Πολύ κρύο. Τόσο που ψοφάνε τα πάντα.

Βγήκα χτες και το μετάνιωσα. Ψόφος κακός σου λέω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πολύ κρύο. Παραλλαγή της λέξης ψοφόκρυο.

- Πώς ήταν ο καιρός στην Αυστρία τα Χριστούγεννα;
- Ψωλόκρυο, φίλε... Μέσα μείναμε...

(από Khan, 18/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη εκ των τούρμπο και καιρός. Για τους μη επαΐοντες των ατμοσφαιρικών μηχανών εσωτερικής καύσης, είναι γνωστό ότι η χαμηλή θερμοκρασία είναι το Α και το Ω για την απόδοση του αυτοκινήτου με turbo κινητήρα. Η χαμηλή θερμοκρασία του περιβάλλοντος ευνοεί την πτώση της θερμοκρασίας και μέσα στον κινητήρα, αφού ο αέρας που εισέρχεται είναι κι αυτός πιο κρύος. Ε, ένα κι ένα κάνουν δυο: Αν έχεις turbo αυτοκίνητο, μην το βγάλεις στον καύσωνα για κόντρα γιατί θα στενοχωρηθείς. Αντίθετα, αν πιάσουν τα μπιλοζίρια, ξαμολήσου.

- Τα βάζουμε μεγάλε;
- Τι λε ρε μάγκα; Τώρα που σκάει ο τζίτζικας; Κάτσε να πιάσει κάνας τουρμπόκαιρος και θα σου ξηγήσω τ' όνειρο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πουτσόκρυο αλλά σε πιο ευγενικιά μορφή για να μη μας καταλάβει και καλά κανένας.

[μπαει λου+βαλου]

- Ποο φίλε κάνει τσόκρυο, το έχω δαγκώσει το καυλί.

GATZόμυδο! (από Vrastaman, 03/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρέμω από το κρύο. Πιθανή προέλευση από τη λέξη Τάρταρα, που ήταν ο λεγόμενος Κάτω Κόσμος κατά την αρχαιότητα. Σε αντίθεση με τη σύγχρονη Κόλαση του Δάντη, τα Τάρταρα ήταν ο χώρος που πέθαινες από το κρύο, παρά καιγόσουνα από τις φλόγες.

  1. Σχόλιο από forum:

Τι να πω κι εγώ η κακομοίρα που γενικά είμαι πολύ κρυουλιάρα το χειμώνα -με τα πιο μικρά κρύα- και πολύ ζεστουλιάρα το καλοκαίρι και υποφέρω πραγματικά; και καλά, το καλο καίρι ανοίγεις κλιματιστικό και κάπως παλεύεται η κατάσταση, το χειμώνα όμως; Ακόμη στο γραφείο δεν έχουν ανάψει τα καλοριφέρ, το γραφείο μου είναι 2Χ2 και το χειρότερο είναι ότι είμαι μαζί με έναν συνάδελφο που δεν κρυώνει με τίποτα και δεν θέλει να ανάψουμε κλιματιστικό γιατί ζεσταίνεται!!!και κάθεται και με το πουκαμισάκι όλη τη μέρα, ενώ εγώ φοράω πουλοβεράκι και από πάνω την καπίτσα μου και πάλι τουρτουρίζω..........τι να πω......

  1. Χωρίο ιστολογίου:

Μετά από 1 τσιγάρο και κάμποσες φωτογραφίες, είμαι Θησείο. Κι εκεί, τα ίδια. Κρίμα. Πέρυσι, η πόλη είχε μια δοξαστική ομορφιά. Φέτος, τίποτα. Έχω αρχίσει να τουρτουρίζω... Θέλω να ζεσταθώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτέθηκα σε συνθήκες πολικού ψύχους. Σε τέτοιες καταστάσεις, πραγματοποιείται σύσπαση των μασητήρων μυών και σύγκλειση του οδοντικού φραγμού, κάτι που σε όλους μας αναδύει συνειρμικά τον μύχιο, αρχέτυπο φόβο του ευνουχισμού δια δαγκώματος της βαλάνου κατά τη διάρκεια της πεολειχίας.

Πάλι 2-4 με έβαλε σκοπέτο ο κοντοπούτανος και παίζανε κλακέτες τα σαγόνια μου απ΄το κρύο. Μιλάμε, δάγκωσα το καβλί μου.

(από iwn, 01/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται ως παρεμφερής ορισμός με το δάγκωσα το καβλί μου όταν κάνει πολύ κρύο...

- Ρε συ ... πώς είναι ο καιρός έξω;
- Γάμησέ τα... δάγκωσα τα αρχίδια μου!!!!

New testicle eating champion crowned (από notheitis, 06/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλοκαιρινός όρος για υπερσυγκέντρωση ιδρωμένων γυναικών σε παραλίες, κλαμπ και μπαράκια. Από το κουφόβραση, καύσωνα δηλαδή με συννεφιασμένο ουρανό.

Αν φυσήσει λίγο αεράκι και δροσίσει λέγεται και μουνοθύελλα.

Αν η παραλία είναι σε κατηφοριά λέγεται και μουνοπλαγιά.

- Πω ρε μάγκα! Τι μουνόβραση γίνεται εδώ μέσα! Ίδρωσε το μάτι μου!
- Kαι τι άρωμα όμως, ε;

βράζει γενικώς! (από BuBis, 27/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από πού κι ως πού, τώρα, τα υποκοριστικά της αρχής κάποιου να μπορούν γίνουν φακές; Μάλλον κάτι άλλο θέλει να πει ο ποιητής, λέγοντας αυτό. Τι όμως;

O ποιητής κρυώνει επειδή:

- υπάρχει πουτσόκρυο.
- είναι τσίρος και κρυώνει εύκολα. - είναι άρρωστος κι ανεβαίνει ο πυρετός του, κλπ.

Λέγοντας τη φράση, θέλει να τονίσει πως από το πολύ κρύο που αισθάνεται, έχουν συσταλεί τα αρχίδια του και έτσι το μέγεθος τους θυμίζει και καλά φακές.

Ωστόσο πέρα από το ότι κρυώνει, ο ποιητής μπορεί και να πεινάει κιόλας. Και γι' αυτό μπορεί να περνάει, ενσυνείδητα, ή υποσυνείδητα, τον συνειρμό του, μέσα από φαγώσιμες ύλες, αφού τρώγοντας κανείς, θερμαίνεται, ξεζιπάρονται οι φακές και ξαναγίνονται, και καλά, όρχεις.

Σημείωση: Η φράση, βγάζει την... εκφραστικότητα, ενώ παράλληλα βγάζει το... γέλιο.

- 'Αστα... μπρρρ... Έχω δαγκώσει το καυλί μου. Τα αρχίδια μου έχουν γίνει φακές... μπρρρ!
- Καλά κι εγώ κρυώνω, αλλά δεν κάνω έτσι. Τόσο πολύ πια;
- Ρε δεν αντέχω σου λέω... μπρρρ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified