Ο μαλάκας άνθρωπος. Παγιωμένη εκδοχή του υβριστικού μαλάκας, συνήθως επιτατική, κάποιες φορές χιουμοριστική.

  1. Στα κατακάθια της κοινωνίας που βάζουν το γαμημένο το παπάκι τους ή άλλη μηχανή, παράλληλα με το πεζοδρόμιο και καβαντζώνουν θέσεις παρκαρίσματος στο δρόμο. ΓΑΜΩ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΣΑΣ πούστηδες. Ο δρόμος δε σας ανήκει. Αν θες να βρεις θέση να παρκάρεις όταν γυρίσεις, να ψάξεις όπως όλος ο κόσμος ρε μαλακάνθρωπε αλλιώς μη σώσεις να έχεις αυτοκίνητο. ΓΑΙΔΟΥΡΙ! (από εδώ)

  2. ke vasika polli sta arhithia mu ti ehis na pis ..ta album afta ehun afisi epohi ke then tha ksehastun pote giati itan full original ke full gamo .. giafto parti glitsa su re talepore voske ela sto peroptero mu na su thoso kammia kapotitsa ke meta se afino meta elftheras na gmas tis provatines su ke na les tis sahlamares pu se thiakrinun os ton megalitero tirovlaka ke klasobaniera malakanthropo (από εδώ)

  3. μαλάκα μου είσαι για τον πούτσο τελείως έτσι.... το ήξερα ότι θα απαντούσες σαν κλασσικός μαλακάνθρωπος που είσαι εκτός από ένα λιλιπούτειο αγοράκι άσε τους FF.C & τα άλλη διάσταση ρε τραχανά..που μου κάνεις και δισκοκριτικές.... (πάλι από εδώ)

  4. Εξαιρέσει του κ. Αβραμόπουλου, ο οποίος εμμέσως πλην σαφώς δήλωνε: Εμείς δεν κλέψαμε. Κάποιοι είρωνες δημοσιογράφοι αποπειράθηκαν να του κολλήσουν το παρατσούκλι, ο...«εμείς δεν κλέψαμε». Ήταν μια κομψή διαμαρτυρία του αλλά και μια καταγγελία του ότι άλλοι ( αχ αυτοί οι αορίστως άλλοι, σαν τους γνωστούς-αγνώστους, κουκουλοφόρους) έκλεψαν. Για την κλεψιά, ιστορικά, φημίζονται οι Αρβανίτες και οι Αλβανοί. Άρπαξε να φας και κλέψε νάχεις. Σε μια φράση, η εικόνα του κόσμου γύρω μας. Προς το παρόν, φαίνεται, πως πέσαμε στα μαλακά, τόσο μαλακά που καταντήσαμε, υποτελείς...μαλακάνθρωποι! (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Μουσική) Συγκεκριμένη δακτυλοθεσία, συγχορδίας κυρίως, σε έγχορδο. Καταχρηστικά, μπορεί να σημαίνει και συγχορδία.

Τα πιασίματα είναι μεγάλο θέμα σε όργανα όπως η κιθάρα και το μπουζούκι –και περισσότερο στην κιθάρα, ως όργανο ακομπανιαμέντου απ' τη μια και με περισσότερες χορδές απ' την άλλη– για τον επιπλέον λόγο ότι, για την ίδια συγχορδία (συγκεκριμένα, για την ίδια αναστροφή, στο ίδιο τονικό ύψος), έχεις στη διάθεσή σου διαφορετικά πιασίματα σε διαφορετικές χορδές, άρα και διαφορετικά ηχοχρώματα, πράγμα που δεν συμβαίνει με όργανα όπως το πιάνο (ή τα τύμπανα).

Η εκμετάλλευση αυτής της ιδιομορφίας είναι βέβαια θέμα εμπειρίας ευρύτερης και εμπειρίας πάνω στο εκάστοτε συγκεκριμένο όργανο, είναι όμως και θέμα μουσικού στιλ: χωρίς να διακρίνουμε ματζόρε, μινόρε, έβδομες και λοιπά, στην παρεΐστικη κιθάρα ας πούμε, παραλία κι' έτσι, χρησιμοποιούνται παραδοσιακά τρία βασικά πιασίματα συν λίγα ανοιχτά (δηλαδή, με ανοιχτές χορδές), σε ροκ, με ηλεκτρική συνήθως κιθάρα, έχεις επιπλέον το πιάσιμο με πέμπτες, σε πανκ έχεις μόνον αυτό (δε μετράω το πιάσιμο σε μία χορδή, είπαμε μιλάμε για συγχορδίες...), ενώ σε τζαζ ξερωγώ το πράμα απαιτεί προχωρημένη συνδυαστική για να κάνεις μια καταμέτρηση –που όμως ξεφεύγει από τους σκοπούς του παρόντος σάιτ.

  1. Σε όσους ξέρουν κιθάρα, τα πιασίματα σίγουρα θα φανούν πολύ γνωστά: το τετράχορδο μπουζούκι κουρντίζεται όπως οι τέσσερις πιο λεπτές χορδές της κιθάρας (και ένα τόνο χαμηλότερα). Μετακινώντας το κάθε πιάσιμο πάνω στο μπράτσο του οργάνου, παίρνουμε όλες τις υπόλοιπες συγχορδίες. Για ένα παράδειγμα πώς γίνονται οι μετακινήσεις, κοιτάξτε τη σελίδα με τις συγχορδίες για τρίχορδο / τζουρά / μπαγλαμά. (εδώ)

  2. - Να προσπαθησω να μαθω να χρισημοποιω τον αντιχειρα αντι να κανω bar με τον δεικτη; [...] Τι να κανω; Παιζει ρολο αν εχω μακρυα δαχτυλα (δεν εχω!) η ο τροπος που κραταω την κιθαρα;
    - [...] Δεν φταίει το χέρι σου αλλά η εξάσκηση. Επίσης στην αρχή μην προσπαθείς σε ακουστικές και κλασικές με μεγάλο μπράτσο αν δυσκολεύεσαι. Κι εγώ έχω μικρά χέρια και με ξένισε στην αρχή το πιάσιμο. (από εδώ)

  3. Ένα απόγευμα λοιπόν όταν οι μουσικοί κούρδιζαν και έκαναν τις δοκιμές στην μικροφωνική, με έκο πάντα (τα γνωστά έεεεεενα-α-α-α-α, τεστ-τεστ-εστ-στ-τ), ακούω από το σπίτι μου το “Europa” του Santana! Αμέσως καβαλάω το ποδήλατο, μάρκας Rock-Cross το οποίο είχα τίγκα στο αυτοκόλλητο panini με παίχτες του Ολυμπιακού και διακτινίζομαι -τύφλα να ‘χει ο Κερκ- στο πανηγύρι. Εκεί βλέπω έναν τύπο, φυσιογνωμικά γνωστό που έβλεπα αρκετά συχνά στον πλάτανο*, ίδιος ο Santana (μαλλί μακρύ, μουστάκι) προς το πιο… μελαχρινό όμως, να παίζει με μια Gibson ES-335 εξαιρετικά το εν λόγω άσμα. Σχεδόν όλο το βράδυ κάθισα πάνω στο ποδήλατο εκεί στο δρόμο και τον έβλεπα να παίζει δημοτικά και προσπαθούσα να αποτυπώσω τα ακόρντα, τις κινήσεις των χεριών και τα πιασίματα, χωρίς να δίνω και πολύ σημασία στο “υπερθέαμα” που εξελίσσονταν μπροστά στην τσιμεντένια πίστα (τις παρέες να χορεύουν με την σειρά με τα γνωστά νούμερα, την “χαρτούρα”, τις μικροπαρεξηγήσεις κλπ). Στις αφίσες που είχε ο μαγαζάτορας κολλημένες πάνω σε ένα υποτυπώδη φράχτη που είχε φτιάξει με λινάτσα διάβασα “κιθάρα – Νίκος Μακρυγιώργος“. (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα δυτικά παραθεσσαλονίκεια, ο αλήτης, ο άσωτος, ο εξώλης και προώλης. Ακόμη ρόγκατσος, ρογκάτσα.

Όσο για την προέλευση, το πιθανότερο λέω είναι να προέρχεται από τα ρουγκάτσια (< ρούγα), ένα σχετικά γνωστό παλιό καρναβαλίστικο έθιμο στη βόρεια και κεντρική ελλάδα, παρότι το συγκεκριμένο δεν ήταν και από τα πιο διονυσιακά ελλαδίτικα έθιμα (δείτε εδώ και αυτό το ωραίο ντοκιμαντεράκι).

Απ' την άλλη, λιγότερο πιθανής σύνδεσης, στα διαλεκτικά δουλγέρικα ρουγκάτσι ήταν ο «τούρκος», όπως μας πληροφορεί ο Τριανταφυλλίδης (στο κειμενάκι του για τις συνθηματικές γλώσσες και κατευθείαν στο χειρόγραφο γλωσσάρι για τα δουλγέρικα ή ντουγραματζίτικα από το Διδυμότειχο).

Τέλος όμως ν' αναφέρω και τα ρόγκια, τα «χωράφια που έχουν ρογκιστεί, δηλαδή καεί και ετοιμαστεί για τη νέα σπορά», όπως μαθαίνω απ' τις «Λέξεις που χάνονται» (2011) του κυρ-Σαράντ, τα οποία τα βρίσκω κοντά στη σημασία του εδώ ορισμού αν μη τι άλλο επηρεασμένος απ' τις τσαϊράδες κατά Χριστιανόπουλο.

Πόσις κι πόσις ρογκάτσις δεν έφηυγαν απ' τα χουριά κι' επήαιναν στ' γερμανία, δέν τις ήξηυρε κανείς και τ'ς ανηχόταν κι' έκαμναν τη ζουή τ'ς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτικός σχηματισμός της προστακτικής στιγμιαίου ποιού ενέργειας (κάνε κάτι άπαξ), με τον τύπο της προστακτικής συνεχούς ποιού ενέργειας (κάνε κάτι συνεχώς, επανειλημμένα): όπως όταν λέμε σε κάποιον τέλειωνε, εννοώντας όμως «τέλειωσε, τώρα».

Ίσως ένα λεπτό παράδειγμα θόλωσης του μηνύματος, η οποία διέπει την αργκό απ' άκρη σ' άκρη (εδώ λίγες πίπες για αργκό και ασάφεια), ωστόσο πρόκειται για εξαιρετικά εδραιωμένο φαινόμενο που ακούγεται συχνότατα και στην καθομιλουμένη, ειδικά όταν ο τύπος που προκύπτει είναι και συντομότερος: συγκεκριμένα στα ρήματα της βήτα συζυγίας (τα σε -άω/ δηλαδή), παίρνεις αντί για τα συνηθισμένα -ησε/-εσε και λοιπά (πιχί, «μίλα ρε», αντί για «μίλησε ρέ»). Πάντως, δέν προκύπτει πάντα συντομότερος τύπος, και εκεί είναι που αναδεικνύεται ο αργκοτικός χαρακτήρας του φαινομένου.

Παγιωμένες προστακτικές τέτοιου τύπου είναι για παράδειγμα οι λέγε αντί πες, έμπαινε αντί μπες (ή έστω μπέκα), κατέβαινε αντί κατέβα, φεύγα αντί φύγε, αλλά και δίνε του, κόλλα το και άλλες.

Τέλος, το ενδιαφέρον με το φαινόμενο αυτό είναι ότι έχει εδραιωθεί τόσο ώστε να ενθαρρύνει απ' ότι φαίνεται και τη γενίκευση της προστακτικής σε , παρατήρηση που αξίζει όμως δικό της λήμμα (αλλά δες το τελευταίο παράδειγμα).

  1. Το προβλημα σου ειναι μεγαλο... και εγκεφαλικο!!! Χτυπα μια το κεφαλι σου στον τοιχο μπας και παρεις στρωφες και τα ξαναλεμε... (σχόλιο σε ιστολόι)

  2. Κι εσύ πως το ξέρεις αυτό ρε; Έλα έλα 'μολόγα τα όλα, εσύ το παίρνεις το παραδάκι ε; Ξέρνα τα όλα τώρα παλιοχάκερ (από φόρουμ)

  3. Ξύπνα επιτέλους, ρε πούστη! Ξύπνα γαμώ το κέρατο μου... και γάμα τον κουρέα (από ιστολόι)

  4. Αντε ξεκινάτε τις μηνύσεις και μην κολλάτε πουθενα (από εδώ)

  5. Δώσε Shinoharas δώσε ! Έμπαινε ρε ΤΕΡΆΣΤΙΕ ΔΙΝΟΣΑΥΡΕ έμπαινε και πάρτους τα κεφάλια... πάρτους τα όλα και κατά-γάμα τους! (από φόρουμ)

  6. με δυσκολία κρατιέσαι να μην του φωνάξεις «Πολύ ωραία, κατέβαινε το παραδάκι αν με θέλεις σενιαρισμένη» (από εδώ)

  7. έλα στρίβε όπως είσαι, πάρε δρόμο (από ιστολόι)

  8. - Δεν μου λές γυναίκα, με απατάς!; Λέγε τώρα! Ναι ή ού;!
    - Ουουουου!
    (από εδώ)

  9. -ΦΥΓΕ ΑΠΟ ΠΑΝΩ ΜΟΥ, ΑΝΩΜΑΛΕ!
    -Δυο λεπτά θα πάρει, μωρό μου.
    -ΔΕ ΘΕΛΩ ΛΕΜΕ ΡΕ, ΦΕΥΓΕ!
    (από εδώ)

  10. - Θα συνεχίσει κανείς από την επόχα που το σταμάτησα, γιατί βαριέμαι; Ή να συνεχίσω;
    - Συνέχα το
    (από φόρουμ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα μεγάλα, κατελπίδα και στητά βυζιά.

  1. - a re xristinara ti kampanes einai autes;
    - sopa opou na nai 8a simanoun oi kampanes..... are XRISTINA
    (σχόλια στο γιουτιούμπ για το μπούστο της παρουσιάστριας εδώ)

  2. μας έχεις πρήξει με τα βυζιά... υποψιάζομαι πως πρέπει να γουστάρεις τη μαλτέζα που έχει βυζιά «καμπάνες»!! (από φόρουμ)

(από vikar, 05/07/13)

Σε άλλες γλώσσες: Glocken (γερμανικά)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικευμένος αργκοτικός σχηματισμός της ενεργητικής στιγμιαίας προστακτικής.

Αναλυσούλα

Καταρχήν, τα ρήματα βήτα συζυγίας, σε -άω/ δηλαδή, σχηματίζουν τυπικά τη στιγμιαία τους προστακτική σε καταλήξεις που έχουν κλασικά κάτι απο σίγμα: γαμάω > γάμησέ τον, βαράω > βάρεσέ τον, ρουφάω > ρούφηξέ τον και λοιπά. Όπως είπαμε κι' εκεί όμως, στην αργκό και καθομιλουμένη είναι η συνεχής προστακτική τους που χρησιμοποιείται κατακόρον με στιγμιαία σημασία: γάμα τον, βάρα τον, ρούφα τον και λοιπά.

Στην άλφα συζυγία τώρα, κάποιες φορές η προστακτική αυτή δικαιολογείται από παράλληλο αργκοτικό, λαϊκό ή και διαλεκτικό τύπο του ρήματος, που το μετατρέπει από άλφα σε βήτα συζυγία (που είναι κι' αυτό αξιόλογο φαινόμενο, αλλά άλλη φορά): σφυρίζω > σφυράω > σφύρα τον (αντί σφύριξέ τον), διαλύω > διαλάω > διάλα τον (αντί διάλυσέ τον). Μεγάλο ατού του σχηματισμού, όπως φαίνεται καθαρά εδώ, είναι ότι προκύπτουν λιγοσύλλαβες λέξεις, που θα 'λεγα ότι τείνουν να προτιμιούνται σε γρήγορη ομιλία.

Υπάρχουν πάντως πάμπολλα παραδείγματα τέτοιων προστακτικών που δε βασίζονται σε παράλληλο τύπο βήτα συζυγίας, μεταξύ των οποίων και τα πασίγνωστα φεύγα (αντί φύγε), έμπα/έβγα (αντί μπες/βγες) και άλλα (δες και παραδείγματα). Εδώ είναι που βλέπει κανείς ότι μάλλον πρόκειται για περιπτώσεις συμμόρφωσης στον πολύ εδραιωμένο σχηματισμό της βήτα συζυγίας, που παίρνει αμπάριζα ό,τι βρίσκει στο διάβα του.

Και δυο παρατηρήσεις

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο σχηματισμός κάποιες φορές υποστηρίζεται απ' τ' ότι τα ηχητικά ινδάλματα που προκύπτουν είναι ήδη γνωστά ως θηλυκά ουσιαστικά (που μπορεί να προκύπτουν και απ' τη χρήση της αργκοτικής κατάληξης ουσιαστικού ): απλώνω > η άπλα > άπλα τον (αντί άπλωσέ τον), γιουχάρω > η γιούχα > γιούχα τον (αντί γιούχαρέ τον), προσβάλλω > η προσβόλα (αντί η προσβολή) > προσβόλα τον (αντί πρόσβαλέ τον), και λοιπά.

Απ' την άλλη όμως υπάρχει και η αντίστροφη επίδραση, η προστακτική σε να σχηματίζει ουσιαστικά (πάλι σε ), είτε ως απαρεμφατική προστακτική: μπαίνω > έμπα > το έμπα, ή αλλιώς: φεύγω > φεύγα > ο φεύγα, σαλτάρω > σάλτα > η σάλτα.

Ακόμη, να θυμίσουμε και συγκεκριμένα παραινετικά και προτρεπτικά επιφωνήματα των ελληνικών, όπως άιντα, γιάλα, γιούργια, τα οποία σε κατάλληλα συμφραζόμενα κάλλιστα μπορούν να υποστηρίξουν το σχηματισμό, με βάση το λεγόμενο νόμο της αναλογίας.

  1. Ωραίο βγαίνει, για συνέχα, για συνέχα! (από φόρουμ)

  2. Τσάκα την τσαπού.

  3. Αρπα το γκολ από τον Καρντόσο, που σας έκανε ό,τι ήθελε στο κέντρο, και μετά τρέχα. (από ιστολόι)

  4. - Δεν το περίμενα να γράψω ολόκληρο σεντόνι για τη φράουλα… αλλά είναι να μην κάνεις το πρώτο το ρημάδι το κλικ
    - [...] άπλα το σεντόνι σου, παρηγορία τώ ‘χουμε
    (σχόλια στον κυρ-Σαράντ)

  5. Nikolis L.: ειδικό για «ανισόρροπους»......ya know............... Nikats: @Νamemate ......i missed your point pal! ....;;
    Nikolis L.: Namemate........θα στο ζωγραφίσω
    Nikats: Aντε ωρέ...ζωγράφα το!
    (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόσωπο με πρόσωπο, ενώπιον, μπροστά, ακριβώς απέναντι, φάτσα κάρτα, καρσί.

Νεόκοπη σχετικά φράση (ενδεικτικά, στο γκουγκλ χτυπάει απ' το 2006 και μετά), που αν και υπονοεί «τόσο κοντά ώστε να φτάνεις να στράψεις και χαστούκι», λέγεται βέβαια και μεταφορικά, χωρίς απαραίτητα να αφορά πρόσωπα, ούτε και να προϋποθέτει σωματική εγγύτητα (βλέπε παράδειγμα 4).

  1. Tο τζιπ σταματά και η σκρόφα με την παραλλαγή προσπερνά αεράτη και με ψαρωτικό ύφος τον θαλαμοφύλακα και βρίσκεται φάτσα μπάτσα με 6-7 μαλαπέρδες [...] «Eλάτε ρε παιδιά, μαζευτείτε, γυναίκα μπήκε στο θάλαμο» φώναξε έκπληκτη και μάλλον ήταν ότι καλύτερο της είχε συμβεί απο την εποχή που έβγαλε τρίχες στο πράμα της. (από εδώ)

  2. “Φασιστoειδές” εναντίον “πολιτικού πτώματος” αυτές τις προσφωνήσεις αντάλλαξαν Αντιδήμαρχος Δ. Δέδες (Μίτε) και Βουλευτής Χρυσής Αυγής Στάθης Μπούκουρας. Μετά όμως ο Μίτε άφησε υπονοούμενα και για τον Γ. Γκιώνη που του απάντησε πως ότι έχει να του πει να του το πει φάτσα μπάτσα. (από ιστολόι)

  3. Κατεβήκαμε στο τέρμα της γραμμής μες στην τρελή χαρά,ούτε σε εκδρομή να ήμασταν χαχαχα! Φάτσα μπάτσα με το μπουρδέλο,ούτε ντροπή ούτε ενδοιασμοί...βουουρ στον πατσά. (από φέισμπουκ)

  4. Σκέψου π.χ. να πηγαίνεις στο λιμάνι της καρντασούπολης να πάρεις το καράβι για Σκιάθο. Βλέπεις τον πολύ τον κόσμο να πηγαίνει στο ωραίο καράβι, μπαίνεις κι εσύ σαν καλό κορίτσι, και βρίσκεσαι φάτσα-μπάτσα με τη Λέσβο. (από ιστολόι)

  5. Μπορείτε όμως να φανταστείτε πώς ένιωσα όταν ήρθα φάτσα-μπάτσα με τον Άγιο Βασίλη το Σάββατο το πρωί, ντυμένη με αμάνικο μπλουζάκι και πέδιλα!! (από ιστολόι)

Φάτσα με φάτσα: φάτσα κάρτα, φάτσα μπάτσα, φάτσα παρτίδα, φάτσα φιγούρα, φάτσα φόρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακόμη να γυρνάει, εννοείται «το τσιγάρο στην παρέα».

Από τις πιο κλασικές μπαφοκουβέντες, απευθύνεται σε άτομα που απ' τη χασισολογοδιάρροια, τη μαστούρα, ή απλά από κουτοπονηριά, κροκοδειλιάζουν, καβατζώνουν το τσιγάρο και δεν το περνάνε στον επόμενο, ως είθισται, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.

Η φράση είναι τόσο διαδομένη που θα την ακούσεις συχνά και μακριά από χασίσια, μεταφορικά, σε καταστάσεις που κάποιος διεκδικεί ετσιθελικά τη μερίδα του λέοντος.

  1. Μια φορά σταμάτησα την παράσταση γιατί κάποιος κάπνιζε μπάφο Του είπα- να γυρίζει φίλε - κι η παράσταση συνεχίστηκε κανονικά (από τουίτερ)

  2. «Να γυρνάει ρε να γυρνάει όχι όλο δικό σου είμαστε τόσοι εσύ το έσκασες». Μια τζούρα και το μυαλό σου έφυγε για μια στιγμή.. (από ιστολόι)

  3. Έλα να γυρίζει ρε φίλε να την ακούσουμε & εμεις (από τουίτερ)

  4. - Στην υγειά μου ...
    - Σού'χω πει να γυρνάει ρε παρτάκια.
    (από φόρουμ)

Χασισοσοφία: να γυρίζει, στρίφτης σκάστης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω κάτι σε υπερβολικό βαθμό. Και πάω κόσα, συμβαίνω σε υπερβολικό βαθμό. Επίσης, με πάει κόσα σημαίνει βρίσκομαι σε φάση μεγάλης έντασης (και συνήθως δύσκολη), με πάει γαμιώντας, με έχει πάρει φαλάγγι.

Με τα ίδια μου τα μάτια, το άκουσα για καταχρήσεις, τσιγάρο, πιοτί, τέτοια. Το πας κόσα το τσιγάρο παναπεί είσαι θεριακλής, καπνίζεις σαν πούστης· έναν καπνιστή που το πάει κόσα οι άγγλοι θα τον λέγανε τσέιν σμόκερ, έναν πότη που το πάει κόσα θα τον λέγαμε αλλιώς και Ορέστη Μακρή. Στο δίκτυο βλέπω οτι, εύλογα, χρησιμοποιείται πολύ γενικότερα ως επιτατική ατάκα.

Η κόσα είναι βέβαια το κλασικό δρεπάνι που βαστάει ο Χάρος. Ένας που πάει κόσα το τσιγάρο λοιπόν, δέν καπνίζει απλώς τσιγάρα, αλλά τα θερίζει.

Την ατάκα την άκουσα από Πελοποννήσιο (ρεμπέτη το ύφος και το δέμας, νά 'ναι του καλή η ώρα).

  1. Εμεις που έχουμε εδω ΚΑΙ ειδη θέρμανσης... ενα έχω να σας πω....
    ΕΧΟΥΜΕ ΞΕΣΚΙΣΤΕΙ ΣΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ! Η σόμπα πάει κόσα.. Κάθε βράδυ φεύγουμε 10παρά απο δώ. (φτου φτου κιολας... δουλίτσα να υπάρχει) (από εδώ)

  2. Σκέψου κάτι το πολύ απλό......έρχεται ο εχθρός και σου λέει: «Ξέρεις τι; διώξε την άμυνά σου γιατί αλλιώς θα σου επιτεθώ!» Τι λες να κάνει όταν τη διώξεις και δεν έχει κανένα εμπόδιο;......η δική μου λογική είναι ότι θα σε πάει κόσα!!!....απλή λογική!...ψάξε για βαζελίνη μετά. (από εδώ)

  3. - Τσακαλι η κορη.
    - ειναι λιγο χαζουλα η ειναι ιδεα μου; - xazoula xazoula alla to psema to paei kosa .... (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπρώχνω κάτι αρχικά ώστε να συρθεί από μόνο του.

Ετυμολογία δεν ξέρω, πάντως μου 'ρχεται στο μυαλό το σβουρίζω και το τσουλάω.

Λέξη που μου 'πε Αρτινός και δεν βρίσκω πουθενά αλλού, ούτε και σε εύλογες παραλλαγές τύπου φουρτζουλάω / σβουρτσουλάω και λοιπά.

Ντάλα μεσημέρι, μπαίνει ο Λούκι Λούκ σ' ένα μπάρ, στάχυ στο χείλι, πάει κάθεται στον πάγκο άκρη. «Πέντε μπίρες» λέει στον μπάρμαν. «Περιμένεις παρέα;» «Όχι». Δέ λεει τίποτα, βάζει τις μπίρες, του τις σφουρτζουλάει απ' την άλλη άκρη· πίνει τρείς ο Λούκι κι' ο ίσκιος του δύο.

Την άλλη μέρα τα ίδια. Την παράλλη, ξανά μανά. Την άλλη, πάει ο τύπος και τον ρωτάει. «Ρε σύ» λέει ο Λούκι, «απο τότε που κρέμασα τα πιστόλια μου, μ' έπιασε κάτιτίς ξερωγώ... δέ ξέρω... είπα να πίνω κι' απο μία για τους Ντάλτον τελοσπάντων». «Παραδέχομαι» λέει ο άλλος, πάει γεμίζει πέντε ποτήρια και του τα σφουρτζουλάει απ' την άλλη άκρη, γεμίζει ο πάγκος αφρό.

Τραβάει το πράμα μήνες. Μια μέρα σκάει ο Λούκι στο μαγαζί, στο χείλι τσιγάρο, ζητάει όχι πέντε, μία. Παγώνει ο μπάρμαν, ζεματίζονται κι' οι θαμώνες, πετάει δυο πράσινες και το μηχανικό το πιάνο πριν πάψει εντελώς. «Τί θα γίνει, θα μου τη σφουρτζουλήσεις ή να πάω απέναντι;» «Ρε συ Λούκι, ρ' αδερφέ, τί έγινε; Γιατί μία;» «Έμαθα κρέμασαν χθές τους Ντάλτον, γι' αυτό», και γελάει κακαριστά, το τσιγάρο κολλημένο στο κατώχειλο. Ξαναρχίζει το πιάνο απο μόνο του, μηχανικά, οι θαμώνες ξεφυσάνε, βάζει κι' ο μπάρμαν τα γέλια, βάζει και τη μπίρα, και τη σφουρτζουλάει στην άλλη άκρη.

(Απ' τ' «Ανέκδοτα που γελάν οι χαρακτήρες».)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified