόσμο!
- Ξεκόλλα ρε, το πολύ το raus-raus το βαριέται και ο Klaus!
Got a better definition? Add it!
Δηλωτικό ακραίας εκπλήξεως ή αγανακτήσεως.
- Έπαθα λάστιχο στην Εθνική Οδό Αθηνών-Πατρών και τραβάω τις κωλότριχές μου!
Λέγεται κυρίως για περιπτώσεις που τρώμε αγγούρι, όπως και στο παράδειγμα.
Got a better definition? Add it!
βλ. και χριστιανοσλάνγκ
Got a better definition? Add it!
Απαξιωτικός χαρακτηρισμός για παπάκι ή μοτοσικλέτα χαμηλού κυβισμού.
Πάρε το πραπρά σου και δίνε του!
βλ. και παρπάρι
Got a better definition? Add it!
Παίζω μούτσο σημαίνει τραβάω μαλακία στην κυπριακή διάλεκτο.
Μουτσοπαίχτης αποκαλείται ο μαλάκας.
Η λέξη μούτσος πιθανώς να σχετίζεται με την λέξη πούτσος.
- Ο Πανίκος παίζειν με τον μούτσον του πάλιν!
- Μα ίντα που λαλείς, λαλώ-σε;
Got a better definition? Add it!