Further tags

Όπως το λέει και ο συνδυασμός λέξεων κρεμαστάρια είναι τα β(υ)ζ(ι)ά που είναι τεράστια (μαστάρια), αλλά λόγω της βαρύτητας κρέμονται (χρειάζεται να γράψω κρέμα;).

Βρίσκονται κυρίως στα μιλφέιγ και στα τζιλφέιγ, αλλά δεν είναι απίθανο να δείτε και σε νεαρότερες ηλικίες.

Απαραίτητα επιπλέον χαρακτηριστικά είναι η καμπουρίτσα λόγω του βάρους που πρέπει να σηκωθεί, οι στηθόδεσμοι με γάντζους τόσο μεγάλους και ισχυρούς πίσω που φαίνονται από κάτω από τη μπλούζα, λιγούρια που περιφέρονται γύρω από την κρεμασταρού και δέκα λίτρα σάλιο στο έδαφος.

Από τα ακριβώς παραπάνω γίνεται φανερό ότι τα κρεμαστάρια δεν είναι απαραίτητα αντιαισθητικά, αν και τις περισσότερες φορές είναι, γιατί υπάρχει και η νοοτροπία του όσο περισσότερο βυζί τόσο το καλύτερο. Οπότε το ότι δεν είναι στητά δεν αποτελεί πρόβλημα γιατί το συγκριτικό (κατά Ρικάρντο) πλεονέκτημά τους είναι στο μέγεθος. Νταβάι.

(Δύο φίλοι συζητούν)

Φίλος Α: Την είδες την γκόμενα του Τάκη; Αστέρι φίλε (Β).
Φίλος Β: Σιγά μωρέ, τα είδες τα βυζιά της; Μέχρι το πάτωμα φτάνουν τα κρεμαστάρια της.
Φίλος Α: Όχι φίλε (Β), όσα δε φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια.
Φίλος Β: Με είπες αλεπού ή δεν κατάλαβες τη λέξη;

(από Βασίλης-7, 14/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Κωλοτρίβομαι» σημαίνει ένα ή και περισσότερα από τα παρακάτω:

Σλανγκασίστ: Val

  1. Refuse: - Ρε παιδιά σόρρυ, είμαι νέος στην όλη φάση, αλλά ο «φραπές», είναι αγγλιστί το hand-job; Η διαφορά 'πριβέ' χωρός από αυτό σε τραπέζι υποννοεί τίποτα παραπάνω από το να σου κωλοτρίβεται η εκάστοτε stripper;
    xaf: - ναι δίκιο έχεις φραπές= Ενδωπαλάμια πεοταλάντωση. (από εδώ)

  2. Κωλοτρίβομαι να σ'απαντήσω αλλά είναι αρχή μου το να μην γαμάω τόπικς (εκτός αν εγγυηθείς ότι δεν θα με κάνει ban ο ψηλός)
    (από εδώ)

  3. περί αναίδειας: σήμερα τό πρωΐ ο στρατής λιαρέλης μιλάει μέ τόν δήμαρχο αθηναίων καί λέει: «τόσα χρόνια δημοσιογράφος κωλοτρίβομαι...» Χρειάζεται νά προσθέσω κάτι άλλο;
    (από εδώ)

Παραθέτουμε εδώ και επιπλέον ορισμούς ακόμα από χρήστες του slang.gr

  1. «κωλοτρίβομα»ι = συνερίζομαι, αναπτύσσω νευροτοξική προσκόλληση αγάπης και μίσους προς άτομο, εμπλέκομαι σε ψυχολογική πόλεμο χαρακωμάτων, τρωω το σκατό κάποιου κι αυτός το δικό μου, που όλα έχουν σαν συνέπεια το Γκραν Γκρινιόλ.

    - Τσακώθηκα πάλι με τον Τάκη. - Ε, μην του κωλοτρίβεσαι κι εσύ.

(xalikoutis)

  1. Το στυλ «Καραγκούνης», λόγω του συχνού τριψίματος των οπισθίων του ποδοσφαιριστή στο γκαζόν του γηπέδου προς εκμαίευση φάουλ ή καθυστερήσεων.

- Πολύ κωλοτρίβεται αυτός ο χαφ που μπήκε αλλαγή - σκέτος Καραγκούνης μας βγήκε.
- Χρόνο να κερδίζουμε, ρε συ.

(allivegp)

βλ. και μην τρίβεσαι στη γκλίτσα του τσοπάνη, θυμίζω, πιπιλιέμαι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η «ξεραΐλα» έρχεται να προστεθεί στο λήμμα απουσία.

Λέγεται από γυναίκες που έχουν περάσει μακροχρόνια φάση λειψανδρίας και, μεταξύ άλλων, υπονοούν με αυτόν τον τρόπο ότι το κολπικόνε σύστημά τους έχει μαραζουλιάσει.

Αντώνυμη έκφραση: «It's raining men, halelujah!»

Λέγεται όμως και γενικότερα, όταν υπάρχει έλλειψη ειδήσεων, κουτσομπολιού και λοιπών «ζουμερών» καταστάσεων.

  1. - Τι νέα;
    - Τα γίδια... Δουλειά, δουλειά, δουλειά...
    - Κανας γκόμενος;
    - Μπε..., ξεραΐλα.

  2. - Καιρό έχουμε να τα πούμε! Κανα κουτσομπολόι;
    - Τίποτα, ξεραΐλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα κουρκουμπίνι όπως ξέρουμε όλοι (και πολύ περισσότερο τα καρντάσια στη Σαλλλονίκη) είναι μικρό σιροπιαστό γλυκό με σχήμα κυλινδρικό, φτιαγμένο από φύλλο κρούστας και αρωματισμένο σιρόπι. Γενικά στα κουρκουμπίνια αναφερόμαστε στον πληθυντικό, αφού κανείς δεν μπορεί να παραγγείλει (πόσο μάλλον να φάει) μόνο ένα. Κι επειδή ενθαρρύνουμε τις δημιουργικές σας απασχολήσεις εδώ στο σάιτ, διαθέτουμε και συνταγή για κάθε μαθητευόμενο Μαμαλάκη.

Πολύ συχνά χρησιμοποιείται ως χαϊδευτικό (βλέπε παράδειγμα 2), η σημασία της λέξης όμως μεταλλάσσεται άρδην όταν το υπονοούμενο φτάνει στην ανεξάντλητη θεματολογία του πέοντος: τότε με τη λέξη κουρκουμπίνι εννοούμε το μικρό τσουτσουνάκι, τη φίφα, το γαριδάκι, τη μικρογραφία μαλαπέρδας (παράδειγμα 1).

  1. (Από εδώ)
    «DeepBlue
    Ήρθα μπας και δω το μαραμένο γαριδάκι να γίνεται τουλούμπα.. Αλλα πάλι κουρκουμπίνι πέτυχα !!

apollonios
Μπιχτα, αστα αυτα σνιφαρισες και συ λιγο βιαγκρα και μετα κυνηγουσες τον Τονκο σε ολο το σπιτι

fronimi
κουρκουμπινι ηταν παντα αφου χωρεσε σε στριγκακι που το ζηταει τωρα να του το παω

apollonios
Ναι ολο κουρκουμπινι πετυχαινεις εσυ και ολο με τον κωλο τουρλα σε βλεπω! Δεν ειναι κουρκουμπινι γλεντη μου τουλουμπα ειναι αλλα ο πωπος σου ειναι σαν μπουρι απο σομπα!»

  1. (από εδώ)
    (geothelion) Καλησπέρα!!
    (anna tade) επ!!! ήρθες ζουζουνούλι μου;; (geothelion) Ήρθα κουρκουμπίνι μου!!...χιχιχιχι...

Κουρκουμπίνια, μιαμ μιαμ... (από Cunning Linguist, 15/05/09)Βέγγος - "Μαρμαροκολώνα μου, κουρκουμπίνια έφτιαχνε ο μπαμπάς σου;;" (από Cunning Linguist, 15/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Να κι άλλο κλάσικ που μας ξέφυγε!

Αυτός που όταν γαμάει χύνει μέσα στο πρώτο δίλεπτο, δηλαδή υποφέρει από πρόβλημα πρόωρης εκσπερμάτωσης. Πρόβλημα που ταλανίζει μέγα μέρος του ανδρικού πληθυσμού εν Ελλάδι. Κανάς Ασκητής και κανάς Βαΐτσης Αποστολάτος θα μας έλεγαν πως οφείλεται στην ανυπαρξία σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στα σχολεία και την κοινωνία με τους γρήγορους εξοντωτικούς και ανταγωνιστικούς ρυθμούς που υποσκάπτουν τις ανθρώπινες σχέσεις, μπλα μπλα μπλα... πάω για τούφες...

Μια ολόκληρη βιομηχανία έχει στηθεί για την αντιμετώπιση και καλά του εν λόγω προβλήματος, με μαντζούνια, αλοιφές, επιβραδυντές, ειδικές καπότες και δε συμμαζεύεται.

Πρώτο θέμα στις συζητήσεις που κάνουν οι γκόμενες μεταξύ τους (μετά το μέγεθος βεβαίως βεβαίως). Και ξέρετε πως κυκλοφορούν αυτά από στόμα σε στόμα, κι άμα σου βγει το όνομα την πούτσισες, θα σε βλέπουν τα θηλυκά και θ' αλλάζουν πεζοδρόμιο.

Κλασική συμβουλή που παίζει σε αντροπαρέες είναι το προληπτικό τράβηγμα μιας ξερής πριν πας να γαμήσεις, ώστε να είσαι - και καλά - χορτάτος και να κρατήσεις περισσότερο. Ουδέν βλακωδέστερον. Άμα είσαι κοκορίκος, και τη δέκατη φορά πάλι στο δίλεπτο θα πιτσιλίσεις.

- Ρε συ φιλενάδα, είμαι σε μεγάλο δίλημμα τώρα τελευταία...
- Για πε, για πε...
- Να ρε συ, παίζω με δύο γκομενάκια και δυσκολεύομαι να διαλέξω...
- Αυτό είναι μωρή; Κράτα και τα δύο.
- Λέω να σοβαρευτώ σιγά σιγά, δεν είμαστε 20 πλέον...
- So;
- Λοιπόν άκου. Ο ένας είναι δεκαεφτάποντος αλλά κοκόρι, ο άλλος δεκαπεντάποντος αλλά ντούρασελ. Τον βάζεις μπρος και δε σταματά...
- Τι να σου πω φιλενάδα, αυτά είναι σοβαρά θέματα. Να συγκαλέσουμε συμβούλιο και με τις άλλες να μας πουν κι αυτές τη γνώμη τους.

Κοκόρι: ένα κάρο φασαρία και αποτέλεσμα μηδέν. Στην πυρά. Κοκορομακαρονάδα. (από Galadriel, 19/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όποιος βρει τι είναι κερδίζει δωρεάν συνδρομή για έναν χρόνο στο σλανγκρ.

Λήμμα εμπνευσμένο από το ρίχνω - τρώω - πέφτω του Άλλου.

Συμπληρώστε σωστά το κενό:
Χθες με το Μαράκι - έναν πήδο άλλο πράμα, φίλε μου...

(από manos3003, 28/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Έλα τώρα που δεν ξέρετε...

Μόνο ένα πουλί κατεβάζει γάλα!

- Αχ, έλα στον οντά μου βρε Μυρτώ μου, να σε ποτίζω ολημερίς και του πουλιού το γάλα!
- Αχ κύριε Βίκτωρα, είστε τόσο γαλα-ντόμος!

όλα γίνονται! (από BuBis, 21/05/09)Tesco και του πουλιού του γάλα, -logo fail. (από Khan, 27/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει πως, αν κάνεις μονίμως τα χατίρια σε μια γυναίκα, θα σου κάνει τη ζωή δύσκολη. Πρέπει να την παιδέψεις και λίγο (κατ' άλλους: να της ρίχνεις και καμιά ψιλή) για να σ' έχει εκείνη στα όπα-όπα (να σε λέει, όπως λέμε «θείο»).

Ετυμολογικά, προέρχεται από τους ψαράδες που, κατά παράδοση, είθισται να «σβουρίζουν» τα χταπόδια για να μαλακώσουν: τα κοπανάνε με δύναμη σ' έναν βράχο αρκετές φορές (από 40 ως 100, αναλόγως τον ψαρά, και οι αριθμοί πάντα διακρίνονται από ακρίβεια όσο και συμβολισμό). Όπως το λαχταριστό μαλάκιο, λοιπόν, έτσι και η γυναίκα (το μουνί, στην προκειμένη φράση, συνεκδοχικά) μαλακώνει και γίνεται πιο τρυφερή και χαδιάρα όσο την παιδεύεις, όσο την «χτυπάς» (μεταφορικά, ελπίζω). Η πρακτική αποτελεσματική, καθώς αν το χταπόδι είναι φρέσκο, γίνεται αρκετά σκληρό, ιδίως στη σχάρα. Δεν είναι, ωστόσο, απαραίτητο να γελοιοποιείται κανείς στην παραλία: το ίδιο και καλύτερα αφραταίνει το χταπόδι αν το αφήσετε μια-δυο μέρες στην κατάψυξη. Δεν το συνιστώ για τη γυναίκα, φυσικά.

- Πάλι την έφτυσες, ρε, τη Ράνια; Θα σε παρατήσει, κακομοίρη μου, και θα τρέχεις...
- Ρε, το μουνί και το χταπόδι, όσο το χτυπάς απλώνει, λέμε.
- Ναι, και το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν το ξέρει ιδρώνει, αλλά λέω μη σου τα φορέσει καμιά μέρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πλέον παραδοσιακή μορφή αντισύλληψης, βοήθησε το έθνος μας να λύσει το δημογραφικό του πρόβλημα σε καιρούς δύσκολους, από τους Βαλκανικούς πολέμους ως τον Β' Παγκόσμιο και πιο μετά ίσως, όταν χρειαζόμασταν πολλούς στρατιώτες, πολίτες κτλ, και γι' αυτό πολλές γέννες.

Υπάρχει και η έννοια του Τζόνι Μπλακ (λήμμα χημεία) που αναμένει άλλον κάβουρα.

Γιάννη, τραβήξου να πάμε για το τέταρτο, να πάρουμε και το επίδομα!

(από Khan, 25/08/09)Coitus interruptus. (από joe909, 07/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά χρήση της λέξης για το προφυλακτικό, λόγω του υλικού κατασκευής του, αλλά και της ελαστικότητας και μυρωδιάς του.

Συνηθιζόταν και στον πληθυντικό.

- Ρε μεγάλε, σου βρίσκονται τίποτε λάστιχα γιατί είμαι με ένα φίνο γκομενάκι και μπορεί να τρέξει κάτι απόψε;
- Όχι ρε κολλητέ, δεν κουβαλάω τίποτε απάνω μου… αλλά από την άλλη γιατί δεν τραβιέσαι απλά ;
- Άσε ρε, τραβιόταν κι ο άλλος και πήρε το επίδομα για το τέταρτο… δεν διαβάζεις slang.gr;
- Ρε δίκιο έχεις ρε… και γαμώ τα site για σεξουαλική διαπαιδαγώγηση!

(από BuBis, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified