Further tags

Προκύπτει με παράφραση της αγγλικής λέξης user (γιούζερ), που σημαίνει: χρήστης.

  1. Ο όρος μπορεί να αναφέρεται σε κάποιον ουζοπότη (που χρησιμοποιεί ούζο, ως υγρό καύσιμο, βλ. παρ. 1).

  2. Θα μπορούσε να αναφέρεται και σε κάποιον κατ' επίφαση χρήστη (γιούζερ) μηχανήματος, εφαρμογής κ.λπ., που απαξιωτικά ή χιουμοριστικά μπορεί, να αποκαλεστεί ή να αυτo-αποκαλεστεί ούζερ (λόγω παραπομπής της λέξης ούζερ, στη λέξη ούζο και στις αρνητικές συνδηλώσεις της αρχικής συλλαβής της, ου).

Κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις της χρήσης του όρου, παρουσιάζονται παρακάτω. Θα μπορούσαμε να μιλάμε λοιπόν για κάποιον:

- Kαθ' όλα εντάξει χρήστη, στα πλαίσια τριγκαρίσματος (βλ. παρ. 2).

- Tζακντανιελίστα χρήστη, που δεν έχει καμιά συναίσθηση του καθήκοντος κατά την επιτέλεση μιας εργασίας, π.χ.: λόγω ιδιοσυγκρασίας, λόγω ταπηροκρανίασης με τον προϊστάμενο του, κ.λπ. (βλ. παρ. 3)..

- Aνεπίδεκτο μαθήσεως με μυαλό αϊκιού ραδικιού, ή για κάποιον κακό εφαρμοστή των όσων έμαθε. (βλ. παρ. 4).

- Που του ανατίθεται στο εταιρικό περιβάλλον, ένα σύνθετο έργο, άνευ: εκπαιδεύσεως, παροχής του κατάλληλου υλικοτεχνικού εξοπλισμού, λοιπής υποστήριξης, κλπ. Έτσι ο όρος θα μπορούσε να λεχθεί, π.χ: στα πλαίσια αυτοσαρκασμού κάποιου για τον εταιρικό ρόλο του. (βλ. παρ. 5).

.

  1. - Ωχ πάλι, ο κ. Ουζούνογλου πίνει τα ουζάκια του σήμερα. Χάλια θα γίνει πάλι.
    - Ούζερ, όνομα και πράγμα ο τύπος. Σαν το ούζο 12 πίνει!

  2. - Γεια σου ρε ούζερ!
    - Ούζερ; - Έλα ρε σε πειράζω. Αφού είναι γνωστόν πώς είσαι ο μόνος στην εταιρεία, που ξέρεις την εφαρμογή απέξω κι ανακατωτά, γι’ αυτό και δεν παίρνεις κι ανάσα.
    - Ούτε γιούζερ, ούτε ούζερ. Λούζερ είμαι φίλε.

  3. - Σ' αυτόν θέλεις να αναθέσεις τη δουλειά; Σώθηκες. Μη βασιστείς σ' αυτόν. - Μα ξέρω πως είναι εύκαιρος τώρα και ξέρω επίσης πως ξέρει να χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο μηχάνημα.
    - Κοίτα γιούζερ του μηχανήματος δεν τον λες, ούζερ σίγουρα, γιατί τη δουλειά που θέλεις να σου παραδώσει μέχρι αύριο, θα στη δώσει την επόμενη βδομάδα. Ο άνθρωπος, παίρνει τις...δόσεις γραψαρχιδίνης.

  4. - Τον έχω εκπαιδεύσει όσο δεν πάει. Το....ντουβάρι! Σιγά μη γίνει γιούζερ αυτός! Ούζερ μπορεί!

  5. - Άσε, μου 'χουν, αναθέσει μια πολυσύνθετη εργασία. Αλλά ούτε εκπαίδευση μου 'χουν κάνει, ούτε άλλη βοήθεια έχω, ενώ παράλληλα με έχουν βαφτίσει και εξπέρ γιούζερ της εφαρμογής, για να μου φορτώσουν την ευθύνη σε περίπτωση μαλακίας. Ούτε καν γιούζερ, δεν μπορείς να με πεις. Ούζερ είμαι o μαλάκας, αφού παρά τις ελλείψεις συνεχίζω να την παλεύω. Θα πρέπει να 'μαι και το... ψώνιο αν κάποιες στιγμές καυλώνω στη σκέψη, πως είμαι εξπέρ γιούζερ.

Βλ. και luser

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορά στα ελληνικά του αγγλικού cockblocker. Δηλαδή, ο αδυσώπητος εχθρός του πέφτουλα.

Ο cockblocker είναι ο τύπος που έρχεται εκεί που μιλάς με μια γκόμενα και στο χαλάει. Με όποιον τρόπο μπορεί. Μιλάει σε σένα, μιλάει στην γκόμενα, ή, το πιο συνηθισμένο, της την πέφτει κι αυτός, χαλώντας ό,τι έχεις χτίσει μέχρι εκείνη τη στιγμή και κλέβοντας σου πολύτιμο χρόνο. Γιατί τι είναι το φλερτ: η δημιουργία θετικών για σένα εντυπώσεων σε περιορισμένο χρόνο. Πρόκειται λοιπόν για κατάφωρη παραβίαση του αντρικού νόμου που λέει ότι όταν ο άλλος φλερτάρει με μια γυναίκα και το πράγμα πάει καλά, δεν ενοχλούμε. Περιμένουμε τη σειρά μας, ή ψάχνουμε κάτι άλλο.

Ως γνωστόν, υπάρχει πάντα κάποιος λόγος που μια γκόμενα μιλάει σε αυτόν που μιλάει, και ένας άντρας με αξιοπρέπεια οφείλει να αναγνωρίζει αυτές τις περιπτώσεις όταν τις βλέπει. Ο cockblocker προφανώς δεν έχει ιδιαίτερη αξιοπρέπεια, και τα κίνητρά του είναι ένα μείγμα βλακείας και ζήλειας. Είναι βλάκας γιατί δεν μπορεί κάποιος έξυπνος άνθρωπος να πιστεύει ότι μπορεί να ρίξει μια γκόμενα με αυτόν τον τρόπο. Το μόνο που θα καταφέρει είναι να την τρομάξει ώστε είτε να εξαφανιστεί, είτε να σε κοιτάει με ύφος απόγνωσης, του στυλ «τι είναι αυτός, κάποιος να με σώσει από το λιγούρι». Και είναι κομπλεξικός γιατί ουσιαστικά θέλει να το χαλάσει για όλους. Του αρκεί να σε φέρει στο ίδιο επίπεδο με αυτόν, να μηδενίσει και τις δικές σου πιθανότητες. Μεγάλος μαλάκας.
Πεφτομαλάκας, ας πούμε.

Πηγή: yupi.gr.
Ασίστ: knasos.

Μεγάλος πεφτοχαλάστρας ο Επαμεινώνδας! Πάνω που έψηνε ο Αρίστος το Λίλιαν, μπήκε αυτός στην μέση κι άρχισε να λέει τις παπαριές του.

Βλ. και: κοκομπλόκο, χαλάστρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προκύπτει από εκ της αγγλικής λέξης fuck (φακ) που σημαίνει συνουσιάζομαι και της επίσης αγγλικής λέξης backup (μπακάπ), που σημαίνει εφεδρικός, λέξης που χρησιμοποιείται κατά κόρον στην ορολογία των Η/Υ, με την έννοια του αντιγράφου ασφαλείας των δεδομένων (π.χ. μεταφορά των αρχείων του σκληρού δίσκου σε DVDs, σε άλλον σκληρό δίσκο, στο σκληρό δίσκο ενός άλλου Η/Υ ενός δικτύου Η/Υ, κλπ).

Όταν λοιπόν οι δυο παραπάνω λέξεις (φακ και μπακάπ), παντρεύονται (εκκλησιαστί έσονται εις σάρκα μία), προκύπτει ο όρος φακ απ. Τι θέλει να πει ο Δροσίνης εδώ πέρα;

Όταν εκφέρουμε τον όρο, αναφερόμαστε στο γεγονός πως το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας bakup είναι: γάμησε τα στην κασέτα.

Αυτό θα μπορούσε να συμβεί, π.χ: όταν συμβεί διακοπή ρεύματος, ή πτώση τάσης κατά τη διαδικασία (μ' αποτέλεσμα να διακοπεί η ροή των δεδομένων, ή ακόμα χειρότερα, θα μπορούσε και να καταστραφεί κι ο σκληρός δίσκος που περιέχει τα πρωτότυπα αρχεία), όταν γίνεται η μεταφορά των αρχείων στο δίσκο προορισμού χωρίς να υπάρχει εκεί ο απαιτούμενος χώρος, όταν το σετ των πρωτότυπων αρχείων είναι μολυσμένο από ιό κλπ.

  1. – Που λές χθες πήγα να γράψω τα αρχεία του σκληρού μου δίσκου σε ένα DVD και τσουπ στην τηλεόραση εμφανίζεται ο Μητσοτάκουλας κάνοντας δηλώσεις για την οικονομική στύση και τσουπ πέφτει το ρεύμα, και τσουπ έρχεται το ρεύμα, και τσουπ, το back up είχε γίνει φακ απ, ενώ... ο εθνικός γκαντέμης συνέχιζε απτόητος να κάνει δηλώσεις.
    – Καλά άσ' τα αυτά. Τι είπε ο Μητσοτάκης; Αυτό μας καίει!
    – Ε... είσαι και ο... μαλάκας.
    – Εντάξει μωρέ. Μια τουκανιά έκανα για να γελάσουμε.
    Βάλε τη γαργαλιέρα στο maximum.

  2. Πέρι: Που λές Μιστόκλα, χθες πήγα να πάρω backup τα αρχεία του Η/Υ μου, σε ένα δίσκο, στο τοπικό μου δίκτυο. Βάζω να γίνει κόπι το πίτα, λέω στον αδελφό μου να προσέχει τη διαδικασία και φεύγω για να πάω σε ένα μπαράκι για να συναντήσω το Λίλιαν. Και αυτός μου τα 'κανε μούτι.
    Μιστόκλας: Γιατί;
    Πέρι: Παρακολουθούσε βλέπεις παράλληλα και Star channel. Κι όταν βγήκε η Πετρούλα να πει τον καιρό, αποσβολώθηκε. Κι όταν την άκουσε να λέει: «μόλις τελείωσα», ενστικτωδώς σταμάτησε κι αυτός το backup. Οπότε το βράδυ που γύρισα, δε βρήκα backup, φακ απ βρήκα. Ευτυχώς αυτό διορθώνεται.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι που τραβάει την προσοχή των γυναικών σε έναν άντρα, τις εντυπωσιάζει και τις κάνει να θέλουν απεγνωσμένα να του κάτσουν (έτσι λέει ο θρύλος τουλάχιστον)...

Γνωστές κατηγορίες μουνομαγνητών είναι τα ακριβά αμάξια και οι μηχανές μεγάλου κυβισμού (που ρίχνουν και δυνατές ξερογκαζιές). Επίσης σκάφη αναψυχής, καλοπληρωμένα επαγγέλματα και καθετί που υποδηλώνει ότι ένας άντρας είναι χεσμένος στο τάλιρο μπορεί να χρησιμοποιηθεί άνετα ως μουνομαγνήτης. Υπάρχουν βέβαια ευτυχώς και μουνομαγνήτες καλλιτεχνικότερου προσανατολισμού, όπως π.χ. το τραγούδι, η ηλεκτρική κιθάρα, η συμμετοχή σε συγκροτήματα κτλ.

Συνώνυμα: μουνοπαγίδα, γκομενοπαγίδα.

  1. (Ο διάλογος του Μπόρατ με πωλητή αυτοκινήτων! :)
    - Ένας φίλος είπε ν' αγοράσω αμάξι με μουνομαγνήτη.
    - Να τραβάει γυναίκες δηλαδή;
    - Πού έχετε αυτόν τον μαγνήτη;
    - Δεν υπάρχει μαγνήτης. Εννοεί το όχημα. Σε πολλές αρέσει το Hummer.
    - Έχει μουνομαγνήτη;
    - Το αμάξι θά' ναι μαγνήτης.
    - Θα σε πληρώσω καλά. Θα μου βάλεις και μουνομαγνήτη;;
    - Δεν υπάρχει τέτοιος μαγνήτης σ' αυτή τη χώρα.

  2. (Από εδώ)

leris 01-11-2008, 16:11
η ακουστικη ειναι μουνομαγνητης...η ηλεκτρικη οχι τοσο..
Εδώ ο Μικ Μαρς που είναι όπως είναι και γαμάει...

|WISE| 05-11-2008, 17:37
βλεπεις τωρα γτ θελω να γινω μουσικος(κι8αριστας) :p:p:p#-o

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άμπαλος σε μεγάλο βαθμό. Ίσως βγαίνει από το άμπαλος και αντάβαλος.

– Κοίτα μαλάκα μια γκόμενα, πρώτη μούρη στο κινητό του Τάσου!
Τι λε ρε. Τέτοιο μανουλομάνουλο κυκλοφοράει ο χαμπάμπαλος. Έλεορ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που τα αφήνει όλα για την επόμενη μέρα από τεμπελιά, αμέλεια, κατά το ξερόλας. Αυτός που έχει αναγάγει σε δόγμα το μην κάνεις σήμερα, ό,τι μπορείς να αφήσεις για αύριο.

- Πότε θα πλύνεις τα πιάτα;
- Αύριο!
- Ο αυριόλας ξαναχτυπά!

Σχετικά λήμματα: ασαυρία, Xες αύριον τα σπουδαία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ασθένεια απ' την οποία πάσχει ο ξερόλας. Ή, η ιδεολογία/ προσέγγιση, που τον διακατέχει, κατά το «ολισμός».

Ο Χέγκελ πάσχει από μεταφυσικό ξερολισμό. (Από φιλοσοφικό δοκίμιο).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παρατσούκλι του Προέδρου των ΗΠΑ Μπάρακ Ομπάμα. Αν αναλογιστούμε ότι ο Ομπάμιας είναι και μπάμιας και ΙΝΤΕΡΑΡΑΠΙΚΑΝ, τότε μιλάμε για σχήμα οξύμωρο.

Τι να κλάσει κι ο Ομπάμιας από οικονομική στύση;

Κατά μια εκδοχή, Ομπάμιας ειναι ο Bush... (από Vrastaman, 16/03/09)...κατά την άλλη ειναι to paidi! (από Vrastaman, 16/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γνωστό «Γάμησε τα»...

- Πως πάει ρε μαλάκα. Όλα καλά;
- Άμησετα.

Βλ. και γάμησέ τα κι άφησέ τα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ελληνική απόδοση του όρου sexting, της μόδας που θέλει την νεολέρα να ανταλλάσσει γυμνές φωτογραφίες τους μέσω των κινητών τους. Εκ των γυμνό και μήνυμα.

Η υπέροχη αυτή πρακτική έχει λάβει διαστάσεις επιδημίας, καθώς σύμφωνα με έρευνα του Teenage Research Unlimited, το 22% των έφηβων κοριτσιών και 18% των αγοριών έχουν ανταλλάξει γυμνύματα.

Ένα εγγενές ρίσκο που ενέχει ο γυμνυματισμός είναι ότι, μετά τον χωρισμό, ορισμένοι τσόγλανοι διοχετευτούν εκδικητικά τα γυμνύματα των πρώην στο ευρύ κοινό είτε μέσω κινητού είτε μέσω συσιφονίου. Η πρακτική αυτή αποκαλείται αποστολή μπαγαποντογυμνυμάτων.

Λίλιαν: Ακόμα δεν το πιστεύω, ο Πέρι με τον γερομπινέ Μπρίλιο από την μαρτυρική μεγαλόνησο... Λάουρα: Νομίζω ήρθε η ώρα να διαρρεύσουν τα γυμνύματά του! Λίλιαν: Μ.Α.Ο.– Μ.Α.Ο.!

Δες και μούνυμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified