Το κλασικότερο παράδειγμα τραγωδιάστριας που προέρχεται από την αηδιό Έφη Βώδη (κατά κόσμον Θώδη), η οποία θέσπισε σχολή στην Ελλάδα με το ιδιάζον ταπεραμέντο της.

Αναφέρεται σε κυρία Χατζηκωλάρα, που αποφάσισε να εγκαταλείψει τη στρούγκα με τα ζωντανά της και να ασελγήσει στο τραγούδι, ακολουθώντας το επαναστατικό κίνημα του «Tyrogalo Funk» στη μουσική σκηνή του τόπου, που πρώτη η Βώδη-Θώδη εμπνεύστηκε. Ακολουθεί φωτογραφία της εν λόγω κυρίας εν ώρα «καλλιτεχνικής δημιουργίας».

Βώδη, Έφη

Απαραίτητες προϋποθέσεις πληρότητας του προφίλ μιας τραγωδιάστριας τύπου «Βώδη» είναι:

  • Καταγωγή από άγονο ορεινό χωριό που η κύρια απασχόληση των κατοίκων είναι η εκτροφή τζιτζίκων. Ενίοτε και από νησί άγονης γραμμής που δεν το θέλουν ούτε οι Τούρκοι (άρα και μικρότερο από τα Ίμια).
  • Διαστάσεις χαμηλοτάβανης γκαρσονιέρας. Ύψος κάτω του 1.65m, πλάτος που κυμαίνεται από 2.5 έως 6.5m και μήκος αδιάφορο (αρκεί να «γεμίζει» τη σκηνή στην οποία εμφανίζεται).
  • Χρώμα μαλλιών οπωσδήποτε ξανθεμετί με σχήμα ακαθόριστο, λες και κουρεύτηκε με αλυσοπρίονο.
  • Περιφέρεια στήθους μεγαλύτερη από το νομό Αχαΐας (μαζί με τη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου).
  • Περιφέρεια λεκάνης μεγαλύτερη από το λεκανοπέδιο Αθηνών (μαζί με τα προάστια).
  • Πόδια σε σχήμα μπουκάλας (κορίνας) μπόουλινγκ και χέρια χοιρινά με το απαραίτητο ξύγκι να κρέμεται στα μπράτσα (κατάλοιπο της πρώην απασχόλησής της με το πήξιμο τυριού στο χωριό της).
  • Ηλικία οπωσδήποτε άνω των 40 (αιώνων εννοούμε) με έντονες τάσεις τεκνατζούς αλλά με ελάχιστη επιτυχία, καθότι για να πας με τέτοιο υπέρμπαζο πρέπει να είσαι πρόεδρος των απανταχού σαβουρογάμηδων και με δείκτη ευφυΐας χρυσόψαρου.
  • Έντονα ένρινη φωνή και προφορά άθλια που δε θυμίζει καμία γλώσσα, οπότε εύκολα «ερμηνεύει» πάσης φύσεως γελοιώδες άσμα ανά την υφήλιο (από ελληνικά έως σουαχίλι).
  • Έκφραση «αγελάδας όταν περνάει το τρένο» και γέλιο ιγνοράνου, με χροιά που κάνει τα νεύρα (όσων την παρακολουθούν) να χορεύουν κλακέτες.
  • Απαραίτητη η εμφάνιση κάθε μεσημέρι σε τηλεοπτικές εκπομπές που θα ασχοληθούν για μισή και πλέον ώρα με τα «σουξέ» της, τη γκαρνταρόμπα της (από φουστάνια μέχρι και εσώρουχα σε μέγεθος αντίσκηνου), την τεράστια πισίνα του σπιτιού της (για να πλατσουρίζει η κυρία φώκια στους καύσωνες και να αηδιάζουμε εμείς), τα σοφά λόγια που συχνά εξαπολύει προς όλες τις κατευθύνσεις κλπ κλπ. Αποτελεί κίνητρο για αυστηρή δίαιτα, μιας και σε πιάνει τέτοια τάση για εμετό που σου κόβεται η όρεξη για ένα 24ωρο.
  • Τα τραγούδια της είναι must σε κάθε γάμο (από το γάμο στην Κανά μέχρι και το γάμο του καραγκιόζη).
  • Το cd της επιβάλλεται σε κάθε καγκουροαυτοκίνητο (χωρίς βενζίνη επιτρέπεται, χωρίς το cd δεν ξεκινάει).

Ο μόνος τρόπος αποφυγής του φαινόμενου «Βώδη», είναι η μετανάστευση και μάλιστα σε περιοχή χωρίς ΜΜΕ, καθότι οι εν λόγω τραγωδιάστριες είναι διεθνούς βεληνεκούς…

Διαγωνισμός τραγουδιού προς τιμήν της μεγάλης Έφης Βώδη-Θώδη...

Παράδειγμα χρήσης:
-Πάμε μπουζούκια ρε απόψε;
-Πού; Σκυλάδικα;
-Ε ναι, να ακούσουμε καμιά βώδη να σπάσουμε πλάκα.
-Μπα, τραβηγμένο. Θα με πιάσει πονοκέφαλος...

Έφη Θώδη, Γιουροβίζιον 2008 (από poniroskylo, 04/06/08)Α-ψωλού-τλι (από joe909, 12/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοροϊδευτικά το συγκρότημα Active Member, προφανώς λόγω του εύσωμου(;) τραγουδιστή τους.

Τι διάολο βρίσκεις σε αυτούς τους Active Burger δεν μπορώ να καταλάβω. Βάλε κανα Ζαμπέτα να γουστάρουμε!

Για όλους έχει ο χοντρός! (από Hank, 05/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ειρωνικό παρατσούκλι του τραγουδιάρη Κώστα Χαριτοδιπλωμένου, που προκύπτει αν εξαγάγεις τα δύο αντίθετα από τα δύο συνθετικά του πραγματικού του ονόματος. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για να χαρακτηρίσει ένα είδος τραγουδιάρηδων μιας εποχής, όπως καλή ώρα ο Δάκης, η Πωλίνα, η Αλέξια, η Μαντώ κ.ο.κ. Μπορεί να λεχθεί για πλάκα και με την κυριολεκτική του σημασία για κάποιον που δεν προσέχει την εμφάνισή του.

- Και ποιος θα τραγουδάει εκεί που μας πας; Ο Αχαροτσαλακωμένος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιθετικός προσδιορισμός που προκύπτει από το ουσιαστικό ωδείο με την κατάληξη -ουχος (στην θηλυκή βερσιόν -ούχα π.χ. αδειούχα, στο ουδέτερο -ούχο, ή και -ουχάκι -Βλ. Παράδειγμα). Δηλώνει, είτε τον κάτοχο μουσικού πτυχίου από αναγνωρισμένο -ή μη- ωδείο, ή απλά κάποιον που έχει στο βιογραφικό του μουσικές σπουδές, ασχέτως με το αν δεν κατάφερε, όχι μόνο να τις ολοκληρώσει, αλλά ούτε καν να ξεπεράσει τα βασικά επίπεδα - χωρίς βέβαια αυτό να τον εμποδίζει από το να πουλάει μούρη λες και είναι η μετενσάρκωση του Παγκανίνι.

Χρησιμοποιείται ενίοτε ειρωνικά ή κοροϊδευτικά από μουσικούς που, ενώ κατέχουν τα τεχνικά κάποιου οργάνου, δεν διαθέτουν θεωρητικό υπόβαθρο των γνώσεων τους, δηλαδή από μουσικούς μη ωδειούχους (Παρένθεση: Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει αυτοί οι μουσικοί, είτε είναι καριερίστες είτε όχι, να αντιμετωπίζονται εξαρχής μειωτικά ως ερασιτέχνες, καθώς η ικανότητα τους και η μουσική ευαισθησία τους μπορούν να είναι πραγματικά πολύ υψηλού επιπέδου).

Εν τέλει, η αξία ή μη του να είσαι ωδειούχος τελεί υπό καθεστώς αμφισβήτησης στους κύκλους των μουσικών, ανάλογα βέβαια από το ποια σκοπιά το βλέπει ο καθένας -και όπως πάντα, ανάλογα με το μουσικό στρατόπεδο του καθενός.

  1. - Τι έγινε με μπασίστα, έσκασε μύτη κανένας;
    - Αμέ, μας ήρθε ένα ωδειουχάκι αλλά λάκισε μετά την πρόβα. Δεν πολυγούσταρε...

  2. Να τους χέσω όλους τους κωλοωδειούχους! Ένα σόλο της προκοπής τους ζητάς να παίξουν και σε κοιτάνε λες και είσαι από άλλο πλανήτη...

  3. - Αδερφέ έχεις ξαναπαίξει ποτέ;
    - Αμέ. Τόσα χρόνια ωδειούχος τι διάολο, άλλη δουλειά δεν κάνω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμπνευσμένο απο το δίδυμο Τσακνής και Μαχαιρίτσας, υποδηλώνει μια ειρωνική διάθεση για το ελληνικό ροκ που παίζουν μουσικοί μεγάλοι σε ηλικία που άκμασαν πολλά χρόνια πριν.

- Τι έγινε με την φοιτήτρια που γνώρισες στην πορεία για την διάσωση του ροζ μπαμπουίνου του Θιβέτ ;
- Άσ' τα, έχουμε γυρίσει όλες τις εντεχνοπουρόκ συναυλίες, έχω πήξει στους Γιαχνή και Μαγειρίτσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο οπαδός του Βασίλη και όχι του βασιλιά. Και όταν λέμε Βασίλη, εννοούμε τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Μπορεί να γέρασε, να βάφει το μαλλί και να κάνει δάνειο από τους κροτάφους, αλλά, όπως και νά 'χει, κατέχει μια τιμητική θέση στην καρδιά όλων των 30+, είτε είναι, ή υπήρξαν στο παρελθόν τους, ροκάδες, σκυλάδες, κουλτουριάρηδες ή λεσβίες.

Γνωστές ρήσεις βασιλοφρόνων:

  1. Σαν πεθάνω στον τάφο μου,
    μην βάλετε καντήλι,
    βάλτε ένα ραδιόφωνο
    ν' ακούω τον Βασίλη.

  2. Βασίλη / ζούμε / για να σε ακούμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προτεινόμενος τίτλος πρωινής μουσικής εκπομπής της «νέας» ΕΡΤ οψέποτε αύτη ήθελε λειτουργήσει.
Εις τον παιγνιοκατάλογον (βαρβαριστί playlist) να περιλαμβάνονται άσματα εγερτήρια του τύπου: «Παιδιά σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους», «Ήλιε, ήλιε αρχηγέ»,«Ντιμπι-ντιμπι- ντιμπιντάι», «Μεγιεμελέ-μεγιεμελέ» και τα τοιαύτα.
Την παρουσίασιν δε της εκπομπής να αναλάβουν εκ περιτροπής:
- Η κυρία Ζωή Κωνσταντοπούλου.
- Η κυρία Ρενα Δούρου.
- Η κυρία Ελένη Αυλωνίτου. Εις περίπτωσιν καθ' ην αδυνατούν αι ως άνω, λόγω ανειλημένων υποχρώσεων, να μεταδίδονται ηχογραφημένα αποσπάσματα τηλεοπτικών διαξιφισμών των, με πολιτικούς αντιπάλους των.
Πιστεύω ότι η εκπομπή θα επιτύχει υψηλότατα ποσοστά ακροαματικότητος, ενώ παραλλήλως θα λύσει και το πρόβλημα της εγκαίρου πρωινής προσελεύσεως εις τους τόπους εργασίας και τα σχολεία. Ταυτοχρόνως, θα επιλύσει και το σοβαρότατον πρόβλημα πολλών γονέων, συζύγων κλπ. διά την πρωινήν έγερσιν των τέκνων, συζύγων και λοιπών «μαχμουρλήδων». Υπάρχει και άλλη εκδοχή, θαλασσινή αυτή τη φορά, που περιγράφεται στο δεύτερο παράδειγμα.

(Απόσπασμα τηλεφωνικής επικοινωνίας του μέλλοντός μας):
- Τι να σου πώ Σούλα μου! Ούτε στα πιό τρελά μου όνειρα! Σώθηκα με τα Μουσικώματα! Τώρα σηκώνονται τα χρυσά μου αμέσως, με την πρώτη τσιρίδα της Ζωής!
- Κι εγώ Νίτσα μου, είχα πάθει φαρυγγίτιδα με το Γιάννη. Τώρα με το που ακούει τη Ρένα, πετάγεται σαν ελατήριο! Αλλά και η Ελένη δεν πάει πίσω. Τι τίμπρο, τι μέταλλο!

Καλοκαίρι, γλυκοχάραμα, μπουνατσα, χαρά θεού. Ψαρεύουμε τσαπαρί στ'ανοιχτά και στη διπλανή βάρκα ο φίλος μου ο Γιώργος με το ράδιο στη διαπασών.
- Χαμήλωσέ το ρε Γιώργη, θα φύγουνε τα ψάρια!
- Τι λες ρε Μήτσο, αυτά μουσικώνονται! Δεν βλέπεις που τα πιάνουμε τώρα πιό ρηχά;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified