1.α. και 1.β.
Το φρέσκο και αρυτίδωτο πρόσωπο.

Υπάρχει ένας γκρεϊπφρουτοειδής καρπός, ο οποίος γίνεται και γλυκό του κουταλιού (βλ. μήδι + παρ.1.α.), που δείχνει σαν φουσκωμένος και χρησιμεύει σαν παράδειγμα για την αφράτη όψη μας.

Όταν δηλαδή έχουμε καλοκοιμηθεί ή καλoπεράσει γενικώς, το πρόσωπό μας δεν δείχνει τις ρυτίδες του και δεν είναι κομμένο (ορισμός 2), ίσα-ίσα είναι σαν του μωρού παιδιού λέμε τώρα.

Το λέει και εδώ: Φράπα: θηλ. Τα προγούλια και μαγουλάκια, τρυφερά και τροφαντά (δες μωρό), ροζ, μαλακά και γεμάτα υγεία, δείγμα πως ο άνθρωπος αυτός κοιμάται πολύ, κοιμάται συχνά, κοιμάται ήσυχος, κοιμάται μεσημέρι.

  1. Άλλη ονομασία για τον (πραγματικό) φραπέ.

  2. Παρατσούκλι - χαριτωμενιά για τον Φρανκ Ζάπα (βτς -όχι πως ενδιαφέρει κανέναν- τον έχω γραμμένο εκεί όπου έχω τον Σαββό).

  3. Ο ορισμός της kelly εδώ μέσα στο σλανγκρ.

Νονά λημμάτου: Μες, αλλά στο αυτάκι, όχι από το ΔΠ.

1.α. Παίρνουμε 2-3 μεγάλες φράπες και τις τρίβουμε εξωτερικά να φύγει το όξινο μέρος. 2. Κόβουμε σε τετράγωνα μέτρια κομμάτια και τα ζυγίζουμε. Τα πλένουμε καλά και τα βάζουμε να βράσουν. Αλλάζουμε το νερό 2-3 φορές, στραγγίζουμε και βάζουμε σε λεκάνη με χλιαρό νερό. 3. Την επόμενη στραγγίζουμε καλά και ενώνουμε με τη ζάχαρη, βράζουμε για 5΄-10΄ και αφήνουμε στη κατσαρόλα. 4. Την επόμενη το πρωί το βράζουμε έως ότου δέσουν. Προσθέτουμε τη γλυκόζη και το λεμόνι. 5. Αφήνουμε να βράσουν 2΄-3΄ και βάζουμε σε βάζα. 6. Όταν κρυώσουν τα βάζα τα βράζουμε επί 20΄.

1.β. Άσε ρε τις πίπες που λέει, το άτομο χαλαρά την κοιμάται κανα δεκάωρο στάνταρ, δεν τον βλέπεις, φράπα είναι η μούρη του κάθε μέρα, έτσι είναι οι αϋπνίες;

1.β. Προχθές μιλούσαμε για το μπαμπιλόνι, ε να μην αφήσουμε παραπονεμένη τη φράπα. Στην Άντρο, μη βασκαθούμε, έχουμε πολλές φράπες. ( όχι μόνο στα δένδρα) Πριν χρόνια ήταν καμάρι για μια γυναίκα να τη λένε φράπα. Σήμερα μόνο όταν μας λένε: «μπράβο αδυνάτισες» χαιρόμαστε. από εδώ

  1. Δεν χτυπάς καμιά φράπα σήμερα; Βαρέθηκα τον ζεστό.

  2. Το φράπα το έχω ακούσει για τον Φράνκ Ζάπα απο φάνς του.
    Βγαίνει έτσι διότι μπερδεύονται μερικές φορές και το λένε μπερδεμένα δηλαδή Ζανκ Φράπα: «Βάλε κανα Φράπα, μας έπρηξες με τα σκυλάδικα»
    OstySan στο σχόλιο του λήμματος φράπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η δεκαετία του 80. Τα έιτιζ (eighties). Η κατάληξη -αζ, γραμματικά, φοριέται και για όλες σχεδόν τις δεκαετίες. Τριάνταζ, σαράνταζ, πενήνταζ, εξήνταζ, εβδομήνταζ, ογδόνταζ, ενενήνταζ.

Χλευαστική παράφραση της αγγλικής κατάληξης -ιζ (-ies). Λύνει και το πρόβλημα της περίφρασης στα ελληνικά: πού να λες τώρα «δεκαετία του ...».

Επέλεξα για λήμμα τα ογδόνταζ καθότι αυτά έχουμε αναφέρει περισσότερες φορές εδώ μέσα. Αλλιώς θα έπρεπε να γράψω -αζ, αλλά κανείς ποτέ δεν θα το έβρισκε να το λινκάρει.

Πωωω, ξαναγυρίζουν το μπάγκυ και η βάτα των ογδόνταζ, δεν θα το αντέξω ξανά!

Δες και -ζ, -ς και εϊτίλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλισμός. Έκφραση ή λέξη η οποία έχει μεταφερθεί στα ελληνικά από τα αγγλικά έτσι όπως ακριβώς χρησιμοποιείται εκεί -ενώ δεν έχει καμία θέση στα ελληνικά έτσι, παρά μόνο μεταφρασμένη σωστά, ει δυνατόν...

Ακολούθως έχουμε και γαλλιά, γερμανιά, κλπ.

Προσοχή: οι αγγλιές κλπ δεν είναι δάνεια, δεν είναι frangrec ή greeklish, ούτε λογοπαίγνια όπως τα we have not seen him yet, and we have removed him John.

Οι αγγλισμοί κλπ είναι κυρίως λάθη (και συναντώνται σε σοβαρά περιβάλλοντα, όπως πχ σε μια λογοτεχνική μετάφραση) ή είναι μεταφραστικές αδυναμίες οι οποίες έγιναν με τον καιρό δόκιμες ελληνικές εκφράσεις / λέξεις.

Στην καθομιλουμένη πολλά συγχωρούνται και όλοι μας πια χρησιμοποιούμε κατά κόρον, δεκαετίες τώρα, άπειρες τέτοιες αγγλογαλλιές (βλ. πχ εδώ).

Μεγάλη ζημιά σε αυτό έχουν κάνει οι υποτιτλιστές και οι δημοσιογράφοι, κατά την ταπεινή μου. Οι δε μεταφραστές θα έπρεπε να είναι απολύτως ευσυνείδητοι ως προς το θέμα αυτό. Αλλά πού τσάρος...

Παραδείγματα από αγλλιές και γαλλιές:

  1. Κλασικό παράδειγμα αγγλιάς που περνάει πια απαρατήρητη: η αγγλική λέξη typical . Ενώ σημαίνει «χαρακτηριστικός», λέγεται και στα ελληνικά με την σημασία των αγγλικών (ενώ κανονικά η δική μας λέξη «τυπικός» είναι το αγγλικό formal).

  2. Τα «κάνω ναρκωτικά» και «πάρε τον χρόνο σου» έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούνται και άρα είναι αγγλισμοί (αν θέλετε γουγκλίστε).
    Ακόμα και το «ευχαριστώ για το τίποτα» βγάζει μια δεκαπενταριά γουγκλιές.
    (από το ίδιο)

  3. βλ. στο σλανγκρ το λήμμα συγγνώμη ή λυπάμαι γι' αυτό / ευχαριστώ γι' αυτό

  4. Στα γαλλικά, το αλεύρι είναι farine. Στα ελληνικά, φαρίνα δεν είναι το οποιοδήποτε αλεύρι, είναι μάλιστα και μια παιδική κρέμα. Επομένως, είναι γαλλισμός να λέμε «να προμηθευτεί κανείς φαρίνα, βούτυρο ή κρέας» (σ. 178).

Ο Ζινόβιεφ δεν έκανε τίποτε άλλο από το να εκχυδαΐζει τις ιδέες του Λένιν (203), αλλά στα γαλλικά vulgariser σημαίνει «εκλαϊκεύει» και αυτό έκανε ο Ζινόβιεφ.

Σελ. 262, η κυβέρνηση βρέθηκε ενωμένη στην κηδεία του Τάδε. Στα γαλλικά se trouva réuni αλλά ‘συγκεντρώθηκε’ στα ελληνικά.

Σελ. 381, το diatribe μεταφράζεται ‘διατριβή’ ελληνοπρεπώς, ενώ η σημασία της λέξης έχει αλλάξει στα γαλλικά και σημαίνει ‘επιθετική κριτική, λίβελλος’.

Σελ. 392, το Hydrocentrale μεταφράζεται ‘Υδροκεντρικός σταθμός’, αλλά στα ελληνικά λέμε «Υδροηλεκτρικός σταθμός»¨

Σελ. 478 δεν δημοσίευε ποτέ τα ντοκουμέντα μας. Στα γαλλικά nos documents, στα ελληνικά ‘τα κείμενά μας’.

Σελ. 706, μιλώντας για κάποια εφημερίδα: εμφανίστηκε από τον Νοέμβριο του 1913 μέχρι τον Ιούλιο του 1917. Στα γαλλικά a paru, αλλά στα ελληνικά ‘κυκλοφόρησε’.

Σελ. 713, λέγεται για κάποιον ότι εξασφάλισε τα πρώτα πέντε τεύχη του τάδε περιοδικού. Στα γαλλικά a assuré, άρα ανέλαβε, επιμελήθηκε, ήταν υπεύθυνος

Σελ. 743, υπουργός των εξωτερικών υποθέσεων. Στα γαλλικά affaires étrangères αλλά στα ελληνικά Υπουργός Εξωτερικών

Και το καλύτερο, σελ. 761: τις ατάκες ενάντια στον Τρότσκι. Όμως στα ελληνικά, ατάκα είναι η πνευματώδης απάντηση, άρα «επιθέσεις».
από εδώ

  1. Το «θα σε πάρω πίσω» είναι ένας αγγλισμός, που τον βρίσκω πολύ χιουμοριστικό. Μπορεί να το έχω χρησιμοποιήσει μια - δυο φορές, πάντα με ένα ύφος όλο υπονοούμενο, για να εισπράξω, φυσικά, την ανάλογη απάντηση:))))

Χρησιμοποιείται όμως και στα σοβαρά μια χαρά.
από εδώ

  1. Για γκραν φινάλε, σας έχω το εξής (οκ, δεν είναι γαλλιά, είναι όμως ένα αγαπημένο μου μεταφραστικό λάθος, δεν άντεξα να μην το βάλω):

Ξέρατε ότι ο Αλφόνς Ντωντέ έχει γράψει το βιβλίο «Τα γράμματα από την Μουλίν»; Ω ναι, σύμφωνα με την εμπνευσμένη μετάφραση της κυρίας Ευηνέλλας Αλεξοπούλου ή του κυρίου Νίκου Λαζαρίδη (2 μεταφραστές) και παρά την επιμέλεια των Έλενα Παπαθανασοπούλου και Νίκου Στασινόπουλου (2 επιμελητές...), στις εκδόσεις Ροές, το σωτήριον έτος 2003, στο βιβλίο με τίτλο «Οι φυλακές της παιδικής μας ηλικίας» (μάπα, μην το πάρετε), στην σελίδα 59, σας περιμένει πρώτη-πρώτη αυτή η μετάφραση του γαλλικού τίτλου «Lettres de mon moulin» του καημένου του Ντωντέ.

Moulin στα γαλλικά είναι ο μύλος. Μύλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σόμπα υγραερίου εξωτερικού χώρου την οποία χρησιμοποιούν στα καφενεία, μπαρζ κουτουλού, προκειμένου να μπορούν να κάθονται οι θαμώνες έξω και τον χειμώνα, εδώ στο ελλάντα που τεσπα δεν είναι και Σιβηρία.

Ονομάζεται έτσι λόγω του σχήματός της που θυμίζει μανιτάρι.

- Μεγάλε, την πουτσίσαμε φέτος τον χειμώνα... Με την καθολική της Ξενοτέτοιας τι θα κάνουμε, μου λες; Καλά στο φαγητό, πασταδιάλα, παίρνεις το κρασί σου και βγαίνεις έξω για 'να τσιγαράκι. Με τον καφέ; Με το ποτό; - Χμμμ... Θα κονομήσουν οι Δήμοι με τις άδειες για τραπεζάκια έξω... Ε και όλο και κανα λαμόγιο θα κάνει την αρπαχτή με τα μανιτάρια στα μαγαζιά... - Τυχαίο; Δε νομίζω!

(από ironick, 01/09/10)The pennis mushroom ? (από perkins, 01/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published

... ή «ένα γρήγορο».

Εννοείται: ένα γαμήσι στα γρήγορα.

Κάτι αντίστοιχο του ένα πόδι νύχτα, της ξεπέτας, πιθανόν και του σέρβις.

Εκτός από το σεχουαλικό περιεχόμενό της, η φράση είναι πασπαρτού. Μπορεί δηλαδή η λέξη γαμήσι να αντικατασταθεί με ό,τι: φαγητό, ποτό, μια κόντρα, μία παρτίδα σε παιχνίδι, ένα χέσιμο, κουτουλού.

Συντάσσεται με τα ρήματα «πάω για», «είμαι για», γουστάρω, θέλω...

- Πού πάτε;
- Για ένα στα γρήγορα και ερχόμαστε.
- Οκέικ.

H mini rock opera των Who "A quick one (while he\'s away)" (από allivegp, 20/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του γκουγκλάρω, η οποία, παρόλο που ακόμα δεν δίνει πολλά αποτελέσματα στην Αναζήτηση (και παρόλο που λέμε «γκουγκλ» και όχι τόσο γούγλε) τείνει να επικρατήσει. Ίσως γιατί στη λέξη αυτή είναι πιο δόκιμη και σαφώς διασκεδαστική η ελληνοποίηση (το -γ- δηλαδή), παρά σε άλλες περιπτώσεις (όπως το κωμικό πια Χάυδν αντί Χάυντν).

Γουγλάρω: είμαι στο ίντερνετ και ψάχνω πληροφορίες ή εικόνες ή βίντεο για κάτι.

Γουγλάρω κάποιον: ψάχνω σαν τον χαφιέ ή σαν την κυρα-περμαθούλα να μάθω ό,τι μπορώ προτού επισυνάψω σχέση (κάθε είδους) με κάποιον.

Η λέξη ακόμα δεν έχει βρει την οριστική ελληνική μορφή της ή την απόλυτη σημασία της. Εδώ στο σλανγκρ φαίνεται μέρος της πορείας της:

γόογλε / γούγλε
γκουγκλάρω
γούγλε γούγλε
ψαχτήρι
καθώς και εδώ

  1. - Τι να απέγινε εκείνο το αρχίδι που με παρακολουθούσε πριν τρία χρόνια;
    - Ξέρω και γω, για γουγλάρισέ τονα μπας και διαβάσεις ότι τον χώσαν στην στενή.

  2. Μωρό μου, μπαίνω μισό να γουγλάρω κάτι που χρειάζομαι ακόμα και μετά φεύγουμε, οκ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μη ξεροψημένος. Παιδική σλανγκ.

- Εμένα δεν μου αρέσει το ξεροψημένο ψωμί, το προτιμώ αξερόψητο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχω επαφή με κάποιον, κάνουμε παρέα, κλπ.

Η έκφραση σπανίως χρησιμοποιείται θετικά. Συνήθως λέμε «Δεν μιλέμαι», εννοώντας ότι τσακώθηκα, χώρισα τα τσανάκια μου, έκοψα, κάνω μούτρα, κουτουλού.

- Τά 'μαθες; Η Βάλια και η Κάτια δεν μιλιούνται λέει!
- Έλα!!!

(από MXΣ, 18/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πολύ ικανή γυναίκα ή ο πολύ ικανός άντρας, που έχει ειδικότητα σε κάτι, ό,τι και να είναι αυτό. Προφ γιατί το είδος μάνα έχει μεγάλη εμπειρία στα πρακτικά της ζωής και βρίσκει τρόπους (αρεστούς κιόλας) για να γίνονται τα πράγματα γρήγορα, εύκολα και αποτελεσματικά. Επειδή, όμως, (λένε, δεν ξέρω) η γυναίκα είναι εν γένει και πονηρό πλάσμα, η «μανούλα» έχει συνήθως την έννοια του καταφερτζή και του καπάτσου ανθρώπου.

Συνώνυμα και συγγενή: εξπέρ, γάτος, κλπ

Πρόσεχέ τον τον Αντώνη γιατί είναι μανούλα στο να τουμπάρει τον κόσμο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο που λεγόταν κατά κόρον τις προηγούμενες 2-3 δεκαετίες, τότε που σκάσαν τα πρώτα ενοικιαζόμενα δωμάτια στα νησιά, μικρά, άθλια, ζεστά, υγρά, που ήταν θαύμα το ότι είχαν τουαλέτα. Έτσι λοιπόν, την πινακίδα που έλεγε ROOMS TO LET και που την συναντούσαμε όπου (ή που κραδαινόταν στα χέρια κάποιου ζήτουλα ντόπιου πάνω που βγαίναμε από το πλοίο) την παραφράζαμε ως ROOMS TOILET, καθότι το Ι, παρόλο που δεν γράφεται, είναι σα να το βλέπεις.

Η έκφραση έχει μείνει μέχρι τα τώρα για τους παλιούς, για τους δε νέους δεν λέει μάλλον τίποτα, δεν αποτελεί ούτε καν μπαμπαδισμό.

Τι λες, να κλείσουμε από πριν, ή να κατέβουμε στο νησί και να κάνουμε μια γύρα για κανα ROOMS TOILET του γούστου μας;

Βλ. και ρουμλετάς, ρεντεκάρος και ρεντρούμης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified