Further tags

Ο σιωνισμός απετέλεσε εθνικοθρησκευτικό κίνημα που ιδρύθηκε τον 19ο αιώνα από τον Θεοδωρή Herzl με σκοπό την δημιουργία Εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη. Μετά την ίδρυση του κράτους, σιωνιστές πλέον θεωρούνται όσοι υποστηρίζουν και προωθούν ενεργά τα συμφέροντα του Ισραήλ.

Στο μυαλό πολλών e-λληναράδων ωστόσο, οι σιωνιστές, παρέα με μασόνους, Illuminati, και τις λοιπές αντιδημοκρατικές δυνάμεις, αναπτύσσουν και εξαπολύουν επί 24ώρου βάσεως δόλια και νοσηρά σχέδια με σκοπό να πατάξουν παρασκηνιακά το Ελληνικό έθνος, τα χρηστά ήθη, την ελληνική γλώσσα, την ορθοδοξία, κλπ. Θεωρούν ότι η παγκόσμια και σκοτεινή αυτή συνωμοσία εβραίων κρύβεται πίσω από την τουρκοκρατία, την μικρασιατική καταστροφή, τον εμφύλιο, την χούντα, το κυπριακό, το μακεδονικό.

Η αντίληψη αποκτά ιονεσκικό χαρακτήρα καθώς αγριοχρίστιανοι e-λληναράδες κατηγορούν τους σιωνιστές ότι υποσκάπτουν την Ορθοδοξία, ενώ νεοπαγάνεςe-λληναράδες κατηγορούν τους σιωνιστές ότι μας επέβαλαν τον χριστιανισμό για να μας ευνουχίσουν.

Η πικρή αλήθεια είναι ότι οι πραγματικοί σιωνιστές χέστηκαν πατόκορφα για όλα αυτά. Προτεραιότητα είναι να προασπίζονται τα συμφέροντα του Ισραήλ. Έστω όμως ότι μισούσαν τον Ελληνισμό: η καλύτερη στρατηγική τους θα ήταν μας αφήσουν σε αυτόματο πιλότο, καθώς κανείς άλλος δεν μπορεί να μας βγάζει τα μάτια με την δεξιότητα με την οποία βάζουμε αυτογκόλ!

«....η παρακμή των ελλήνων ιερεωνσε ένα κράτος που η κυβέρνηση του έχει υποταχθεί στο σιωνισμό και βρίσκεται σε μια γενικότερη παρακμή σε αυτή δυστυχώς θα πέσουν και κάποιοι ιερείς του Χριστού...» (απάντηση Χριστιανικού site σε νεοπαγάνες που κατηγορούν τον χριστιανισμό σαν δούρειο ίππο του σιωνισμού).

«..1959 Το σιωνιστικό σχέδιο της Κυπριακής Ανεξαρτησίας υπό την εγγύηση της ΤΟΥΡΚΙΑΣ, δηλαδή η συμφωνία Ζυρίχης-Λονδίνου..» (από site)

«..το χρηματοδοτούμενο από τον Σόρρος σιωνιστικό ανθελληνικό και θολοκουλτουριάρικο blog...» (από site)

«..Το ακατασίγαστο μίσος που επί αιώνες ο σιωνισμός τρέφει για τον Ελληνισμό, βρήκε την αποκορύφωσή του κατά τη διεξαγωγή της Μικρασιατικής εκστρατείας...» (από site)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O νωθρός και βαρύθυμος μετά από πολλές ώρες ύπνου, ο διακατεχόμενος από σπαρίλα. Αραβική λέξη που στη συνέχεια πέρασε στην τουρκική γλώσσα (mahmur = νυσταγμένος).

- Πρέπει να είναι μεγάλη περίπτωση ο γιος του διαχειριστή.
- Πως κι έτσι;
- Πήγα σήμερα κατά τις 18.00 και μου άνοιξε την πόρτα. Ξαφνικά βλέπω έναν έναν μαχμουρλή που χασμουριόταν και φορούσε μόνο το βρακί του. Στη κυριολεξία κοιμόταν όρθιος.

(από krepsinis, 24/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φουλάρισμα (εξ ου και το σχετικό ρήμα) είναι ένα εξαιρετικά επικίνδυνο και εξτρήμ σπορ, το οποίο δεν είναι γι' αυτούς που πάσχουν από αδύναμη καρδιά ή δεν αντέχουν τις μεγάλες και απότομες συγκινήσεις.

Αναφέρεται στο γέμισμα του ρεζερβουάρ βενζίνης του αυτοκινήτου, πράγμα το οποίο είναι μεν πολύ σπάνιο στις μέρες μας, αλλά συμβαίνει ενίοτε. Βέβαια με τις τιμές του πετρελαίου εκεί που βρίσκονται και τους βενζινοπώλες να τις παρακολουθούν μόνο στην άνοδο, ένα φουλάρισμα ιδίως μεγάλου αυτοκινήτου είναι κοντά μια κατοσταρού ενώ το πενηντάρικο (λέγε με 17 χήνες σε κανονικά λεφτά) είναι εκ των ων ουκ άνευ...

Το ρήμα και το επίθετο «φουλαριστός» χρησιμοποιούνται επίσης όταν αναφερόμαστε σε μεγάλη ταχύτητα (βλ. σχετικό παράδειγμα).

Τέλος, δεν θα πρέπει να συγχέεται με το ρήμα φουλιάζω, κυρίως διότι με το φουλάρισμα σίγουρα χάνεις λεφτά ενώ με το φούλιασμα μπορεί και να βγάλεις.

1
- Είμαστε έτοιμοι. Το αμάξι φορτωμένο, τα παιδιά μέσα. Πάμε να φουλάρουμε βενζίνη και φύγαμε.
- Σιγά μην πάμε και για μπάντζι τζάμπινγκ. Θα βάλουμε 20 ευρώπουλα και όσο μας πάνε. Εκτός άμα σ' έβγαλε γκόμενα ο βενζινάς, που πλάκα πλάκα δεν το κοιτάς λίγο, μπα και γλυτώσουμε κανα φράγκο;
- Α να χαθείς... κρύε.

2
- Ακρίβεια βρε Θρασύβουλε... Όλα ανεβαίνουν. Εκείνη η βενζίνη πια, ούτε χρυσή να ήταν...
- Εγώ πάλι δεν το καταλαβαίνω Αγησίλαε. Και τότε ένα χιλιάρικο έβαζα, και τώρα τρία ευρώ βάζω. Πού τη βλέπεις την ακρίβεια;
- Α, καλά. Πάλι άλλαξες τα χάπια;

3
...και ξεκινάω φουλαριστός για Θεσσαλονίκη και λέω «σε 3 ωρίτσες και κάτι ψιλά θα 'μαστε πάνω». Εσύ 'σαι που το λες; Μετά το Σείριο, εκεί στην ευθεία, μπάτσος, δεξιά, άδεια - δίπλωμα και πάπαλααα...

(από nick, 26/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος συναντάται και ως σουρτούκα και είναι προελεύσεως τουρκικής (sürtük είναι η γυναίκα ελευθέρων ηθών, αυτή που τριγυρνά εδώ κι εκεί). Και στα Ελληνικά, χαρακτηρίζει τη γυναίκα που δεν είναι νοικοκυρά, δεν φροντίζει το σπίτι και την οικογένειά της και δεν αναλαμβάνει ευθύνες. Με άλλα λόγια αυτή που κυνηγά τις ερωτικές περιπέτειες και τα γαμήσια.

Έχω βαρεθεί να τρώω παλιογύρια, μού έχει λείψει το σπιτικό φαγητό. Αλλά με τη σουρτούκω που παντρεύτηκα, που να γευθώ σπιτικό φαγητό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που προέρχεται από τα Τούρκικα «Fatma Yeni Camide kendini rezil etti» και σημαίνει «Η Φατμέ ρεζιλεύτηκε στο Γενί Τζαμί».

Στην Τουρκία χρησιμοποιείται για όταν κάποιος γίνεται ρόμπα, αλλά εδώ είναι συνώνυμο του «χέστηκε η φοράδα (μας) στ' αλώνι» και του «τ' αρχίδια μου κουνιούνται», δηλαδή όταν γίνεται κάτι αδιάφορο.

Ενίοτε λέγεται και «Χέστηκε η Φατμέ στο Γιεντί Κουλέ», ώστε να υπάρχει ομοιοκαταληξία.

- Χώρισα...
- Χέστηκε η Φατμέ στο Γεντί Κουλέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για προπολεμική αργκό που περιγράφει μικρό μουσάκι μεταξύ κάτω χείλους και σαγονιού. Στην βιβλιογραφία συναντάται και ως μπαμ τιρλελέ ή ταμ τιριρί.

Η ετυμολογία του λήμματος παραμένει εισέτι άγνωστη, αλλά πιθανολογείται η έρζατς γαλλοφανής αυτή ονοματοποιία να παραπέμπει στην κίβδηλη και δήθεν μαγκιά του τυπικού φορέα μπαμ τερλελέ.

Σε πιο σύγχρονη εκδοχή, η λέξη περιγράφει το υπόλειμμα χιτλερικού μουστακιού που πολλές γυναίκες αφήνουν πλέον πάνω από το αιδοίο τους.

  1. «ταμ τιριρί ρε παιδιά δεν είναι το μουσάκι χωρίς μουστάκι;
    ή είναι μπαμ τερλελέ εκείνο; θα με μουρλάνετε εδώ μέσα» (από forum)

  2. «Μπάμ Τερλελέ σημαίνει το μικρό μουσάκι στο κάτω χείλι, στην αργκό του μεσοπολέμου. Αυτή η αναφορά σε μια εποχή όπου, στα μουσικά πράγματα, άκμαζαν οι μικρασιάτικες πολυπολιτισμικές παραδόσεις, δίνει το στίγμα των μουσικών που φιλοξενούμε.» (από ιστοσελίδα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελληνοποίηση του αγγλικού thanks. Χρησιμοποιείται μόνο στον γραπτό λόγο, κυρίως στα εταιρικά μέηλ και δηλώνει ότι ο χρήστης του μπορεί να μετέχει αγγλικής παιδείας, αλλά κατά βάθος είναι ένα αγνό Ελληνόπουλο που δεν ξεχνά τις παραδόσεις του τόπου.

- Σου έστειλα μόλις το μέηλ με τα ρηπόρτζ.
- Θέγκζ! Άη απρησηέτ δάτ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξαφνική, συνήθως, μεταβολή της ψυχικής διάθεσης προς το χειρότερο.

Ήμουν μία χαρά όλη μέρα, τι ήθελα και έκατσα να δω ειδήσεις, έπαθα φοβερό νταούνιασμα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Τσακιτζής (Τσακίρτζαλη Μεχμέτ Εφέ) ήταν η τουρκική εκδοχή των δικών μας Κλεφτών και Αρματωλών, που έδρασε στην Ανατολία κατά τις αρχές του 20ου αιώνα. Η δράση του εναντίον της οθωμανικής εξουσίας και των πλουσίων τον ανέδειξαν σε θρυλικό λαϊκό ήρωα. Τον αποκάλεσαν «ιππότη της ανατολής» και η φήμη του διαδόθηκε σ' Ανατολή και Δύση. Η ζωή του και η δράση του έλαβαν διαστάσεις μύθου και έδωσαν υλικό για τη λαϊκή μυθολογία, το θέατρο και τον κινηματογράφο, τόσο της Τουρκίας όσο και της Ελλάδας.

Ο όρος χρησιμοποιείται συχνότατα σε ρεμπέτικα τραγούδια, γνωστό δε είναι και το άσμα της μοναδικής Ρόζας (Εσκενάζη). Ως ουσιαστικό η λέξη περιγράφει τον δυνατό και ντόμπρο άνδρα, τον μάγκα που τυγχάνει αποδοχής από όλους. Με άλλα λόγια, του επαναστάτη που δεν φοβάται τις συγκρούσεις.

  1. Άσμα Στράτου Διονυσίου:

Αν θα μ' αρνηθείς
Αν θα μ' αρνηθείς
Να ξέρεις πως θα γίνω Για σένα τσακιτζής
Θα γίνω θα γίνω
Για σένα τσακιτζής

Με τα χρυσά μου άρματα
Θα σκίσω την καρδιά σου
Θα κάψω το χαρέμι σου
Και τον ψευτοπασά σου

Πρέπει να το ξέρεις πως κυρά θα το πληρώσεις
Αν τύχει τα χείλη σου Σε άλλονε να δώσεις

Θα γίνω θα γίνω
Για σένα τσακιτζής
Αν θα μ' αρνηθείς
Να ξέρεις πως θα γίνω Για σένα τσακιτζής

Σε ξένα χέρια κούκλα μου
Ποτέ μου δεν σ' αφήνω
Εγώ για την αγάπη σου
Και τσακιτζής θα γίνω
Ξέρω πως σου τάξανε χρυσάφια και παλάτια
Κι αμέσως θαμπώσανε Τα όμορφά σου μάτια

Η Αμερικάνικη εκδοχή (από Vrastaman, 08/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη τουρκικής προελεύσεως, αχταρμά σημαίνει ανακάτεμα, το γνωστό άνω κάτω. Η λέξη είναι συνώνυμη με την αραβική «κουλουβάχατα» (βλ. σχετικό λήμμα).

- Τι λέει το πρόγραμμα σπουδών της Σχολής;
- Τι να λέει, ό,τι και σε κάθε Σχολή Ελληνικού Α.Ε.Ι.: ένας αχταρμάς μαθημάτων και επιστημονικών αντικειμένων, που σου δίνει ελάχιστη, αν όχι ανύπαρκτη, επιστημονική κατάρτιση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified