Further tags

Ιδιάζων χαρρυκλυννικός όρος για να πεις «ψυχοπάθεια» ή «ψυχοπαθολογία», αλλά αφορά κυρίως σε ελαφρές νευρωσούλες. Υποθέτω ότι πριν τσιμπήσει τον όρο ο Χάρρυ Κλυνν ήταν σύνηθες μαργαριτάρι λαϊκών τύπων. Είναι ένας slangically correct τρόπος να απαντάς σε Γιαλόμα. Συνήθως λέγεται «μην πάθουμε καμιά ψυχολογία» και εννοούμε ότι δεν πρέπει να καταπιεζόμαστε, για να μη μας μείνει κανένα απωθημένο κ.ο.κ.

  1. (Ο Χάρρυ Κλυνν ως οικογενειάρχης κάνει πικνίκ στην παραλία):
    Ελλεεινίδα μαμά (τσιρίζοντας): - Λαλάαααααακη, μην κάνεις τα κακά σου πάνω στο τραπεζομάντηλο, κάν' τα μες στη θάλασσα!
    Έλλεεινας μπαμπάς: - Ωχού, ας το παιδί να ενεργηθεί, μην πάθει καμιά ψυχολογία άμα λάχει να 'ούμε...

  2. Γιαλόμα: - Έχεις σκεφτεί γιατί θες να κάνεις σεξ μαζί μου αυτήν την στιγμή, τι προσπαθείς να αποδείξεις στον εαυτό σου;
    Γιαλομοπαθής: - Ωχού, άσε με με τις ψυχολογίες πρωϊνιάτικα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χοντρός;;; Τον τρως, πώς γράφεται;;;

Το λέει ένας ευτραφής σε κάποιον πονηρίδη που τον ειρωνεύεται για την εμφάνισή του.

Δηλαδή, τον μπουλον...

Λέει ο Βασιλάκης: «Να, θα μας πει ο χοντρός από δω...»

Και του απαντάει, γελώντας ειρωνικά, ο ευτραφής: «Βασιλάκη... Χοντρός; Τον τρως, πώς γραφεται; Εεε... Δε μιλάς, μωρή πουτάνα, ε;;;»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανώμαλα παραθετικά του κακός, που προέρχονται από λογοπαίγνιο με τη λέξη «χοίρος» και τα παραθετικά «χειρότερος, χείριστος».

Η έννοια είναι ακριβώς αυτή που καταλαβαίνετε: «πιο γουρούνι», «το απόλυτο γουρούνι». Πβ. και την έκφραση «το μη χοίρων βέλτιστον» (= αυτό που δεν αρμόζει στα γουρούνια είναι το καλύτερο).

Το α΄ συνθετικό «χοιρο-/-χοιρο» μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πλείστες όσες λέξεις, λογοπαίζοντας και με τη λέξη «χειρ-χειρός», π.χ. «χοιρόγραφο», «χοιροτεχνία», «εργόχοιρο», «χοιρούργος», «αυτόχοιρας» (όπου παίζουμε κατά τα γνωστά προπαροξύτονας εις -ας, π.χ. άνθρωπας, έμπορας κ.λ.π.), «χοιραφετημένος», «χοιραφέτηση», «εκεχοιρία»...

  1. Από εδώ:
    «Ήρθε ο καιρός να πάρω το αίμα μου πίσω. Τώρα αρχίζει ο αιώνας μου. Ο χοιρότερος αιών»

  2. (διάλογος σε εταιρεία εκτροφής χοίρων):
    - Άκου, αύξηση από μένα δεν παίρνεις! Βάλ' το καλά στο μυαλό σου! Και τώρα δίνε του!
    - Κύριε διευθυντά, ένα έχω να σας πω: είστε χοιρότερος και από τους χοίρους σας!

Θέλεις και λεζάντα, μωράκι μου; (από Αλάριχος Τεκέλογλου, 24/05/10)(από jesus, 24/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλάγη του ασσόδυο, όπου ο ρίπτων ανθίζεται το αναπόφευκτο, γιατί στο τάβλι, σε αντίθεση με το σκάκι, καλή η εμπειρία αλλά πρέπει και να το 'χεις!

Το χασσόδυο είναι ιδιαίτερα εκνευριστικό:
α) στις πόρτες στο μάζωμα,
β) στο φεύγα στο άπλωμα
γ) στο γκιουλ γενικώς

Αντίθετα στο πλακωτό το χασσόδυο μπορεί να είναι και θεϊκή ζαριά, όταν κάνεις τις μηχανές κράτει και τα νεύρα του άλλου τελατίνι.

- Όχι ρε συ, πάλι χασσόδυο!
- Έλα, τι να πώ και 'γω που φέρνω όλο πεντάρες.
- Α, θα στο σπάσω το κεφάλι σήμερα, δεν γλυτώνεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Tον ήπιαμε: Πήραμε τον πούλο καθώς πίναμε φραπέ (μπορεί να συμβεί μόνο σε Έλληνες).

Our secret combination πιπα κώλο εμπλοκή
η γλώσσα μας μεγάλη μα η πούτσα μας μικρή
αντί για την Ευρώπη υποκλιθήκαμε εμείς
στα τέσσερα μας στήσαν, μας ξεσκίσαν εξαρχής

Τον ήπιαμε, μεγάλε! (από panos1962, 28/11/09)

βλ. και τιμημένο, το

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μια γείωση. Απάντηση στο: - Ορίστε;

- Ορίστε; - Τον κώλο μου μυρίστε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μαγικό κουτάκι που περιέχει όλα όσα θεωρούνται χρήσιμα από πότες μερακλήδες και με άποψη, για το επιστημονικό στρίψιμο ενός καλού γάρου, δηλαδή χαρτάκια, τζιβανόχαρτα, τρίφτης, και φυσικά, το σταφ.

- Έχει κανένας εισιτήριο να φτιάξω τζιβάνα;
- Τι εισιτήριο ρε καρμίρη, έχω τζιβανόχαρτα, πιάσε την τζιβανοκασέλα, δίπλα στο στέρεο είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

τεφλόν, τεφλών

Αυτός που καταφέρνει να βγαίνει αλώβητος από δυσκολίες και κρίσεις. Που πάνω του δεν κολλάει λάθος ή παρανομία, όπως τίποτα δεν κολλάει πάνω στο υλικό τεφλόν.
Κλασική, παλιούτσικη μεταφορά. Λέγεται πολύ συχνά (διεθνώς) για πολιτικούς.

Teflon is a nickname given to persons, particularly in politics, to whom criticism does not seem to stick. The term comes from Teflon, the brand name by DuPont of a "non-stick" chemical used on cookware. wikipedia

Τεφλόν, νέο ποιητικό σκεύοςείναι και περιοδικό για την ποίηση
Σημείωση: Γινεται και λογοπαίγνιο "η ώρα των τεφλών" (5ο παράδειγμα).

  1. Με… το «τεφλόν», το χημικό αδρανές που αντέχει σε υψηλές θερμοκρασίες είναι ολισθηρό και άκαυστο, παρομοιάζει το περιοδικό «Time» για τον Αλέξη Τσίπρα σχολιάζοντας την απόφασή του να παραιτηθεί. (εδώ)
    TIME: Teflon Tsipras
  2. Σύνμτροφε εγώ ειμαι τεφλόν δεν κολλάει η λάσπη από τα νεοφιλελέυθερα φυντάνια της πουά αντίδρασης!

  3. Όλα τα «παρατσούκλια» των ηγετών: Σέξι ο Αλέξης, τεφλόν ο Ρούτε της Ολλανδίας, μανούλα η Μέρκελ (εδώ)

  4. Η κουράδα τεφλόν: Κουράδα τόσο καθαρή που δε χρειάζεσαι καν χαρτί για να σκουπιστείς.(slang.gr)

  5. Ήρθε η ώρα των... "τεφλών"! Έτσι, οι Τεφλόν ενώνουν τις δυνάμεις τους και παρουσιάζουν απόψε υλικό κυρίως από... http://fb.me/2BYo8O5VS (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

.

Το τέσσερα-δύο στο τάβλι, προφανές λογοπαίγνιο με το τετράδιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση πέρασε στο λαϊκό λεξιλόγιο πριν 50 περίπου χρόνια. Πηγή της ήταν οι εισπράκτορες των αστικών λεωφορείων της εποχής.

Η τιμή των εισιτηρίων δεν ήταν ενιαία, αλλά καθοριζόταν από το μήκος της διαδρομής. Από την αφετηρία μέχρι την τάδε στάση, το εισιτήριο κόστιζε 1,30 δραχμές π.χ., μέχρι την δείνα στάση κόστιζε 1,60 δρχ, μέχρι την ταδεδείνα 2 δρχ, κ.ο.κ. Όποιος λοιπόν είχε κόψει από την αφετηρία εισιτήριο αξίας 1,60 δραχμών, έπρεπε να κατέβει μόλις το λεωφορείο έφτανε στην αντίστοιχη στάση, ή να πληρώσει την διαφορά μέχρι εκεί που ήθελε να συνεχίσει. (1)

Ο εισπράκτορας ανήγγειλε κάθε επόμενη στάση με μία μονότονη επαγγελματική φωνή, αλλά στις «τερματικές» μετά το όνομα της στάσης, η φωνή του γινόταν πιο ένρινη και αυστηρή όταν ανήγγειλε το game over των εκάστοτε εισιτηρίων, προειδοποιώντας έτσι τα ψιλολαμόγια να κατέβουν και να μην επιχειρήσουν παράβαση.

Παρ' όλο που ο εισπράκτορας ανήγγειλε σε κάθε τερματική στάση και το τέλος του δικαιώματος των εισιτηρίων της αντίστοιχης τιμής, «τέρμα τα μία και τριάντα», «τέρμα τα μία κι εξήντα», μόνον η φράση τέρμα τα δίφραγκα ευτύχησε να καθιερωθεί. Ίσως επειδή είχε μεγαλύτερο «όγκο» και στόμφο στην εκφώνηση, ή ίσως επειδή το δίφραγκο είχε αρκετή αξία και η φράση υποδήλωνε πως είχες κάνει και αρκετή υπομονή μέχρι τώρα.

Η φράση περικλείει και μια μαγκιά και χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από την περασμένη γενιά, με την σημασία των: Μέχρι εδώ ήταν, Τέλος, Δεν πάει άλλο, Ως εδώ και μη παρέκει (2)

Χρησιμοποιήθηκε και σε πιο λάιτ έκδοση, για να δείξει την αποφασιστικότητα κάποιου ν' αλλάξει την μέχρι τότε στάση του. (3)

Μπήκε όμως και στην πολιτική φρασεολογία δείχνοντας την «μη ανοχή» του λαού απέναντι σε κάποιο πολιτικό πρόσωπο. (4)

Τέλος κατάφερε να δείξει και το τέρμα του νήματος για κάποιον. (5)

  1. Εισπράκτορας: «Παπάγου, τέρμα τα δίφραγκα»

  2. Σαν πολλά μου τα έκανες μάγκα μου. Ως εδώ ήταν, τέρμα τα δίφραγκα.

  3. Ωωπ αγαπούλα μέχρι εδώ ήτανε, δεν ξανακαπνίζω. Τέρμα τα δίφραγκα!

  4. «Στοπ κύριε υπουργέ! Δεν μπορείτε να εμπαίζετε άλλο τους αγρότες. Τέρμα τα δίφραγκα»

  5. -Άστα ρε Γιώργη, τον χάσαμε τον Μανώλη...
    -Τί λες ρε φίλε;
    -Ναι σου λέω, τέρμα τα δίφραγκα γι' αυτόν.

(από Βασίλης-7, 18/04/09)No more two pence, my lad! (από Jonas, 21/04/09)Αλέξανδρος ο Μέγας. 336-323 π.Χ.  Χρυσός στατήρας.  (από ο αυτοκτονημενος, 22/04/09)Να και το δίφραγκο! (από Jim Blondos, 17/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified