Ως γνωστόν, η συνωμοσιολογία αποτελεί ιδιαίτερο κεφάλαιο στην πολιτική κουλτούρα αρκετών χωρών, της Ελλάδος μη εξαιρουμένης. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η άκρατη συνωμοσιολογία συνοδεύεται και από λυσσαλέο αντισημιτισμό. Το πάντρεμα Εβραίων και Μασόνων, σε έντυπα αλλά και σε ηλεκτρονικά Μέσα, αποτελεί ιδανικό σενάριο για πολλούς επαγγελματίες συνωμοσιολόγους:

  1. Ο Εβραϊσμός και η Μασονία αποτελούν έννοιες άγνωστες στο ευρύ κοινό, κάτι που επιτρέπει την ερμηνεία τους κατά το δοκούν.

  2. Η δραστηριότητά τους είναι λίγο ως πολύ κλειστή, κάτι που ενισχύει την καχυποψία και το φόβο, αναφορικά με το τι επιδιώκουν.

  3. Το γεγονός ότι τα μέλη τους είναι μειοψηφίες εντός πλειοψηφίας, ενισχύει τη διαφοροποίησή - διαφορετικότητά τους.

Χρησιμοποιώντας τον εν λόγω όρο, περιγράφεται το σύνολο των εχθρών, των επικίνδυνων και μυστικοπαθών «Άλλων», που στοχεύουν να υπονομεύσουν και να διαλύσουν θεσμούς οι οποίοι ενέχουν τη θέση Ιερών Αγελάδων: έθνος, κράτος, πατρίδα, θρησκεία.

Οι Εβραιομασόνοι βρίσκονται παντού ανά την υφήλιο, μισούν τους Έλληνες και τον Ελληνισμό και κρύβονται πίσω από τις μελανότερες σελίδες της ιστορίας μας. Απώτερος στόχος τους είναι ο αφανισμός τους. Αν και η σχέση Εβραϊσμού - Μασονίας δεν αποδεικνύεται έμπρακτα, ούτε και ξεκαθαρίζεται πως αναπτύσσεται, θεωρείται ωστόσο δεδομένη πέραν πάσης αμφιβολίας.

Συχνάκις, ο «Εβραιομασόνος» είναι πλούσιος και ομοφυλόφιλος, δηλ. έχει άλλες δύο μισητές ταυτότητες μειοψηφίας.

  1. Απόσπασμα σχολίου από διαδικτυακό forum:

«Μόνο ο Πανούσης είναι;
Όλοι οι αναρχοαριστεροκουλτουριάρηδες »προοδευτικάριοι« καλλιτέχνες, οι μισοί βουλευτές και οι μισοί δημοσιογράφοι στην Ελλάδα, είναι φυγόστρατοι. Οι ανθέλληνες όλοι αυτοί εβραιομασώνοι σατανιστές, μυημένοι στα σχέδια της Νέας τάξης πραγμάτων, προβάλλουν τα ναρκωτικά ως πρότυπο στην νεολαία, και προωθούν την πλήρη διάλυση του στρατεύματος και υποσκάπτουν την Εθνική συνείδηση των Ελλήνων, μέσω των »αντιρρησιών συνείδησης« και του αναρχοκομμουνισμού.
Εδώ ο Ανδρέας Παπανδρέου, υπηρέτησε στο Αμερικάνικο Πολεμικό Ναυτικό, γιατί όπως έλεγε, είχε εκδιωχθεί απ' το καθεστώς του Μεταξά, και όταν ξέσπασε ο πόλεμος δεν βρηκε τρόπο να έρθει εδώ να πολεμήσει. Χιλιάδες όμως άλλοι Έλληνες ανά τον πλανήτη βρήκαν τον τρόπο να έρθουν στην πατρίδα. Και μεις τον κάναμε ... πρωθυπουργό!!!
Λοιπόν, ο Πανούσης μας πείραξε...;»

  1. Απόσπασμα από διαδικτυακό blog:

«Τη δεκαετία του '70, πίσω από όλα ήταν η επάρατος Δεξιά και οι Αμερικάνοι. Χωρίς περαιτέρω σχόλιο, πια.
Τη δεκαετία του '80 και τις αρχές αυτής του '90, πίσω από όλα βρίσκονταν οι εβραιομασώνοι και οι σιωνιστές. Θυμάμαι καθαρά την εφημερίδα 'Στόχος' (την αγόραζα κάθε Πέμπτη με τον πατέρα μου για να γελάμε), ακραία έκφραση αυτών των θέσεων που συγκεφαλαίωνε την πεποίθηση ότι οι Εβραίοι, το Ισραήλ και οι Μασώνοι βρίσκονται πίσω από τους εχθρούς του Ελληνισμού. Μια φορά δημοσίευσαν και λίστα με τους εχθρούς της Ελλάδας, με την αιτιολόγηση δίπλα σε κάθε εχθρική χώρα: λ.χ.
Ρουμανία: εγείρει θέμα βλάχικης μειονότητας
Πακιστάν: φίλος και σύμμαχος της Τουρκίας»

Δες και μασόνος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη τουρκικής προελεύσεως [τουρκ. devlet, το κράτος] που χρησιμοποιούνταν συχνά από ρεμπέτες, περιγράφοντας το κράτος, τη συντεταγμένη πολιτεία. Συναντάται συχνότερα στη βόρεια Ελλάδα ή στη μάγκικη αργκώ.

Απόσπασμα από βιβλίο με θέμα τον Μάρκο Βαμβακάρη:
– Πώς περάσατε στη Θεσσαλονίκη Μάρκο;
– Όμορφα, άλλο ντοβλέτι εκεί πάνω, ελευθερία πραγματική...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άκρως υποτιμητικός χαρακτηρισμός με αποδέκτη άτομο γένους θηλυκού. Με λογική αντίστοιχη του παλιανθρώπου, χαρακτηρίζει τη γυναίκα ανάξια λόγου και ποιότητας, με την οποία δεν αξίζει να ασχολείται κανείς. Συχνάκις χρησιμοποιούμενο, το συνθετικό παλιο- στην αρχή της λέξης ενέχει χροιά αρνητική και απαξιωτική στη λέξη στην οποία προστίθεται, εν είδει ποιοτικού χαρακτηρισμού.

- Πού είσαι ρε Κωστάκη, χάθηκες, καιρό έχω να σε δω. Όλα καλά;
- Άσε ρε φίλε, τρέχω με τη Νίνα πάλι, εκεί που φάνηκε ότι τα βρίσκουμε, πάλι μού κάνει νερά.
- Καλά, νόμιζα ότι τα συζητήσαμε αυτά τα ζητήματα και δώσαμε λύση. Σού είπα να μην ασχολείσαι με αυτό το παλιομούνι, δεν το αξίζει. Να οι γυναίκες, μπορείς να βρεις ό,τι γουστάρεις. Δεν αξίζει να αναλώνεσαι με τα παλιομούνια, πόσες φορές πρέπει να σού το πω;

Χαρακτηριστική περίπτωση homo paliomunicus (από krepsinis, 05/02/09)

Δες ακόμη -μούνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρνητικός χαρακτηρισμός ανώτερου στελέχους/γραφειοκράτη επιχείρησης ή δημόσιας υπηρεσίας που κατέχει κάποια θέση από όπου δύσκολα απομακρύνεται. Όπως ο μυθικός κένταυρος είναι αχώριστος από το κάτω μέρος του αλογίσιου κορμιού του, έτσι και ο κατάπτυστος γραφειοκράτης θεωρεί την καρέκλα του, αχώριστο τμήμα του σώματός του και αρνείται πεισματικά να απομακρυνθεί.

  1. Οι καρεκλοκένταυροι των Βρυξελλών αρνούνται πεισματικά να κατανοήσουν τη δυσμενή θέση στη οποία περιήλθαν οι αγρότες των περισσότερων χωρών της Ε.Ε.

  2. Τίτλος βίντεο από το youtube: ΚΑΨΑΝΕ ΤΗ ΡΟΔΟ ΜΑΣ ΟΙ ΚΕΡΑΤΑΔΕΣ ΚΑΡΕΚΛΟΚΕΝΤΑΥΡΟΙ

(από Hank, 04/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνθρωπος ακμαίος και ορεξάτος, παρά το προχωρημένο της ηλικίας του.

Παράγωγο της λέξης κοτσάνι. Όπως το φρούτο κρατιέται γερά από το κοτσάνι του, έτσι και ο κοτσανάτος μεταφορικά «κρατιέται» γερά, παρά την ηλικία του.

Αποσπάσματα σελίδων από τι διαδίκτυο:

  1. Και τότε, όταν παίζουν οι κιθάρες, οι ήχοι της ελληνικής μουσικής φτάνουν μέχρι λίγα στενά πιο κάτω. Εκεί ζει ένας «κοτσανάτος» Τούρκος γέροντας, συνταξιούχος γιατρός, που γεννήθηκε στο Ρέθυμνο πριν από 88 χρόνια και έφτασε στη Σμύρνη παιδί 10 χρονών. Ο κ. Μένεγας έχει συγκρατήσει αναλλοίωτη στη μνήμη του τη στιγμή που, ένα βράδυ, ο γέροντας, πρόεδρος των Τουρκοκρητικών της Σμύρνης, μπήκε στο «Σακίζ Αντασί» και σε άπταιστα κρητικά, τού είπε: «Χαίρομαι που γνωρίζω Έλληνες που γύρισαν πίσω. Εγώ θα σου μιλήσω ρωμαίικα».

  2. Το Σάββατο ο μπάρμπα Θοδωρής που είναι ένας άξιος κοτσανάτος υπερήλικας με αθλητικό παράστημα και μυαλό ξυράφι με τεράστιες αντοχές για να ζήσει πολλά ακόμη χρόνια, ήρθε μαζί με την κόρη του Μάτα, τον σύζυγό της Βασίλη Μπαϊντάνοβ πρόεδρο του Επιμελητηρίου Κίρτζαλι και πετυχημένο επιχειρηματία και την εγγονή του Τοντόρα (Νταρίνα) που είναι δικαστής στο Μπλαγκόεφγκραντ και εκπλήρωσαν την επιθυμία του παππού.

Επίσης και κοτσονάτος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασσική, παλαιά έκφραση, που αναφέρεται σε άτομα τα οποία κάνουν αιματηρή οικονομία.

Στον τοίχο καρφώνουμε συνήθως πράγματα που εκτιμούμε και θέλουμε να θαυμάσουμε: κάδρα, φωτογραφίες, πτυχία, αντικείμενα αξίας.

Ακόμα και η δεκάρα, κάτι που θεωρείται ευτελές και ελαχίστης αξίας (έχοντας παλιότερα και μία τρύπα στη μέση), μπορεί, για κάποιον τσιγκούνη να θεωρηθεί αντικείμενο ιδιαίτερης αξίας, άξιο να αναρτηθεί στον τοίχο του.

- Τι λέει ο θείος σου από το Μόναχο, θα μείνεις εκεί τώρα που ανεβαίνεις Γερμανία;
- Σιγά να μην μείνω, ο τύπος καρφώνει τη δεκάρα στον τοίχο, είναι ικανός να με χρεώσει για τη φιλοξενία!

Δεκάρες για κάρφωμα (από krepsinis, 05/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση της γνωστής τραγωδίας του Ευριπίδη, που διαδραματίζεται στο στρατόπεδο της Αυλίδας.

Η Καυλίδα, τόπος φανταστικός, αντικαθιστά την Αυλίδα. Είναι ένας τόπος όπου κυριαρχούν οι ορμές και ο έντονος ερωτισμός. Η θυσία στην Καυλίδα γίνεται προς τιμήν της Αφροδίτης, θεάς του ερωτισμού, και όχι της Αρτέμιδος.

- Τελικά τι έγινε με το μουνάκι που κόζαρες τις προάλλες και τελικά έκανες την κίνηση προσέγγισης.
- Τίποτα, προς το παρόν. Μου είπε ότι έχει γκόμενο, τον οποίο αγαπάει, αν και δεν τα πάνε ιδιαίτερα καλά. Εγώ της πρότεινα να θυσιάσει το συναίσθημα και να γίνει μία σύγχρονη Ιφιγένεια εν Καυλίδι. Αναμένω απάντηση...

Η σύγχρονη Ιφιγένεια, προ της θυσίας της στην Καυλίδα (από krepsinis, 05/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανύπαρκτο εκπαιδευτικό ίδρυμα που χρησιμοποιείται υποτιμητικά ή χάριν αστεϊσμού, για κάποιον που δεν διαθέτει καμία παιδεία, σε συνδυασμό με εμφανές καφριλίκι.

Συνήθως, ο απόφοιτος της Βοϊδοσχολής είναι δημόσιος υπάλληλος, που κατάφερε να μονιμοποιηθεί μέσω βύσματος στην περίοδο μετά τη μεταπολίτευση.

- Πως τον έλεγαν ρε εκείνον τον ξάδερφο που έχεις στο υπουργείο Εργασίας. Θέλω να ρωτήσω κάτι για τα εποχιακά επιδόματα.
- Να σού δώσω το τηλέφωνό του, αλλά δεν νομίζω να σε βοηθήσει ιδιαίτερα.
- Γιατί, δεν μπορεί να μην ξέρει.
- Είναι απόφοιτος της Βοϊδοσχολής, εκεί δεν ασχολούνται με τέτοια ζητήματα.

Φοιτητές Βοϊδοσχολής (από Μπεναρόγιας, 05/02/09)Πτυχίο Βοϊδοσχολής (από Vrastaman, 05/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συγκεκριμένη λέξη περιγράφει τα πολύ μικρά ζώα ή ζωύφια.

Μεταφορικά αποτελεί μειωτικό χαρακτηρισμό για τιποτένιους και ασήμαντους ανθρώπους, ταυτίζοντάς τους με ζωύφια, η ζωή των οποίων ουδεμία αξία έχει.

Σε κάποιες περιοχές της Ελλάδος χρησιμοποιείται για την περιγραφή του αγριμιού. Ετυμολογικά κατά πάσα πιθανότητα συνδέεται με τη λέξη ζώο [αρχ. ελληνικά ζώδιον, με τροπή του ω σε ου].

  • Ποίημα από το διαδίκτυο:

Και χαιρετώ από μακριά κάθε πουλί
και κάθε ζούδι φτερωτό
που ακυβέρνητο τρυγάει τα πλήθη
Η ζήλια μου ενέχει απελπισία
Αφού με ξέρεις
τι δε μου μιλάς φθινόπωρο;

  • Φύγε από εδώ ρε ζούδι, που με απειλείς κιόλας, μην αρπάξω κανένα
    παλούκι..

  • Απόσπασμα ιστορίας εθνολογικού χαρακτήρος από το διαδίκτυο:

«Δεν είδαν όμως τίποτα και πάλι το πρωί βρήκαν 1 πρόβατο πεθαμένο. Το συζητήσαν και με άλλους και αφού δεν βρίσκανε λογική εξήγηση φωνάξαν τον αλαφροίσκιωτο. Εκείνος παραφύλαξε το βράδυ και τους είπε ότι ήταν κάποιο ζούδι που σκότωνε τα πρόβατα. Ο αλαφροίσκιωτος τους είπε ότι την επόμενη νύχτα πρέπει να μαζευτούν 4-5 άτομα, να φέρουν λίγο μπαρούτι και να κάνουν ότι θα τους πει αυτός. Τους είπε ότι πρέπει να ανάψουν μία φωτιά και να καθήσουν όλοι γύρω γύρω και να έχουν το μπαρούτι έτοιμο να το ρίξουν στη φωτιά μόλις τους πει »τώρα«. Τους είπε όμως ότι αυτό πρέπει να γίνει την στιγμή ακριβώς που θα τους έδινε εντολή και πως ότι κι αν τον δουν να παθαίνει σε καμία περίπτωση να μην ρίξουν το μπαρούτι πριν. Όντως το βράδυ έκαναν ότι τους είπε. Στις 12 η ώρα ο αλαφροίσκιωτος σηκώθηκε πάνω κι άρχισε να μιλάει σε κάποιον που δεν βλέπανε. Σε λίγο ο τόνος του είχε γίνει πιο θυμωμένος και έδειχνε σαν να δέχεται αλλά και να ρίχνει χτυπήματα στον αέρα. Οι άλλοι φοβήθηκαν πολύ. Ξαφνικά τον βλέπουν να έχει γίνει κατακόκκινος και να να βγάζει βογγητά σαν κάποιος να τον έπνιγε. Τότε τα χρειαστήκαν όλοι και δεν ξέρανε τι να κάνουνε. Και τότε με ξέπνοή φωνή τους είπε »τώρα« και ρίξαν το μπαρούτι στη φωτιά. Μετά την μικρή έκρηξη ο αλαφροίσκιωτος άρχισε να αναπνέει και να συνέρχεται. Τους είπε ότι τώρα είχε το ζούδι υπό τον έλεγχό του και ρώτησε τον πατέρα του παππού μου που θέλει να το στείλει. Τότε όλοι μαζί είπαν στο μαντρί του τάδε (ενός που δεν τον συμπαθούσαν). Από το επόμενο βράδυ αρχίσαν να πεθαίνουν τα πρόβατα του αλουνού ένα ένα!»

Άγριο ζούδι, που προκαλεί τρόμο (από krepsinis, 05/02/09)

Σχετικά: έχνος, το, ζουλάπι, το

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αν και παράγεται από τη γνωστή λέξη, περιγράφει ένα ευρύτερο φάσμα βρώμικων οσμών (ποδιών, μασχάλης, απλυσιάς, βαρβατίλας), οι οποίες κατά κόρον συνυπάρχουν σε θαλάμους στρατοπέδων των ανά τον κόσμο Ενόπλων Δυνάμεων.

Είναι χαρακτηριστική η τραυματική εμπειρία που πλείστοι εξ ημών έχουν περάσει φαντάροι όντες, επιστρέφοντας για ολιγόωρο ύπνο μετά από νυχτερινό νούμερο, όταν η μποχατίλα της πουτσίλας μάς χτυπάει στη μύτη, εισερχόμενοι στο θάλαμο. Στην περίπτωση που brothers in arms κρατάνε τις βρωμοαρβύλες κάτω από το κρεβάτι στα μουλωχτά, η πουτσίλα αποκτά επιθετικότερες διαστάσεις.

Ο όρος χρησιμοποιείται και για να περιγράψει χώρους στους οποίους είναι έντονη η παρουσία ανδρικού στοιχείου.

  1. - Ρε βρωμιάρηδες, πάλι πουτσίλα μυρίζει ο θάλαμος! Θα πλυθείτε καμιά φορά;
    - Άει γαμήσου ρε κωλόψαρο, που θα μας κάνεις και κήρυγμα καθαριότητας.

  2. - Τι έγινε χθες, καλό το μπαράκι στου Ψυρρή;
    - Καλό κι αρχίδια, μύριζε πουτσίλα από 200 μέτρα, τίγκα στους παλιάντρες.

Μπουτσίλα (από Vrastaman, 05/02/09)Aleh Putsila (από Vrastaman, 09/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified