Χρονικά μεταβαλλόμενη φράση (παίζει η ημέρα), με την οποία κρίνεται η εξωτερική εμφάνιση κάποιας.

Δηλώνει τον μη ενθουσιασμό για την εμφάνιση τη κρινομένης, μη απορρίπτοντας όμως την υποβόσκουσα επιθυμία για βραχύβια και βραχυχρόνια σεξουαλική συνεύρεση μαζί της.

Χρησιμοποιείται κατά κανόνα από τον ερωτικά πεινασμένο, ο οποίος κοιτά και κρίνει οτιδήποτε περνάει από μπροστά του, προσπαθώντας, πάντα ανεπιτυχώς, να κρύψει την αγαμοσύνη του. Το εν λόγω άτομο συνοδεύεται συνήθως από φίλο αντιστοίχων επιδόσεων.
Η κατάληξη της βραδιάς είναι σχεδόν πάντα ίδια και δεδομένη.

(Γνωστή μπακουροσυζήτηση: )
-Δες αυτή ρε μαλάκα! (σωστή χρήση του όρου)
-Ποια ρε μαλάκα;
-Αυτή που περνάει με το μαύρο κολάν
-Ε!, για Δευτέρα βράδυ, καλή είναι.

Δε γίνεται Σάββατο! (από Galadriel, 19/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στοιχήματα μπαίνουν διάφορα, ειδικά όταν και οι δύο στοιχηματζήδες δηλώνουν τη βεβαιότητά τους για το τελικό αποτέλεσμα. Όταν όμως ο ένας εξ αυτών είναι απολύτως βέβαιος για το αποτέλεσμα αυτό και για την μηδενική πιθανότητα του ενάντιου (κοινώς τον κόβει) λέει: αν δε γίνει αυτό, χέσε με / να με χέσεις.

Καλά, αν χάσουμε και από εσάς, χέσε με!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βαδίζω με την ταχύτητα του φωτός υψωμένη στη δύναμη -100. Ο διπλανός που βαδίζει, με ακολουθούσε στο προηγούμενο και θα προηγείται στο επόμενο βήμα. Έτσι όπως πάω θα φτάσω σπίτι του χρόνου.

Βέβαια, τα πάντα είναι σχετικά όπως μας επισημοποιεί ο Αλβέρτος. Έτσι λοιπόν στην αυτοκίνηση το σούπερ ντούπερ αυτοκινητάκι μου σέρνεται μπροστά σε μια μερσέντα η οποία με τη σειρά της σέρνεται μπροστά σε μία λαμποργκίνι.

Στην κομπιουτερική, ένα μηχανάκι (υπολογιστής) σέρνεται όταν το έχουμε φορτώσει με 224 προγράμματα, εκ των οποίων χρησιμοποιούμε ταυτόχρονα τα 199, έχουμε γεμίσει τον δίσκο με τις 55 πιο πρόσφατες ταινίες που κατεβάσαμε από τα torrents και κάνουμε επικοινωνία με web cam. Προσπαθούμε δε να ανοίξουμε το κοίτα έξω (outlook) για να στείλουμε e-mail. Αν ανοίξει, χέσε με.

Ας πάρουμε ένα ταξί, δε βλέπεις; Σέρνομαι (χικ)

(από Stravon, 04/09/09)

Βλ. και σέρνεται

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση της εγγλέζικης setup. Από σεταπάρω, σύμπτυξη σε σετάρω.

Γενικότερα: σετάρω = ρυθμίζω. Στην κομπιουτερική: σετάρω = εγκαθιστώ πακέτα λογισμικού προκειμένου αυτός να είναι εύχρηστος και λειτουργικός.

-Ποιος το σέταρε (σετάρισε) το μηχάνημα σου και πάει έτσι;
-Κανείς, έτσι το πήρα από το x (μεγάλη εταιρία)
-Ας πρόσεχες φιλαράκι. Τώρα πλερό (το λήμμα παραδόξως δεν υπάρχει).

(από Stravon, 04/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλαιότερα είχε μεγάλη πέραση στο (α)δύνατο φύλλο. Τα τελευταία χρόνια η κουρευτική μηχανή του είναι απαραίτητο αξεσουάρ.

Το χειμώνα αποφεύγει οτιδήποτε μάλλινο θα μπορούσε να έρθει σε απευθείας επαφή με το δέρμα του. Προτιμά τα υποκάμισα. Αφήνει συνήθως ανοιχτά τα τρία τελευταία κουμπιά και μέσα από τη ζούγκλα του στήθους του ξεπροβάλει ο βαπτιστικός χρυσός σταυρός του.

Το καλοκαίρι κυκλοφορεί πάντα ημίγυμνος στο σπίτι. Η πολύ ζέστη σε συνδυασμό με το φυσικό, πυκνό στρώμα τρίχας που καλύπτει το κορμί του ανεβάζει το επίπεδο δυσφορίας σε δυσβάστακτα ύψη. Όταν είναι ντυμένος μπορεί κανείς να παρατηρήσει τις τρίχες να ξεπροβάλουν μέσα από τα μπλουζάκια.

Έχει φροντίσει η φύση να τον καλύψει από την κορφή μέχρι τα νύχια. Από την κορφή; Όχι πάντα, γιατί τις περισσότερες φορές, ο βελέντζας είναι… φαλακρός!!!

(Για τους παλαίουρες)
-Πόσο είναι το σκορ
-80-80 αλλά μην ανησυχείς. Ρίχνει βολές ο βελέντζας

Άντε να τον μαρκάρεις όταν είναι ιδρωμένος (από Stravon, 04/09/09)Ο Ζήκος σκανάρει τον Βελέντζα (από GATZMAN, 04/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρώην ανδρικός όρος που στη σημερινή γυναικοκρατούμενη κοινωνία θεωρείται φαλλοκρατικός.

Το σκίσιμο της γάτας ήταν υποχρέωση του κάθε άνδρα που σεβόταν τον ανδρισμό του. Να πάρει δηλαδή το επάνω χέρι στη σχέση. Να της δείξει που είναι η κουζίνα, που είναι το κρεβάτι και ποιες οι υποχρεώσεις της. Τι επιτρέπεται και τι όχι. Όποιος δεν έσκιζε τη γάτα το πλήρωνε, γιατί η γάτα ως γνωστόν, γρατζουνάει.

Βέβαια στην πορεία προτάθηκαν κι άλλες μέθοδοι όπως χάιδεμα της γάτας, καλόπιασμα της γάτας, αδιαφορία για τη γάτα κλπ αλλά πάντα με το ίδιο τελικό αποτέλεσμα. Η γάτα γρατζουνάει και είναι εφτάψυχη.

-Αδερφέ μου, με έχει πεθάνει στο τρέξιμο: πάνε από εδώ, φέρε εκείνο, αγόρασε το άλλο. Άσε που δίνει μια περιουσία στα λούσα της.
-Παμινό, σκίσε τη γάτα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω φορμάτ (διαμορφώνω) μαγνητικό μέσο αποθήκευσης δεδομένων.

Τα μαγνητικά μέσα αλλάζουνε μα το φορμάρω μένει. Ξεκίνησε από τις δισκέτες των 5 1/4'' πέρασε στις 3.5'',στους σκληρούς δίσκους και τέλος στα σημερινά φλασάκια. Νομοτελειακή κατάληξη πειραματισμών στο λειτουργικό σύστημα.

Όποιος δε ξέρει να το κάνει, το πληρώνει. Κλέφτες θα γίνουμε εμείς;

- Έπαιζα με το φάκελο windows/system, μετά πείραξα λίγο τη registry, κατέβασα και κάτι από το internet και ο υπολογιστής κόλλησε.
- Κάνε format.
- Πώς γίνεται αυτό;
- Καλά άστο, με 50€ στο φορμάρω εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ιδανική κατάληξη ενός σουτ στο μπάσκετ. Τονώνει την αυτοπεποίθηση του σουταρίζοντος, απελπίζοντας ταυτόχρονα τους επίδοξους ριμπαουντέρους.

Γνωστό και ως αθόρυβο είναι πολλές φορές αμφισβητούμενο όταν το καλάθι δεν έχει δίχτυ που να μαρτυράει την είσοδο και την έξοδο της μπάλας από την οπή της στεφάνης. Όταν δε ένας επίδοξος ριμπαουντέρος «σηκωθεί» για να πάρει το ριμπάουντ σε καλάθι χωρίς δίχτυ, κινδυνεύει να φάει τη μπάλα στη μάπα.

-Το είδες το «σκιστό» του Στογιάκοβιτς με το γαύρο;
-Μαλάκα μου, τέλειο σουτ. Αεράτο υπό πίεση

Μπασκετομάνα θεσσαλονίκη (από Stravon, 04/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανεπίσημος όρος του τάβλι, συνώνυμο της κωλοφαρδίας στον υπερθετικό βαθμό. Χαρακτηρίζει τον εκνευριστικότερο τύπο παίκτη: Εκεί που έχεις καταστρώσει μια στρατηγική αφήνοντας ένα πολύ μικρό παραθυράκι στο να συμβεί το ουσιαστικά αδύνατο και στατιστικά απίθανο, ο αντίπαλος, παίζοντας με το στόμα, φέρνει μια σειρά ιδανικών ζαριών και σε ρίχνει στο καναβάτσο. Βλέπε εθνική Ελλάδος ποδοσφαίρου.

Αλλιώς: φέρνει ότι θέλει, παίζει με τον κώλο, κλπ

- Φίλε παράτα τα, μαρς είναι το παιχνίδι.
(2 λεπτά αργότερα)
- Τι γίνεται ρε φίλε, με το στόμα παίζεις; Δε γίνονται αυτά!

παίζει με τον κώλο! (από gaidouragathos, 25/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τέταρτο παιχνίδι του ταβλίου που γνωρίζουν λίγοι και παίζουν ακόμη λιγότεροι. Έχει χαρακτηριστεί τυχερό παιχνίδι από τους αυτοθεωρούμενους επιστήμονες που απεχθάνονται την κωλοφαρδία. Βέβαια εκεί που η κωλοφαρδία ενσωματώνεται στη λογική, αρχίζει το γκιούλ. Εδώ βέβαια μπορεί να αρχίσει θεολογική, φυχολογική και παραψυχολογική συζήτηση, γιατί αφενός υπάρχει η ψυχολογική κωλοφαρδία (φέρνω ότι θέλω) αλλά και η τοποθέτηση του εγώ απέναντι στα θεία (αν θεωρήσουμε ότι η κωλοφαρδία είναι θεόπνευστη).

Παίζεται με τους γενικότερους όρους που διέπουν το «φεύγα» με τις εξής διαφορές:
Ο παίκτης μπορεί να τοποθετήσει αμέσως πούλια στην περιοχή του χωρίς να χρειάζεται να κατέβει στην περιοχή του αντιπάλου. Μετά και τη δεύτερη ζαριά, η οποία παίζεται φευγοειδώς (δηλαδή στην τρίτη ζαριά), «παίζονται» οι διπλές, δηλαδή όποιος φέρει μια διπλή (x,x) παίζει και όλες τις επόμενες διπλές {(x+1,x+1) έως (6,6)} με αύξουσα πάντα σειρά. Συνεπώς η μεγαλύτερη ζαριά είναι οι άσσοι (1,1). Ο κάθε παίκτης ουδεμία υποχρέωση έχει να αφήσει διαδρόμους στον αντίπαλο. Μπορεί να τον κλείσει παντού. Αν κάποιος παίκτης φέρει ζαριά που δεν έχει να παίξει (εξ ολοκλήρου ή τμήμα αυτής) αφού κάνει τις κινήσεις που μπορεί, τις υπόλοιπες τις παίζει ο αντίπαλος.

Εκ του ονόματος φαίνεται να έχει τούρκικη προέλευση, ωστόσο, ακολουθώντας την πάγια άποψη μου ότι οι Τούρκοι ήταν παντελώς ανίκανοι να αναπτύξουν εκ θεμελίων δικό τους πολιτισμό, αλλά ικανότατοι στην οικειοποίηση άλλων, βρήκα ότι είναι αραβικής προέλευσης (Μουλτεζίμ = > φεύγα και γκιούλ).εδώ

Πέρα από το τάβλι η λέξη χρησιμοποιείται για να δηλώσει την τύπου ντόμινο ακολουθία καταστάσεων.

Ούτε γκιούλ να έπαιζα ρε φίλε, με πήρε η κάτω βόλτα και δε μπορώ να σηκώσω κεφάλι. Από σφαλιάρα σε σφαλιάρα.

Γκιουλ Καντίμ, πρώην Λούβαρη, πρώην Φιξ (από johnblack, 04/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified