Αυτός που το καυλί του είναι ανάπηρο ψυχικά, που δεν έχει και δεν μπορεί να νοιώσει καύλες, που στερείται της élan vital, ο χαντούμης, ο ξενέραστος, ο μικρόψυχος, ο μίζερος, που διαρκώς κρίνει και γιαλομίζει με υφάκι άπαντες, που παντού βγάζει απωθημένα και «στη χαρά φαλτσάρει».

Δεν περιορίζεται στον άρρενα πληθυσμό.

  1. Και κάτι θεοί που λένε «Κλείσε το blog κλπ». Πόσο καυλανάπηροι; Δηλαδή τι σημαίνει κλείσε το blog; Σβήσε τα κείμενα που ήδη υπάρχουν; Χαχα τι βλάκες. Μου κάνατε τα καμπανέλια full extra.

  2. …Xοχοχο πιστοποιημένος πια. Ακόμα ένας κακομοίρογλου καυλανάπηρος δευτεροτριτοτέταρτος που ασχολείται με την σεξουαλική ζωή των άλλων.

  3. Δυσλεκτικός. Πανταχού απών μάλλον εννοείς είσαι η μεγαλύτερη κόμπια αυτής της εποχής επακόλουθο να με βρίζεις αφού ζήλος σε διακατέχει τελείωσε το τουρ κι φωνάζουν όλοι «κοιτάχτε πώς τρέχει» αδερφίτσες σαν εσένα ποτέ μου δεν φοβήθηκα μπρο είσαι ένα πλάσμα ανίερο κι στα ραπ απογοητευτικό το μόνο που ξέρεις να κάνεις καλά είναι εξύφανση δόλου δλδ χάρις το φρικιό να νικήσεις κι ας έχοντας πει λόγια κώλου καυλανάπηρη αδερφή παράτα το ραπ αυτή τι στιγμή μετά το ψόφιο σου κουπλέ ακολουθεί ΝΕΚΡΙΚΗ ΣΙΓΗ

(όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψαγμένη, ως προς την προφορά, απόδοση του αγγλικού psycho: ο ψυχασθενής με παράξενη ή και βίαια συμπεριφορά.

Παράλληλα και με τα δυο παίζει (περισσότερο προφορικά αυτό) και το ψάικο ενίοτε και σαν πσάικο. Και βεβαίως – βεβαίως όλα προέρχονται από το ψυχή είναι άκλιτα και εμφανίζονται σαν ουσιαστικά, επίθετα κι επιρρήματα.

Οι στατιστικές τοποθετούν τους Έλληνες ως προς την κατανάλωση ψυχοφαρμάκων στις πρώτες θέσεις της αντίστοιχης ευρωπαϊκής λίστας. Άρα τι; Βρήκαμε επιτέλους τι παράγουμε σαν χώρα; -μια και αφού πουλάμε τρέλα θα ήταν περίεργο να μην την παράγουμε, νο; Ή έχουμε να κάνουμε μ’ ένα είδος που αναπαράγεται με τρομερή επιτυχία βασικά, δια της μολυσματικής δράσης του; Ά! Ναι! Και ποιος κρίνει (αν μη τί άλλο, ως προς τα όρια) ποιος είναι ποιος και τι είναι τι;

Θα ήταν παράλειψη η μη αναφορά στις ταινίες «Ψυχώ» (“Psycho” -1960-) του Alfred Hitchcock με σενάριο από νουβέλα του Robert Bloch (-1959- βασισμένη σε πραγματικά περιστατικά) και “American Psycho” (2000) της Mary Harron με σενάριο από νουβέλα του Bret Easton Ellis (1991) που έχουν γράψει μια κάποια ιστορία.

1. Παιδιά αυτός ο Μ… δεν είναι φυσιολογικός διευθυντής. Είναι ..σάικο! Λέει σε συνέντευξη του ότι: i) Έχει σπάσει τζαμαρίες στο control όταν έχασε θέμα. ii) Του πήγαν άθραυστα τζάμια και τα χτυπούσε επί δέκα λεπτά με καρέκλες μέχρι που τα έσπασε. iii) (…) μια φορά έπιασε να πνίξει έναν τεχνικό επειδή έχασε ένα link. iv) Έσπασε μια πόρτα του σταθμού και μαζί τα δάχτυλα του. Μας συγχωρείτε αλλά αυτός δεν είναι άνθρωπος ούτε χιονάνθρωπος. Μάλλον έχει κάποιο πρόβλημα και πρέπει να το δει.

2. Δεν κατάλαβα τίποτα. Σε μένα μιλάς; Σε ξέρω; Με ξέρεις; Τι Σαββόπουλο τσαμπουνάς; Μπας και βλέπεις παντού φαντάσματα των πρώην σου; Μπας και είσαι λίγο σάικο;

3. Ο βλαχού έχει πάντα έναν και μόνο έναν κολλητό συμβλαχού με τον οποίο κάνουν αστεία για πούτσες και γαμήσια ή απλά γελάνε επαναλαμβάνοντας την ίδια ατάκα, πχ «ατσάαα» και «ίσι μουρφή!» Εκατό φορές τη μέρα. Κατά τ' άλλα είναι λιγομίλητος τύπος. Αν επιχειρήσεις οποιαδήποτε κοινωνική επαφή πάνω από μούγκρισμα, θα σου ρίξει ένα psycho βλέμμα που θα φρίκαρε και τον πληκτρά των Rammstein.

4. Θες να μας πεις ότι θα κόψεις το τσιγάρο, έμμεσα; Καλό ήταν, αλλά μου φάνηκε κάποια στιγμή λίγο psycho να κάθεσαι και να μιλάς με το character και να σαι no life!

5. Πωωωω ρε φίλε psycho-φάτσα δες!!! Μαζεύτε τον ρεεεεεεε....

(όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «κρέμα» αποτελεί αντιδάνειο από το ιταλικό crema, αυτό από το γαλλικό crème, που προήρθε από το λατινικό chrisma, αυτό από το αρχαίο χρĩσμα, κι αυτό από το χρίω: απλώνω ομοιόμορφα μια ουσία πάνω σε επιφάνεια.

Πρόκειται βεβαίως-βεβαίως για το γλύκισμα από γάλα, αυγά, αλεύρι και ζάχαρη κι όχι μόνο, που εκτός από μόνο του σε διάφορες εκδοχές, αποτελεί βασικό συστατικό και άλλων γλυκών.

Η διευκρίνιση κρίθηκε αναγκαία μια και θλιβερή πείρα έχει αποδείξει πως ο νους πλείστων όσων Ελλεεινίδων πηγαίνει πρωτίστως στις κρέμες-καλλυντικά και ουχί στο γλύκισμα. Όχι πως το αντίθετο είναι πάντα επιθυμητό (παρακαλώ να μην ληφθεί σαν σπόντα κατά των κυριών του σαϊτός).

Σημαίνει «παίρνω ό,τι καλύτερο από κάτι» και ασφαλώς υπονοείται πως απέμεινε ο κατιμάς για τους λοιπούς. Συνήθως έχει να κάνει με ακίνητη περιουσία, χρήμα αλλά κι ό,τι έχει κάποια αξία έστω και περιστασιακά.

Ως γνωστόν όμως, το καλύτερο από κάτι, συνήθως δεν το επιθυμεί μόνο ένας και κατά συνέπεια, αφού οι άλλοι δεν είναι μαλάκες να σ' αφήσουν να πάρεις αυτό που όλοι έχουν στο μάτι, η έκφραση υπονοεί πως «παίρνω / διαλέγω κάτι πρώτος».

Εξού και η σλανγκικότερη σημασία «παίρνω την παρθενιά» –συνήθως την κυριολεκτική παρθενιά κορασίδος, αλλά επειδή περί ορέξεως ... κολοκυθόπιτα και επιπλέον, άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου, κάντε μόνοι σας τους πιθανούς συνδυασμούς.

Παρότι το κοκό της βετεράνου είναι χωρίς αμφιβολία το δέκα το καλό και η παρθενιά δεν θεωρείται πλέον ό,τι πολυτιμότερο σε μια γυναίκα, η ιδιότητα του κατά συρροή διακορευτή αυξάνει το status κάθε αρσενικού ακόμη και παρά τη ρετσινιά(;) του παιδέρα.

Ο ακατάλυτος δεσμός μεταξύ των εραστών έστω σε επίπεδο μνήμης; Το ιστορικό της στιγμής έναρξης της σεξουαλικής ζωής; Κατάλοιπα χιλιετιών; Το κοινωνικά πολυσήμαντο βαρίδι του «πρώτος» γενικά; Ένα ταμπού που επιβιώνει εξαιτίας της θρησκείας, της ψυχολογίας, της κότας της διπλανής πόρτας, του φόβου για παράσημα, ή μούλικα; Απόρροια της αντίληψης της γυναίκας σαν περιουσία; Λίγο το 'να, λίγο τ' άλλο, όλα παίζoυν.

Κυκλοφορούν και: το τρώω την κρέμα και για μεγαλύτερη έμφαση τα παίρνω/τρώω την κρεμ ντε λα κρεμ, παίρνω/τρώω τον αφρό.

  1. …άλλο να είσαι στο ξεκίνημα ενός ΚΠΣ, άλλο να είσαι στην 'μέση' όταν ο προηγούμενος πήρε την κρέμα, και άλλο στο τέλος, όπου γίνεται ένας πανικός για να απορροφηθούν κονδύλια.

  2. Τα δικά μας τα σαΐνια, πήραν τον αφρό άμεσα (κόψιμο μισθών και κυρίως, συντάξεων), μάζεψαν ό,τι πρόλαβαν με ΦΠΑ και περαιώσεις, και τώρα έμειναν με τον ..βούρκο.

(από το δίχτυ)

  1. - Τα 'μαθες; Η Πάτι πάντρεψε την μικρή του γείτονα.
    - Ναι ε; Με ποιόν;
    - Με έναν οικονομοκάτι, δεν πολυκατάλαβα, πτυχιούχο του ...Πόλυστερ, ...Καντάφιστερ.
    - Πούτσεστερ;
    - Κάτι τέτοιο. Δε μου φάνηκε σόι. Σα να χαλβάδιαζε τον παπα-Μπάμπη, ένα πράμα. Κρίμα την καημενούλα την Κούλα, τέτοιο κορίτσι για σπίτι, σαν τα κρύα τα νερά!
    - Σιγά! κόψε κάτι!
    - Ναι γιατί άσχημα θα σου 'πεφτε για νύφη! Μας το πήρε ο φλώρος το μαναράκι μεσ' απ' την αυλή μας!
    - Μπααα! Μη σκας! Άλλος πήρε την κρέμα!
    - Τι;! Βρε τ' αλάνι! Εμ!! Είχε παππού να μοιάσει. Που 'ν' τος τώρα;
    - Μάλλον με την κουμπάρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά ακούγεται σαν αποτυχημένη κυριλέ προσπάθεια να αποφορτιστεί κάπως το πιο τσαχπίνικο «γλειφοκώλι» σαν προκαταρτικό σεξουαλικών πρακτικών -ντεμέκ ταμπού- μεταξύ ατόμων κάθε φύλου.

  1. Όχι όλοι οι αξιωματικοί, δεν τους βάζω όλους σε ένα τσουβάλι, διότι υπάρχουν και έντιμοι και άνθρωποι με πίστη στον όρκο που έδωσαν. Ομιλώ για αυτούς που φίλησαν τον κώλο των πολιτικών για μια θεσούλα στην ιεραρχία…

  2. Η άποψη ότι το metal είναι ρατσιστικό είναι τόσο ανεδαφική όσο η ίδια άποψη για το Hip Hop. Και ξαναλέω πως αν μια μικρή μειονότητα γκαρίζει «kill black people» (ή «kill whitey»), αυτό δε σημαίνει ότι όλοι οι metal heads (ή οι Hip Hoppers) είναι ρατσιστές. Πάντως, τα περί αντίδρασης κτλ., είναι πλέον άκυρα. Το «cracka» είναι ξερά ρατσιστικό κι όσοι μαύροι επιμένουν να το χρησιμοποιούν λέγοντας ότι δεν είναι αρνητικά φορτισμένη έννοια, ας μου επιτρέψουν να τους λέω «niggaz» ή ας μου φιλήσουν τον κώλο.

(όλα από το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο θαμώνας των μπουρδελοστούντιο (κυρίως), αλλά κι αυτός που βγάζει δημιουργικά γούστα σε οπουδήποτε άλλου είδους στούντιο (π.χ. φωτογραφικό, ηχογράφησης, κινηματογραφικό). Λόγω κατάληξης, είναι χαϊδευτικό ή και κάπως κατώτερο σε κύρος του σχετικού στουντιά.

Σε καλλιτεχνικά σινάφια μπορεί ενίοτε να υπονοεί μια ανεπάρκεια του καλλιτέχνη να λειτουργήσει το ίδιο αποτελεσματικά δια ζώσης, οπότε και λειτουργεί απαξιωτικά.

Αντίθετα, στα σινάφια των πουτανόβιων, ο στουντιάκιας καταναλώνει, αν όχι τα απλησίαστα φιλέτα της αγοράς, σίγουρα κάτι πιο ανεβαστικό από πλευράς επαγγελματικής ποιότητας, περιποίησης ίσως και εύρους υπηρεσιών που, αφού κοστίζει πολύ παραπάνω απ’ ό,τι προορίζεται για την ..πλέμπα, του προσθέτει μια κάποια αύρα μερακλή, φραγκάτου ή και κορόιδου -απ’ τα πιο περπατημένα στη συγκεκριμένη πιάτσα αλάνια.

  1. Νομίζω κάθε στουντιάκιας που σέβεται τον εαυτό του οφείλει να έχει στο ενεργητικό του μια συνεύρεση με την Π... (αφού την έχει παινέσει τα μάλα).

  2. Ο φωτορεπόρτερ κατά αντιστοιχία θα πάρει Canon 1Ds MII, ο τοπιάκιας / στουντιάκιας θα πάρει Fujifilm SXPro, ο «φτωχός» θα πάρει Canon 300/350D, Olympus E300 κοκ...

  3. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι ο Λοΐζος ήταν, ας μού επιτραπεί η έκφραση ... «στουντιάκιας», καθόσον του άρεσε πολύ να κάθεται με τις ώρες στο στούντιο ηχογραφήσεων με τους μουσικούς του και να πειραματίζεται με νέους ήχους, με ενορχηστρωτικούς συνδυασμούς κλπ.

  4. Ο Labrie είναι στουντιάκιας. Live δεν έχει τόσο καλή απόδοση.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προς + κυνέω –ώ: φιλώ, ασπάζομαι, και κυριολεκτικά σημαίνει:

  • υποκλίνομαι, γονατίζω σε ένδειξη υποταγής,
  • ασπάζομαι κάτι (συνήθως θεωρούμενο ιερό ή αξιοσέβαστο) σαν ένδειξη λατρείας, σεβασμού, ευλάβειας,
  • συμπεριφέρομαι μειωτικά για να γίνω αρεστός σε κάποιον.

    1. Επί το σλανγκικότερον: αποδίδω τα καρασπέκια μου.

Αν το συμβάν που προκάλεσε τέτοια αντίδραση έλαβε χώρα μπροστά σε πλήθος, τότε αυτό ένθεο προσκυνά ενίοτε τον υπεύθυνο κινώντας ομαδόν τα χέρια από την ανάταση στην πρόταση με ταυτόχρονη μικρή έως μέτρια υπόκλιση: θέαμα σε παντός είδους γήπεδα που ίσως και να ενέπνευσε τον Τζιμάκο.

(H σλαγκιά δεν περιορίζεται στις λέξεις, λέω ‘γω.)

2. Όταν η βαρεμάρα ή η κούραση ή ο συνδυασμός τους χτυπάει ταβάνι, τότε παρατηρείται το εξής φαινόμενο: ο παθών πασχίζει να κρατήσει τα μάτια ανοιχτά και την προσοχή του τεταμένη αλλά -φευ!- εις μάτην˙ το κεφάλι παλινδρομεί μεταξύ γερσίματος προς τα πίσω (με παράλληλο, ενίοτε, άνοιγμα της γνάθου κι ευκόλως εννοούμενη ηχητική υπόκρουση) –θέση Α- και γερσίματος προς τα εμπρός –θέση Β (της προσκυνήσεως)- μετά μεταμορφώσεως σε ρόμπα λουλουδάτη στα μάτια των πέριξ.

Αν δεν σας έχει τύχει, απλά δεν ξέρετε τι σημαίνει:

  • ξεπάτωμα (νταξ κατά μια έννοια),
  • να χτυπάς γερμανικό,
  • να είσαι φρέσκος γονιός,
  • να συνοδεύεις τελειωμένη από υπερκουλτουρίαση γκόμενα σε σινεμά,
  • κονσέρτο οργάνου μετά από ολοήμερη τουριστική περιήγηση,
  • μεσημεριανό σεμινάριο.

    3. Η παγιωμένη έκφραση Προσκυνώ τη χάρη σου Λαέ μου! προέρχεται από τον τίτλο του ομώνυμου τραγουδιού που ερμηνεύει ο Χαράλαμπος Γαργανουράκης με μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου σε στίχους Μιχάλη Σταυρακάκη και φέρνει σε ύμνο-εμβατήριο.

Εμφανώς θρησκευτικής εμπνεύσεως, (χαλαρά χριστιανοσλάνγκ, ακόμη και χωρίς το «Λαέ μου»), χρησιμοποιείται εν είδει μαζικού γλειψίματος για λόγους χειραγώγησης, όταν το πλήθος πρέπει να ντοπαριστεί θεοποιούμενο.

Έτσι μοστράρεται σε κάθε είδους αθλητικό έντυπο που σέβεται το μεγαλείο των εκδηλώσεων του λαού–πελάτη του, όπως και από τους περιγράφοντες μαζικές συγκεντρώσεις-εκδηλώσεις συνηθέστερα συνδικαλιστικές, κομματικές (σαφώς αριστερής απόκλισης) κι όχι μόνο.

Μια ακόμη άποψη του αμαλγάματος Θρησκεία, Πολιτική, Θέαμα, ΜΜΕ.

1. …αν ισχύει τότε προσκυνώ!! ο τύπος είναι παγκόσμιος! Την Καθαρή Δευτέρα με την μεγάλη κακοκαιρία , κάπου στην Εθνική οδό κοντά στην Λαμία είχε χιονοθύελλα. Τα αυτοκίνητα χρειαζόντουσαν αλυσίδες διότι ο δρόμος γλιστρούσε. Ο οδηγός του SEAT (….)δεν είχε αλυσίδες. Και τότε ο γίγαντας , ο ένας , ο μοναδικός ο Θεός , ο.................. τι σκέφτηκε;;;; Έντυσε καλά την γυναίκα του , της έβαλε κασκόλ γύρω από το κεφάλι και την έβαλε να κάτσει πάνω στο καπό ώστε να πατάνε καλά οι ρόδες του αυτοκινήτου του. Η διαδρομή κράτησε περίπου στα 7 χιλ όσο ήταν και το πρόβλημα του δρόμου. (βλ. μήδι)

2. Βλέπε βιντεομήδια.

3. Προσκυνώ τη χάρη σου Λαέ μου! Αυτό ήταν Παλέ! Αυτός ήταν Λαός! Τέτοιες εικόνες μάς προκαλούν γλυκόπικρα συναισθήματα, γιατί αναρωτιόμαστε για ποιο λόγο δεν τις βλέπουμε σε ΚΑΘΕ αγώνα του Αυτοκράτορα μέσα στο θρυλικό Παλέ!

(όλα από το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ραντάρ (radio detecting and ranging - ραδιοεντοπιστής, επί το ελληνικότερο) είναι βέβαια το ηλεκτρονικό εκείνο σύστημα που με τη χρήση ραδιοκυμάτων βοηθά στον εντοπισμό και την παρακολούθηση κινητών κι ακίνητων αντικειμένων – στόχων, εξυπηρετώντας τα μάλα στρατιωτικούς, μετεωρολόγους, ναυσιπλοείς, ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας και άλλους πολλούς.

Όταν λοιπόν εκτός τέτοιων σιναφιών λέμε πως έχουμε κάτι ή κάποιον στο ραντάρ, εννοούμε πως μας ενδιαφέρει, πως τον παρακολουθούμε από κοντά, πως ελέγχουμε τις κινήσεις του.

Αλλά μοιραία το σύστημα, όπως κάθε σύστημα, έχει κι αυτό τις αδυναμίες του. Έτσι, αν κάτι (π.χ. μικρό αεροπλάνο κάργα στο κοκό) κινείται στα μουλωχτά κοντά στο ύψος της επιφάνειας του εδάφους, (κάτω απ’ το πεδίο δράσης του ραντάρ) δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό. (Μια απ’ τις εξελίξεις του «βαποριού απ’ την Περσία» είναι «το Τσέσνα απ’ την Κολομβία»).

Η έκφραση αποτελεί μετάφραση των αγγλικών «fly/slip under somebody’s/ the radar» και σημαίνει πως κάτι συμβαίνει κρυφίως (κι ενίοτε δολίως και υπούλως), χωρίς να γίνεται αντιληπτό και χωρίς να τραβά την προσοχή (συχνότατα του νόμου, των ΜΜΕ άρα του κοινού) αν και θα έπρεπε.

Είναι η τεχνολογική εξέλιξη – ευφημισμός του «κάτι γίνεται κάτω απ’ τη μύτη κάποιου άλλου».

Ειδικότερα, στα πολιτικά σινάφια αναφέρεται στο παρασκηνιακό νταλαβέρι που συμβαίνει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας (π.χ. μυστική διπλωματία, κατάστρωση μη ανακοινώσιμης ατζέντας και γενικά όλα αυτά που φοβίζουν το Βασίλη) και συμπληρώνει -κατά μια έννοια- τον διεθνή δημοσιογραφικό όρο «off the record» (ελληνιστί: «με κλειστό μαγνητόφωνο» και σλαγκιστί μεταξύ μας, Μεταξά), υπονοώντας πως κάποιοι τα κάνανε πλακάκια / τάτσι, μήτσι, κότσι.

1. Στο ραντάρ της Λίβερπουλ ο Ντιέγκο Περότι
(υπονοείται το ενδιαφέρον της ομάδας να αποκτήσει τον παίκτη)

2, Δεδομένου ότι ο χημικός δουλεύει «υπό πίεση» (παράνομο ντε είναι αυτό που κάνει), πιθανόν να χρησιμοποιήσει και ακάθαρτα υλικά για να μείνει κάτω από το ραντάρ. Δεν έχει την πολυτέλεια να παραγγείλει καθαρότατα χημικά από εταιρίες και να κινήσει τα βλέμματα πάνω του («τι τα θέλει αυτός αυτά όλα;»). (αναφέρεται στην κατασκευή ναρκωτικών)

3.Σήμερα το σκάνδαλο δεν είναι μόνο το βιτριόλι, αλλά το ότι χιλιάδες Έλληνες και αλλοδαποί ακροβατούν στην κόψη του «ηθικού και νόμιμου», κάτω από το ραντάρ της εργατικής νομοθεσίας. (αναφέρεται στο αίσχος που υπέστη η Κωνσταντίνα Κούνεβα)

4.Η κίνηση να παραγραφούν οφειλές προς το δημόσιο ύψους 24 δισεκατομμυρίων είναι η πρώτη και βασική κίνηση για αύξηση των εσόδων του δημοσίου το επόμενο διάστημα. Από αυτό το ποσό μεγάλο μέρος είναι όντως οφειλές από χρεοκοπημένες επιχειρήσεις ή αδύνατο να εισπραχθούν. Δεν υπάρχει όμως πλήρης διαφάνεια στη διαδικασία γιατί μεγάλο μέρος αφορά και μια ανεπίσημη -«κάτω από το ραντάρ»- παραγραφή χρεών διαφόρων μεγάλων επιχειρήσεων.
(υπονοείται πιθανή συνταγματική παραβίαση της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του Συντάγματος –«οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους».)

5.Μα έχω καταθέσει εδώ και πολλούς μήνες δημόσια μια αναλυτική πρόταση με τίτλο «εδώ και τώρα επανατοποθέτηση του ελληνικού ζητήματος στην ευρωζώνη», που, εκτός των άλλων, περιλαμβάνει τη συντεταγμένη «αναδιάρθρωση» του χρέους, δηλαδή τον συνολικό αναπρογραμματισμό του και την de facto αναμόρφωση του μνημονίου με αναπτυξιακά κριτήρια, ενώ αναδεικνύει τις εγγενείς αντιφάσεις και ανισορροπίες της ευρωζώνης. Η υποδοχή της, κάτω από τα ραντάρ, ήταν εντυπωσιακή σε όλο το πολιτικό φάσμα.
(από πρόσφατη συνέντευξη του Μίμη Ανδρουλάκη)

(όλα από το δίχτυ)

Άντε απο κάτω απο τα ραντάρια... (από HODJAS, 18/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σαν απαξιωτικός χαρακτηρισμός για άτομα (πολιτικούς, αθλητές, καλλιτέχνες, ηγέτες ή διοικητές κάθε είδους ακόμη κι εραστές).

Σημαίνει αυτόν που παρότι έχει, φαινόταν, ή πλασαριζόταν (π.χ. από τα ΜΜΕ) πως έχει πολλές δυνατότητες, ικανότητες, ταλέντο, υπολείπεται οικτρά σε αποτελεσματικότητα κι απόδοση κι αποδεικνύεται κατώτερος των προσδοκιών ή των περιστάσεων, απογοητεύοντας έτσι όσους στηρίζονταν ή περίμεναν πολλά περισσότερα από αυτόν.

Επίσης, αυτόν που δεν έχει ψυχή, ζωτικότητα, κότσια, αρχίδια, που έχει πέσει σε μια φάση παραίτησης, αδράνειας, απάθειας.

Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα είναι πως, παρότι διατηρεί ακόμα όνομα, μούρη (το κέλυφος) στην όποια πιάτσα, θεωρείται πλέον τελειωμένος, κούφιος, τζούφιος, δήθεν, τίποτας, τενεκές ξεγάνωτος.

Ανάλογα με την περίπτωση, υπονοείται ο βλάκας, ο χαντούμης, ο ατάλαντος.

Σχετικό (αν και σαφώς ...βαρύτερο): «Άδειο παντελόνι».

Όταν αναφέρεται σε ένα έργο, μια επένδυση, μια ενέργεια, μια διακήρυξη, ένα θεσμό και τα συναφή, σημαίνει πως είτε αποδείχτηκε φούσκα, μάπα, μούφα, δηθενιά, αέρας κοπανιστός, είτε πως κατάντησε (με ευθύνη κάποιων γνωστών – αγνώστων) άνευ περιεχομένου και ουσίας, αν κι είχε ξεκινήσει με τις καλύτερες προϋποθέσεις και με μεγάλες προσδοκίες.

Αν το δούμε από οικονομική άποψη, απλώς, δεν τα φέρνει.


Ως προς την ετυμολογία, φρονώ πως μας προέκυψε σαν (μάλλον κακή) απόδοση από τη γαλλιά coquille vide: άδειο κέλυφος / τσόφλι / κοχύλι, παρά απ’ την αντίστοιχη αγγλιά empty shell, που σημαίνει το ίδιο.

Κι αυτό γιατί απ’ το coquille vide αφαιρώντας (pun intended) το q, προκύπτει το «couille vide»: άδειο αρχίδι, γαλλικό λογοπαίγνιο που αποδίδεται συστηματικά σε Γάλλους πολιτικούς, (ενίοτε και μακρινής Ελληνικής καταγωγής –τυχαίο; Δε νομίζω).

Η σχέση (Θεμουσχώραμε τέτοιες μέρες) μυδιού (παντός είδους ) – αρχιδιού στο παρόν σάιτ, είναι αρκούντως γνωστή.

Όχι πως δεν παίζουν και τα «άδειο κέλυφος» / «άδειο όστρακο», αλλά μάλλον μόνο σαν ακριβείς μεταφράσεις της αγγλιάς και χωρίς να σλαγκίζουν (κατά την άποψή μου).

(Απ’ το ΔΠ, κατόπιν ανάρτησης απ’ τον elias_petropoulos)

  1. Όταν ένας ποδοσφαιριστής μένει από δυνάμεις, είναι άδειο μύδι. Δεν έχει να δώσει απολύτως τίποτα. Ακόμα και ο ιδρώτας που βγάζει χαμένος πάει.

  2. ...μπορεί κάποιος με τον μηχανισμό που διαθέτει να μπορεί να εκλεγεί σε κάποιον δήμο. Είτε επειδή δεν τον ξέρουν ότι είναι «άδειο μύδι» και τον ψηφίζει ο κόσμος από άγνοια, είτε γιατί μπορεί να έχει τον τρόπο του να σπρώξει κάποια ψηφοδέλτια στις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες.

  3. Γεια σου ρε Κ.. με την τρέλα σου. Δε λέω, μπορεί να καις λάδια, μπορεί το μυαλό σου να είναι άδειο μύδι, αλλά μας διασκεδάζεις ρε παιδί μου. Τύφλα νa ‘χει το Δελφινάριο.

  4. «Άδειο μύδι» η επίσκεψη Ερντογάν.
    Περισσότερο επικοινωνιακή παρά ουσιαστική ήταν η επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα.


(κι εντελώς διεκπεραιωτικά:)

Για τον Γκρατσόφ, «η πίστη είχε πεθάνει πολύ πριν καταρρεύσει το σύστημα. Πέθανε στην Πράγα, όταν το σύστημα έστειλε τανκς εναντίον των κομμουνιστών που προσπαθούσαν να εκδημοκρατίσουν το σύστημα. Πέθανε στην Πολωνία, όταν ο εργατικός κόσμος στράφηκε εναντίον του συστήματος. Πέθανε στο Αφγανιστάν, όπου η Σοβιετική Ένωση έχασε το καθεστώς της μεγάλης δύναμης, και στην ίδια την ΕΣΣΔ, όταν η οικονομική καταστροφή έγινε η καθημερινότητα του κάθε πολίτη. Τι απέμενε; Ένα άδειο όστρακο.

Σκέπτομαι δηλαδή ότι η βιοηθική είναι μια πολύ ωραία λέξη ¬ αλλά όταν δεν υποστηρίζεται στην πράξη δεν έχει καμία σημασία, είναι ένα άδειο κέλυφος. Με πόσα τέτοια άδεια κελύφη δεν είναι εξοπλισμένο σήμερα το όραμα της ευρωπαϊκής μας ουτοπίας;

(όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στανταρισμένη καθημερινή έκφραση μπάτσων κάθε συνομοταξίας εν ώρα εκτέλεσης μάχιμου καθήκοντος.

Αν αναφέρεται σε άτομο, σημαίνει πως είτε αυτό δεν είναι σταμπαρισμένο σαν ύποπτο για κάτι, απλώς βρίσκεται στο πεδίο δράσης του οργάνου, είτε πως δεν αποτελεί τον κύριο στόχο.

Αν αναφέρεται σε αντικείμενο, τόπο, κατάσταση, σημαίνει πως δεν έχει θεωρηθεί, καταγγελθεί ή καταχωρηθεί σαν κλεμμένο, επικίνδυνο, ύποπτο, άξιο επιτήρησης, επιθεώρησης, παρακολούθησης.

1. - ...Η Αναΐς τσιμπουκώνει στέρεο Μπόλεκ και Λόλεκ πίσω από κάδους Μεγαλέκου-Κολοκυνθούς. Όβερ.
- Δεν απασχολεί.
- Πάκης τσουρνεύει Αλβανό τουρίστα Τζέισον-Κεραμικού. Όβερ.
- Μην καρφώνεσαι!! Δεν απασχολεί!! Εσύ, την αποστολή (το φελέκι μου για νέοπα γαμώ!)
- Διπλοπαρκαρισμένο βανάκι αδειάζει παστωμένα ξανθά πιπίνια Κολωνού-Αγησιλάου. Όβερ.
- Δεν απασχολεί. Εσύ, την αποστολή!
- Μοντέλα δίνει χαλαρά κοκό σε μπέμπα και τσιμπάει μωβ μασούρι Αη Κώτσου και Μενάνδρου. Όβερ.
- Χέσ’ το βαποράκι! Δεν απασχολεί! Εσύ, την αποστολή!
- Ζαλωμένος Νιγηριανός σιντάκιας πουλά Κυνόδοντες και Χούλιες-2 Ζήνωνα – Κεραμικού. Όβερ.
- Μπίνγκο αγορίνα μου!! Μπαγλάρωσέ τον τον μπινέ που θα μου κάνει την Ομόνοια Ταχρίρ μη χέσω!! Στέλνω ενισχύσεις!!


- Ενημερώνω: Όλα υπό έλεγχο! Όβερ!
- Εύγε όργανον! Και κοίτα: κράτα τον Κυνόδοντα και φέρε ‘δω τις Χούλιες, είναι αποδεικτικά στοιχεία.

2. ...Φίλε, μπορεί να πήγε και να το έλεγξε κάποιο όχημα της ασφάλειας, όποτε δεν το κατάλαβες, και να εξακρίβωσε μέσω τερματικού ότι το όχημα δεν απασχολεί, οπότε από εδώ και πέρα, αφού είναι εγκαταλειμμένο, αρμόδια είναι η δημοτική αρχή. (αναφέρεται σε καταγγελία πολίτη για πιθανώς κλεμμένο όχημα)

(Από το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1. Τα κάτσε στην F-Laplace, και χλάαατς στην F-Laplace (προφέρεται: εφ λαπλάς) με ταυτόχρονη την επίδειξη του κωλοδάχτυλου υπονοούν πως κάποιος, πάνω στην (ή παρά την) προσπάθεια να κάνει κάτι, τα γάμησε τη μάνα, τα ‘χεσε μ’ αποτέλεσμα να[/I] την πιεί, να του ‘ρθει το τσιβί στον κώλο να καρφωθεί σαν πούστης, να πάθει μεγάλη νίλα, να υποστεί μέγιστη ταπείνωση, να [I]του τη φέρουν από πίσω και όλα τα αντίστοιχα.

Απευθύνεται προς τον παθόντα με χαιρεκακία, στυλάκι: εγώ σου τα ‘λεγα, δεν ήξερες, δεν ρώταγες;, τα ‘θελε ο πάτος σου και τα σχετικά.[/list]

Κλασική λυκειακή σλαγκιά εμπνευσμένη από τον «κανόνα των τριών δακτύλων του δεξιού χεριού» που εφαρμόζουμε όταν θέλουμε να βρούμε τη φορά της δύναμης Laplace η οποία εμφανίζεται όταν ένας αγωγός που διαρρέεται από ηλεκτρικό ρεύμα βρίσκεται μέσα σε μαγνητικό πεδίο.

Κρατήστε τον αντίχειρα, το δείκτη και τον μέσο (κοινώς κωλοδάχτυλο) του δεξιού σας χεριού όπως κάνουν τα παιδιά όταν θέλουν να παραστήσουν πως κρατάνε ένα όπλο (κάθετα το κάθε δάχτυλο στα άλλα δυο: βλ. μήδι).

Αν ο αντίχειρας δείχνει τη (συμβατική) φορά που έχει το ρεύμα που διαρρέει τον αγωγό και ο δείκτης δείχνει τη φορά των δυναμικών γραμμών του μαγνητικού πεδίου τότε τη φορά της δύναμης Laplace (F) τη δείχνει το... κωλοδάχτυλο οπότε και εξού!!

Από τους μνημονικούς κανόνες που έφεραν σε αμηχανία πολλούς καθηγητές Φυσικής στην προσπάθεια τους να εξηγήσουν τις αρχές του ηλεκτρομαγνητισμού σε ορμονικά διαταραγμένους εφήβους κι έδωσε σε άλλους πιο προχώ την ευκαιρία να τις εντυπώσουν, έστω επιφανειακά, σε ανεπίδεκτους ως προς τέτοιου είδους... φυσικά φαινόμενα μαθητές τους.

2. Όμως ο μεγαλοφυής Pierre-Simon, marquis de Laplace (1749 – 1827) είναι ο εμπνευστής και των περίφημων, στα σινάφια μαθηματικών και φυσικών, «μετασχηματισμών Laplace» που οι γνώστες τους διατείνονται πως διευκολύνουν τα μάλα στην επίλυση γραμμικών διαφορικών εξισώσεων. Οι υπόλοιποι νοιώθουν την ομώνυμη δύναμη να τους χτυπά την πίσω πόρτα.

Εξού λοιπόν τα: τράβα / κάτσε / εφάρμοσε / φερμάρησε (της) έναν Laplace (να ξεμπερδεύεις / ξενοιάσεις) και τα παρόμοια που κυριολεκτικά υπονοούν την πουτάνα... εξίσωση και μεταφορικά... τα πάντα όλα αφού οι συνδυασμοί είναι ατελείωτοι:

  1. –Πω ρε πούστη μου τσαλάκα!! -Γάμησέ τα. Ό,τι μαλακία και να του πω θα με γαμήσει ανάποδα. -Ξύδια και φιγούρες γούσταρε ο γκαζοφονιάς. Κάτσε τώρα στην F-Laplace και μόκο!!

  2. –Μμμ, ναι…καλά – καλά. Θα σε πάρω ‘γω.
    -Χαχαχα.
    -Τι γελάς ρε μαλάκα;
    -Πάρτην ντε!! μόνο λόγια!! Χαχα!!
    -Δε γαμιέσαι ν’ ασπρίσεις; λέω ‘γω!
    -Εκείνη η γαρίδα η ..Πάτη πάλι;
    -Θέλει να διαβάσουμε ΜΜΦ-2 μαζί. Έχει απορίες λέει.
    -Βρε φερμάρησ’ την έναν Laplace να την ξεμπερδέψεις την κοπέλα!-Λες ε;

  3. Συγκαλυμμένη χρήση και εδώ

Ο μνημονικός κανόνας των 3 δακτύλων του δεξιού χεριού (από sstteffannoss, 06/03/11)Ο μνημονικός κανόνας των 3 δακτύλων του δεξιού χεριού (από sstteffannoss, 06/03/11)Εκπαιδευτικό βινεομήδι - πείραμα για αγγλομαθείς. Προσφορά στη δια βίου μάθηση. (από sstteffannoss, 06/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified