Further tags

Σημ. συντάκτριας: ομολογώ ότι το πορνό δεν το κατέχω διόλου, μου φάνηκε προκλητικό για διερεύνηση όμως (επειδή). Σο, το 'ψαξα, έπαθα μια μόρφωση, και παραθέτω συνοπτικά τα ευρήματα από το research στο διαδίκτυο, με τις κυριότερες πηγές σε links.

Προέλευση:
Η έκφραση έγινε διάσημη από τον Κώστα Γκουσγκούνη, ο οποίος είναι ένας ζωντανός μύθοςτου ελληνικού πορνό (λέει), τέλος πάντων το όνομά του το ξέρουν και οι πέτρες. Πειστήριο - media 1.

Μια σπουδαία ελληνική ταινία πορνό του 1984 (ένα αριστούργημα του είδους σύμφωνα με τους επαΐοντες των σχετικών fora) , στην οποία όμως δεν συμμετέχει ο Γκουσγκούνης, να το διευκρινίσουμε αυτό, έχει τον τίτλο «Σκύψε ευλογημένη», με υπότιτλο «τα πιο ωραία και ευλογημένα Ελληνικά σκυψίματα». Η υπόθεση αυτής περίφημη «2 λεσβίες μεταβαίνουν σε ένα χωριό παριστάνοντας τις καλλιτέχνιδες με σκοπό να ανακαλύψουν το αρχαίο άγαλμα του γυμνού έρωτα. Στο μεταξύ «ζευγαρώνουν¨με ένα βοσκό (Παύλος Καρανικόλας) και παραλίγο με το λυκόσκυλο του! Το άγαλμα βρίσκουν στο οργιώδες φινάλε της ταινίας στη σπηλιά ενός βοσκού (ο cult αστέρας Νότης Πιτσιλός).» Πειστήριο - media 2.

Συνοψίζοντας δηλαδή το «σκύψε ευλογημένη» είναι μια έκφραση που καθιερώθηκε μέσω του Ελληνικού πορνό των 70s-80s.

Χρήση στην καθομιλουμένη
1. Ο παπάς τελεί Ευχέλαιο. Οι πιστοί προσκυνούν και, όπως προβλέπεται, σκύβουν. Άμα καμία κάθεται σαν το κούτσουρο γιατί δεν έχει πάει ποτέ στην εκκλησία η γαϊδούρα και δεν ξέρει από αυτά, δεν θεωρείται κακό για τον παπά να της πει την περίφημη φράση, «σκύψε ευλογημένη», για να κάνει την δουλειά του ο άνθρωπος, να πάρει τα φράγκα και να φύγει μια ώρα αρχύτερα. (Παράδειγμα 1)

Κατηγορίες για κατάχρηση εξουσίας σε αυτό τον τομέα έχουν διατυπωθεί, αδίκως όπως αποδείχθηκε σε κάποιες περιπτώσεις, γιατί λέει ότι υπήρξαν παπάδες που απαιτούσαν από τις πιστές, εκτός από το πετραχήλι, να παίρνουν και πίπες. Αίσχος, ντροπή και όνειδος για όλα τα ρεμάλια του κερατά που διαδίδουν τέτοιες φήμες για τους εκπροσώπους του ιερατικού σώματος, φτου φτου πίσω μου σε έχω σατανά. (Παράδειγμα 2)

  1. Άμα ο ομιλητής δεν είναι παπάς, αυτό που υπονοείται (με σαφήνεια όμως) στην φράση είναι «σκύψε να σε γαμήσω / να μου πάρεις μια πίπα». Συναφείς εκφράσεις προστακτικής: «πιάσε μου τα αρχίδια», «βάλτον στο στόμα σου» κ.λπ., που όμως είναι εντελώς προχώ με την κακή την έννοια - ενώ στην περίπτωση της φράσεως ενδιαφέροντός μας, ο χαρακτηρισμός «ευλογημένη» δίνει έναν τόνο ευλάβειας και σεβασμού, που απαλύνει το άγριο του πράγματος.

Σε αυτή την περίπτωση, η χρήση της φράσης από τον μη-παπά (στο εξής θα αναφέρεται ως «υποκείμενο») είναι δίκοπο μαχαίρι, κυρίως όταν πρόκειται για κυρία / κύριο (στο εξής θα αναφέρεται ως «αντικείμενο») με την / τον οποίο δεν υπάρχει σεξουαλικό προηγούμενο, γιατί υπάρχουν δύο πιθανά επακόλουθα:

Θετικό επακόλουθο: Το αντικείμενο είναι πρόθυμο - το αποτέλεσμα της φράσης μπορεί να είναι από βολικό μέχρι ευχάριστο. Πού να σκέφτεται τώρα τι θέλει αυτός για να τον ικανοποιήσει, το λέει από μόνος του και ξεμπερδεύει το πράμα, σκύβει λοιπόν το αντικείμενο και προσφέρει την επιθυμητή ικανοποίηση χωρίς πολύ σκέψη. (Παράδειγμα 3)

Αρνητικό επακόλουθο: το αντικείμενο έχει ρομαντική διάθεση, είναι γλυκό και τρυφερό και θέλει στοργή και προδέρμ για να λειτουργήσει - η φράση αυτή (όπως και οι άλλες προστακτικές) μπορεί να αποτελέσει μεγάλο ξενέρωμα, so, παίζει να την κάνει με ελαφρά πηδηματάκια. Σε αυτή την περίπτωση το υποκείμενο μένει με την ψωλή στο χέρι να της δίνει διαταγές και αυτή να υπακούει κι άλλη φορά να μάθει να σέβεται και να είναι πιο διακριτικό, άιντε. Παράδειγμα 4.

  1. Η φράση μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε έναν διάλογο εκδηλώνοντας περιφρόνηση για το υποκείμενο (παράδειγμα 5) ή το αντικείμενο (Παράδειγμα 6)

Ασίστ: paparas

Παράδειγμα 1
-Πάτερ μου την ευλογία σας.
-Σκύψε ευλογημένη.

Παράδειγμα 2
ΠΙΣΤΕΥΕ ΚΑΙ ΜΗ ΕΡΕΥΝΑ Ή ΣΚΥΨΕ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ
Έχω κάτι προβλήματα με μερικές πιστές που δεν επιθυμούσι όπως ευλογηθούν με τον πρέποντα τρόπον. Τι ποιώ τέκνο μου;
+О КЕФТЕС ГАР ВАРУС+
...Κι εσύ Πάτερ μου... Μήπως τους δείχνεις κατ' ευθείαν την αγιαστούρα σου, και σκιάζονται; Δεν αφήνεις να σκύψουν πρώτα (για να δεχτούν την ευλογία πάντα) και μετά σιγά σιγά και με το μαλάκό, να περάσεις στο παρασύνθημα; (από blog)

Παράδειγμα 3
-Σούλαμε τρελαίνεις, καμιά δεν με καυλώνει όπως εσύ όταν μου κάνεις γούστα.
-Μιλάς με γρίφους Σταύρο μου. Τί θες να κάνω Αντρούτσο μου;
-Σκύψε ευλογημένη!!!
-μμμμ (σλουρπ, γλυψ)

Παράδειγμα 4
-Έλα μωρέ Κώσταααα (μούτρωμα)... Πάλι με σουβλάκια ήρθες; Ο Αντρέας της Μαρίας λουλούδια της φέρνει, αυτός είναι τζέντλεμαν...
-Άσε με βρε Ελένη τώρα, τί με πρήζεις με τα χαζά του σκατόφλωρου, αφού ξέρεις πόσο σ' αγαπάω (χάδι στο κεφαλάκι της Ελένης)
-(σύντομος δισταγμός...) Άντε, τέλος πάντων, δεν θέλω να τσακωνόμαστε... (χάδι στο κεφάλι του Κώστα). Τί να κάνω για να φιλιώσουμε;
-(λάμπει ξαφνικά το πρόσωπό του) Άντε επιτέλους! Νόμιζα ότι δεν θα ρώταγες ποτέ! Σκύψε ευλογημένη!!! (το χάδι στο κεφαλάκι της Ελένης γίνεται πίεση προς τα κάτω)
-(έκρηξη) Ε, άντε γαμήσουρε Κώστα, είσαι και πολύ μαλάκας τελικά!
(ζμπάμ πόρτα)

Παράδειγμα 5
-Το αφεντικό με έχει πεθάνει ρε, ούτε ξέρει τι ζητάει, μόνο «σκύψε ευλογημένη» δεν έχω ακούσει ακόμα εδώ μέσα και μου φαίνεται δεν αργεί κι αυτό, άει σιχτίριμε τον μαλάκα, αύριο θα παραιτηθώ.

Παράδειγμα 6
ΣΚΥΨΕ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ έλεγε ο Γκουζγκούνης. Σκύψε Ελληνάρα λεω εγώ. Αφού σ' αρέσει, πρόβλημά σου. Δικός σου είναι ο κώλος οτι θες τον κάνεις.. (από blog)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακριβώς το αντίθετο από το «Μηδένα προ του τέλους μακάριζε», που είπε ο Σόλων ή Ψώλων στον βασιλιά Κροίσο.

Δηλαδή σημαίνει μην κακολογείς κανέναν και μην είσαι απαισιόδοξος πριν το τέλος που μπορεί να αποδειχθεί καλό.

Ο πλήρης διάλογος Ψώλωνος και Κροίσου:

-Μηδένα προ του τέλους μαγάριζε, ω Κροίσε!
-Σόλων, Σόλων,
πώς τον θες τον ψώλον
εις τον κώλον,
μισόν ή όλον;
-Όλον, όλον!,
είπε ο Ψώλων.

-Επιμένεις να κάνεις πρωκτικό, ε; Να δεις που θα στον κεράσει τον μεζέ όπου νά 'ναι!
-Μηδένα προ του τέλους μαγάριζε, ρε γρουσούζη!

Ψώλων ο Αθηναίος (από Hank, 07/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη, ως κλητική προσφώνηση, έχει πολλαπλές έννοιες ανάλογα με το ποιος, για ποιον και σε ποια περίπτωση την λέει.

Προηγούμενος ορισμός έχει καλύψει την περίπτωση να την λέει άντρας.

Εδώ συμπληρώνουμε τις εξής περιπτώσεις (η παράθεση δεν είναι εξαντλητική, υπάρχουν άπειρες παραλλαγές αλλά οκ, τα βασικά τουλάχιστον):

1: Κυριολεκτικό - Όταν την λέει μια μάνα για το παιδί της: εκφράζει πραγματική αγάπη αγνή, απέραντη, χωρίς όρια και όρους. Πάράδειγμα 1,2 . Media 1, 2.

2: Όταν την λέει μια γυναίκα σε έναν άντρα (που δεν είναι γιος της, αυτό το εξαντλήσαμε):

Υποπεριπτώσεις:

2.1 : Παράδεισος ή ο εφιάλτης στον δρόμο με τις λεύκες: Εκφράζει συναισθήματα υπερσυμπυκνωμένης αγάπης, σε έναν αγαπημένο άντρα, όπως αυτής που έχει η μάνα για το μωρό της. Τον αγαπά απεριόριστα, σαν παιδί της. Αυτό όταν ξεφύγει και η άλλη παρασυρθεί από το βαθύ της αίσθημα και ενδέχεται να προκύψουν καταστάσεις καταπίεσης, ψυχοβγαλτισμού, να τον μπουκώνει κολοκυθάκια γεμιστά κ.λπ. Κατ' επέκταση δημιουργεί δυσκολίες στο σεξ, εκτός αν το ζευγάρι αποφασίσει να κρατήσει την αιμομιξία στα πλαίσια της οικογένειας. Παράδειγμα 3 - Media 3

2.2 : Θεατρικό: Η λέξη «μωρό» κατά παράφραση της #2,1, χρησιμοποιείται γενικώς για να πείσει η άλλη τον άντρα που χει δίπλα της ότι τον αγαπάει απεριόριστα. Αλλά δεν πολυμασάνε οι άντρες πια, εκτός αν πρόκειται για την πρώτη γυναίκα που γνώρισαν μετά την μάνα τους, επειδή όσες γυναίκες είχαν όλες «μωρό μου» τους έλεγαν. Γιατί κι αυτές από τους άντρες που είχαν το έμαθαν κι έτσι δεν μασάνε κι αυτές και τα παίρνουν κιόλας μερικές φορές. Ουφ μπλέξιμο. Παράδειγμα 4 - Media 4

2.2.1: Χειραγώγησης: Η Barbieαποκαλεί μωρό τον παππού. Γιατί τον έχει ξεμωράνει, οπότε καλά κάνει και πολύ ειλικρινής είναι. Γιατί τον ξεμωραίνει κάθε φορά που τον αποκαλεί μωρό και ναι μεν δεν είναι ειλικρινής αλλά ποιος χέζει, να τα χρυσαφικά, να τα κάμπριο, πάρε και τούτα πάρε και κείνα, μωρό ο παππούς;;; οφκόοοοοοοορς. Παράδειγμα 5 - Media 5

2.2.2: Προνοητικό: Η προνοητική γυναίκα αποκαλεί μωρό τον αγαπημένο άντρα. Κάθε αγαπημένο άντρα και όλους ανεξαιρέτως. Δεν μπορεί να τους αγαπάει όλους απεριόριστα ούτε μητρικά - από την άλλη πολύ βολικό γιατί την ώρα της κρίσεως είναι αμαρτία να χαλάσει την φάση επειδή τον είπε με άλλο όνομα. Έτσι κι αλλιώς το ίδιο κάνουν και οι άντρες. Παράδειγμα 6 - Media 6

3. Όταν την λέει μια γυναίκα σε μια άλλη γυναίκα, αναφερόμενη όμως σε έναν άντρα:

3.1 Κτητικό: Η μία φίληστην άλλη φίλη - η έκφραση «το μωρό μου» εμμέσως υποδηλώνει κτητικότητα. Τέρμα ρε φιλενάδα, είναι το μωρό μου πια, τα πράγματα είναι σοβαρά, τζους εσύ. Παράδειγμα 7 - Media 7

3.2 Ειλικρινές: Γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας, αναφερόμενη σε γκόμενο μικρότερης ηλικίας - το προφανές. Τα μωρά έχουν ορμές, κορμάρες και αντέχουν στις κακουχίες. Πώς αλλιώς να τον πει στην φιλενάδα της. Στον ίδιο πρέπει να αποφεύγεται γιατί μπορεί να λειτουργήσει ευνουχιστικά. Παράδειγμα 8 - Media 8

Τελευταίο και κυριότερο:

4#Πασπαρτού: Εκτός των προαναφερθέντων, ας σημειωθεί ότι ο όρος «μωρό μου» μπορεί να χρησιμοποιείται οπουδήποτε, για οποιονδήποτε κ.λπ. στο σπίτι, στο γραφείο, στην εκδρομή, στο πάρτυ κ.ο.κ. Το τί σημαίνει σε κάθε περίπτωση ξεκαθαρίζεται μόνο από το ύφος και τα συμφραζόμενα.

  1. Μανούλα: Νάνι, νάνι το μωρό μου, Νάνι, νάνι το χρυσό μου, Νάνι του να κοιμηθεί, Και καλά να σηκωθεί λαλαλα (χρρρ ύπνος το βρέφος)

  2. Μανούλα: Έλα βρε μωρό μου, σήκω Θανάση να πας στο γραφείο, θα σε διώξουνε πάλι ρε ρεμάλι, αχαΐρευτε που όλη νύχτα γυρνάς στα κωλάδικα και δεν σταυρώνεις δουλειά, ξύπνα ρε Θανάσηηη ανάθεμα την μάνα σου.

  3. Γκόμενα: Έλα βρε μωρό μου, σήκω Θανάση να πας στο γραφείο, θα σε διώξουνε πάλι ρε ρεμάλι, αχαΐρευτε που όλη νύχτα γυρνάς στα κωλάδικα και δεν σταυρώνεις δουλειά, ξύπνα ρε Θανάσηηη ανάθεμα την μάνα σου.

4.-Τασία μου είπε ο Μήτσος ότι σε είδε χτες στον Γονίδη και δεν ήσουνα με τις κοπέλες Τασίαααα με ένα μουστακαλή ήσουνα και σου πέταγε γαρδένιες Τασίαααα
-Έλα ρε μωρό μου ακούς τον Μήτσο, αφού αυτός μου την πέφτει, ψέματα λέει!
(μουσικό background: Madison Avenue - Dont' call me baby, You got some nerve, and baby that'll never do... It's time you knew I'm not your baby)
-ΜΗ ΜΕ ΛΕΣ ΜΩΡΟ ΜΟΥ ΤΑΣΙΑΑΑΑΑΑΑ
(μουσικό background: ήχοι από μπατσίδια)

5. Barbie: Μωρό μουυυυυ... Γλυκουλίνι και τζιβιντζουλίνι μουυυυυ... Περνούσα σήμερα από τον Καίσαρη και δεν θα το πιστέψεις! Ένα περιδέραιο φώναξε το όνομά μου! Μωράκι πάμε να το δούμε παρεΐτσαααα;;;

  1. Λάθος διάλογος:
    -Λεωνίδα μου, με πήγες στα αστέρια, δεν ήταν πήδημα αυτό, ήταν ένα όνειρο...
    -Κώστας ρε Λουκία!
    -Μπα; Και γω Κώστας θυμόμουνα, αλλά μου φάνηκε ότι μου είπες this is Spartaaa - θα μπερδεύτηκα.
    -Πάρτααα σου είπα Λουκία (θα μπερδεύτηκες)

Σωστός διάλογος:
-Ναι μωρό μου, έτσι μωρό μου, μμμμ εκεί, εκεί, ναι, ναι, εκεί, τελειώνω μωρό μουυυυ
(Έτς!)

  1. - ...και μετά, το μωρό μου, με πήγε στο Queen's για βάφλα!
    - Ποιο Queen's, εκεί πηγαίνανε οι γέροι μου ρε, δεν ήξερα ότι λειτουργεί ακόμα... Να πάμε καμια μέρα όλοι μαζί.
    -Δεν θα σαι καλά ρε, εκεί πλέον θα πηγαίνω μόνο με το μωρό μου, θα είναι το μέρος μας.

  2. - Έτσι που λες Γιάννα μου, να δεις μπράτσα, να δεις κοιλιακούς, να δεις αντοχή, τρεις φορές σε μισή ώρα ρε, απίθανο σου λέω το μωρό
    -Ου μωρή πιπινατζού γυναίκα, ό,τι κορόιδευες...
    -Αχ Γιάννα μου, ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθο μπαλέτο.

Σχετικά: μωρουλίνι, μάκης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεγάλο καράβι με τρεις κουβέρτες (καταστρώματα).

Μεταφορικά σημαίνει ό,τι είναι μεγάλο σε διαστάσεις, ποσότητα ή ένταση.

Μπορούμε να ζήσουμε τρικούβερτες καταστάσεις (συν. ομηρικές) στο γήπεδο μετά από σφύριγμα ανύπαρκτου πέναλτι (τρικούβερτο ξύλο), στο δρόμο μετά από συνάντηση με την πρώην του νυν σου (τρικούβερτος καυγάς), στο πάρτι του κολλητού σου που ήπιες τον Βόσπορο (τρικούβερτο γλέντι) και συνέχισες παρέα με τις καλύτερες μουνάρες που ήταν επίσης καλεσμένες (τρικούβερτο γαμήσι).

Έχασες που δεν ήρθες στο πάρτι του Ντίνου! Έγινε τρικούβερτο γλέντι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή η φράση χρησιμοποιείται, όταν θέλουμε να πούμε σε κάποιον ότι τραβάει το πουλί του. Είναι ταυτόσημη με τη μαλακία.

Μαρία χήρα:
Χήρα ~ χείρα (το χέρι).
Πέντε ορφανά = πέντε δάχτυλα που έχει το χέρι.

- Εσύ Κωστάκη έχεις καμιά γκόμενα;
- Ναι, έχω την Μαρία τη χήρα με τα πέντε ορφανά.
- Ώπα της ο Κωστάκης… και με μεγάλες; - Ρε μαλάκα γιατί με δουλεύεις;
- Χαχα έτσι για το χαβά!

Βλ. και η χείρα με τα πέντε ορφανά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μμμ! τι ωραίο επιφώνημα! Μμμ! μουγκανίζουν οι αγελάδες Μμμ! αναφωνούμε όταν θαυμάζουμε, αναρωτιόμαστε, αμφιβάλλουμε, σκεφτόμαστε, ηδονιζόμαστε, επιβραβεύουμε. Όσο πιο πολλά τα μ, τόσο πιο έντονα τα συναισθήματα.

Μμμμμ ναι ναι ναι μμμμμμναι μμμμμ ... τι μου κάνεις μάνα μου; μμμμμ μμμμ μμμμμμμ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενώ το κεχρί στην κυριολεξία είναι οι σπόροι των φυτών που χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφή [αρχ. κέγχρος], μεταφορικά περιγράφει το εκ του πονηρού, δηλ. το γαμήσι.

Κωδική λέξη, προκειμένου να μην γινόμαστε αντιληπτοί από τρίτους, όταν μιλάμε για αυτό που απασχολεί τους πάντες και διαρκώς.

  1. - Έχεις το τιμολόγιο μήπως;
    - Κάτσε ρε ένα λεπτό, μιλάω με τη Γεωργία!
    - Εδώ έχουμε δουλειά, κι εσένα ο νους σου στο κεχρί κακομοίρη μου...

  2. Σχόλιο από το διαδικτυακό forum www.sxeseis.gr

«pigase....o νους σου στο κεχρι....
εδω η κοπελα σκεφτεται ,αγχωνεται , αγωνια .
και οι αντρες .....πανε για μπεκατσες....»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίρρημα τροπικό, και μάλιστα κλασσικό, που χρησιμοποιείται αντί του επιθέτου «γυμνός, -η, -ο». Εκφράζει την έννοια «ξεβράκωτος, χωρίς ρούχα».

Η προέλευση είναι άγνωστη, αλλά κατά πάσα πιθανότητα είναι παράγωγο της νηπιακής λέξη «τσιτσί», που σημαίνει κρέας. Το τσιτσί, με τη σειρά του, προέρχεται από τα ιταλικά [ιταλ., cicci. βυζιά/μαστοί].

Ως επίθετο συναντάται με τη μορφή «τσίτσιδος, -η, -ο».

  1. - Σκάμε μύτη που λες στην Ηρακλειά, βρίσκουμε το κάμπινγκ, και με το που πλησιάζουμε στη σκηνή, εμφανίζονται οι μουνίτσες τσιτσίδι, με κάτι θανατηφόρα κορμιά. Και φυσικά, εμείς μένουμε μαλάκες....

  2. - Αυτή η κατάσταση πρέπει να σταματήσει. Δεν μπορεί το Φαληράκι να γίνει άντρο των Βρετανών τουριστών, που γυρίζουν τσίτσιδοι και μαστουρωμένοι, χωρίς καμία αιδώ!

Τσίτσιδοι (από krepsinis, 14/02/09)Τσιτσίδι ποιότητα (από krepsinis, 14/02/09)(από patsis, 06/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παιχνίδι του ταβλιού, όπου πλακώνεις τα πούλια, αντί να τα «τρως». Χρησιμοποιείται ως συνώνυμο του σεξ, ειδικά του καβαλητού.

- Πού είναι ο Γιώργος και η Μαρία;
- Παίζουνε πλακωτό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεγάλα γυναικεία στήθη, ακα βυζάρες. Όταν το λέμε, αφήνουμε μια αιχμή ότι έχουν φουσκώσει τεχνητά με σιλικόνη.

Είδες κάτι μπαλόνια η Πάμελα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified