Σλανγκιά για να περιγραφεί η απίστευτη μπόχα όσων μπίχλερμαν (εξαιρούνται πάντα οι κυριες) δεν ασχολούνται με την σωματική τους υγιεινή. Φονικός αρωματικός συνδιασμός που περιλαμβάνει σκατίλα και ουρδεσάνς.

Χρησιμοποιείται ενίοτε και μεταφορικά για να χαρακτηρίσει άτομα (συμπεριλαμβάνονται και οι κυρίες) που δρούν χωρίς ηθικούς ή αξιακούς φραγμούς.

  1. Α! τον πούστη πως βρωμάει και ζέχνει... μας ξεπάτωσε, αρμάνι χαρμάνι δικέ μου!
  2. Παπαπαπα...πολύ βρώμα η προϊσταμένη, αρμάνι χαρμάνι σου λέω!

Got a better definition? Add it!

Published

Χιουμοριστική παραφθορά του γνωστού κρασοπατέρα, με την διαφορά ότι εν προκειμένω, ο εκ Κλαζομενών ορμώμενος μερακλής, επιδίδεται μάλλον στην κλασοκατάνυξη, παρά στην οινοποσία.

Παρεμπιπτόντως, το ρήμα κλάνω μάλλον προέρχεται εκ του κλάω (=αρχ. σπάζω) βλ. κλαγγή, αρτοκλασία κλπ. Άλλωστε το κλανίδι στα εγγλέζικα λέγεται και break wind (ή pass gass, fart, let one off κλπ), ιταλιστί: scoreggiare, ισπανιστί: tirar pe(d)o, γερμανιστί: fürzen, γαλλιστί: pet κλπ.

Κεφάτος, αγαπητή (κατά τα λοιπά) φιγούρα στην παρέα, ο πορδο-γαλαντόμος κερνά με απλοχεριά τις κλανιές του δώθε-κείθε, όσους το έχουν ανάγκη, δίχως να συλλογίζεται τις συνέπειες. Γι’ αυτόν τον λόγο, το μόνο που δεν μπορεί ποτέ κανείς να του προσάψει, είναι η ετικέτα του εαυτούλη, αφού προτιμά να τις μοιράζεται με τους κοντινούς του ανθρώπους, δίχως να τις κρατήσει για τον εαυτό του σε μια δύσκολη στιγμή...

Συνήθως επιδαψιλεύει το νούμερό του με κάποια θεατρινίστικη πόζα, π.χ. σου ζητά να τραβήξεις το δάχτυλό του εν είδει περόνης χειροβομβίδας, κρατά ένα υποτιθέμενο όπλο, του οποίου τη σκανδάλη καλείσαι να τραβήξεις, άλλοτε πάλι προσποιείται ότι πανηγυρίζει γκολ με το στυλ του αξέχαστου Ροζέ Μιλά, το οποίο βέβαια καταλήγει σε πορδή, στριφογυρίζει στη χορευτική φιγούρα του Τζον Τραβόλτα και στο αποκορύφωμα πέρδεται, καμώνεται πως «κάθεται κάτω απ’ τη μπάρα» σαν τον Πύρρο Δήμα και σφίγγεται με το αναμενόμενο επακόλουθο κλπ-κλπ.

Κατά την παρακολούθηση κινηματογραφικής ταινίας σε φιλικό σπίτι, δεν παραλείπει να λανσάρει τη φονική κλανιά-μανιτάρι, η οποία εκπέμπει πηχτή θερμότητα και αγκαλιάζει την παρέα βαθμηδόν.

Σε αυτοκίνητο, μολλάρει τορπίλλα σχεδόν νεφελώδη, που την κόβεις με το μαχαίρι.

Σε σοβαρή συζήτηση, δεν λαμβάνει ποτέ μέρος στα διαμειβόμενα επιχειρήματα, αλλά καιροφυλακτεί ήσυχος στη γωνίτσα του, έως ότου τραβήξει μια στεντόρεια πορδή, που πείθει τους άλλους να σωπάσουν.

Οι παριστάμενοι τον βρίζουν (χαζο)γελώντας. Αυτός ευφραίνεται και θεωρεί τον εαυτόν του μάλλον απελευθερωμένο ευεργέτη τους. Ου γαρ οίδασι τι ποιούσι δηλαδή...

Οι Εγγλέζοι είναι συνεπέστατοι κλανιάρηδες, ενώ το ρέψιμο θεωρείται προσβολή. Στην Ελλάδα, κανονικώς εχόντων των πραγμάτων, δεν επιτρέπεται ούτε το ένα ούτε το άλλο. Παρ’ όλα αυτά, το ρέψιμο και η χλέπα κάποτε ήταν δείγματα ευμάρειας, οι δε φιλόξενοι αμφιτρύωνες παρότρυναν το μουσαφίρη να ρευτεί (όπως τα μωρά), προκειμένου να διαπιστώσουν ότι καλόφαγε = δείγμα ότι τον περιποιήθηκαν δεόντως!

Οι μεγαλοαστοί (sic) μέχρι πολύ πρόσφατα, έφτυναν στα γεμάτα κάτι μεστωμένα τάληρα, καταμεσής του δρόμου (βλ. και «Αμέρικα-Αμέρικα» Ε. Καζάν). Το κλανίδι εν Ελλάδι όμως, ήταν πάντοτε προσβλητικό, άλλωστε αποδεικνύεται και από τη διαμάχη εικονοκλαστών-εικονολατρών μεταξύ των βυζαντινών ημών προγόνων.

Οι εικονοκλάστες, έχασαν...

Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική γλωσσική παράδοση, διαθέτει πλουσιότατες εκφράσεις, σχετικές με το πεθάνιον. Όλως ενδεικτικώς:

Εν τέλει, ο προσφιλής αυτός τύπος προσφέρει μάλλον καλόν εις την ανθρωπότητα, αφού σαν τον μυταρά γελωτοποιό σκορπά το γέλιο, ζωή και χαρά = υγεία τριγύρω του (βλ. »μια πορδή τη μέρα το γιατρό τον κάνει πέρα«), αλλά και τροφή (!) αφού το μεθάνιον (CH4) είναι άκυκλος κορεσμένος υδρογονάνθραξ (σαν τις πατάτες -εξ ου και η αρχαιοπρεπής έκφραση «πέρδομαι γεώμηλα»), όπως αποκαλύπτει και η εγγλέζικη παιδική «Πορδή εις την ελευθερίαν»:

Beans-beans, good for your heart
The more you eat, the more you fart,
The more you fart, the better you feel,
So eat your beans with every meal!

- Πήρα δυο ντι-βι-ντι να δούμε! Θα’ ρθει κι ο Γιώργος με τον Αντρέα.
- Με ποιον Αντρέα; Αυτόν τον κλασοπατέρα; Ωωωωχ! Θα στενάξουμε απόψε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κασέρι μπορεί να σημαίνει:

  1. Τα μετρητά χρήματα εκ του αγγλικού cash, βλέπε τον άλλο ορισμό και κασερόπιττα.

  2. Το χασίς.

  3. Την ουρδική ουσία που σχηματίζεται στον πέοντα λόγω απλυσιάς και η οποία μοιάζει με τυρί, είτε κασέρι είτε φέτα, είτε κεφαλοτύρι.

  4. Παραπλησίως λέμε χύνω κασέρια όταν φεύγουν τα χοντράδια, δηλαδή όταν υπάρχει εκσπερμάτιση μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα. Αλλά και γενικότερα όταν χύνεται μεγάλη ποσότητα σπέρματος, ή και μεταφορικά για πολλαπλούς οργασμούς.

Η λέξη είναι τουρκική.

  1. Υπερήλικας Σλάνγκος από αυτούς που αποτελούν την πλειοψηφία του σάιτ:
    Καλά μιλάμε κάναμε σεξ χτες με την Λυσισλάνγκη μετά από χρόνια, και μιλάμε έχυνα Έμενταλ! Φίλος: Έμενταλ; Μιλάς με γρίφους, γέροντα.
    Σ.: Τώρα δεν είμαι και σίγουρος... Έμενταλ ήταν; Γραβιέρα, ροκφόρ; Γιατί έχω και μια ασθένεια που λέγεται κασέρι.

  2. Ό,τι κασέρι έχει το τρώει σε κασέρι.

(από GATZMAN, 25/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Cartoon των 90's. Χρησιμοποιείται ώς αντίστοιχη λέξη του χοντράδια όταν κάποιος ψάχνει ό,τι να 'ναι φάση με κοπέλα για να φύγουν απο κάτω οι flintstones να ξεβουλώσει η χοάνη.

- Μαλάκα, καλά που έκατσε η Σούλα κι έδιωξα τους flintstones γιατί είχα πρηστεί σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για παραλλαγή του πρωκτικού σεξ εις την οποίαν αντισυμβαλλόμενος δεν είναι ο πέων αλλά μικρός πόντικας τ. meriones unguiculatus (gerbil).

Πρωκτόκολλο του τρωκτικού σεξ (αγγλιστί, gerbilling): Αφού αφαιρεθούν νύχια και δόντια με λιλιπούτεια χειρουργικά παραφερνάλια, ο εισπρώκτωρ πετσοπάς εισάγει το ζούδι εντός του ορθού του, όπου αυτό ορύσσει ενστικτωδώς, προκαλώντας έντονη διέγερση. Την κλιμάκωση του οργασμού επιφέρουν τα επιθανάτια τινάγματα του άτυχου τρωκτικού.

Κατ' ισχυρισμό του διεθνούς τύπου, ο ηθοποιός Richard Gere είναι μεγάλη ποντικοπνίχτρα και τρωκτικάντζα, ο δε ποπός του προ ετών έτεκεν μυν σε μονάδα επειγόντων περιστατικών στην Καλιφόρνια.

Ορισμένοι σκεπτικιστές, αλλά και σωμάτια ΛΟΑΤ, ισχυρίζονται ότι το τρωκτικό σεξ αποτελεί αρρωστημένο και ομοφυλοφιλοεχθρικό αστικό μύθο.

Πέρι: - Πού είναι οι πραγματικοί άνδρες ρε παιδί μου, έχει γεμίσει ο τόπος με γιαουρτομούνες λούγκρες και βερμουδιάρηδες αρκούδους...

Βαγγέλης: - Ξεκόλλα ρε, άσ' τον Πιερ να κωλογαμιέται με τον Καυλαγόρα! Καιρός να ψαχτείς...να’ σπώ κάτι στ’ αυτί: ...ψουψουψου...το τρωκτικό σεξ...μουμουμου...γούτσου-γούτσου ο ποντικομικρούλης...ψουψουψου....

Πέρι: - Ουαααου, είσαι θεά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν γουγλίζεται και δε γκζέρω αν λέγεται ακόμα, αλλά εκεί στα έρλjυ ενενήνταζ εμείς μιά φορά το λέγαμε για τις μπόμπες.

Πράγμα που μου θυμίζει τον άλλονε που είχε γράψει ότι το χριστουγεννιάτικο δέντρο το στολίσναγιαν όλη μαζί η οικογένεια. Ε, πώς να μη μαραθεί το τσαμένο...

- Πω ρε πούστη μου, τι μαζούτ ήταν αυτό που μας πότισε ο δικός σου χτες το βράδυ; Ακόμα έχω τσουκνίδες στον εγκέφαλο.
- Όχι και μαζούτ ρε μαλάκα, αυθεντική βότκα ξέρναγια ήτανε, και με ταινία γνησιότητας μάλιστα. Έχει την αντιπροσωπεία ο άθρωπας σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει ένα χρόνο και πάνω να πατήσει στο εδώ.

Είναι ανάλογο με το ξεκουμπισμένος, αλλά στο δεύτερο μπορεί η απομάκρυνση να έγινε βίαια και όχι αφεαυτού.

Ο Μιτζνούρ είναι χαμένος.

Βέβαια δεν είμαι το μοναδικό παράδειγμα

Got a better definition? Add it!

Published

Είναι η σεξουαλική πράξη κατά την οποία άνδρας δέχεται στοματικό καθώς βρίσκεται καθισμένος στη λεκάνη για να κάνει την ανάγκη του.
Λέγεται πως αυτό βοηθά τους δυσκοίλιους να ενεργηθούν πιο εύκολα, εξ ού και η ετυμολογία του, την οποία δεν αναλύω πολύ γιατί με αηδιάζει. Τέλος πάντων, κάνετε τη σύνδεση με την ετυμολογία μόνοι σας: πίπα + υπόθετο.

- Ρε Κώστα, πότε ήταν η τελευταία φορά που πήδηξες;
- Την ξέρεις τη Ρουσλάνα που κάνει πιάτσα στη Βενιζέλου;
- Ναι...
- Μου έκανε ένα πιπόθετο προχθές, πιάνει;
- Αηδία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράγωγο της γνωστής σε όλους σουλφαμιδόσκονης. Προέκυψε ύστερα από ανάγκη για εύρεση λύσης σε κάθε καθημερινό πρόβλημα. Κυκλοφορεί σε σκόνη, προσεχώς και σε υπόθετα για άμεση χορήγηση...

- Μαλάκα... δεν την παλεύω...
- Βάλε λίγη σουφραμιδόσκονη...

(από σφυρίζων, 03/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μη βιαστείτε να με κρίνετε ότι έχω κάνει ορθογραφικά λάθη στη λέξη: εκ + πίσω + κρότος.

Eίναι το κλανίδι με τα παρακάτω χαρακτηριστικά:

  • Μεγάλη πίεση, 3 bar (που παράγει τον χαρακτηριστικό ήχο).
  • Μικρή διάρκεια, ίσα που φτάνει το 1 δευτερόλεπτο.
  • Μηδαμινή μυρωδιά, δόξα τον Θεό.
  • Προκαλεί πόνο συνήθως στον δράστη και γέλιο στους γύρω (αν είναι φίλοι, αλλιώς ο δράστης το κλαίει).
  • Στο 80% των περιπτώσεων είναι ακούσια και απλά ξέφυγε.

Το όνομα της το παίρνει από τον κοφτό, δυνατό ήχο που θυμίζει εκπυρσοκρότηση όπλου.

  1. (η παρέα παίζει Pro Evolution Soccer στο PS)
    — ...πρρρατς... Σόρρυ παιδιά, εκπισωκρότησα.
    — ΧΑΧΑΧΑ και νόμιζα ότι μας την πέσανε οι μπάτσοι!

  2. Άσε ρε Μαρία μου... Εκεί που τον είχα από πάνω μου να μου αλλάζει τα φώτα, εκπισωκροτεί ξαφνικά και πετάει ένα κλανίδι και με ρωτάει: «σ' άρεσε μωρή βρομιάρα μπαλότσα;!»... Να γιατί τον χώρισα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified