Άτομο που έχει παραμείνει ξύπνιο σερί τη νύχτα και την ακόλουθη μέρα.

Ο όρος προέρχεται ετυμολογικά από το σερί, αλλά και σημασιολογικά από το επάγγελμα του σερίφη καθεαυτό, που απαιτεί μοναχικές βραδινές βάρδιες.

-Θα έρθεις το βράδυ;
-Μπα χλωμό, επιτέλεσα καθήκοντα σερίφη χθες τη νύχτα με το WoW και είμαι κομματιανός.

Και χτεσινός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «πρώτο τραπέζι πίστα» στα καθαρευουσιάνικα.

Το τραπέζι που βρίσκεται κοντύτερα στην πίστα σκυλάδικου ή παρόμοιου είδους κέντρου διασκέδασης.

Και πού 'σαι γκαρσόν, βάλε μας άλφα τράπεζα πίστεως, και φέρε μας και 30 πανέρια γαρούφαλα ναούμ'...

Χρήσιμο για πρώτο τραπέζι πίστα (από Khan, 07/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προκύπτει εκ των όρων, Φάληρο και Λυρική Σκηνή (Εθνική Λυρική Σκήνη. Δες και εδώ).

Εξετάζουμε δυο βασικές περιπτώσεις:

  1. Σε αυτή την περίπτωση αναφερόμαστε χιουμοριστικά στη Λυρική Σκηνή, έχοντας χιουμοριστικό τόνο στη φωνή μας (βλ. παρ. 1).

  2. Η λέξη, Φάληρο, παραπέμπει στη λέξη φαλιρίζω, που σημαίνει: χρεοκοπώ, πτωχεύω. Η εκφορά του όρου στις ακόλουθες υποπεριπτώσεις εκφέρεται σε συνδυασμό, με κατάλληλο απαξιωτικό μορφασμό, συμβάλλοντας σε κοροϊδευτικό αποτέλεσμα. Διακρίνουμε δυο υποπεριπτώσεις:

α) Μπορούμε να αναφερθούμε κοροϊδευτικά στα μουσικά ακούσματα της Λυρικής Σκηνής (όπερα), στην περίπτωση που δεν τη βρίσκουμε με τη μουσική αυτή (βλ. παρ. 2).

β) Θεωρώντας τη μουσική που παίζεται στη Λυρική σκηνή μουσική υψηλού επιπέδου και, κατ' επέκταση, τους τραγουδιστές που εμφανίζονται εκεί τραγουδιστές κλάσης, η εκφορά του όρου παραπέμπει έμμεσα σε κάποιον υποτιθέμενο τραγουδιστή, που έχει μουσικό ταλέντο gtp προδιαγραφών, αφού τραγουδάει και καλά στη Φαληρική σκηνή (μουσικός χώρος gtp προδιαγραφών).

Πολλές φορές μιλάμε για ψώνια που νομίζουν πως έχουν το... μουσικό ταλέντο.

Βλ. Γαργάρα με ξυλόπροκες, Στη σκάλα του Ωρωπού τραγουδάει;

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παρ. 3.

  1. - Πάμε Φαληρική σκηνή το Σάββατο;

  2. - Εγώ έχω γαλουχηθεί από τα μικράτα μου με αργκό και τουμπερλέκι και έπεται πως θεωρώ εντελώς ξενερουά, τη μουσική που παίζεται στη Φαληρική σκηνή.

  3. - O Καρύδης είναι τραγουδιστής της πλάκας.
    - Πού τραγουδάει;
    - Ε που θες μωρέ να τραγουδάει; Σε καμιά Φαληρική σκηνή, θα παίζει ο έρμος.

(από GATZMAN, 03/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. τα κοψίδια
  2. τα ξίδια
  3. τα μπουζούκια
  4. άλλο τι είδος παρεκτροπής με σοβαρές μακροχρόνιες και σωρευτικές επιπτώσεις.
  1. - Χρηστάκη, θα πάμε για κανά μεζεκλίκi στου Μπαρούτα;
    - Μανωλάκη μου, η κυρα-Θοδώρα επέβαλε μνημόνιο, κομμένα τα βαρέα και ανθυγιεινά.

  2. Στην αρχή παραγγείλαμε κάτι τζιν-τόνικ, κάτι μοχίτο και τέτοιες χαριτωμενιές, αλλά γρήγορα περάσαμε στα βαρέα και ανθυγιεινά.

  3. - Φιλαράκι, εγώ θα την πέσω τώρα να σηκωθώ κατά τις 2, φρεσκαδούρα, να πάω κατευθείαν για μεροκάματο στα βαρέα και ανθυγιεινά.
    - Οκέικ, εγώ θα πάω ντιρετίσσιμα στον Ερωδιό για σούπα στις έξι. Πιο φρεσκαδούρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται σε περιπτώσεις όπου κάποιος εμπλέκεται σε μπυροποσία η οποία ήτο μακροσκελής και ο εμπλεκόμενος ήθελε να ξεφύγει και δεν μπορούσε-η τουλάχιστον έτσι θέλει να πιστέψουμε (κλασσική περίπτωση «τραβάτε με κι ας κλαίω»).

Γνωστές ατάκες μπυραγχόπληκτων: «Άλλη μία και φύγαμε», «Η Amstel με έβαλε να το κάνω» και άλλα συναφή.

  1. - 'Μέρα ρε Σάκη, κομμένο σε βλέπω, τι έπαθες;
    - Ε, εχθές το βράδυ, δέχτηκα επίθεση από κάτι μπυράγχας...

  2. Άσε ρε μάγκα εχθές μπλέχτηκα με τον Κώστα και δεν με άφηνε να φύγω, ε μετά πλακώσαν και κάτι μπυράγχας και καταλαβαίνεις, ξημερωθήκαμε.

  3. - Ρε αλήθεια ρε όλη την ώρα έψαχνα ευκαιρία για να φύγω ρε, αλλά ο μπάρμαν είχε ξαμολήσει τα μπυράγχας!
    - Άσε σε μάθαμε τόσα χρόνια Τάκη, είναι μην πιεις τις πρώτες δυο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το peep show που περιλαμβάνει / τελειώνει με πίπα. Τουλάχιστον έτσι μπορεί να μετακενωθεί στην ελληνική σλανγκ ο αγγλικός όρος με μια δόση σλανγκικής ειρωνείας. Εναλλακτικώς, το peep show που είναι πίπες.

Σύμφωνα με την Βίκυ στην Μπαρτσελόνα (βλ. και Vicky Cristina Barcelona) λαμβάνουν χώρα και peep show που είναι πιπ σόου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητική φράση που απευθύνεται με έντονο απαξιωτικό μορφασμό, για κάποιον τραγουδιστή, ή για κάποια τραγουδίστρια τελευταίας κλάσης (βασικά για κλάσιμο είναι). Για κάποιο άτομο που θεωρεί πως είναι το... μουσικό ταλέντο.

Μιλάμε για κάποιο ψώνιο, για κάποιο άτομο συμβατών προδιαγραφών με το Ανίτα show (δες και γαργάρα με ξυλόπροκες), για κάποιον Κακοφωνίξ, για κάποιο εντελώς ατάλαντο μουσικά άτομο, που ωστόσο όμως μπορεί να διακρίνεται για άλλα ταλέντα (π.χ: μπορεί να μιλάμε για κάποια με φωνητικές δυνατότητες α λα Μαρία Κάβλας, για κάποια φραπεδιάρα, για κάποια χορεύτρια, κλπ).

Πολλά απ' αυτά τα άτομα τραγουδούν σε κέντρα ftpπροδιαγραφών. Πάντως όποιος πάει για να ακούσει ποιοτικό άσμα εκεί, τα 'πιασε τα λεφτά του. Όπως λέει κι η Σαπφώ: Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες. Και στη φάση αυτή, μιλάμε για κακαρίσματα.

Το υποτιμητικό της φάσης βγαίνει από το γεγονός, πως ενώ η φράση θυμίζει σκάλα του Μιλάνου (που παραπέμπει σε όπερα και σε μουσική υψηλού επιπέδου), γίνεται η ανατροπή μιλώντας για Σκάλα του Ωρωπού (δεν μιλάμε δηλαδή για σκάλα με όπερα, αλλά για λιμάνι).

Μιλάμε δηλαδή για κάτι άσχετο. Και επομένως παραπέμπουμε έτσι σε κάποιον ατάλαντο στο τραγούδι.

Όσο πιο χάλια αντίληψη έχουμε για την περιοχή του αναφερόμενου λιμανιού, τόσο πιο μεγάλη γίνεται η απαξίωση.

Σημείωση:

1) Μπορούμε να κάνουμε παύση μεταξύ της λέξης σκάλας και της λέξης Ωρωπού, για να δημιουργηθεί εντονότερη η εντύπωση περί σκάλας του Μιλάνου στο μυαλό του συνομιλητή μας, πριν την ανατροπή που θα ακολουθήσει.

2) Αντί για σκάλα Ωρωπού θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για σκάλα Πολυχνίτου, Καλλονής και γενικότερα για οποιαδήποτε σκάλα λιμανιού.

- Αυτή την τραγουδίστρια που μου σύστησες χθες στο σπίτι σου, δεν την έχω ξανακούσει. Καλή είναι; Πού τραγουδάει;
- Καλή;... Μόνο καλή; Να φανταστείς... τραγουδάει στη σκάλα... - Σκάλα;... Σκάλα του Μιλάνου;
- Περίπου. Σε σκάλα τραγουδάει κι αυτή, αλλά όχι στη σκάλα του Μιλάνου. Στη σκάλα... του Ωρωπού τραγουδάει βρε! Πού να τραγουδάει μωρέ; Στο κέντρο «Τα κακαρίσματα», στην εθνική οδό. Αλλά, δεν μπορείς να πεις; Από μουνί... φωνάρα η τύπισσα. Μιλάμε για... βιρτουόζο στον χειρισμό πουλόφωνου. Όχι αστεία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται κυρίως από ομοφυλόφιλους άνδρες, προκειμένου να προσεγγίσουν άγνωστους, με πρόστυχο αλλά συνάμα συγκαλυμμένο τρόπο.

«Γεια σου. Σε κοιτάζω εδώ και πολύ ώρα. Θέλεις να πάμε στην τουαλέτα να σου παίξω μια μαλακία με τον κώλο μου;»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ούτε κρητική, ούτε ποντιακή, ούτε Χρήστος Δάντης. Το κομμάτι που χορεύεται, που θα «πάει» καλά στα κλαμπ.

Από το Βιβλιοδρόμιο 7-8 Ιαν. 2006, άρθρο Μαρίας Μαρκουλή, εδώ

- Αυτό; Σούστα, σου λέω, θα με θυμηθείς!

Προφανώς επειδή η σούστα είναι πολύ ζωηρός χορός, ταιριάζει καλύτερα για παρομοίωση με κλαμπίσιο κομμάτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο μεταξύ του αγγλικού hostess = οικοδέσποινα, και του ελληνικού χώσ' τες, το οποίο καθιερώθηκε από την αείμνηστη Μαλβίνα Κάραλη στην εκπομπή της Malvina Hostess, με την έννοια ότι η Μαλβίνα τα έχωνε στους πολιτικούς, στα κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας κ.ο.κ.

Το ρήμα χώνω, όπως φαίνεται στο σάιτ μας, έχει τουλάστιχον τρεις σλανγκ σημασίες: α) βρίζω, ρίχνω μπινελίκια (τα χώνω είς τινα), β) γαμώ (τον χώνω είς τινα), γ) αγγαρεύω (χώνω τινά). Αναλόγως και το χώστες, το οποίο χρησιμοποιείται και ως υπονοούμενο στην κωλομπαρική διάλεκτο, για την κορασίδα, που αναλαμβάνει ρόλο hostess σε οίκον της απωλείας (αν και η ελληνική κουλτούρα δεν έχει φτάσει ούτε καν σε αυτό το επίπεδο φεμινισμού, ήτοι να αναγνωρίζει σε γυναίκα ευαγούς ιδρύματος οποιονδήποτε άλλο ρόλο πέραν του αντικειμένου, οπότε πρόκειται μάλλον για γκρηκλισμό).

Μας υποδέχτηκε η χώστες και άρχισε την επίδειξη των κορασίδων, αν και μεταξύ μας, η χώστες ήταν πιο χώστες από τις άλλες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified