Από αρχαιοτάτων χρόνων, η ενασχόληση με τον εαυτό είχε αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία, καθότι θεωρείται και είναι μια μέθοδος πρόληψης των κακών που μαστίζουν τον άνθρωπο. Με το να ψάχνεις την εσωτερική σου αλήθεια, ταυτότητα, ισορροπία κλπκλπ, πρώτον αφήνεις τους άλλους ήσυχους, δεύτερον δεν αναλώνεσαι σε περιττές επαφές, τρίτον πιθανόν να προκύψει από την ενδοσκόπησή σου κάποια λύση που να αφορά τους συνανθρώπους σου.

Σήμερα, στην εποχή της εξαπλωμένης ημιμάθειας, η οποία αποτελεί απαραίτητο στάδιο ανάμεσα στην μαζική αμάθεια του παρελθόντος και την ευκταία καθολική γνώση, όλα τα συμπεράσματα του παρελθόντος έχουν γίνει πρωτίστως αντικείμενο επίδειξης ημών των ημιμαθών και αντικείμενο εκμετάλλευσης των πονηρών που κοιτάζουν με άλλον τρόπο τον εαυτό τους, αρχίζοντας από την τσέπη τους.

Η ενδοσκόπηση λοιπόν, που τόσο υμνήθηκε ανά τους αιώνες (θυμίζω τον Μάρκο Αυρήλιο με το περίφημο «ένδον σκάπτε»), ζυμώθηκε σαν αξία μέσα στον χρόνο, κι έφτασε να πάρει νέα μορφή μετά τον Φρόυντ, συστηματικοποιήθηκε, επιστημονικεύτηκε, εξαπλώθηκε. Έφτασε έτσι και στην πόρτα του κάθε πονεμένου και του κάθε μαλάκα, μεταξύ των υπολοίπων. Από την πόρτα αυτή, βγήκε στο φως της δημοσιότητας, παραλλαγμένη και αλλοτριωμένη. Και κατέληξε, όπως χίλια δυο αξιόλογα πράγματα, να παρεξηγηθεί και να διακωμωδηθεί, ιδίως από αυτούς οι οποίοι πιστεύουν στην πραγματική αξία της.

Κοροϊδεύοντας λοιπόν τώρα τον ασόβαρο, ημιτελή και επισφαλή (ωσεκτουτού) τρόπο με τον οποίον χειριζόμαστε στις μέρες μας τα του εαυτού μας, λέμε την ενδοσκόπηση και την ανάλυση «αυτοψυχοψάξιμο», λέξη γελοία από την σύνθεσή της και μόνο, γεμάτη αστείους ήχους.

Ακόμα και κάποιος που πραγματικά προσπαθεί (όχι επειδή είναι της μοδός, αλλά διαβασμένα και διακριτικά) να φέρει σε ισορροπία τις ψυχικές του εκκρεμότητες, θα μπει στο καζάνι με τον κάθε μαλάκα και θα υποστεί το δούλεμα του περίγυρού του. Πράγμα που σημαίνει ότι η προσπάθειά του θα αποκτήσει ένα καινούργιο μέτωπο.

Το αυτοψυχοψάξιμο μπορεί να το κοροϊδεύουμε, αλλά είναι αναπόφευκτο, ιδίως σε στιγμές υποχρεωτικής μοναξιάς, όπως είναι, για παράδειγμα, η σκοπιά των φαντάρων. Όπως γράφει σε ένα ΠΜ που μου έστειλε συσλανγκιστής, «δεν υπάρχει φαντάρος που να έχει κάνει δίωρο, τρίωρο, ν-ωρο στη σκοπιά και να μην έχει περιπέσει στον εν λόγω όρο. Συνειδητοποιήσεις έχουν συντελεστεί, ημερολόγια έχουν γραφεί, ποιήματα έχουν γεννηθεί, σχέσεις έχουν χαλάσει ή αποκατασταθεί στο μυαλό του νέου που έχει για παρέα τα χωράφια, τις βουνοκορφές, τις τυχόν εφόδους, τα γίδια... Για να μη μιλήσουμε για τα, καθόλου αστεία, τραγικά περιστατικά...».

Έχω λοιπόν να σας αναφέρω δύο τέτοια, κι ας μακρηγορήσω, κι ας εξειδικεύσω τον ορισμό. Ένας φίλος φαντάρος μου τα διηγήθηκε.

Μια νύχτα στη σκοπιά, εκεί που σκεφτόταν τα δικά του και κοίταζε το υπερπέραν, έπεσε το μάτι του σε μια κοντινή ξερολιθιά και είδε κάτι λευκό να φεγγίζει. Πλησίασε, και βρήκε χωμένες ανάμεσα στις πέτρες, καμιά δεκαριά σελιδούλες από μπλοκ, από αυτά που συχνά κουβαλάνε οι φαντάροι στην τσέπη. Πήρε τα χαρτιά και διάβαζε το ανορθόγραφο και κακογραμμένο παραλήρημα κάποιου συν-φαντάρου του, που είχε εκμεταλλευτεί τις ώρες της σκοπιάς για να καταγράψει τις ψυχώσεις του. Κοντολογίς, έγραφε ότι τον ενοχλούσαν τα πάντα. Τα έβαζε με διάφορους εκεί μέσα, με συγκεκριμένα άτομα. Τους κατηγορούσε ότι τον έφεραν στη φάση που ήταν. Και κατέληγε στο ότι ορισμένοι από δαύτους ήταν βρυκόλακες που τον κυνηγούσαν να του πιουν το αίμα... Ο φίλος μου ουδέποτε έμαθε την ταυτότητα του συγγραφέα. Το κείμενό του, λέει, ξεπερνούσε τα τρία Α4. Το ξανάβαλε εκεί που το βρήκε.

Το άλλο περιστατικό, αφηγημένο από τον ίδιο φίλο μου, είχε ως εξής: δυο φαντάροι κουβεντιάζαν στην πύλη του στρατοπέδου. Νύχτα μαύρη. Ξαφνικά ακούνε έναν πυροβολισμό. Σα να ερχόταν από το φυλάκιο που βρισκόταν από πίσω τους. Πλησίασαν έντρομοι, σιγά-σιγά. Πάνε στην είσοδο της σκοπιάς και βλέπουν τα πόδια ενός φαντάρου που κείτονταν στο έδαφος με την πλάτη ακουμπισμένη στον πέρα τοίχο του κτίσματος. Το όπλο ακουμπισμένο στο στήθος του και, πίσω από το κεφάλι του, μια σκούρα κηλίδα. Και τότε τον ακούνε να λέει, αρντάν τελείως: Τι θέτε ρε μαλάκες; Όταν του εξηγήσανε τι τρόμος τους είχε πιάσει νομίζοντας πως ήταν αυτοκτονία, ο τύπος τους είπε πως το μπαμ ήταν από ένα σακούλι με πατατάκια το οποίο είχε ανοίξει με τον γνωστό τρόπο. Τους είπε επίσης ότι ο ίδιος είχε μείνει εκεί χάμω ακίνητος, χεσμένος -μόλις είδε τα κεφάλια τους να ξεπροβάλλουν από το πλάι του ανοίγματος του φυλακίου- για την φυλακή που θα έτρωγε. Και η κηλίδα; Από κάποιον άλλον φαντάρο, που είχε πετάξει κάτι τύπου μίλκο στον τοίχο...

- Τι γίνεται αυτή η Στέλλα βρε παιδί μου, έχω να την δω από τα Χριστούγεννα...
- Τό 'χει ρίξει στο αυτοψυχοψάξιμο. Αποφάσισε ότι είναι ένας κακός άνθρωπος και πρέπει να ψάξει μέσα της να βρει την καλή Στέλλα.
- Ωχούουουου!

Βλ. και ψάχνομαι, κάνω δουλειά με τον εαυτό μου. Εναλλακτικές πρακτικές αυτοβελτίωσης και αυτοβοηθείας: αυτοψυχοψάξιμο, κινονία, λάτζα γιόγκα, ταβανοθεραπεία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην κυριολεξία σημαίνει ότι πατάω το μαγικό κουμπάκι του πληκτρολογίου μου και, με μια κίνηση, διαγράφω τον χαρακτήρα, την λέξη, την πρόταση, το κείμενο, το φάιλ, την επαφή, το λινκ, την εγγραφή, την συνδρομή, την επιστολή, τον αποστολέα, την απάντηση, ο,τιδήποτε τέλος πάντων δεν θέλω πια να υπάρχει στο ηλεκτρονικό μου σύστημα και πρέπει να εξαφανιστεί από προσώπου γης. Εννοείται ότι, αν γίνει κατά λάθος κάτι τέτοιο, πρόκειται -συνήθως- περί μεγάλης καταστροφής. Αλλιώς είναι σκέτη ηδονή η εξυπηρέτηση αυτή που μας προσφέρει η τεχνολογιά.

Κάνω delete όμως και μεταφορικά. Σβήνω από τη ζωή μου ή/και από το μυαλό μου ανθρώπους, σκέψεις, σχέσεις, αναμνήσεις. Στην περίπτωση αυτή πρόκειται για σχήμα λόγου, όχι μόνον γιατί δεν μπορείς με ένα κουμπάκι να τα διαγράψεις όλ' αυτά, αλλά γιατί, απλούστατα, Δεν Μπορείς. Λες ότι το έκανες, αλλά, όπως έχει πει κι ένας σοφός (Γκομπρόβιτς), «ό,τι έχει δει το φως της ημέρας πασχίζει με νύχια και με δόντια να παραμείνει στη ζωή». Άρα το delete, εν τω προκειμένω, δεν είναι παρά ευσεβής πόθος.

  1. - Τώρα πια ο συγγραφέας κάνει delete και σβήνει τα ίχνη της πρώτης γραφής, άμα θέλει. Και άντε μετά να βρεις τις διάφορες φάσεις της συγγραφής ενός βιβλίου.
    - Ναι, καλά. Και χέστηκε η Φατμέ στο Γενί τζαμί, ξέρεις...

(παρεμπίπταμπλυ, αν έχετε όρεξη, ρίξτε μια ματιά στο www.bovary.fr
να δείτε από πόσες διορθώσεις πέρασε το μυθιστόρημα αυτό)

  1. - Πάψε να κλαψουρίζεις και τράβα ένα γερό delete με τη ζωή σου, να ξαναρχίσεις από το μηδέν. Αλλιώς θα σαλτάρεις.
    - Μα προχθές μου έλεγες ότι εθελοτυφλώ και ότι προσπαθώ να ξεχάσω πράγματα που πρέπει να δουλέψω μέσα μου, λυγμλυγμλυγμ...

(από GATZMAN, 27/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τσιγαριλίκι. Απαντάται και ως γάρο (ουδ.)

- Να στρίψουμε καναν γάρο μπας και σκεφτούμε καλύτερα την υπόθεση;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Χώνω, δέρνω, χτυπάω.
  2. Ζαλίζομαι.
  3. Θυμώνω πολύ, γίνομαι έξαλλος.

Προφανώς έχει σχέση με τη σβούρα, την κίνησή της, την ταχύτητά της κλπ.

  1. Με το που μου ξεστόμισε αυτή την αρχιδιά, του σβούρηξα μια ξανάστροφη κι έφυγε όλος πίσω.

  2. Μαλάκα, ο τύπος δεν είναι καλά! Μια κουβέντα του είπα, «με γειά το πουκάμισο» του λέω, και μού 'χωσε μια σφαλιάρα άλλο πράμα... Σβούρηξε το κεφάλι μου!

  3. Τις προάλλες μπήκε η πεθερά μου με το κλειδί στο σπίτι μας χωρίς να χτυπήσει κουδούνι και σβούρηξα, φίλε μου... Τα είδα όλα, λέμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσπαθώ να κατευνάσω ένα αρνητικό συναίσθημα, το διασκεδάζω (ρήμα μεταβατικό), το ξεγελάω, γιατί αλλιώς δεν τη βγάζω. Κρητικός ιδιωματισμός.

«Τα βάσανά μου χαίρομαι, τις πίκρες μου γλεντίζω», κρητικό τραγούδι.

Got a better definition? Add it!

Published

Τα παίρνω πολύ άσχημα στο κρανίο.

Μου την πέταξε την χοντρή του τη μαλακία μπροστά σε όλους και βιδώθηκα άσχημα...

Μη μου μιλάει κανείς. Βιδώθηκα. 5:27 κ.ε. (από Galadriel, 26/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κακόγουστα και υπερβολικά ντυμένη γυναίκα, που μοιάζει με καρακιτσάτη λαμπάδα της Ανάστασης. Συνώνυμο: λατέρνα

Καλά, τι φόρεσε η λαμπάδα για νά 'ρθει στην Ανάσταση ρε πστ!... Καθρέφτη δεν έχει σπίτι της;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για τους μαραγκούς και τους μηχανικούς, η σφήνα έχει μια καθωσπρέπει έννοια, την οποία όλοι γνωρίζουμε και γω βαριέμαι να αναπτύξω εδώ. Θα ασχοληθώ με τις σλανγκ σφήνες, τουτέστιν:

  1. Το να φυτρώνεις εκεί που δεν σε σπέρνουν, το να χώνεσαι ανάμεσα στο νταραβέρι δύο ανθρώπων μπλοκάροντάς τους, ακριβώς όπως μια σφήνα χώνεται πχ κάτω από ένα παραθυρόφυλλο και το ακινητοποιεί, παρόλο τον αέρα.

  2. Στο οδήγημα, το να κάνεις σφήνες είναι το να χώνεσαι με ευελιξία και ταχύτητα ανάμεσα στα άλλα εν κινήσει αυτοκίνητα. Ακόμα καλύτερα είναι να το καταφέρνεις ήσυχα (όσο και γοργά), χωρίς να αναβοσβήνεις τα φλας ή τα προβόλια. Κάνοντας σφήνες ελίσσεσαι πολύ γρηγορότερα απ' όλους που πήζουν στην κίνηση. Βρίσκεσαι σε κατάσταση μόνιμου στοιχήματος με τον εαυτό σου και με τους άλλους: βάζεις σημάδι κάποιο ευδιάκριτο όχημα και κοιτάς αν πράγματι προχωράς μες τον χάος ή αν ο μύθος με τον λαγό και τη χελώνα έχει βάση (και έχει, πολλές φορές).

Το οδήγημα αυτό χαρακτηρίζει τους καυλοτίμονους εν γένει, αλλά δεν είναι πάντα γοητευτικό. Είναι καταστροφικό αν είσαι άπειρος οδηγός ή ηλίθιο καυλόγκαζο. Είναι επίσης εκνευριστικότατο όταν γίνεται από ταξιτζή. Ο καλός οδηγός δεν είναι ντε και καλά ο καυλιάρης, είναι αυτός που με το γάντι υπερέχει όλων, χωρίς να έχει προκαλέσει ατύχημα σε ανθρώπους ή ζώα και χωρίς να το κάνει σκόπιμα ώστε να εκνευρίσει τους άλλους. Ανάλογα με το ποιον της σφήνας κρίνεται και ο οδηγός.

  1. Εξάρτημα που χρησιμοποιούν οι κιθαρίστες (pin)

  2. Αξεσουάρ σεξουαλικής διέγερσης για πρωκτικό σεξ.

  1. - Και μετά;
    - Ε τι και μετά, μετά μπήκε σφήνα στη συζήτηση η μάνα της και τα γάμησε όλα. Πάνω που είχαμε ηρεμήσει, ξαναπήρε ο καυγάς.

  2. - Ρε μαλάκα, κοφ' τις μαλακίες, σου έχω πει ότι όταν οδηγείς το αμάξι μου δε γουστάρω σφήνες και καγκουριλίκια...
    - Ε όχι και γκάγκουρας εγώ, δεν το σπάω το αμάξι, το πάω μαλακά, βελούδο... όχι και γκάγκουρας...

  3. Πέρασε την καινούρια χορδή μέσα στον καβαλάρη και τράβηξέ την μέχρι το μεταλλικό τερματικό να «πιάσει» πάνω στο ξύλο. (και ενοείται ότι εφόσον «πιάσει» το μεταλικό τερματικό στο ξύλο, τότε βάζουμε την «σφήνα». Εάν μπεί η σφήνα (ή pin ή πέστε το όπως επιθυμείτε) , ενώ το μεταλλικό τερματικό δεν έχει «πιάσει» στην κάτω οπή του καβαλάρη, τότε κατά το κούρδισμα «τραβιέται» πρός τα πάνω, με αποτέλεσμα πα σπάει ή χορδή...).

  4. - Ρε συ το έμαθες ότι η Σταματία και ο Λάκης χώρισαν;
    - Ναι ρε, πώς έγινε αυτό τόσο ξαφνικά;
    - Καλά, πέθανα στα γέλια όταν τό 'μαθα... Χώρισαν γιατί αυτός της χάρισε για τα πέντε τους χρόνια μια σφήνα που αγόρασε από ένα σεξομάγαζο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση βαριάς μαγκιάς ή βαριάς τεμπελιάς. Δεν μπορώ να περπατήσω γιατί είμαι τόσο μάγκας, έχω κάτι αρχίδια ναααα, τα οποία βαραίνουν τόσο ώστε δεν μπορώ να σύρω τα πόδια μου. Όμως εκτός από μάγκας είμαι και τεμπέλαρος του κερατά, οπότε καθηλώνομαι εκεί όπου γουστάρουν τ' αρχίδια μου και δεν μπορώ να κάνω βήμα. Επίσης, βαριέμαι οικτρά.

Σχολική μαλακία.

- Τρέχα ρε σύ, θα το χάσουμε το λεωφορείο!
- Δεν μπορώ να περπατήσω, με τραβούν τ' αρχίδια πίσω...

Φιλαρίασις (ἐλεφαντίασις) τοῦ ὀσχέου (από aias.ath, 05/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυποποιημένη έκφραση απορίας και ξαφνιάσματος -αλλά και αποδοκιμασίας, αν προφερθεί με ειρωνική χροιά και αντίστοιχες γκριμάτσες. Αντίστοιχη του «ποιος ήρθε;», «ποιος πέθανε;» κλπ.

- Πάσχα θα πάτε πουθενά;
- Α δεν σου είπα; Αύριο φεύγουμε για ένα μήνα περιπλάνηση με τους Τουαρέγκ στη Σαχάρα.
- Τι έκανε, λέει;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified