Αθίγγανοι πωλητές ναρκωτικών στα Λιόσια χρησιμοποιούν την άνωθεν λέξη διά να σιγουρευτούν ότι το θύμα δεν έφαγε τόνγκα με το χόρτο που του πούλησαν. Περιγράφουν την πούδρα από το χασίς, το καλύτερο κομμάτι.

ΕΥΓΕΝΙΟΣ: -Σου δίνω gameboy colour. Πόσο παίρνω;
ΓΥΦΤΟΣ: -Σου γεμίζω τη σακούλα και έφυγες.
Μετά από πέντε λεπτά ο γύφτος σηκώνει την σακούλα και αναφωνεί: -ΠΑΣΠΑΛΑ ΠΑΣΠΑΛΑ ΣΟΥ ΔΙΝΩ ΠΙΤΣΙΡΙΚΑ!
Το θύμα αποχωρεί χαρούμενο απο το τσαντήρι με τη σακούλα γεμάτη τρίμματα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το εύφλεκτο μείγμα, που ανακάλυψε ο Καλλίνικος τον 7ο μ.Χ. αιώνα, άγνωστα παραμένουν τα υλικά με τα οποία το έφτιαχνε. Οι ιστορικοί λένε ότι το υγρό πυρ έκαιγε επίμονα και δεν έσβηνε με νερό, παρά μόνο με ούρα ή άμμο.

Για την διαπροσωπική σχέση των φύλων μεταξύ τους χρησιμοποιείται και ως αντίστοιχο του Χοντράδια ή Flintstones δηλαδή συμπυκνωμένο υγρό που έχει πήξει απο την ανύπαρκτη σεξουαλική επαφή.

Αλκιβιάδης: Φίλε μου ένα θα σου πω. Έβγαλα με μίσος παντού το υγρό πυρ δια μέσου της εκτίναξης πάντα. H κοπέλα δεν είχε ξαναδεί κάτι παρόμοιο, έγκαυμα πρώτου βαθμού της προκάλεσα! Σαν γέννα ήταν.

*Αλκιβιάδης = πρώην αμπελοφιλόσοφος, παρέα του Μάκη του Γίγαντα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γράφω κάτι στο status μου (twitter, facebook), ΑΛΛΑ το χρησιμοποιούμε καλύτερα για να δηλώσουμε ότι ξεφεύγουμε, ή για θαυμασμό, ή όπου μας κολλάει καλύτερα και είναι αστείο.

  1. - Γιατί χορεύεις έτσι σαν τρελός φίλε Κωστάκη;
    - Καλά μαλάκα άσε με, ΤΟΥΙΤΑΡΩ σου λέω!

  2. - Πωωω! Λιάκο τσεκέραρε το μωρό με το σορτσάκι..
    - Φςςςς Τουιτάρει σου λέω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοκό σανέλ ή αλλιώς κοκαΐνα, την πίνουν πλούσιοι, φτωχοί, celebrities, πιτσιρικάδες, gay, ΟΛΟΙ. Άλλοι φερμάρουν για να την βρουν, άλλοι πουλάνε, άλλοι στήνονται. Ακριβό, καλό και σκληρό ντρόγκι.

-Κολλητέ θα φύγουμε για παραλιακή; Άντε βαρέθηκα!
-Άραγκον ψηλέ, σπάμε τη φρίμπα μας, πίνουμε ενα γιούφ και το ουισκάκι μας και φεύγουμε αλεμάο...

(από Khan, 08/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Cartoon των 90's. Χρησιμοποιείται ώς αντίστοιχη λέξη του χοντράδια όταν κάποιος ψάχνει ό,τι να 'ναι φάση με κοπέλα για να φύγουν απο κάτω οι flintstones να ξεβουλώσει η χοάνη.

- Μαλάκα, καλά που έκατσε η Σούλα κι έδιωξα τους flintstones γιατί είχα πρηστεί σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλέβω, χρησιμοποιείται απο γηπεδικά ζάκια για ορολογία κλεψιάς μπουφάν αντίπαλης ομάδας και απο ζέους γενικώς με παπιά εποχής uplifting trance που έκλεβαν ασύστολα κινητά, μπουφάν και παπούτσια. Εποχή ΖΝ.

-Μαλάκα φερμάρανε τον Τάκη προχθές και τους ψάχνει απο πλατεία σε πλατεία με το Γκρέγκορι το Μοτοσίκ να τους σαπακιάσει.

Got a better definition? Add it!

Published

Θεογκόμενα, μανουλομάνουλο, μωράκλα, εργαλείο, όλα αυτά σε ένα άλογο κούρσας ΑΑ γκανιάν.

- Πω ρε φίλε άραγκον για μια μπύρα ακόμη και ελπίζω να έφερες καπότες... Απέναντι σκάνε δυο γκανιάν τρελά! Λίρα εκατό σου λέω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παιχνιδιάρης, πονηρούλης, καυλιάρης άντρας, μπερμπάντης, κομπλεντέρ τύπος. Με το τσαχπινιάρης είσαι όλα αυτά μαζί. Άρχοντας άμα στο πούν ψηλέ και μην ρωτάς πολλά.

Τι τσαχπινιάρης είναι ρε παιδιά αυτός ο Eυγένιος, όπου πάει αγαπάει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στέλνω μια γκόμενα ή αλλιώς κερνάω το βελόνι. Δηλαδή τσουλάω το ασήμι, τρυπιέμαι, ρουφάω ζουζού.

ΛΕΛΟΣ: Άραγκον κοκαλεο και δε με πιάνει η αλκοόλη πλέον...
ΚΟΚΑΛΟΣ: Θα σου δώκω να τσουλήσεις πρώτο πράμα αδερφέ μου, λίρα εκατό σου λέω..
ΛΕΛΟΣ: Θα πονέσω;
KOKAΛΟΣ: Με το πρώτο σουτ θα σου φύγει ο ιδρώτας, εγγύηση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ΝΟΣ, αλβανικό, σκατά, τόγκα, φτηνόπραμα, αροξόλ.

Το φτηνό χόρτο από Αλβανία που πάντα σε φτιάχνει σκατά και νιώθεις σαν κατσαρίδα που έφαγε τέζα αλλά τι να κάνουμε που δεν είχες φράγκα.

- ΓΚΟΥΧ ΓΚΟΥΧ! πώωω πάλι τσίφσα...; Καλά σκάσ' το.

βλ. και νόζι, Τίρανα Χέιζ (Tirana haze), albanian haze

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified