Στην πούτσα μου. Η μέγιστη δήλωση αδιαφορίας. Γίνεται χρήση συνήθως από παλαιούς φαντάρους που έχουν βαρύνει από τους μήνες...

- Ρε συ, πάλι σκοπιά;
- Ζμπούτζαμ. Δέκα και σήμερα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων σχέση με/πίστη στο νόμο του Μέρφυ.

...και με το που μπήκαμε στο κλαμπ μετά από χίλια ζόρια, έγινε μπλακάουτ... μερφικές καταστάσεις...

Got a better definition? Add it!

Published

Ο τελευταίος πόντος ενός αγώνα (π.χ. βόλεϋ).

Αλλιώς: match point.

- Ήταν τόσο χάλια η ομάδα που ούτε που κατάλαβα πως πέρασε έτσι η ώρα και φτάσαμε να μας σερβίρουν για το λούκουμο....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ παλαιός φαντάρος. Προκύπτει λόγω της πολυκαιρίας, εξαιτίας της οποίας το γράμμα «π» σβήστηκε (ή έπεσε) από την λέξη «παλαιός».

Νέοι: Ρε τι είναι τούτο; Με μπλουζάκι Black Sabbath στην αναφορά;
Λοχίας: Δουλειά σας εσείς. Αυτός είναι αλαιός...

Got a better definition? Add it!

Published

Χρησιμοποιείται για κάποιον που έχει πιει και τραυλίζει, δυσκολεύεται να μιλήσει. Βλέπε: Ορέστης Μακρής.

Ο Τάκης ήταν νηστικός από χθες κι έτσι μετά από κανα - δυο ουίσκια άρχισε να μιλά ορέστικα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Anti Gasma Patrol. Εξειδικευμένη στρατιωτική αργκό. Πρόκειται για απομονωμένες παρέες (Αθηναίων κυρίως) φαντάρων εξοδούχων στη Γκασμαδία. Καμία σχέση με κάρτες γραφικών...

Ο Τόνυ, ο Τζων και ο Δημήτρης έκαναν επιτέλους A.G.P. εκείνο το βράδυ μετά από πολλές μέρες υπηρεσίας...

Got a better definition? Add it!

Published

Ο άγαρμπος, τρομερά αδέξιος άνθρωπος που είναι γραφτό να του πέσει κάποιο αντικείμενο απ' τα χέρια ή να κάνει ζημιά.

Χρησιμοποιείται και σαν επιφώνημα. Δημοφιλές και για τερματοφύλακες...

- Πρόσεχε με αυτό το δίσκο, Λάκη θα σου πεσ....
- Μανταλάκια!

Βλ. και παράλjυτος, μανταλάκιας, παρμένο, άταρο, κουλός, ο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατασκευασμένη διάλεκτος χάριν ανάγκης κωδικοποιημένης ομιλίας, η οποία προκύπτει από τον αναγραμματισμό των φθόγγων των λέξεων. Ακόμα και η ίδια η λέξη ποδανά προκύπτει από τη λέξη ανάποδα.

Ραιάω ράμε μέραση... (Ωραία μέρα σήμερα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας κάπως πιο μουράτος (υποτίθεται) τρόπος να απαντήσεις σε ένα τηλεφώνημα ή σε μια πόρτα που χτυπάει αντί του ορθότερου εμπρός.

Ντρρίιιιιν!!!
- Μπρονξ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση η οποία αφορά συνήθως σε μια κατάσταση η οποία δεν πάει άλλο, είναι απελπιστική ή μας προκαλεί σοβαρή δυσφορία.

- Πώς τα βλέπεις; Θα βάλουμε κανα γκολάκι να πάμε παράταση;
- Καλά στραβός είσαι ρε; Δε βλέπεις που γαμιέται ο Δίας τόση ώρα;

(από jesus, 12/09/11)αν ψηφίσετε Σύριζα... (από MXΣ, 22/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified