Further tags

Όρος που κινείται στα όρια του μπαμπαδισμού. Τα πιο τρέντυ συνώνυμα, που με επιτυχία λάνσαρε ο κυρ-Νίκος, τύπου τιτανοτεράστιος, τρισμέγιστος κλπ, αποδυνάμωσαν τον όρο «διεθνής».

Ο όρος «διεθνής» ξεπήδησε προφανώς από το ποδόσφαιρο, και αναφέρεται στο γεγονός ότι όλοι οι καλοί παίκτες αναγκαστικά αποτελούν και μέλη των εθνικών ομάδων, στις χώρες καταγωγής τους. Με αποτέλεσμα ο όρος «διεθνής» να ενέχει και την έννοια του άσου, του παιχταρά. Οπότε και εκτός ποδοσφαίρου, αποκαλούσαμε και αποκαλούμε «διεθνή» κάποιον που είναι αξιοθαύμαστος σε οποιονδήποτε τομέα.

  1. - Έλα, καταφθάνει και ο Μάκης
    - Ο διεθνής εραστής Μιχάλης Καραμήτρογλου, που δεν έχει αφήσει ποτέ στη ζωή του κάποιο ανικανοποίητο γυναικείο οργανισμό...

  2. - Καλώς τονα...
    - Σπέρα...
    - Ως διεθνής άσος, πάντα ολιγόλογος ο Τάκης μας!

(από Μάγιστρος, 16/06/10)φσιτ, φσοιτττ... πάλι έχασα το ρεβύθι γμτο! (από MXΣ, 16/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κάνει απελπιστικά άστοχα σουτ στο μπάσκετ, δηλ. πετάει τούβλα.

Τον Κώστα; Όχι ρε μαλάκα, μην τον πάρουμε αυτόν στην ομάδα, είναι τουβλαδόρος, θα μας κάψει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το όνομα του «πολύ» Τζιμπρίλ Σισσέ ξέφυγε από τα όριά του και υπερκέρασε την ίδια του την ταυτότητα. Σημαίνει πλέον τον πάρα πολύ καλό ποδοσφαιριστή (για την Ελλάδα αυστηρά) που κάνει τη διαφορά στο γήπεδο.

Θεωρώ ότι όποιος ακούει αθλητικά ραδιόφωνα γνωρίζει ότι πλέον το όνομα «Σισσέ» εμπίπτει στη Σλανγκ.

- Την έκανε ρε συ ο Μπαινόπουλος από το δουσού;
- Είναι που έταζε ότι θα έπαιρνε άλλους τρεις Σισσέδες!

(από perkins, 03/06/10)(από perkins, 03/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Είμαι πολύ κουρασμένος, είμαι εξαντλημένος, σε βαθμό που δεν έχω δυνάμεις για τίποτα, δεν παίρνω τα πόδια μου. Στα αθλητικά, έχω απαράδεκτη απόδοση, κυρίως λόγω κούρασης πάλι, αλλά και γενικότερα.

  2. Είμαι μεθυσμένος.

  3. Είμαι συναισθηματικά συντετριμμένος.

Κοινό χαρακτηριστικό των εννοιών είναι η ιδέα της ισοπέδωσης, της εξίσωσης με το έδαφος, όπως στο παραπλήσιο είμαι χώμα. Ευνόητο είναι πως λέμε και γίνομαι λάσπη. Υποψιάζομαι ότι αποτελεί περισσότερο βορειοελλαδίτικη έκφραση, αφού το έχω ακούσει ελάχιστα ή καθόλου στα νότια.

Πρβλ. κατεβάζω ασφάλειες, είμαι χώμα, είμαι κομμάτια, είμαι πτώμα, οφ, αλοιφή, κομματιανός, ζόμπι, λιώμα, πίτα, κουνουπίδι αλλά, με άλλη έννοια: λάσπη.

1α. Από εδώ (διασκευή):
Δυστυχώς φίλοι μου μόλις γύρισα απ’ τη δουλειά (και από 3ήμερη αποστολή κιόλας)! Και στην γιορτή μου δούλευα... Είμαι λάσπη παιδιά, πολύ θά ’θελα να ήμουν εκεί στο καλαμπούρι και στην παρέα σας...

1β. Από το μπλογκ ενός κουρασμένου φαντάρου εδώ (γεια σου ρε φίλε Chris-Top...):
Εάν δεν βγάζετε άκρη με πολλά από αυτά που γράφω δεν φταιν τα μάτια σας εγώ είμαι λάσπη και δεν θυμάμαι τι ακριβώς έγραψα στα προηγούμενα posts με αποτέλεσμα πολλές φορές να επαναλαμβάνομαι. Ευχαριστώ για την κατανόηση κωλοφάνταρο είμαι στο κάτω κάτω :)

1γ. Από εδώ:
Στο γκολ, δημιουργεί χώρο ο Μουσλι και από θέση τρέιλερ έρχεται ο Ίβιτς φάτσα ,γι’ αυτό παίζει πίσω από τον Μουσλι και όχι δίπλα, αυτόν τον χώρο εκμεταλλεύεται, δουλεμένο γκολ, και δεν είχε καμιά δουλειά ο Αντου να τον μαρκάρει, ή ο αμ.χαφ ή να βγει πιο ψηλά και γρήγορα ο 2ος σέντερ μπακ. Εάν ο Άρης ήταν λάσπη στον τελικό αλλά έπαιρνε τελικά το κύπελλο με 1-0 θα είχες ΠΟΝΟΚΕΦΑΛΟ;

[Σ.σ. Παραθέτω σαν μπόνους την συνέχεια του κειμένου:] Αγαπάς υπερβολικά την ομάδα σου και δεν βλέπεις τις ατέλειες της, όπως το παθαίνω εγώ με την γυναίκα μου που είναι σαν ινδικός δράκος αλλά... πάρε τα μάτια μου να δεις, εγώ την βλέπω ΚΟΥΚΛΑ.

2α. Από εδώ:
Θωμά γουστάρω!!!Να γίνουμε λάσπη στο τσίπουρο και μετά μια ομαδική κλήση ταξί για να μας γυρίσουνε..!

2β. Από εδώ:
Χρόνια πολλά σε όλους Ίντι και καλή χρονιά. Εύχομαι τα καλύτερα για σένα και όλες τις κούκλες σου. Όπως θα κατάλαβες, είχα γίνει λίγο λάσπη-λιάρδα-χώμα-κουνουπίδι μετά που σε είδα και δεν κατάφερα να έρθω. Να περάσετε καλά!

  1. Από εδώ:
    μια φορά έκανα το λάθος να δω το γάμο μου στο βίντεο. οι μισοί που ήταν στην εκκλησία είναι νεκροί σήμερα. Το ξεκίνησα για πλάκα αλλά έγινα λάσπη :(

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπροστινός κατά κόσμον είναι αυτός που κάνει τον καμπόσο με το όνομα και τα λεφτά κάποιου άλλου και που το παίζει «ποιος είμαι 'γω», «γενικός γαμάω» και τα ρέστα!

- Είδες ρε η προεδράρα,το πήρε το τσαμπιόνι!
- Ποια προεδράρα ρε, μπροστινός είναι αυτός, δεν έχει βάλει μία. Ας μην είχε από πίσω τον τίγρη να τα σκάει και θα του ξηγούσε τ' όνειρο ο ακατανόμαστος.

(από perkins, 24/05/10)(από perkins, 24/05/10)

Βλ. και βιτρίνα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην μπασκετική ιδιόλεκτο είναι ένας ψηλός παίκτης που παίζει center ή στην χειρότερη των περιφτώσεων power forward και κάνει τα ακόλουθα: Με το να κάνει screens και μπλόκα ελευθερώνει διαδρόμους απογείωσης για τους συμπαίκτες του, ώστε αυτοί να λεϊαπάρουν ή να κάνουν μια γερή γκαρφωματάρα. Αφεδύο, αν οι συμπαίκτες στην επίθεση ή οι αντίπαλοι στην άμυνα αστοχήσουν, ελέγχει την προσγείωση της μπάλας στο παρκέ ή στα χέρια του με το να κάνει έγκαιρα μπλόκα στο χώρο και να εξασφαλίσει ότι δεν θα υπάρχει άλλος στην περιοχή για να του πάρει το rebound- σκουπίδι. Σε αυτό βεβαίως είναι σημαντικός ο κανονισμός ότι οι επιτιθέμενοι δεν μπορούν να παραμείνουν πάνω από τρία δευτερόλεπτα στην βαμμένη περιοχή κάτω από το καλάθι, οπότε σε αντίθεση με τον επιτιθέμενο, ο αμυνόμενος ψηλός μπορεί να κατασκηνώσει κάτω από το καλάθι και να διεκδικήσει την περιοχή για την πάρτη του αποκλείοντας τους άλλους με το σώμα του και με μπλόκα. Ο ψηλός ελέγχει άλλωστε την εναέρια κυκλοφορία με το να μοιράζει τάπες, αν κάποιος πάει να του αμφισβητήσει την περιοχή του, και με το να τσεκάρει ό,τι μπαλιά περνάει από αυτήν. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι όντως ο ψηλός έχει ρόλο ελέγχου συγκεκριμένης περιοχής εναέριας και επίγειας και ότι είναι μια αποστολή που θέλει και αρκετή ευφυία και προσοχή, μπασκετικό μυαλό, πέρα από κατάλληλο σώμα. Η μεταφορά αυτή είναι προσφιλής στον Βασίλη Σκουντή.

Πάσα: allivegp.

  1. Οι δυο «ψηλοί» της Μπαρτσελόνα έλεγξαν την εναέρια κυκλοφορία, θωράκισαν την ρακέτα και πέτυχαν και κρίσιμα καλάθια στην απέναντι πλευρά. (Δώθε).

  2. Στη δεύτερη περίοδο, η Πρόκομ δε βγήκε στο παρκέ. Οι διάδρομοι στην περιφέρεια έκλεισαν, ο Ολυμπιακός έλεγξε απόλυτα την εναέρια κυκλοφορία και με αιχμή του δόρατος τους ψηλούς (Βούϊτσιτς κυρίως αλλά και Μπουρούση, Πρίντεζη, Σχορτσιανίτη) αύξησε το προβάδισμα. (Κείθε).

Got a better definition? Add it!

Published

Στην μπασκετική ορολογία είναι ο παίκτης που μαζεύει σκουπίδια, δηλαδή rebounds. Εννοείται ότι οι σταρ της ομάδας δεν καταδέχονται να ασχοληθούν με την χαμαλοδουλειά του rebounding, απορροφημένοι όπως είναι με το να σκοράρουν ή να κάνουν άλλες δουλειές που τους προσπορίζουν δόξα. Οπότε ο χαμάλης που επιφορτίζεται με το ρημπάουντινγκ λέγεται σκουπιδιάρης, αφενός επειδή θεωρείται υποτιμητική δουλειά, που θέλει περισσότερο δύναμη / στήσιμο παρά ταλέντο, και αφετέρου επειδή οι μπάλες των άστοχων σουτ παρομοιάζονται με απερριμμένα σκουπίδια.

Κι όμως, τα rebounds που απεδοκίμασαν οι μπασκετούντες, πολλές φορές γίνονται εις κεφαλήν γωνίας για να κερδηθεί ένα ματς. Όπως χτες με την Παρτούζαν, που ο Γιάννης Μπουρούσης μάζεψε τρία κρίσιμα επιθετικά σκουπίδια και δύο αμυντικά στο τέλος του αγώνα και καθόρισε τη νίκη του γαύρου.

  1. Ο καλύτερος... σκουπιδιάρης του πρωταθλήματος ήταν ο Τορίν Φράνσις με 185 ριμπάουντ. Στην πρώτη 10άδα υπάρχουν τρεις Έλληνες (Μπουρούσης, Μαυροκεφαλίδης και Καλλινικίδης).
    (Δώθε).

  2. Στον ΠΑΟΚ αντίστοιχα ο Λάζαρος Παπαδόπουλος με 6.9 ριμπάουντ είναι με διαφορά ο καλύτερος «σκουπιδιάρης» της ομάδας.
    (Από το http://www.basketnet.gr εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ομάδα του ΜΠΑΟΚ, όπως και το αεκάκι, καθώς και ο οπαδός τους, επειδή αμφότερες και οι δύο έχουν ως σύμβολο τον δικέφαλο αετό. Ο Ρωμαίικος δικέφαλος αετός λαμβάνεται μειωτικά έως βλάσφημα ως κοτόπουλο (έχει και κορδωμένο στήθος), προκειμένου οι οπαδοί αντίπαλων ομάδων να την πούνε στους λαχαναγορίτες και ΑΕΚάρες ότι και καλά είναι κότες ή ότι πρόκειται να τους ξεπουπουλιάσουν. Απαντάται συνήθως ως το δικέφαλο κοτόπουλο, αλλά και γκρηκλιστί ως the two-headed chicken. Το δε αρκτικόλεξο ΑΕΚ αναλύεται ως Άντε Επιτέλους Κοτόπουλα.

Ασίστ: Ραν-Ταν-Πλάν.

  1. Ο Άρης είναι το αφεντικό και χει για χρόνια τώρα γκόμενα του....ένα δικέφαλο κοτόπουλο«ΛΑΛΑ ΛΑΛΑΛΑΛΑΛΑΛΑΛΑΛΑΛΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ .... μας για πάντα καταραμένα χτικιά. (Δώθε)

  2. ΔΙΚΕΦΑΛΟ ΚΟΤΟΠΟΥΛΟ Η ΑΛΛΙΩΣ ΤΟ ΑΕΚακι !! ΠΟΥ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΛΕΠΕΙ ΚΑΙ ΛΙΓΑΚΙ !!! ΑΕΚ «Αθλητική – Ένωση - Κωνσταντινουπόλεως»Η « Άντε – επιτελούς – κοτόπουλα» για κάποιους, »Ένωση« για κάποιους άλλους,ΑΕΚάκι για τους περισσότερους. η πιο γλοιώδης , ύπουλη , υποχθόνια και άξια της μοίρας της, ομάδα της Ελλάδας μας Αιώνια τρίτη στη βαθμολογία του πρωταθλήματος , και όχι μόνο , φέτος να δούμε γλέντια και μοιρολόγια που θα έχουμε , «κανάρες μου»,μια ζωή στην μιζέρια , στην κλάψα , στο παράπονο και «κλάμα η κυρία ρε παιδάκι μου» !! Κλαψιάρηδες , μίζεροι , και από κόμπλεξ άλλο τίποτα !! Μια ζωή παράπονο και αδικία ΜΑΡΘΑ ΒΟΥΡΤΣΗ ΣΕ ΟΛΟ ΤΗΣ ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ !! (Κείθε).

  3. ΔΙΚΕΦΑΛΟ ΚΟΤΟΠΟΥΛΟ BARBEQUE (Παραπέρα).

  4. Σήμερα τσικνήσαμε δικέφαλο κοτόπουλο! (Παρακείθε).

(από Khan, 06/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλείται στην ποδοσφαιρική αργκό ο παίχτης που στερείται τεχνικής κατάρτισης, ο αούγκανος ή ζούγκλος της ομάδας. Ενθουσιώδης πλην άμπαλος, αντί να κοντρολάρει ομαλά τη μπάλα με το coup de pied, χρησιμοποιεί για τον σκοπό αυτό το καλάμι του, δηλ. την κνήμη, το δεύτερο μαζί με το βραχιόνιο σε μήκος οστούν του ανθρωπίνου σώματος που υπολείπεται μόνο του μηριαίου και που στην πρόσθια επιφάνεια του βρίσκεται αμέσως κάτωθεν του δέρματος ==> άρα σκληρή, ανένδοτη επιφάνεια ==> ελαστική κρούση της μπάλας ==> γκελάρισμα και απώλεια του ελέγχου της τελευταίας.

Οι καλαμοκοντρόλερς προκαλούν τη θυμηδία της εξέδρας σε κάθε τους ενέργεια, που μεταρσιώνεται σε μπινελίκια, βρισιές, φτυσιές και εκτόξευση κύπελων καφέ μέσα στον αγωνιστικό χώρο, σε περίπτωση που το αποτυχημένο κοντρόλ οδηγήσει σε απώλεια ευκαιρίας ή, αντίστοιχα, σε κίνδυνο για την ομάδα τους.

Χαρακτηριστικοί τύποι καλαμοκοντρόλερ των ελληνικών γηπέδων έχουν υπάρξει οι Τζακ Καλλιτζάκης, Γιώργος -Member of the Parliament - Ανατολάκης, Γιώργος Αμαν-Αμάν Αμανατίδης, κ.α.

- Πήρατε κάνα γκαλό στόπερ ή θα συνεχίζετε να παίζετε με τον καλαμοκοντρόλερ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός προσώπου ο οποίος είναι άσχετος με το μπάσκετ και χαρακτηρίζεται έτσι ώστε να δείξει ότι ο άλλος είναι εντελώς αδέξιος και δεν πετάει μπάλα, αλλά τούβλα στην μπασκέτα.

- Την Τετάρτη πάμε για μπάσκετ με τον Μήτσο; - Με αυτόν τον τούβλοβιτς, εγώ, δεν παίζω μπάσκετ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified