Further tags

Μια λέξη σταθμός στην ιστορία της ελληνικής (για να μην πω παγκόσμιας) σλανγκ. Μια λέξη που τα λέει όλα χωρίς να λέει τίποτα. Μια λέξη πασπαρτού που χρησιμοποιείται:

  • για να πούμε ότι μια κατάσταση είναι πολύ μπερδεγουέη
  • για να εκφράσουμε τον ενθουσιασμό μας για κάποιο γεγονός
  • όταν δεν έχουμε τι να πούμε αλλά θέλουμε να πούμε οπωσδήποτε κάτι

Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι η λέξη πλάστηκε από τον Γ. Μαρκόπουλο συνθέτη και στιχουργό του ομώνυμου τραγουδιού.

Κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα αν σημαίνει κάτι η λέξη. Σύμφωνα με μια εκδοχή (δες εδώ) ο ίδιος ο στιχουργός έχει αναφέρει ότι πρόκειται για αρχαίες ελληνικές λέξεις

  • Ζάβαρα = Λάβαρα
  • Κάτρα = Μαύρα
  • Νέμια = Ανέμισαν

Συνολικά οι στίχοι σημαίνουν «Λάβαρα μαύρα ανέμισαν (πειρατές) και παρακαλούμε για έλεος»

Σύμφωνα με άλλη εκδοχή (δες εδώ) ο στιχουργός έχει αναφέρει ότι όλες οι λέξεις που χρησιμοποιούνται στο συγκεκριμένο τραγούδι είναι ελληνικές

  • Η λέξη «Αλληλούια» δεν είναι η γνωστή εβραϊκή λέξη, αλλά η ελληνική λέξη «αλληλουχία» (από την οποία αφαιρέθηκε το χ).
  • Η λέξη «Ζαβαρα» προέρχεται από τη λέξη Ζευς
  • Η λέξη «Νάμα» σημαίνει βάπτισμα
  • Η λέξη «Λάμα» σημαίνει λάμα (μαχαιριού)
  • Η λέξη «Νέμια» σημαίνει ηρεμία
  • Η λέξη «Ίλεως» σημαίνει σπλαχνικός

Αντί παραδείγματος παρατίθονται οι στίχοι του ομώνυμου τραγουδιού
Στίχοι: Γιάννης Μαρκόπουλος
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
(Πρώτη κυκλοφορία στο δίσκο του Γ. Μαρκόπουλου «Επιχείρησις Απόλλων» - 1968)

Ζαβαρακατρανέμια ζαβαρακατρανέμια
Αλληλούια αλληλούια

Ζαβαρακατρανέμια ίλεως ίλεως
λάμα λάμα νάμα νάμα νέμια
Αλληλούια αλληλούια

Ίλεως ίλεως ίλεως
ίλεως ίλεως νέμια
Ίλεως ίλεως ίλεως ίλεως
λάμα λάμα νάμα νάμα νέμια
Αλληλούια αλληλούια

Ζαβαρακατρανέμια ζαβαρακατρανέμια
Αλληλούια αλληλούια

Ζαβαρακατρανέμια ίλεως ίλεως
λάμα λάμα νάμα νάμα νέμια
Αλληλούια αλληλούια
Αλληλούια αλληλούια

(από Doctor, 29/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεωτεριστικός επιθετικός προσδιορισμός επηρεασμένος από τα αγγλικάνικα και συνώνυμος με την ωλ τάϊμ κλάσικ λέξη καφρομεταλλάς.

Η γέννηση της λέξεως οφείλεται στο γεγονός ότι σε κάποια μέταλ τραγούδια οι αοιδοί, είτε υπάρχει στους στίχους ή στο ξεκούδουνο, φωνάζουν πολλές φορές «DIE DIE DIE!!!»

Είθισται να χρησιμοποιείται από ξεπεσμένους εντεχνindies ή λατερνατίβους (με φανερά υποτιμητικό ή ενίοτε χιουμοριστικό τρόπο) που η συνήθης και αγαπημένη τους ασχολία είναι να ακολουθούν με θρησκευτική ευλάβεια το εκάστοτε ευαγές ίδρυμα που έχει ψωladies night.

- Tο βράδυ είπαμε να βγούμε να τα σπάσουμε σε κάνα Καρδαμίλη. Θα' χει λέιντις νάιτ με είπαν. Ψήνεσαι;
- Τι, σήμερα; Δεν παίζει. Κανόνισα να βγω με μια σειρά μου.
- Ε ας έρθει κ αυτός ρε, δεν τρέχει κάστανο.
- Όχι ρε συ αυτός είναι νταϊντάης, δεν παίζει να την παλέψει με τους σκύλους.

(από euripidisk, 14/03/10)(από euripidisk, 14/03/10)(από euripidisk, 14/03/10)(από euripidisk, 14/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Σ.ς. Οι τεχνικές λεπτομέρειες περί του κοινωνικού περιβάλλοντος, στο οποίο χρησιμοποιείται και βρίσκει εφαρμογή το λήμμα, περιγράφονται προς γνώση και μόρφωση στο κάτω μέρος του ορισμού. Σο, πριν απερίσκεπτα μαυρίσετε ό,τι δεν κατανοείτε, πάτε να ανοίξετε τα μάτια σας για το πως ζει ο κόσμος στο ίντερνετ και επανέρχεστε δημήτριοι)*.

Οπατζίδικο: Ειρωνικός (συνήθως) χαρακτηρισμός chat room μουσικού ενδιαφέροντος σε πρόγραμμα voice chat (που πα να πει ότι έχει και ήχο εκτός από κείμενο), όπου ο κόσμος διασκεδάζει ακούγοντας τραγούδια. Αναφέρεται και απλούστερα ως «όπα όπα» ή, για να ακριβολογούμε, «opa opa» (η λέξη room εννοείται εδώ).

Χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο από χρήστες άλλων chat rooms (όπου γίνονται συζητήσεις αμπελοφιλοσοφικού ενδιαφέροντος ή απλές ανταλλαγές μπινελικίων), οι οποίοι θεωρούν τους εαυτούς τους πολύ πιο σπουδαίους ή πολύ πιο κουλ από τους οπατζίδες. Με αυτό τον τρόπο εκδηλώνεται μια, να την πω, περιφρόνηση για τους τύπους αυτούς που και καλά το μόνο που τους νοιάζει είναι το σάιμπερ σα-δε-ντρέπονται (τρίχες κατσαρές, άμα είναι να το χεις με το σάιμπερ το 'χεις σε όποιο room και να 'σαι).


**Κάτω μέρος του ορισμού*: Ιδιαίτερα κατατοπιστικά τα αρχικά μήδια για το οπτικό του θέματος. Το πρωτόκολλο ενός οπατζίδικου έχει ως εξής:

  • Ένας παίζει τραγουδάκι στο mic (στο μήδι δεξιά πάνω) - καμιά φορά το αφιερώνει, είτε δημοσίως, είτε στο ανοιχτό πιμί στην τσαταγαπημένη του (ή τον τσαταγαπημένο της).
  • Κάποιοι περιμένουν στωικά την σειρά τους για το mic, ώστε να βάλουν μετά από τον προκάτοχο το τραγουδάκι της δικής τους επιλογής (στο μήδι δεξιά πάνω, ακριβώς κάτω από το mic φαίνονται τα σηκωμένα χεράκια που αιτούνται mic).
  • Κάποιοι δείχνουν την συμμετοχή τους στο γλέντι εγγράφως στο κεντρικό παράθυρο text (απίστευτο; κι όμως) ως εξής (μη εξαντλητική λίστα):~Ρίχνοντας «λουλούδια» στο main, δηλαδή συνεχόμενα -/@ -/@ -/--@, ή και απλά @@@ για συντομία (τριαντάφυλλα και καλά - παρακαλώ σημειώστε ότι σε αυτή την περίπτωση δεν πρόκειται για αρχίδια). Επίσης γράφοντας «@@@ sto mic» (υπάρχει και η επιλογή «skata sto mic» για όσους δεν συμφωνούν με την μουσική επιλογή, αλλά είναι κάπως αγενής ως έκφραση και αν την δει ο άδμιν μπορεί να πάρεις πούλο εύκολα).~«χορεύοντας», δηλαδή γράφοντας με τον ρυθμό: [I](5:21 PM) adonis23: // (5:21 PM) adonis23: \ (5:21 PM) adonis23: // (5:22 PM) adonis23: \[/I] (ότι δηλαδή, αυτά είναι τα «χεράκια» του adonis που κουνιούνται αριστερά δεξιά με τον ρυθμό - γαμάτο; αχαχα), ή σε φάση: [I](5:25 PM) adonis23: /ο/ (χεράκια προς τα αριστερά) (5:25 PM) adonis23: \ο** (χεράκια προς τα δεξιά) (5:26 PM) adonis23: **\ο/ (άνοιγμα χεράκια) (5:26 PM) adonis23: **/ο** (παλαμάκι) [/I]~άλλες τέτοιες αηδίες χωρίς ιδιαίτερο νόημα εκτός του συγκεκριμένου χώρου όπως π.χ. το copy paste φιγουράτων κειμένων που υπαινίσσονται κατά κάποιο περίεργο τρόπο μεγάλα γλέντια, τί να πω...:[I](7:30 PM) Agnh-Agaph-gia-SENA: @@@@@@@ sto mic @@@@@ (7:31 PM) Agnh-Agaph-gia-SENA: (―'• .Έ.•'΄―) (―'•. Έ.•'΄―) (―'• .Έ.•'΄―) (―'• .Έ.•'΄―) (―'•. Έ.•'΄―) (―'• .Έ.•'΄―)[/I]
  • οι περισσότεροι ούτε προσέχουν τι γίνεται στο room, αλλά ξεσκίζονται στα πιμί με στόχο να βρουν παρέα για κανα σάιμπερ ή, ακόμα καλύτερα, για σεξ εκτός νετ.

Στα «δωμάτια» αυτά δεν πηδάμε στο μικρόφωνο και δεν βρίζουμε, επειδή απαγορεύεται και επειδή έτσι ρισκάρουμε μπανάνα. Είμαστε σοβαροί ακόμα και αν είμαστε από τους απέξω γιατί θα έρθει μια μέρα που θα μπουν όλοι οι κολλητοί μας να κάνουν χαβαλέ κι εμείς δεν θα μπορούμε να συμμετάσχουμε γιατί είμαστε μπαναρισμένοι. Τα ξέρατε; Είδατε τί μάθατε σήμερα;


Σ.ς. το πρόγραμμα από το οποίο προέρχονται τα μήδια κ.λπ. είναι ετούτο. Έχει κι άλλα αντίστοιχα και είναι όλα εθιστικά.

Διάλογος σε άσχετο room απ' αυτά της ανταλλαγής φιλοφρονήσεων - μπινελικίων:
(7:22 PM) DIAOLakos: malakes varethika pame na gamisoume kana opatzidiko;
(7:22 PM) aLiTiRiOs2: xese mas re pali
(7:23 PM) aLiTiRiOs
2: me tous malakides
(7:23 PM) aLiTiRiOs2: me exoune gamisei sta bounce ke den mporo na mpo pouthena
(7:24 PM) DIAOLakos: ke ti 8a kanoume tora 8a vrizomaste meta3i mas;
(7:25 PM) aLiTiRiOs
2: katse re olo ke kapio 8ima 8a mpei

opa opa (από Galadriel, 05/06/09)opa opa 2 (από Galadriel, 05/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποκατηγορία έντεχνης ελληνικής μουσικής χαρακτηριζόμενη από την ευαισθησία των στίχων και των ήχων αλλά και την κυρίαρχη ακουστική κιθάρα και την παντελή έλλειψη ρυθμού. Κύρια νοηματική συνιστώσα των τραγουδιών του είδους το γεγονός ότι οι ήρωες αγαπούν με πάθος αέρινες υπάρξεις με ονόματα όπως Ιφιγένεια, Κλεονίκη και Φανή, αλλά και την πλάση γενικότερα παρότι ο κόσμος είναι σκατά και η ΚΝΕ δεν είναι πρώτη δύναμη στα πανεπιστήμια. Οι παραπάνω πραγματικοί λόγοι μάλλον είναι οι αιτίες που οι ακούγοντες κατσιμηχέσω σπάνια επιτυγχάνουν να συνουσιασθούν με ετέρους. Πιθανός λόγος για τους άρρενες φαν είναι και το γεγονός ότι δεν ήτανε αυτοί για αεροπλάνα. Συναντάται σε μαγαζιά γνωστά και ως ναμαγαπάδικα. Αγαπημένο μουσικό άκουσμα δευτεροετών φοιτητών φιλολογίας από τα Τρίκαλα και το Άργος Ορεστικόν.

Κύριοι εκφραστές: Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας. Πυξ Λαξ, Λαυρέντης Μαγειρίτσας, Βασίλης Χαζούλης.

Αιτία του Κακού: Διονύσης Σαββόπουλος.

- Ρε Μάιν, θα πάμε σήμερα καφέ Κρις να δούμε κάνα γκομενάκι;
- Σώπα ρε Μάκη... Σιγά μην πάμε εκεί που παίζει Κατσιμηχέσω... Πάλι να κλαίμε;

Το θέμα είναι να εκτιμάς την ποιοτική μουσική. (από Galadriel, 01/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετά από αίτημα του Vrastaman στο ΔΠ, πλήρες ρισέρτς με γούγλε γούγλε και βιβλιογραφία απέδωσε τα εξής:

«Μεγιέ Μελέ» ή «μεγιεμελέ» (όπως ακούγεται): Μεγάλο hit του Φίλιππου Νικολάου (1973) (στίχοι, μουσική, α' εκτέλεση) και τίτλος του αντίστοιχου μουσικού άλμπουμ του καλλιτέχνη.

Η σημασία του «μεγιέ μελέ»:

Αντίστοιχη έννοια με το «λάι λάι λάι λάι» (που, σημειωτέον, περιέχεται επίσης στο προαναφερθέν τραγουδάκι) και το «τραλαλά» - εύηχες και χαρούμενες λεξούλες χωρίς καμία σημασία, που χρησιμοποιούνται σε κεφάτα τραγουδάκια (δεν έχει καταγραφεί μοιρολόι που να περιλαμβάνει «τραλαλά» ή «μεγιεμελέ») και προσδίδουν μια παιδική ανεμελιά στον στίχο. Σημαντικό ρόλο ενδέχεται να διαδραματίζει η ύπαρξη του υγρού (και γλυκού κατά μία έννοια) σύμφωνου «λ» που φαίνεται να λειτουργεί κατευναστικά στον εγκέφαλο.

Ειδικά το «μεγιέ μελέ» κάνει ρίμα με το «Τζεμιλέ», το «καλέ» και, λίγο πιο τραβηγμένα, με το «για πού το ‘βαλε» και το «μα δεν το λέει» - βλ. παράδειγμα.

Γενικώς το «μεγιέ μελέ» ξεσηκώνει τρομερά κέφια και μόνο που υφίσταται σε στίχο και ειδικά σε συνδυασμό με την χοροπηδηχτή μουσική, παραπέμπει σε τζερτζελέ και χαβαλέ, που δηλαδή να 'χεις πιει και καναν ναργιλέ (λέξεις εις -λε επίσης, ασφαλώς και δεν πρόκειται για σύμπτωση). Εξ ου και η μεγάλη επιτυχία του συγκεκριμένου άσματος, που οδήγησε και σε μεταγενέστερες εκτελέσεις (ενδεικτική εκτέλεση από τον Γ. Γερολυμάτο στο μήδι με την Μόργκαν - του οποίου η ακρόαση είναι μάλλον απαραίτητη προϋπόθεση για την κατανόηση του λήμματος σε όλο του το μεγαλείο).


Εκ των υστέρων συμπλήρωση μετά από νέες αποκαλύψεις:

Σε υψηλούς κύκλους του slang.gr φημολογείται ότι, το μεγιέ μελέ μπορεί να σχετίζεται με την έννοια μελέ, που αναφέρεται σε νταβαντούρια και μπάχαλο. Ερχόμαστε λοιπόν να επιβεβαιώσουμε, την εξαιρετικά ορθή (αλίμονο, εγώ την διατύπωσα) θέση περί τζερτζελέ, με μεγάλη μας χαρά που όλοι οι δρόμοι οδηγούν στην ίδια ακλόνητη αλήθεια. Θεγκζ Γκατζ για τον συνειρμό.

Δώστε βάση στο νόημα:

Ποιος ήλιος εξεπρόβαλε - Μεγιέ Μελέ, Μεγιέ Μελέ,
ποιος ξέρει για πού το 'βαλε - πού πάει, καλέ, πού πάει καλέ;
Δεν είναι ήλιος μόνο, είναι - η Τζεμιλέ, η Τζεμιλέ
που 'χει διψάσει για φιλιά - μα δεν το λέει, μα δεν το λέει.

Αν ήταν ήλιος και φεγγάρι - Μεγιέ Μελέ, Μεγιέ Μελέ
το νου δεν θα μου είχε πάρει - η Τζεμιλέ, η Τζεμιλέ.
Γι' αυτή την όμορφη γυναίκα - Μεγιέ Μελέ, Μεγιέ Μελέ
λιώνουμ' εγώ και άλλοι δέκα - Μεγιέ Μελέ, Μεγιέ Μελέ.

Ποια να 'ναι τούτη η κερασιά - Μεγιέ Μελέ, Μεγιέ Μελέ
που 'βαλε χάντρα θαλασσιά - μη τη ματιάσουνε καλέ
Αυτή δεν είναι κερασιά - η Τζεμιλέ, η Τζεμιλέ
που 'χει διψάσει γι' αγκαλιά - μα δεν το λέει, μα δεν το λέει.

Αν ήταν δέντρο και κλωνάρι - Μεγιέ Μελέ, Μεγιέ Μελέ
το νου δεν θα μου είχε πάρει - η Τζεμιλέ, η Τζεμιλέ.
Γι' αυτή την όμορφη γυναίκα - Μεγιέ Μελέ, Μεγιέ Μελέ
λιώνουμ' εγώ και άλλοι δέκα - Μεγιέ Μελέ, Μεγιέ Μελέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το γαλλικικοφανές bouzouklerie, όπως λέμε «pâtisserie» (φούρνος), boucherie« (χασάπικο), »pêcherie« (ψαράδικο),»bijouterie« (κοσμηματοπωλείο), κτλ. Αυτονόητο ότι η λέξη είναι ελληνικής εμπνεύσεως, μεταφράζοντας τη λέξη μπουζουξίδικο σε μπουζουκλερί. Επειδή κάθε τι γαλλικό έχει μία φινέτσα ξεχωριστή, πιστεύω ότι ο ποιητής είχε ειρωνική διάθεση, εννοώντας το παρακμιακό μπουζουξίδικο που συναντά κανείς μόνο στην εθνική οδό, έξω από την Αθήνα, σε επαρχιακούς δρόμους έξω από μεγάλες πόλεις της επαρχίας, και φυσικά σε όλες τις μεγάλες πόλεις του εξωτερικού (βλέπε παράδειγμα). Τα ονόματα των μπουζουκλερί δεν περιλαμβάνουν λέξεις όπως studio, live, arena και palace, τα συνηθέστερα ονόματα είναι του στυλ Χάραμα, το Χρυσό φεγγάρι, Σκορπιός, Αριζόνα, Elise κτλ. Εννοείται ότι όλα τα ποτά είναι μπόμπα, οι λαϊκοί βάρδοι τις περισσότερες φορές είναι παράφωνοι, οι τραγουδιάρα απαραίτητα είναιαπό φωνή μουνί, αλλά από μουνί φωνάρα (Ζαμπέτας). Τα οχήματα που βλέπει κανείς αραγμένα έξω από το μαγαζί είναι τύπου Navara, Hilux, (αγρότες πελάτες), αλλά πού και πού Skania, Daf και Volvo (νταληκιέρηδες πελάτες), ενώ, αν το μαγαζί είναι στο εξωτερικό, οι περισσότεροι πελάτες είναι φοιτητές που διασκεδάζουν, όχι για την πάρτη τους, αλλά να...για τη φουκαριάρα τη μάνα τους..., που δεν βγαίνει ποτέ για να σπουδάζουν αυτοί στις Ευρώπες και τις Αμερικές.

Όσοι Έλληνες πέρασαν από το Λίβερπουλ για σπουδές ή άλλους λόγους και είχαν την τύχη να επισκεφτούν το θρυλικό σκυλάδικο χωρίς όνομα που λειτουργούσε στο υπόγειο του Κυπριακού εστιατορίου «The kebab», θα συμφωνήσουν ότι είναι η απόλυτη μπουζουκλερί. Το κεμπάπ, (έτσι το έλεγαν όλοι) ήταν σε ένα σκοτεινό υπόγειο, που για μοναδικό φωτισμό είχε 2 μπλε λάμπες, και ένα black light πάνω από την ορχήστρα. Όλοι οι μουσικοί με μουλέτι, και μαλλί δαχτυλίδι όπως ο Βαμβακούλας, με τζινάκι, μυτερή καουμπόικη μπότα και σατέν πουκάμισα (ο μπουζουξής κόκκινο, ο πληκτράς μπλε ηλεκτρίκ, ο ντραμίστας χρυσαφί), με μαύρο δερμάτινο γιλέκο από πάνω. Ο βάρδος φόραγε ψάθινο παπουτσάκι χωρίς κάλτσα, λευκό παντελόνι και χαβανέζικο πουκάμισο. Παραγγείλαμε ένα μπουκάλι Bells, ο σερβιτόρος μας έφερε (ανοιγμένο) ένα μπουκάλι Grants, και όταν του είπαμε ότι παραγγείλαμε Bells μας είπε μην ανησυχείτε Bells έχει μέσα... Θέλω άλλες 100 σελίδες για να περιγράψω όσα είδα εκείνο το βράδυ, νομίζω ότι μπήκατε στο κλίμα....

(από slangprof, 17/01/09)(από slangprof, 17/01/09)Η πύλη της κολάσεως... (από slangprof, 17/01/09)Σε συνεχεια του σχολιου του Προφεσορα για το ξυλο. Να φυγει το βιντεο... (από acg, 18/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικός, μάλλον υποτιμητικός, χαρακτηρισμός των Νεοελλήνων, με την έννοια ότι αρέσκονται σε ανατολίτικες συνήθειες, όπως τα τσιφτετέλια.

Γενικά, χρησιμοποιείται από αυτούς που κατηγορούν τους Νεοέλληνες μάλλον για την ανατολίτικη τάση τους παρά για την δυτικόφιλη, λ.χ. για αυτούς που θα ονομάσουν την Ελλάδα Ελλαδιστάν ή Λαϊκή Θεοκρατία του Ελλαδιστάν μάλλον παρά Ελλαδέξ, αν και το ένα δεν αποκλείει το άλλο.

Χρησιμοποιήθηκε αρκετά στην παπανδρεϊκή δεκαετία του '80 και απαθανατίστηκε απ' τον Διονύση Σαββόπουλο στο άσμα «Κωλοέλληνες» του αντιπασοκικού δίσκου «το Κούρεμα».

Οι πρώτοι στίχοι των Κωλοελλήνων:

Μελαμψές φυλές
κοντοπόδαρες,
Σειληνοί του κράτους
που ξερνάει και νάτους,
τσιφτετέλληνες!
Με γονείς ληστές
των συντρόφων τους θύτες
για αμνηστία οι αλήτες
τώρα διοικητές.
Κράτος ασυστόλων
και πεσμένων κώλων
κωλοέλληνες.

Η χάρτα αυτού του κράτους κρύβει απάτη
που φτάνει στον γνωστό αγριορωμιό
στο ντάτσουν μιας φυλής που ζει φευγάτη
απ`ό,τι Ελληνικό στον κόσμο αυτό.

Μπρέθλες. (από Galadriel, 17/10/10)(από Khan, 14/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λατέρνατιβ. Ο σύγχρονος νέος που υποτίθεται ότι πάει κόντρα στο μουσικό, ενδυματολογικό και κοινωνικό κατεστημένο. Στην ουσία ένας επαναστάτης του κώλου, ένας μαλάκας του γλυκού νερού.

Ένας λατέρνατιβ τύπος:

  • Ακούει μουσικές που δεν του αρέσουν, απλά για να δείξει διαφορετικός και «ψαγμένος».
  • Θεωρεί τους Kaiser Chiefs ψαγμένη μουσική.
  • Θεωρεί τον Χατζηγιάννη ροκ.
  • Συχνάζει στο Γκάζι, επειδή είναι το πιο hot spot της πόλης, ακόμα και αν δεν του αρέσει.
  • Καπνίζει στριφτό, αλλά τα τσιγάρα του μοιάζουν σαν κακοτυλιγμένα πιτόγυρα.
  • Στο super market, στα ποτά, ακόμα ψάχνει να βρει το μπουκάλι του mojito.
  • Βλέπει μόνο ψαγμένες ταινίες που αυταπατάται ότι τις κατανοεί, αλλά στις 9 βλέπει τον «Λάκη τον Γλυκούλη».
  • Θεωρεί μια κουράδα σε αλουμινόχαρτο τέχνη και πληρώνει 500 ευρώ για να την βάλει στο σαλόνι του.
  • Με τους φίλους του συζητάνε για την δυσπρόσιτη γοητεία του τσαλακωμένου εγώ και για τον αβάσταχτα κατακερματισμένο πλούτο της εσωτερικότητας του κοινωνικού γίγνεσθαι. Κάνουν μια παύση και κοιτάζονται στα μάτια, προσποιούμενοι ότι συλλογίζονται, ενώ στην ουσία λένε από μέσα τους: «Τι μαλακίες είναι αυτές; Θέλω να δω ειδήσεις του Star ΤΩΡΑ!»
  • Φοράει και την παλαιστινιακή μαντίλα, επειδή είναι και επαναστάτης.
  • Προσπαθεί να εντάξει ξένες λέξεις στο λεξιλόγιο του, χωρίς καν να ξέρει τι σημαίνουν. Λέξεις τύπου «cult», «extravagant» κ.λπ.
  • Του «αρέσουν» τα ρακόμελα, είναι in. Άσχετα αν του προξενούν τάση προς εμετό.
  • Ένας φίλος του του λέει ότι, χθες το βράδυ έκανε one night stand 5 φορές (και του δείχνει την παλάμη του). Ο λατέρνατιβ νομίζει ότι αυτό είναι ένας cool όρος για τη μαλακία και από κει και έπειτα το χρησιμοποιεί και αυτός.

Στην ουσία ο λατέρνατιβ είναι ένας πολύ δυστυχισμένος άνθρωπος. Από μέσα του νιώθει ότι θέλει να σκίσει τα επιμελώς ατημέλητα trendy ρούχα του, να φορέσει το ριγέ σακάκι του το διπλοσταυροκουμπωτό, το καναρινί πουκάμισο, το άσπρο παντελόνι και το φούξια καστόρινο μοκασίνι του και να τα σπάσει στα μπουζούκια, ολοκληρώνοντας με έναν απίστευτο οργασμό χυδαίου τσιφτετελιού πάνω σε έναν δίμετρο λόφο από γαρίφαλα, στην πίστα της Στέλλας Μπεζαντάκου.
Κάθε φορά που βλέπει διαφήμιση του derti fm, μπορεί να δείχνει ότι το σιχαίνεται, μέσα του όμως ένας μικρός μπουζουκόβιος κλαίει, με τα δάκρυα να κυλάνε και να χάνονται στο δασύτριχο στήθος του. Το όνειρο ζωής του είναι να τον δείξουν οι ειδήσεις του Star και να δει live την Έφη Θώδη.

Αυτά όμως πρέπει να τα ξεχάσει, γιατί τώρα η Ελλάδα είναι Ευρώπη, πρέπει να εκσυγχρονιστούμε, να γίνουμε ξεχωριστοί και μοντέρνοι. Είναι χειρότερος από έναν απλό μπουζουκόβιο, γιατί δεν έχει τα αρχίδια να παραδεχτεί αυτό που του αρέσει και να είναι αυτός που πραγματικά θέλει.

...

Βλ. και εντεχνindie

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ονοματοποιητική μεταφορά του τυπικού soundtrack που παίζουν τα 150.000 Megawatt ηχητικά συστήματα των απανταχού Καγκούρων (λέγε με ICE στην καγκουροσλάνγκ). Όπως καταλαβαίνει κανείς, η φράσις περιγράφει τον χαρακτηριστικό ήχο των τριανταπεντάλεπτων daaaance χιτακίων, όπου το μπιτάκι τονίζεται με το αντίστοιχο χτύπημα της μπότας, συνοδεία μπάσου ακολουθούμενο από το «τσσστ» του ανασηκωμένου hi-hat (βλ. μήδιον 1 καθώς και τον DJ Κάγκουρα στην δεύτερη καταχώρηση του εξαίρετου σλανγκολήμματος).

Οι πουριτανοί σλανγκομάστορες μπορεί ορθώς να αναρωτηθούν για την δημοφιλία τής εν λόγω έκφρασης (άρα και τον λόγο καταχώρησης του λήμματος), ωστόσο είναι τόσο εύστοχη και αστεία που θεωρώ ότι η διάδοσή της από το έγκριτο τούτο ιστολόγιον είναι επιβεβλημένη.

Σλανγκασίστ από το Νο 338 Tweet του Forrest Gump του Νίκου Ζαχαριάδη στην Athens Voice.

Παράδειγμα από την εν λόγω ασσίστ:

- Κάγκουρας δεν αποκαλείται η επιδειξιοµανής εκείνη µορφή ζωής που περιφέρει τις εξατµίσεις-µπουρί, τις αεροτοµές και το «ντούφτιν-ντούφτιν» ενός επαγγελµατικού ηχητικού συστήµατος σε έναν οποιοδήποτε δρόµο για να το δουν όλοι; - Συνεπώς, µία επαγγελµατίας «ξοδεύτρια διατροφής» που περιφέρει τις αντίστοιχες δικές της αεροτοµές, τις αντίστοιχες δικές της εξατµίσεις και το αντίστοιχο δικό της «ντούφτιν-ντούφτιν» σε ένα οποιοδήποτε κανάλι, για να το δουν όλοι, δεν είναι η θηλυκή εκδοχή του «Κάγκουρα;»
- Άρα η εκποµπή δεν θα µπορούσε κάλλιστα να λέγεται «Real Καγκουρίνες of Athens»;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σκούρα συνήθως περιοχή γύρω από την ρώγα και στα δύο φύλα. Ονομάστηκε έτσι επειδή περιβάλλει το κέντρο του βυζιού. Σε ξανθές γυναίκες είναι ροζουλί.

Έφαγα μια ήττα χτές με την Λωλότα... Της βγάζω το σουτιέν και πριν αρχίσω το γλυφοβύζι σταματάω. Είχε τρίχες στο γυροβύζιον της...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified