Για τους φίλους, ο Σωκράτης Κόκκαλης. Όταν στο πετάξει κάποιος, είναι συνήθως γιατί θέλει να δειχτεί ότι και καλά είναι χωμένος στα σχετικά θέματα. Παίζει στα πλαίσια του προσφιλούς εδώ στο ελλαδιστάν, ευγενούς αθλήματος του name dropping (να αραδιάζεις ονόματα διάσημων δεξά κι αριστερά, προς ψάρωμα των αδαών συνομιλητών σου, που θ' αποθαυμάσουν την οικειότητα σου με τα εν λόγω σελέμπριτι. Το name dropping είναι ειδικότης του πιαριτζή, είδος που συγγενεύει στενά με τον αεριτζή. Ανοίγουμε όμως τεράστιο θέμα, οπόταν το λήγω εδώθε.

Ενδιαφέρουσα πάντως η λατινογενής κατάληξη (Crocus). Τι να ήθελε να πει ο ποιητής;

- Για θυμήσου ρε μαλάκα, πόσους προπονητές έχει αλλάξει τα τελευταία πέντε χρόνια ο γαύρος;
- Φίλε μου βάζεις δύσκολα κι είναι περασμένη ώρα... Αφού έτσι είναι, ο Κρόκους γουστάρει να τρώει προπονητές για το πρωινό του.

(από johnblack, 21/05/09)(από ironick, 13/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Να κι άλλο κλάσικ που μας ξέφυγε!

Αυτός που όταν γαμάει χύνει μέσα στο πρώτο δίλεπτο, δηλαδή υποφέρει από πρόβλημα πρόωρης εκσπερμάτωσης. Πρόβλημα που ταλανίζει μέγα μέρος του ανδρικού πληθυσμού εν Ελλάδι. Κανάς Ασκητής και κανάς Βαΐτσης Αποστολάτος θα μας έλεγαν πως οφείλεται στην ανυπαρξία σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στα σχολεία και την κοινωνία με τους γρήγορους εξοντωτικούς και ανταγωνιστικούς ρυθμούς που υποσκάπτουν τις ανθρώπινες σχέσεις, μπλα μπλα μπλα... πάω για τούφες...

Μια ολόκληρη βιομηχανία έχει στηθεί για την αντιμετώπιση και καλά του εν λόγω προβλήματος, με μαντζούνια, αλοιφές, επιβραδυντές, ειδικές καπότες και δε συμμαζεύεται.

Πρώτο θέμα στις συζητήσεις που κάνουν οι γκόμενες μεταξύ τους (μετά το μέγεθος βεβαίως βεβαίως). Και ξέρετε πως κυκλοφορούν αυτά από στόμα σε στόμα, κι άμα σου βγει το όνομα την πούτσισες, θα σε βλέπουν τα θηλυκά και θ' αλλάζουν πεζοδρόμιο.

Κλασική συμβουλή που παίζει σε αντροπαρέες είναι το προληπτικό τράβηγμα μιας ξερής πριν πας να γαμήσεις, ώστε να είσαι - και καλά - χορτάτος και να κρατήσεις περισσότερο. Ουδέν βλακωδέστερον. Άμα είσαι κοκορίκος, και τη δέκατη φορά πάλι στο δίλεπτο θα πιτσιλίσεις.

- Ρε συ φιλενάδα, είμαι σε μεγάλο δίλημμα τώρα τελευταία...
- Για πε, για πε...
- Να ρε συ, παίζω με δύο γκομενάκια και δυσκολεύομαι να διαλέξω...
- Αυτό είναι μωρή; Κράτα και τα δύο.
- Λέω να σοβαρευτώ σιγά σιγά, δεν είμαστε 20 πλέον...
- So;
- Λοιπόν άκου. Ο ένας είναι δεκαεφτάποντος αλλά κοκόρι, ο άλλος δεκαπεντάποντος αλλά ντούρασελ. Τον βάζεις μπρος και δε σταματά...
- Τι να σου πω φιλενάδα, αυτά είναι σοβαρά θέματα. Να συγκαλέσουμε συμβούλιο και με τις άλλες να μας πουν κι αυτές τη γνώμη τους.

Κοκόρι: ένα κάρο φασαρία και αποτέλεσμα μηδέν. Στην πυρά. Κοκορομακαρονάδα. (από Galadriel, 19/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προτροπή που εκφέρεται απαραιτήτως σε εντόνως ειρωνικούς τόνους στις ακόλουθες δύο περιπτώσεις:

  1. Όταν κάποιος χρονοτριβεί να αποφανθεί επί τινός ζητήματος και κωλυσιεργεί, κοινώς μας έχει γκαστρώσει. Επί παραδείγματι, είμεθα σε καφετέρια, η σερβιτόρα έχει ρωτήσει τι θα πάρουμε και περιμένει απάντηση, ενώ ο δικός μας περί άλλα τυρβάζει, κοινώς το χαβά του. Η σερβιτόρα, που εξακολουθεί να στέκεται από πάνω μας σα χριστουγεννιάτικο δέντρο χωρίς τις μπάλες (ή και με μπάλες, ο νοών νοείτω, χε χε) αρχίζει να τα παίρνει. Τότε ακριβώς σκάει η ατάκα: πες τα ρε νταλάρα! Σε πιο λάιτ εκδοχή παίζει και το «πέστα χρυσόστομε». Στόχος να εξέλθει ο αποδέκτης της εν λόγω ατάκας εκ της νιρβάνας του και να τσουλήσει το θέμα.

  2. Μετά απο μεγαλοπρεπές ρέψιμο (μπερπ) το «πες τα ρε νταλάρα!» έρχεται εν είδει επιβράβευσης από την παρέα στο περήφανο μοσχαράκι, που καμαρώνει για την παλιμπαιδιστική συμπεριφορά του. Σε πιο εξτρίμ καταστάσεις, ενδεχομένως να παίζει και μετά από ηχηρό κλανίδι (δε μου έχει τύχει).

Εις αμφότερες τις περιπτώσεις, κοινό υπόβαθρο και προϋπόθεση για την ατάκα είναι η παγκοίνως εμπεδωμένη στη συνείδηση του λαού μας ότι ο νταλάρας πάντα «βγαίνει και τα λέει». Δε θα επεκταθώ σχετικά, και σας παραπέμπω στα επίλοιπα νταλαροειδή λήμματα.

Κι άλλο;

Ο διευθύνων το Ινστιτούτο Διεθνούς Χρηματοοικονομικής (IIF) Charles Dallara. (από Khan, 25/07/11)(από earendil_ath, 12/08/12)

Δες λοιπόν και νταλάρας, δε(ν) μας χέζεις ρε Νταλάρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μποντιμπιλντεράδικες φλέβες. Δέον όπως προφέρονται «φλεβίδγια» (όπως αρχίδια).

Τα φλεβίδια ουδεμία σχέση έχουν με τις φλατ και φλώρικεςφλέβες των κοινών θνητών (ξέρετε, αυτές που χρειάζεται να σφίγγει κανά μισάωρο η νοσοκόμα μ’ εκείνη τη μαλακία για να μπορέσει τις πετάξει λίγο έξω και να σου πάρει αίμα). Μη σας ξεγελά η κατάληξη –ίδια (που παραπέμπει σε υποκοριστικό). Quite the opposite. Τα φλεβίδια είναι διογκωμένα ορμητικά ποτάμια, που διασχίζουν τα μπράτσα (και όχι μόνο) του φετιασμένουαθλητή, σχηματίζοντας περίπλοκα γραμμικά και πλαστικά μπαρόκ μοτίβα, ανακαλώντας δαιδαλώδεις διακλαδώσεις υπεραιωνόβιου δένδρου (ζωγραφίζω ο πούστης). Εξυπακούεται πως φλεβίδια και γράμμωση πάνε πακέτο. Δεν νοείται το ένα χωρίς το άλλο.

Τα φλεβίδια αναδεικνύονται και πετιούνται (σαν τη Ρωμιοσύνη στα Λιανοτράγουδα του Ρίτσου ένα πράμα) όταν μειωθεί δραματικά το λίπος, πιο συγκεκριμένα αν αρχίσει και πέφτει σε μονοψήφια νούμερα το ποσοστό του επί της όλης σωματικής μάζας. Tip: το σωματικό λίπος δεν είναι μόνο υποδόριο (που περιβάλλει τους μύες) αλλά εισχωρεί ύπουλα και εντός αυτών!

Τα φλεβίδια είναι παράσημα. Διαχωρίζουν τα πρόβατα από τα ερίφια (δηλαδή τους άγριους από τους μπουχέσες) στην άτυπη (κι αλίμονο τόσο αληθινή) ιεραρχία στο χώρο του γυμναστηρίου. Όποιος τα έχει μπόλικα απολαμβάνει το ρησπέκ και το θαυμασμό των συναθλητών του.

All time classic φλεβίδια είναι οι δύο βασιλικές φλέβες, χοντρές σα μακαρόνια σπαγέτο μικρό νούμερο, που διασχίζουν τους δικέφαλους βραχιόνιους μύες (τα ποντίκια εν στενή εννοία). Αν τραβιέσαι με γυμναστικούλα κάποιο καιρό και δεν έχεις πετάξει ούτε αυτά, τότε χέσε μέσα Πολυχρόνη που δε γίναμε ευζώνοι. Καλύτερα πάψε να το παίζεις βαριτζής και γύρνα το στο πλέξιμο. Παράδεισος του φλεβιδίου είναι επίσης οι μύες του πήχεος, δηλαδή η κερκίδα και η ωλένη (πςς…).

Για πιο εξτρίμ φλεβοκαταστάσεις, το φαρμακάκι επιβάλλεται. Τότε βλέπεις ξάφνου να ξεπετιούνται φλεβίδια στα πόδια (βλέπε Κεντέρης), στους ώμους, το στήθος, την πλάτη. Γενικά χρειάζεται μια προσοχή και μια ρέγουλα, κι αν το παραχέσει κανείς παίζει να φαίνεται λιγουλάκι αντιαισθητικός. Διότι μας έχουν προκύψει τα τελευταία χρόνια κάτι κομπλεξικές γκόμενες που και καλά δε γουστάρουν τους πολύ γυμνασμένους και θέλουν ο άντρας να έχει το μπυροκοιλάκι του. Ου να μου χαθείτε κάργιες!

Ρε φίλε, τελευταία ο Μήτσος έχει φλεβιάσει άσχημα, το ‘χεις προσέξει;
Παίζει να κάνει διατροφή κι έτσι το παλικαράκι..
Καλά τραγούδα. Τέτοια φλεβίδια αγορίνα μου χωρίς να πέσει στο γυαλί φαρμάκι δεν παίζει ούτε με σφαίρες.

O μπαμπας του Dirty (από Vrastaman, 16/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τζι έιτς είναι η Αυξητική Ορμόνη (Growth Hormone) στη συνθηματική γλώσσα των μπίλντερς, αλλά και των άλλων αθλητών, των λεγόμενων «ευγενών» αθλημάτων.

Η τζι έιτς δεν συγκαταλέγεται στα steroids, είναι μια κατηγορία μόνη της. Αυξάνει όχι μόνο τη μυική μάζα αλλά και τα οστά, ενώ μετριέται σε μονάδες. Ιδιαίτερα αγαπητή στους κολυμβητές, καθώς μεγαλώνει τα άκρα (μεγαλακρία) και τα κάνει σαν βατραχοπέδιλα, μονίμως ενσωματωμένα. Λέγεται π.χ. ότι αυτός που πήρε σβάρνα τα παγκόσμια ρεκόρ κολύμβησης στην τελευταία ολυμπιάδα (δε θυμάμαι τώρα πως τον λένε) πρέπει να χτυπάει ίσαμε 12 μονάδες αυξητική ημερησίως.

G.H. is magic. Ογκώνει, γραμμώνει, ξανανιώνει, 3 σε 1 κι όλα αυτά συγχρόνως, χωρίς να χρειάζεται να μπεις στη διαδικασία «παίρνω όγκο σαβουριάζοντας και μετά κάνω γράμμωση αυξάνοντας τις πρωτεΐνες και κόβοντας τα υπόλοιπα». Δεν έχει παρενέργειες όπως τα steroids (που αν δεν ξέρεις να τα κουμαντάρεις, παίζει να σου πέσει και το πουλί και να χρειάζεσαι γερανό για να το σηκώσεις).

Η τζι έιτς είναι φρούτο της δεκαετίας του ’80. Σήμερα παρασκευάζεται χημικά, στην αρχή όμως την έπαιρναν από νεκρά έμβρυα (πιο δραστική αλλά και πιο επικίνδυνη λέγεται). Τέτοια έπαιρνε κι ο Αντρέας ο Παπαντρέας κάποτες και γαμούσε κι έδερνε. Ήδη στο Αμέρικα είναι κοινή πρακτική για όσα γερόντια επιθυμούν να παραμείνουν κοτσονάτα.

Γενικά παίδες έχετε υπόψη πως ο άνθρωπος όπως τον ξέραμε αλλάζει. Τα όρια ανάμεσα στο «φυσικό» και το «τεχνητό» γίνονται όλο και πιο ρευστά (τα γράφω αυτά και σαν ένα είδος hommage στον γίγαντα Jean Baudrillard).

- Φίλε παίζει να έχω κάνει και 40 κύκλους φαρμάκι συνολικά, τζι έιτς όμως δεν έχω βάλει. Παίζει κι ένα ιστορικό ζάχαρου στην οικογένεια και το ψιλοφοβάμαι.
- Στ’αρχίδια σου, έτσι κι αλλιώς γράμματα είσαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγαπημένη σλανγκιά αθλητικογράφων. Τη χρησιμοποιούν για να αναφερθούν σε κάποιον προπονητή (ποδοσφαίρου συνήθως) που, όπως όλα δείχνουν, πρόκειται να πάρει πόδι οσονούπω.

Συγκεκριμένα θα πάρει τον πούλο πριν τη μεγάλη εθνική μας εορτή της 28ης Οκτωβρίου, κατά την οποία λαμβάνει χώρα εν Θεσσαλονίκη μεγάλη στρατιωτική παρέλασις. Εξυπακούεται ότι η εν λόγω σλανγκιά έχει κάποιο νόημα μόνον όταν εκφέρεται στο πριν την 28η Οκτωβρίου, χρονικό διάστημα, συγκεκριμένα από την περίοδο της καλοκαιρινής προετοιμασίας (όταν γίνονται οι μεταγραφές και κλείνουν οι προπονητές) και μετά.

Κλασική περίπτωση Έλληνα προπονητή που έχει αλλάξει δυόμισι εκατομμύρια ομάδες και συνήθως φεύγει νύχτα, πριν προλάβει να δει την παρέλαση από τον πάγκο, είναι ο τιτανοτρισμεγιστοτεράστιος Αλέ (και μη μου πείτε ποιος Αλέ: αυτός που εξύμνησαν κάποτες τα παιδιά απ' την Πάτρα).

- Φίλε, αν πουλήσει και το σημερινό ματσάκι ο δικός σου, τον βλέπω να φεύγει νύχτα...
- Το χάσει δεν το χάσει είναι τελειωμένη υπόθεση σου λέω. - Τα παραλές ρε μαλάκα, ραδιοαρβύλες είναι...
- Καλά εσύ τραγούδα, πάντως ο κυριούλης παρέλαση δε βγάζει. Τον ξέρεις τώρα τον Κρόκους, τρώει προπονητές για την πλάκα του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τεστοστερόνη για τους μπίλντερς. Οι εν λόγω κύριοι (και κυρίες βεβαίως βεβαίως) έχουν αναπτύξει μια ιδιότυπη steroid slang για να συνεννοούνται μεταξύ τους για θέματα τα οποία η μέχρι ξεράσματος υποκριτική ελληνική κοινωνία αρνείται να συζητήσει, επιμένοντας να παραχώνει τη σκόνη κάτω από το χαλί και να μπουκώνει το κεφάλι της στην άμμο ωσάν τη στρουθοκάμηλο...

Η τέστο διατίθεται και σε oral μορφή (χάπι), δραστικότερη όμως είναι σε μορφή ενέσιμη (injection, λέγε με και σουτάρισμα). Ως η κατεξοχήν ανδρική ορμόνη, η τέστο μεταμορφώνει σε μάγκα και το μεγαλύτερο μπουχέσα. Σε κάνει να πρήζεσαι, να γαμάς σαν πούστης, να μην κουράζεσαι κλπ. Προσοχή στα o.d.

– Tι νέα ψηλέ;
– Φίλε χτύπησα κάτι γαμάτες πρωτεΐνες και μέχρι το καλοκαίρι με βλέπω να 'χω τουμπανιάσει...
– Μ' αυτό το πλευρό να κοιμάσαι. Αγορίνα μου στο 'χω ξαναπεί: χωρίς τέστο, χαΐρι δε θα δεις ούτε σε δέκα χρόνια, που να χτυπάς τον κώλο σου κάτω. – Έλα ρε μαλάκα, τα παραλές..
– Αν είναι να συνεχίσεις μ' αυτά τα μυαλά, καλύτερα κόφ' τα βάρη και γύρνα το στο πλέξιμο...

Την πολλή τεστοστερόνη την βαριέται κι ο Stallone (από Vrastaman, 15/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ γρήγορα, του σκοτωμού, μαλλιοκούβαρα, κουβάρια, σπασμένος. Όρος του ευγενούς μηχανοκίνητου αθλητισμού.

- Και που λες φίλε, ξεκινάμε με τα μηχανάκια από Αθήνα στις 12 και στις 3.30 πίναμε καφέ στο Λευκό Πύργο...!
- Έλα ρε γίγαντα... Φαντάζομαι πόσο πουτάνα πηγαίνατε...
- Δεν πέσαμε κάτω απο 210. Και σερί, χωρίς στάσεις, έτσι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πλήρης έκφραση είναι «αυτή δε τη γαμάει ούτε φυλακισμένος» (με τις προβλεπόμενες επουσιώδεις παραλλαγές, όπως «δεν την παίρνει ούτε φυλακισμένος»). Πρόκειται πολύ απλά για το υπέρτατο μπάζο, αυτή που δε την παίρνει ούτε ο Χάρος.

Είναι μάλλον ότι πιο χοντρό μπορεί κανείς να πει για την εμφάνιση μιας γκόμενας, η Μητέρα πάσης προσβόλας. Αν της το πετάξεις στη μάπα, είναι σα να της έκοψες τα ποδάρια (και να περπατάει με τα γόνατα). Δέον λοιπόν όπως λέγεται αποκλειστικώς στα πλαίσια χαλαρής κουβεντούλας με φίλους.

Εναλλακτικά παίζει και η έκφραση «αυτή δε τη γαμούσα ούτε μετά απο δέκα χρόνια φυλακή» (ή δεκαπέντε ή είκοσι, όπως αγαπά κανείς). Δίδεται ως αποστομωτική απάντηση σε κλασικές αντρικές ερωτήσεις του τύπου «τη γαμούσες αυτή;», «της πάταγες ένα αυτηνής;», «της τον σφύριζες άμα λάχει ναούμε;» κ.ο.κ.

Και όλοι φανταζόμαστε μέσες άκρες τι πήξιμο και τι αγαμία πέφτει εντός των τειχών, σε φάση που οι φυλακόβιοι κάνουν αλλαξοκωλιές μεταξύ τους (βλ. και Midnight Express).

Σεταρισμένο το λημματάκι, don't you think;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτικά: στέλνω για τσάι, κερνάω τσάι.

Όρος του ευγενούς μηχανοκίνητου αθλητισμού και δη των αυτοσχέδιων αγώνων (τις λένε και κόντρες). Το θέμα είναι απλό: αυτός που τσαγιάζει είναι ο νικητής. Ο άλλος, που το ήπιε, καλά θα κάνει ν' αράξει και να απολαύσει το τσαγάκι στο του σπιτάκι του, σε κανά ΚΑΠΗ, ή (αλίμονο!) σε κανά Ίδρυμα Αποκατάστασης Αναπήρων (έτσι κουλάδι που είναι).

Τσάγια σερβίρονται παντού και πάντα, εκεί που δε το περιμένεις. Μια λοξή ματιά σ' ένα φανάρι αρκεί ενίοτε για να στηθεί μια κοντρίτσα ως το επόμενο. Αν είσαι καυλόγκαζος φίλε μου, θα το ρουφήξεις το αφέψημα κάποια στιγμή. Δε το γλιτώνεις ούτε με σφαίρες. Όπως δεν υπάρχει δίκυκλο που να μην έχει φάει σαβούρα, έτσι δεν υπάρχει και οδηγός που να μη τον έχουν τσαγιάσει.

  1. ΣΕΡΒΙΡΩ ΖΕΣΤΟ ΤΣΑΓΑΚΙ (αυτοκόλλητο στο πίσω τζάμι πειραγμένου τουμπανιάρικου αμαξίου)

  2. - ... κι εκεί που γκαζώνει που λες ο χοντάκιας και κωλοχαίρεται, του πατάω ένα κατεβασματάκι κι έφαγε τη σκόνη μου... Ο μαλάκας ο γιάπωνας με τον καρνάβαλο!
    - Σα να λέμε ρε φίλε τον τσάγιασες κανονικά!...
    - Σερβιτόρος καριέρας, αγορίνα μου... Έχω κεράσει εγώ γενιές και γενιές!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified