Αρκτικόλεξο για το ο Θεός να τον/την/το κάνει που χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο στον γραπτό διαδικτυακό λόγο, όταν μια αποδιδόμενη (επισήμως συνήθως) ιδιότητα θεωρείται ότι δεν ισχύει, αλλά χρειάζεται να επιστρατευτεί ο Θεούλης και να κάνει ένα θαύμα για να ισχύσει.

1. Χτες το πρωί, ο Υπουργός Υγείας (οΘντκ) Άδωνης Γεωργιάδης παρουσίασε, σε ανώτατα στελέχη του κλάδου της υγείας, το σχέδιο “Δημοκίδης” (τρεις οκάδες sic εδώ), το οποίο αφορά την κινητικότητα (διάβαζε: περικοπές θέσεων) στον τομέα της υγείας.

2. 2ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΜΠΟΣΙΟ (οθντκ) για τον ΕΛΛΗΝΙΣΜΟ

3. Εκπληκτος ο πωλητής (οΘντκ) μου απάντησε. Μα το AppleTV έχει έρθει εδώ και πολύ καιρό!! :jester: «Ξέρετε» του ανταπάντησα, «η Apple το κυκλοφόρησε πριν 4-5 μέρες με καθυστέρηση ενός μήνα περίπου»
- Αααα, εμάς μας έχουν πει πως ό,τι υπάρχει στο ελληνικό site είναι ετοιμοπαράδοτο.
-Καλά δεν πειράζει, το ότι «σέρνεται» το applestore.gr το ξέρετε;
- Ναι, μου απάντησε ενοχλημένος σα να του έλεγα το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο.
Καλυνήχτα σας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τσιρίδα που ακούγεται σε τηλεοπτικά παραθύρια ή από τηλεντελάληδες που διαλαλούν την όποια πραμάτεια τους, μετατρέποντας την τηλεόραση σε άλλο τσιριδοκούτι. Αυτός που συνηθίζει την τηλετσιρίδα χαρακτηρίζεται ως τηλετσιρίδας με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον πολιτικό Άδωνη Γεωργιάδη.

1. Σ´ έχουν πάρει κοντά τα κολλεγιόπαιδα ως τηλετσιρίδα και ενδεχομένως για να σπάνε πλάκα. Κατέβασε λίγο τον αμανέ.

2. Με τον τηλετσιρίδα υπουργό η υγεία μας είναι εξασφαλισμένη ανεξάρτητα από τη χρήση της τεχνολογίας. η κάλπη μίλησε ο λαός ψήφισε

(από Khan, 11/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ιδιότητα του να είναι κάποιος φλώρος, φλώρι, φλωρεντζέτουλας, φλωρεντία ή κάτι φλώρικο, ή μια πράξη φλώρικη, ή μια ομάδα ή σύνολο από φλώρους.

1. Έχουμε αράξει στο σπίτι σου μετά το σχολείο, μου βάζεις ν' ακούσω το «Turn! Turn! Turn!» των Byrds. «Τι φλωριά είναι αυτή ρε;» σου λέω. Ναι, κι όμως, είμαι τόσο βλάκας και άγουστος.

2. Η πλειοψηφία των Ελλήνων απορρίπτει το TEDx Athens. Δεν πάνε –λέει– γιατί είναι «φλωριά», «φιλελέ», «ακριβό». Ευτυχώς!

3. Και τώρα αγοράζεις το πιο φτηνό εβαπορέ, που δεν έχει κρικάκια και φλωριές, είναι για τον άντρα τον νταβραντισμένο, τον πολλά βαρύ.

Got a better definition? Add it!

Published

H πλέον βρωμερή και δυσώδης μπόχα για πολλούς συμπολίτες μας, όπως αλτέρνια, ψαγμένους, λατέρνατιβ, indie, χιπστέρια, άτομα με υπερκουλτουρίαση, μεταλάδες, χιπ χοπάδες, ποικίλες εξωτικές φυλές και λοιπές εναλλακτικές δυνάμεις.

Πρόκειται για την αποφορά που προκαλεί ο,τιδήποτε ανήκει σε ένα κυρίαρχο παράδειγμα, λόγο, συμπεριφορά κ.ά. Λ.χ. χολυγουντιάνικες αμερικλανιές στο σινεμά, απόψεις που εκπορεύονται από πρετεντέρηδες και άλλους τηλεντελάληδες του καθεστώτος, λαϊκοπόπ ακούσματα στη μουσική για όσους θεωρούν ότι το «ανήκομεν εις την Βίσσην» αποτελεί μουνόδρομο, εκτός κι αν ανήκει κανείς στην Βανδή, απόψεις που διατυπώνονται από δάπαρους με επίπεδο-ΔΑΠεδο, ναμαγαπάδικα εντεχνιάρηδων, το δίπολο Μύκονος- Αράχωβα, ατάκες ελληνικής μικροαστικής μιζέριας, κ.τ.ό., τέσπα ξέρουμε όλοι λίγο πολύ τι σημαίνει μέινστριμ.

1. Ολοι αμαρτωλοι ειμαστε, ολοι παμε στο τωρα καπα, στο καλυτερο μο, στη μπουζα βρε αδερφε. Ολοι εχουμε μια καποια σχεση με το σκειτ, ειτε αγαπη, ειτε μισους, ειτε αποστροφης.Παντως να το παιζεις αλτερνατιβ και να πηγαινεις κρυφα στο βιλα να λικνιζεις το κορμι σου σε μεινστριμιλα, δε σε τιμα.

2. Παρολ' αυτα μου κανει φοβερη νεκροφιλια να παραμενουμε (με βολικη εμμονη καμμια φορα) στα κατορθωματα των γενιων που εχουν σχεδον αποσυρθει. Νομιζω μαλιστα πως τη δεκαετια του 90 οι περισσοτεροι ξανα«διαβαστηκαν» απο κοινο και επαιοντες χωρις ταμπου, αγκυλωσεις και παρασιτα του χρονου που εδρασαν και λιγο ως πολυ εχουν παρει τη θεση που τους αξιζει.
Στα 00ς ειχαν αρχισει πια οι αναποφευκτες ζυμωσεις γινανε πραγματα, ξεπηδησαν ατομα και ομαδες, γλιτωσαμε εν πολλοις απο την ακαμπτη μεινστριμιλα και τις διαφορες σεβασμιες μανιες και εχουμε αρχισει να διαπραγματευομαστε καπως διαφορετικα τα τεχνοζητουμενα.

3. Δεν ξέρω πόσο μεϊνστριμίλα βρωμάω αλλά με τον Φασμπίντερ δεν έκανα παρέα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνηθες μεγεθυντικό του πηλάλα με το α΄ γαμοσλανγκοτέτοιο συστατικό κωλο- που δηλώνει συχνά μεγέθυνση και ένταση. Η κωλοπηλάλα είναι το ταχύτατο τρέξιμο που προκαλείται από κωλοπρεμούρα, κωλοκαούρα, κωλοκαψίδα, κωλοφαγούρα ή από το απλό γεγονός ότι έχουμε διάρροια και πρέπει να σπεύσουμε στην τουαλέτα.

Άλλωστε το α' συστατικό κωλο- χρησιμοποιείται ενίοτε σε σύνθετες λέξεις δηλούσες την κατάσταση όπου μας τρώει ο κώλος μας και αναπτύσσουμε έντονη κινητικότητα έως και αεικινησία. Ήτοι σε αρκετές εκφράσεις ο κώλος θεωρείται ως η έδρα της ανησυχίας, της φιλοπεριέργειας ή και της φιλομάθειας.

Πάσα: leonpanos.

1. Ποιος αρχί-πάπας θα τρέξει «αγαλλομένω ποδί» (= χαροποιός κωλοπηλάλα) εκεί στο Μαρόκο, για τελέσει προσωπικά το μυστήριο του γάμου;

2. Δεν το αναλύω παραπάνω, απλά (επειδή είμαι κακός, περίεργος και σκατοχαρακτήρας), μήπως αντί για την κωλοπηλάλα να «φαινόμαστε» και να «ακουγόμαστε» να μας πιάσει καμιά κωλοπηλάλα να ΞΕΧΡΕΩΣΟΥΜΕ.

3. Εάν αναρωτιέστε πάντως πρός τί αυτή η κωλοπηλάλα (ούτως ειπείν) τής μεταστροφής τής ΝΔ σέ υπεύθυνο κόμμα η απάντηση είναι εξαιρετικά απλή...

(από Khan, 05/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπληρωματικά προς τον κυρίως ορισμό του Δ. Αρναούτη Οικονομάκη για το χριστιανοπούτανο, από την πάσα του/της sombra στο Δ.Π., είναι επίσης και ο χριστιανός που πάει με πουτάνες παρά ή ίσως λόγω της χριστιανικής ηθικής του.

Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες χριστιανοπούτανων. Αυτοί που επειδή είναι πουτανιάρηδες γίνονται χριστιανοί για να εξιλεωθούν από τύψεις. Κι αυτοί που, αντιστρόφως, επειδή είναι χριστιανοί γίνονται πουτανιάρηδες, σε περιπτώσεις κλειστών κοινωνιών, κυρίως παλαιότερα, όπου επικρατεί μία αυστηρή οικογενειακή ηθική που αποθαρρύνει λ.χ. τις προγαμιαίες σχέσεις κ.ο.κ. Τα δύο βέβαια μπορεί να αλληλοτροφοδοτούνται κατά φαύλο κύκλο. Είναι γνωστό άλλωστε ότι η ύπαρξη πορνείας ευνοεί την αυστηρή οικογενειακή ηθική, ενώ αντιστρόφως η πορνεία υποβαθμίζεται περισσότερο σε χώρες με σεξουαλική ελευθεριότητα.

Η έκφραση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βρισιά γενικά κατά χριστιανού που θεωρείται ως ασυνεπής. (Λίγο παρωχημένα όλα αυτά βέβαια).

  1. Μαθητης λυκειου ημουνα και ετοιμαζαμε να παιξουμε το Ποτε Βουδας Ποτε Κουδας σε μια γιορτη.Παιζω μπουζουκι....Και τελευταια στιγμη χωθηκε ενας Χριστιανοπουτανος φιλολογος που ειχαμε και μας απαγορευσε να το παιξουμε γιατι πως ειναι δυνατον να βαλουμε το ονομα Βουδας διπλα στο Χριστο. Ιεροσυλια μεγαλη...δεν κανει. (Από το αρμόδιο σάιτ).

  2. - Και μόλις πάω στο Μουλέν Ρουζ ποιον βλέπω στο δίπλα τραπέζι; Τον Γιαννάκη! Κι έκανε πως δεν με έβλεπε.
    - Καλά ο Γιαννάκης ήταν μεγάλος χριστιανοπουτανιάρης κι από τότε που ήμασταν στις οργανώσεις στην Αθήνα, αλλά από όταν πήγε έξω για σπουδές ξεσάλωσε (Παράδειγμα από σιξτίλα).

  3. - Είναι πολύ τίμιο κορίτσι η Ευανθία! Αλλά κι ο Γιακουμής μας είναι πολύ σωστός σε αυτά. Προτιμάει να πηγαίνει στις πουτάνες, παρά να της αγγίξει το χέρι! (Μεταφέρω από μνήμης ατάκα της Άννας Παναγιωτοπούλου που εξαίρει την αρετή του χριστιανοπούτανου γιου της στο ρεππαπαπαθανασιούργημα «Το Κλάμα βγήκε από τον παράδεισο»).

  4. - Τι είναι αυτό το πράμα στη Θεσσαλονίκη; Κάθε γωνία και εκκλησία!
    - Σκέψου τι χριστιανοπούτανους κατοίκους που έχει!

(από σφυρίζων, 05/12/13)(από σφυρίζων, 05/12/13)Στο 2.38 η κλασική ατάκα του Γκουσγκούνη. (από Khan, 31/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα από τα πλέον κλασικά -άδικα, πρόκειται για οποιοδήποτε κέντρο-μαγαζί παραμένει ανοικτό μετά τα μεσάνυχτα και τις πρώτες πρωινές ώρες και συχνάζουν σ' αυτό νυχτοπερπατητές.

  1. Σαραντάρισε κι ακόμα γυρίζει σε ξενυχτάδικα και στριπτιτζάδικα.

  2. Στα ξενυχτάδικα της αγκαλιάς σου
    ποτήρια σπάω και μεθώ, λες και βυθίζομαι με τα φιλιά σου
    στη ζάλη τους αν αφεθώ.

Κι απ’ τα ίδια παραγγέλνω
όταν τα φιλιά σου παίρνω
και πληρώνω όσο κι όσο
τον καημό μου να ξεδώσω.

Στα ξενυχτάδικα του έρωτά σου
πληρώνω πάντα μετρητοίς
τα ξαφνικά κοφτά πετάγματά σου
μες στο χορό όταν θα μπεις.

(Άζμα του Στράτου Διονυσίου σε στίχους Χριστόφορου Μπαλαμπανίδη και μουσική Θανάση Πολυκανδριώτη).

(από Khan, 03/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξενυχτάδικο στα καλιαρντά, όπου συχνάζουν αγλαρότεκνα, αγλαροπουροί και αγλαρογκόμενες. Ο Ηλίας Πετρόπουλος το ετυμολογεί από το στερητικό α- και το γλαρώνω.

  1. Καλέ Μαρίνα πού είσαι, γαμώ το μπελά σου. Είμαι στη μαρίνα, φοράω εφαρμοστό κοντό μπλουζάκι, έχω τη σκύλα στα χέρια, ανταύγεια στο μαλλί κι αγόρασα κι λίγο νταμί για το δρόμο, άσε που φάγαμε τα μουνιά μας με μία μούτζα από τη Τερψιθέα, αν αργήσεις να κάτσω σε κάνα αγλαρόκεντρο να περιμένω, αλλά φοβάμαι μη μου τη πέσει κάνα βαβαρότεκνο, εδώ στο Πειραιά ο δορκάκης πάει σύννεφο, το λοιπόν, γράφω εδώ στην Αθηνά μπας κι το δεις αυτή την εφταζουρνού κι κανονίσουμε. Κοίτα μη μού 'ρθεις με ισμίρ-πατσούλ, σε θέλω φρέσκια και γεμάτη κλέβα. (Αποκατέ).

  2. Καλέ, αφού άβελε γύρες με τα αγλαροπουρά στα αγλαρόκεντρα και άβελε διακόνα στο μπερντέ, τι περίμενες; (Αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τεκνό που ξενυχτάει και νυχτοπερπατάει στα καλιαρντά. Ο Ηλίας Πετρόπουλος το ετυμολογεί από το στερητικό α- και το γλαρώνω.

Σηκώνοµαι να πάω στα τζουρά και όπως περνώ, το αγλαρότεκνο µου τα ρίχνει: «Μπενάβεις καλιαρντά χρυσή µου;» «Και τα τζινάβω και τα µπενάβω», του απαντώ. «Εσείς καλέ, είστε από πού;»
«Κρήτη ταραφουντάν κούκλα µου, και έχω µια σερμελιά που ’ναι δική σου ούλη, θα στην αβέλω τώρα δα στην καυτερή σου πούλη». Δεν χάνω καιρό η ξενηστικωµένη και απαντώ: «Κι αν είν’ η πούλη µου στενή κι η µέλα σου µεγάλη, πάρε σαπούνι συριανό και βάλτης στο κεφάλι…». (Από καλιαρντογράφημα του Τέο Ρόμβου).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βουτυρομπεμπές, το βουτυρόπαιδο, ο φλώρος. Υπάρχουν μερικές εκφράσεις όπου ο κώλος θεωρείται ως η έδρα (pun intended) της σκληράδας/ εμπειρίας/ ψησίματος στη ζωή ή αντιθέτως της φλωριάς. Λ.χ. ο κωλοπετσωμένος έναντι του τρυφερόκωλου, τρυφεροκώλη και του ευαισθητόκωλου. Συναντάται σπανιότερα και ως βουτυροκώλης.

Πάσα (Δ.Π.): Δεινόσαυρος.

1. Ο βουτυρόκωλος κουνελογαμίκος με τα πατομπούκαλα και το χαμόγελο της σαύρας που της τρέχουν τα σάλια, ήρθε να εκτελέσει διατεταγμένη υπηρεσία για λογαριασμό του λόμπι της αλλαξοκωλιάς και της αιώνιας φοροδιαφυγής. Μια από τα ίδια ψωλίδια δηλαδή.

2. - Δασκάλα χαστούκισε οκτάχρονο μαθητή στην Ηλεία
- ΣΙΓΑ ΜΗΝ ΚΛΑΨΕΙ Ο ΒΟΥΤΥΡΟΚΩΛΟΣ ΜΠΟΥΛΗΣ ΤΗΣ ΜΑΜΑΣ. ΕΦΑΓΑ ΧΑΣΤΟΥΚΙΑ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΧΑΡΑΚΑ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ ΕΜΑΘΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΑ.!!

3. «Δε μιλώ με τεντιμπόιδες αγαπητέ», το ξέκοψε αποφασιστικά ο ευγενικός κύριος και γύρισε αλλού το κεφάλι.
«Δεν είναι τεντιμπόις, βουτυρόκωλος είναι, χειρότερος και από σένα», αντιγύρισε η γνωστή μου κυρία, «γιατί μπορεί να λέει πως δεν χωνεύει τάχα τους γραβατωμένους χοντρομπαλάδες αλλά κατά βάθος είναι μαζί τους«.

4. Οσο για εκπαιδευση θα επρεπε το στρατοπεδο να το βλεπουν μονο οταν πανε για υπνο και φαγητο. Στιβος μαχης για ολους καθε μερα ,απειρες βολες σε ολα τα φορητα οπλα τουλαχιστον 1-2 φορες την εβδομαδα και ασκησεις πολεμικων παιγνιων καθημερινα. Δηλαδη σεναρια πολεμικα με οπλα paintball σε ειδικα διαμορφωμενες εκτασεις οπως αστικο περιβαλλον, πεδινο,ορεινο εδαφος και ενα σωρο αλλα οπως μαχη σωμα με σωμα, λαβες μαχης, πολεμικες τεχνες. Ουτε μαζεμα γοπας, ουτε καθαρισμα χεστρας ,ουτε σκουπισμα λες και ειναι φιλιππινεζες. Για αγγαρειες καθαριστριες. Αυτο πως θα σου φαινοταν; Θα το αντεχες για να νιωσεις πραγματικος στρατιωτης με πραγματικη εκπαιδευση η' ο καθε βουτυροκωλος θα εβαζε λυτους και δεμενους να τον γλυτωσουν απο τους βαρβαρους καραβαναδες που τον βασανιζουν ;

Εμένα πάντως ο νους μου πήγε αλλού (από σφυρίζων, 02/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified