Κλασική σχολική σλανγκ.

Κανονικά σημαίνει πεθαίνω, τα κακαρώνω, τα τινάζω, ψοφάω.

Σε σχολικά, και δη γυμνασιακά-λυκειακά συμφραζόμενα, μένω στον τόπο σημαίνει οτι - βάσει της βαθμολογίας μου - χάνω τη χρονιά αυτομάτως και υποχρεώνομαι να την επαναλάβω. Πιο απλά, μένω στον τόπο = μένω στην ίδια τάξη.

Συνήθως διακρίνεται από το απλούν «μένω». Το τελευταίο χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις στις οποίες ο μαθητής, προκειμένου να προαχθεί / προβιβαστεί στην επόμενη τάξη, οφείλει να επανεξεταστεί επιτυχώς σε όσα μαθήματα «πέφτει», σε ειδική εξεταστική το Σεπτέμβριο. Αντιθέτως, όταν κάποιος μείνει στον τόπο, δεν δικαιούται σεπτεμβριανής επανεξέτασης. Πάει κανονικά τις καλοκαιρινές διακοπούλες του, χωρίς διαβάσματα και άγχη (που λιγοστεύουν και τη ζωή btw) και του χρόνου κανονικά ξανακάνει την ίδια τάξη. [I]
- Πόσοι μείναν απ΄το Β4; Μακράν το πιο άκυρο τμήμα.
- Τέσσερις. Τρεις στον τόπο κι ο Μπαλάφας που πάει για Σεπτέμβρη.[/I]

Με ποιό όμως κριτήριο διαχωρίζονται οι εν τω τόπω μένοντες από τους απλούς μένοντες; Την εποχή του γράφοντος τουλάστιχον, το πράγμα είχε ως εξής: Αν έπεφτες (δλδ είχες βαθμό κάτω από τη βάση) σε πάνω από 4 μαθήματα, έμενες τόπο. Αν τα μαθήματα που έπεφτες ήταν μέχρι 4, πήγαινες Σεπτέμβρη...

Εννοείται πως του Σεπτέμβρη οι εξετάσεις ήταν εντελώς για την πλάκα, κι ο μόνος τρόπος για να μην περάσεις ήταν να μη θες να περάσεις (και να καταβάλεις και φιλότιμες προσπάθειες γι' αυτό). Η απόλυτη ξεφτίλα σεπτεμβριανών εξετάσεων, ήταν βεβαίως το Σεπτέμβρη του '99, μετά τη σεισμούκλα. Απ' ότι μου έχουν μεταφέρει, απλά πήγαινες, έδινες το παρών, προβιβαζόσουν και μετά σ' έδιωχναν άρον άρον οι τρομοκρατημένοι καθηγητάκοι, που είχαν κλάσει μέντες μην πέσει το άθλιο σχολειάκι από κανα μετασεισμίκ και τους πλακώσει... Παρωδία.

- Για πε ρε μαλάκα, κανας γνωστός, τι έγινε, ποιοί περάσανε;
- Μπουρμπούλιας στον τόπο, Πασχόπουλος στον τόπο, Μπαντουράκης στον τόπο, Μπουρμάς στον τόπο. Θες κι άλλα;
- Μπαλιόνας;
- Πέφτει σε τρία, C U September..
- Μπαρδάκος; - Σε τέσσερα, τη σκαπούλαρε παρά γουρουνότριχα.
- Κι ο Μότσικας; - Το' χε σίγουρο για Σεπτέμβρη και τελευταία στιγμή του σκάει αστροπελέκι το οχταράκι απ' τη Χημεία κι έμεινε στον τόπο σέκος το παλικάρι. Κρίμας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εταιρεία Βαράγκη (δες επίσης) ιδρύθηκε το 1900 και από τότε εξελίχθηκε σε μια σύγχρονη βιομηχανία σχεδιασμού και κατασκευής επίπλων κορυφαίας ποιότητας. Ενώ μέχρι πρότινος δραστηριοποιείτο στο χώρο του χειροποίητου επίπλου, με το θρυλικό σλόγκαν «Δια χειρός» (Βαράγκη), για λόγους ανταγωνιστικότητας επεκτείνει περισσότερο τις δραστηριότητές της.

Εδώ βλέπουμε πως η εταιρεία εστιάζει στην ποιότητα και στην απέριττη αισθητική. Η αγάπη στο υλικό και στο ωραίο και μέσα από έμπνευση, γνώση και εκατονταετή εμπειρία στο σχεδιασμό και στην τεχνική παραγωγής του επίπλου οδήγησαν σε μοναδικές συλλογές. Ο συνδυασμός δε αυτών, με επιλεγμένα αντικείμενα οδηγεί σε μια διακοσμητική πανδαισία.

  1. Όταν σλανγκιστί αναφέρουμε τον όρο, μιλάμε για χειράντληση σπέρματος. Μιλάμε όμως, άπλα για την παραγωγή του συγκεκριμένου χειροποίητου προϊόντος; Όχι ακριβώς. Η λέξη (Βαράγκη) κάνει τη διαφορά. Η λέξη αυτή παίζει διπλό ρόλο στον όρο. Αφενός παραπέμπει κι αυτή στο τάκα τάκα, αφεδύο προσδιορίζει πως η όλη διαδικασία είναι συμβατή με τις slang προδιαγραφές Βαράγκη. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε για κάποιον ψαγμένο κι ακάματο κωπηλάτη πως ακολουθεί τη βαράγκιο μέθοδο, όταν αυτός ακολουθεί τις ακόλουθες προδιαγραφές.

    **Προδιαγραφές**
  • Αγάπη και μεράκι για σχεδιασμό και υλοποίηση «επίπλων» μιας χρήσης.
  • Ατέλειωτη εμπειρία σε σχεδιασμό (φαντασίωση) και σε τεχνική (τρόποι παλινδρόμησης), αφού 40 χρόνια...
  • Επίγνωση αναγκών πελάτη. Ο δημιουργός ξέρει καλύτερα από τον καθένα τις ανάγκες του εαυτού του, αφού πελάτης και δημιουργός είναι το ένα και το αυτό πρόσωπο. Γιαυτό και από αυτοσεβασμό στον εαυτό του φτιάχνει και γαμώ τα «έπιπλα». Φτιάχνει «έπιπλα» που τον κάνουν περήφανο. Έτσι αισθάνεται πως οι κόποι του δεν πήγαν χαμένοι. Αισθάνεται πως επιτέλους βγήκε και σε κάτι ασπροπρόσωπος!
  • Προσαρμοστικότητα της βαράγκιου μεθόδου από άτομο σε άτομο ώστε ο σχεδιασμός και η υλοποίηση να εξυπηρετεί τις ανάγκες ενός ατόμου σε συγκεκριμένη περίσταση. Γι 'αυτό ο καθένας, προκειμένου να πετύχει το καλύτερο αποτέλεσμα, πρέπει να προσπαθεί να βγάλει τον Βαράγκη από μέσα του, προκειμένου το αποτέλεσμα να ικανοποιεί τις προσδοκίες του.
  • Ποιοτικός σχεδιασμός (φαντασιώσεις εμπνευστή βασισμένες σε παλιές ή νέες, πραγματικές ή όχι, παρουσίες. Ακόμα η έμπνευση μπορεί να βασιστεί σε ταινίες Μπεν Χουρ, σε περιοδικά για χρήση τουαλέτας, σε διαδικτυακό υλικό (αντί να μπερδέψει τα μπούτια του δημιουργώντας δίκτυο με το εκάστοτε έτερο ήμισυ... προσπαθεί να την βρει με την Πουλχερία). Και σκηνοθετεί τη φαντασίωση, στην οποία φυσικά δίνει στην εικονική παρτενέρ του, ό,τι ρόλο θέλει αυτός. Δικό του το πεπόνι, δικό του και το καρπούζι.
  • Πάντρεμα του κύρους του κλασσικού και πατροπαράδοτου με τη γοητεία του μοντέρνου.
  • Αξιοποίηση επιστημονικών θεωριών (π.χ:μελέτη επίτευξης μέγιστου βεληνεκούς κατά τη σπερματοχυσία) και ανάπτυξη της εφευρετικότητας (π.χ: σκότωμα μύγας από απόσταση).
  • Χειροποίητη κατασκευή για οποιοδήποτε χώρο (σπίτι, εργασία, κλπ), κατά την οποία δοξάζεται η χούφτα (εξομοιωτής αιδοίου). Έχει μια βαθιά γραμμή ζωής ο τύπος, με τόσο λίπασμα που χει ρίξει στη χούφτα του... Βάλε έναν σπόρο και θα δεις!. Απ' τη συχνή χρήση δε, η γραμμή αυτή προσεγγίζει όλο και περισσότερο τη γραμμή ψωλής του. Λέμε τώρα!
  • Ποιοτική κατασκευή εργόχειρου(δες και σχόλια), όσον αφορά την πυκνότητα και την υφή του παραγομένου προϊόντος, ώστε όπως στο εργόχειρο δεν πρέπει να βγαίνει πόντος, έτσι και εδώ δεν πρέπει να υπάρχει κατασκευαστική ατέλεια.
  • Συμβολή στη διακόσμηση. Π.χ: βάψιμο τοίχων, ταβανιών, κ.λπ.
  • Συνεχής εξέλιξη της μεθόδου. Ο καλός ο Βαραγκιέρος στη μαλακία φαίνεται. Γι 'αυτό δεν εφησυχάζει ποτέ. Μονίμως ψάχνεται, μονίμως ερευνά, μονίμως δοκιμάζει. Επίπονος ο δρόμος προς τη προσωπική απόλαυση.
  • Απόλυτα συμβατή της βαράγκιου μεθόδου, με το δόγμα: σαν πετύχει η μαλακία τύφλα να χει το γαμήσι και φυσικά με το δόγμα στήριξης της μαλακίας.
  • Ανεξαρτητοποίηση της βαράγκιου μεθόδου από τον τόπο. Δεν απαιτείται η υλοποίηση να γίνει πάνω σε έπιπλα Βαράγκη. Δουλεύει παντού. Όπου γης και Βαράγκη.

    Η Βαράγκιος μέθοδος θεωρούμενη ως εταιρική διαδικασία

  • Αντίθετα με τη Βιομηχανία Βαράγκη, εδώ όλες οι ανάγκες διεκπεραιώνονται από ένα άτομο (σχεδιασμός, κατασκευή, κλπ).

  • Η ανάληψη πολλών διαφορετικών ρόλων από ένα πρόσωπο (σχεδιασμός, σκηνοθεσία, παίξιμο ρόλου, υλοποίηση, κλπ) συμβάλλει στον συντονισμό των διάφορων δραστηριοτήτων.
  • Οι ρυθμοί παραγωγής του κάθε ατόμου (της καθεμιάς ατομικής μονάδας) μπορεί να είναι μικροί σε σχέση με την αντίστοιχη της Βιομηχανίας Βαράγκη, άλλα ωστόσο είναι συνυφασμένοι με τον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης. Τόσον... όσον. Ωστόσο ο συνολικός ρυθμός παραγωγής όλων των ελληνικών ατομικών μονάδων είναι σαφέστατα μεγαλύτερος από το ρυθμό της βιομηχανίας Βαράγκη. Ώρα λοιπόν να συνεταιρισθούν αυτοί οι ατομικοί παραγωγοί σε κοινή εταιρεία που θα μπει και στο χρηματιστήριο!

    **Συνέπειες από τη χρήση της μεθόδου**
  • Οι βαραγκικές μέθοδοι σκοτώνουν την ανία, ενώ προσφέρουν μοναδική γυμναστική στον καρπό, στο ποντίκι και στους ενδοπαλαμιαίους μύες. Λέμε τώρα.

  • Οι 29 καλύτεροι ορθοπεδικοί, συνιστούν και καλά, τη βαράγκιο μέθοδο για πρόληψη προβλημάτων που σχετίζονται με καρπό, ποντίκι και ενδοπαλαμιαίους μύες. Αυτοί ξέρουν!
  • Η μέθοδος συμβάλλει τεχνητά στη βελτίωση της ορθοπεϊκής ικανότητας. [Λέμε τώρα].
  • Κι αν κάποιος, αδυνατεί λόγω κουλαμάρας να φτιάξει το «έπιπλό» του, τότε... ναι ...ναι μπορεί να ελπίζει πως θα βρεθεί κάποιος να τον βοηθήσει. Λέμε τώρα.
  • Η μέθοδος αντενδείκνυται όταν υπάρχει πονοκέφαλος γιατί, η όλη υλικοπνευματική δραστηριότητα (σκέψη-δράση) φορτώνει εξτρά το σύστημα, μ' αποτέλεσμα να επαυξηθεί ο πονοκέφαλος.Για την εκδοχή που παρουσιάστηκε παραπάνω, βλ. παράδειγμα 1.
  1. Επίσης μπορούμε να εκφέρουμε με νόημα την έκφραση και για κάποιον που θεωρούμε πως by default είναι μαλάκας, ή για κάποιον που περιστασιακά κάνει μαλακία.

Για την εκδοχή που μόλις αναφέρθηκε, βλ. παράδειγμα 2.

**Σημειώση και για τις δυο εκδοχές**

Μεταξύ της φράσης «Δια χειρός» και της λέξης «Βαράγκη» συνίσταται για λόγους επιφάσεως και εκφραστικότητας, να γίνεται κάποια παύση, συνοδευόμενη από παλινδρομική κίνηση του χεριού για να υποδηλωθεί πιεστικότερα, το γεγονός πως κάποιος είναι μαλάκας, πως κάποιος περιστασιακά κάνει μαλακία, ή πως κάποιος φτιάχνει την «προίκα» του.

Κλείνοντας αποστέλλω τις ευχαριστίες μου στον Vrastaman για αυτό το θέμα, το οποίο αποδείχτηκε κρουνός ιδεών. Αν συνέχιζα να γράφω φοβάμαι πως θα υπήρχε περίπτωση να εξαντληθούν οι αποθηκευτικές ικανότητες των σκληρών δίσκων του slang.gr και να θεωρηθώ ως σαμποτέρ. Γι 'αυτό αατα!

  1. - Πού είναι ο Νώντας;
    - Έχει κλειστεί στην τουαλέτα, με 5 playboy παραμάσχαλα και φτιάχνει την προίκα του.
    - Κατάλαβα! Δια χειρός (Βαράγκη). Ποιοτικά πράγματα. χα χα χα!

  2. - Ο Κώστας είναι και γαμώ τους μαλάκες. Έχει ξεφύγει το άτομο.
    - Τώρα το κατάλαβες; Δια χειρός (Βαράγκη) μια ζωή.

Δημήτρης Βαράγκης, νυν διευθύνων σύμβουλος της εταιρειας Βαράγκη (από GATZMAN, 18/02/09)Δια Χειρός (Βαράγκη) (από GATZMAN, 18/02/09)Παμέλα, Ενα input για τη Δια χειρός (Βαράγκη) διαδικασία (από GATZMAN, 18/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν βέβαια πολλά παρεμφερή λήμματα που, όμως, δε δίνουν όλες τις σωστές έννοιες.

Λαμόγια: Έκφραση της καθ' ημάς ελληνικής, πάλαι ποτέ, μαλλιαρής (slang), με συγκεκριμένες έννοιες, αν και αμφιλεγόμενη, διότι οι ορισμοί της είναι μάτσο και οι ετυμολογίες αρπαχτές, πώς λέμε, αρπακόλλα. Παίρνω αμ-παριζάκι και βγαίνω.

Κατά τον Τριανταφυλλίδη (ca. 1950): μόνο στη φράση την κάνω λαμόγια, φεύγω, ξεφεύγω, σκαπουλάρω, ή δεν παρουσιάζομαι κάπου, πχ: Tον περίμενα τόση ώρα κι αυτός την έκανε λαμόγια.

Κατά τον Τσιφόρο (ca. 1960) και άλλους συνομηλίκους του (πιο κοντά στην τωρινή αλήθεια): αβανταδόρος, κράχτης, παίχτης-μαϊμού που παρασύρει τα κορόιδα.

Κατά τον Ντινόσαυρο (ca. 2010): Η άποψη πολλών λεξικογράφων (;) ότι προέρχεται από το ισπανικό la moya (= η τάδε), δε στέκει. Είναι όντως ισπανόφερτος ο όρος, με τη διαφορά ότι προέρχεται από το πλουσιότατο «λουνφάρδο» (slang/argot) του Μπουένος Άιρες και του Μοντεβιδέο. Η λέξη είναι σκέτο μόγια· το θηλυκό άρθρο λα είναι προφανώς μεταγενέστερη «ελληνική» προσθήκη για να μοιάζει πιο σπανιόλικο ή ξενόφερτο. Για το πώς ο όρος διέσχισε τον Ατλαντικό και τη Μεσόγειο, δηλώνω άγνοια (pero puedo seguir buscando).

Διά του λόγου το αληθές, ιδού τα πολυάριθμα συνώνυμα και ο ορισμός που ψάρεψα στα διάφορα ισπανόφωνα λεξικά (Diccionario de Lunfardo, Diccionario del Tango, Diccionario de la Real Academia Española, etc.):

  • Moya: estafa, fraude, trampa, ardid, engaño, triquiñuela, astucia, embrollo, manejo oculto con que se prepara algún fraude o engaño, superchería, picardía...Τα οποία δε μεταφράζω γιατί είναι απλώς συνώνυμα.
  • Moya: Se denomina «moya» a aquellas personas que tienden a tirar «matufias» para escapar de una situación complicada. Por definición, al hablar de moya se habla de un acto generalmente ílicito o incorrecto para salir de una situación, se podría decir que es la salida fácil.Μόγια: Αποκαλούνται «μόγια» τα άτομα που βολεύονται κάνοντας «matufias» (λαδιές, κόλπα, απάτες, λοβιτούρες) για να γλιτώσουν από μπερδεμένες καταστάσεις. Εξ ορισμού, λοιπόν, «μόγια» χαρακτηρίζει μια πράξη γενικά παράνομη ή ανάρμοστη που κάνουν όσοι θέλουν να λακίσουν από κάποια δυσκολία. Θα το λέγαμε «πρόχειρη λύση».

Όποιος επιδίδεται σε «moya» λέγεται moyero (ή matufiero). Τα μεταγενέστερα ελληνικά παράγωγα (το λαμόγιο, τα λαμόγια, η λαμογιά, οι λαμόγιες, κλπ.) που ήδη υπάρχουν στο σλανγκ.γκρ ελάχιστα τροποποιούν το τρέχον νόημα.

Παραδείγματα υπάρχουν στον ίδιο τον ορισμό.
Για plus ultra παραδείγματα, κάντε αίτηση. Στην πολύπλευρη και περίπλοκη ζωή μου, έχω διατελέσει και «λαμόγια».

την έκανε la moye... (από MXΣ, 30/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σημασία της φράσης είναι ίδια με την πάρ' τον έναν και χτύπα τον άλλον

Αξιοσημείωτη όμως είναι η προέλευσή της, αν και δεν μπόρεσα να την διασταυρώσω.

Επί Όθωνος, σε μία δεξίωση στ' ανάκτορα, ήταν προσκεκλημένος και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Μπαίνοντας είδε δύο νέες και άγνωστες σ' αυτόν Βαυαροσκατόφατσες. Ρώτησε λοιπόν τον Αντ. Κριεζή, τον αυλάρχη, ποιοι είναι αυτοί. Ο Κριεζής του είπε:

«Πριν λίγο ήλθαν από την Βαυαρία, Μπαρτ (Burt) λέγεται ο ένας και Χέιστ (Heischt) ο άλλος.»

Και ο Γέρος, εκτιμώντας την υπηρεσία που θα προσέφεραν στην Ελλάδα, απάντησε κουνώντας το κεφάλι του:

«Κατάλαβα, πάρ' τον έναν και χέσ' τον άλλον δηλαδή...»

Αν όντως είναι έτσι, τότε η φράση πάρ' τον έναν και χτύπα τον άλλον πρέπει να προήλθε από το λογοπαίγνιο του Κολοκοτρώνη, και το χέσε έγινε χτύπα για κοσμιότερη διαγωγή.

- Ποιοι είναι αυτοί οι καινούργιοι ωρέ Αντώνη;
- Ήρθαν από την Βαυαρία Θεόδωρε. Μπαρτ ο ένας και Χέιστ ο άλλος.
- Μάλιστα, πάρ' τον έναν και χέσ' τον άλλον!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Highlight από Σαλλλονικιό γλωσσοδέτη (βλ. παράδειγμα 1) που έκανε επιτυχία λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς του σε βωμόλοχα. Κάτι σαν το «κοράλλι ψιλοκόραλλο και ψιλοκοραλλάκι» δηλαδή (πες το γρήγορα για να καταλάβεις!).

Εκφράζει όλον τον πόνο για την παρακμή που φέρνουν τα χρόνια που περνούν στον δύστυχο τον άνθρωπο. Εκφράζει επίσης όλη την αναπόληση των όμορφων στιγμών που ζει κανείς προτού αρχίσει να ασχολείται με έννοιες όπως «τα παιδιά μου», «πεθερικά», «αφήνω καράφλα», «αφλογιστία», «χοληστερίνη», «λογιστής», «σύνταξη», «πιεσόμετρο» και άλλα συναφή.

Παραλλαγές: όμορφα/χαμένα/καημένα/μαύρα μου νιάτα που τσαλακωθήκατε.

ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΤΟΥ ΟΡΙΣΜΟΥ!
Το τραγουδάκι στο YouTube παρακάτω! Είναι η επιτομή της έννοιας και όποιος δεν το ξέρει, να το ακούσει πάραυτα!

  1. (από εδώ)
    «ΕΡ’ΜΑ ΜΟΥ ΝΙΑΤΑ

Παιχνίδι – γλωσσοδέτης για μικρούς και μεγάλους με προέλευση από τη Θεσσαλονίκη. Λέγεται πάντα από δύο, οι οποίοι κάθονται αντικριστά και λέγοντάς το χτυπούν παλαμάκια σταυρωτά και ίσια.

Έρ’μά μου νιάτα που τσαλακωθήκατε καλά καλά,
και που τσαλακωθήκατε γιατί δεν αρεστήκατε;
Και που τσα(τα)λακώσατε γιατί τα τσαλακώσατε;
έρ’μα μου νιά… καμώματα πουτσαλοτσαλακώματα.»

  1. (από εδώ)
    «μου λειπει αφανταστα η διασκεδαση,ο χορος,το ξεσαλωμα.
    η γλεικια ζαλαδα γυρνωντας τα ξημερωματα,
    οι φουστοζωνες και τα ψηλοτακουνα.

αχ! ερημα μου νιατα που τσαλακωθηκατε...»

  1. (από εδώ)
    Ο “κόκκινος Ντάνιελ” είναι μια ιδιόμορφη περίπτωση που απαιτεί πολύ προσεκτική μελέτη για την σκιαγράφηση της προσωπικότητάς του. [...]
    Οι σύγχρονοι αριστεριστές με περισσή αφέλεια μιλούν για τον Ντάνιελ ενώ οι ώριμοι ΑΡΙΣΤΕΡΟΙ αλλά και οι θιασώτες του κοινωνικού φιλελευθερισμού όπως ο υπογράφων γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο στίχος που περιγράφει τον συγκεκριμένο πρώην επαναστατημένο νέο είναι “έρημα μου νιάτα που….τσαλακωθήκατε…”

Got a better definition? Add it!

Published

Το «γκέο βαγκέο» ήταν παιδικό παιχνιδιάρικο επιφώνημα όπως το «Αμπεμπαμπλόμ τουκιθεμπλόμ», ή το «πού θα πας εκεί στην Βόρειο Αμερική, να δεις και τον Ερμή, που παίζει μουσική» κ.ο.κ. Λεγόταν συνήθως όταν ένα παιδί «την έφερνε» σε ένα άλλο, είχε κάτι που το πρώτο παιδί ζήλευε κ.ο.κ. Λόγω της ομοιότητας με την λέξη« γκέι», σλανγκίζεται για να δηλώσει τον ομοφυλόφιλο. Ιδίως, τον πούστη που λέγεται και Βάγγος, Βαγγέλης, Βάγγελας ή Βάγγουρας, όπως ο γνωστός γκέι ήρωας του the Slang & the Restless. (Παρεμπίπταμπλυ, ένα σύνηθες όνομα για γκέουλες).

Ασίστ: Πανούλης.

Πέρι (προς Βάγγουρα): Γκέο βαγκέο, Βάγγο, εγώ έχω γκόμενο απ' το Αμπιτζάν κι εσύ δεν έχεις! Γκέο βαγκέο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αρχική εκδοχή του γνωμικού παραπέμπει στο εξιδανικευμένο γυναικείο πρότυπο του χθες το οποίο πλέον σώζεται μόνο στα έργα του παλαιού Ελληνικού κινηματογράφου: της γυναίκας-τιραμόλα που αφενός είχε τον άνδρα της πασά στα Γιάννενα, αφεδύο ασκούσε πλήρη κυριαρχία στο νοικοκυριό - επικράτειά της, το οποίο συνήθως συμπεριλάμβανε κάποιο σαχλοκούδουνο για δουλικό.

Οι κοινωνικές συνθήκες μετεξελίχτηκαν έκτοτε, και η «εξιδανικευμένη» γυναίκα πλέον συμμετέχει με τον άνδρα ισότιμα τόσο στον επαγγελματικό στίβο όσο και στα του οίκου τους. Ωσεκτουτού, και υπό το σημερινό slangically correct πρίσμα, η έκφραση αντικατοπτρίζει κάτι εντελώς διαφορετικό: Η καλή νοικοκυρά (όπως, άλλωστε, και ο καλός νοικοκύρης) πειραματίζεται στο κρεβάτι με παιχνίδια υποταγής με έντονα στοιχεία μαζοχισμού (Δούλα) τα οποία εναλλάσσονται quid pro quo με *οδοντωτά/αυταρχικά κόλπα *σαδιστικής φύσεως ***(Κυρά)***.

Assist: Mes

Βαγγέλας: Βρε πούστη μου τελικά τι διαφοροποιεί το Λίλιαν από όλα τα άλλα αμαρτωλά; Ασκεί μια απίστευτη γοητεία ακόμα και σε μας που συμφιλιωθήκαμε με την ομοφυλοφιλία!

Πέρι: Η καλή νοικοκυρά είναι δούλα και κυρά!

Βαγγέλας: Μιλάς με γρίφους, γερομπινέ μου!

Πέρι: Το Λίλιαν είναι μια κατά Sacher-Masoch Αφροδίτη με τη Γούνα που όμως μπορεί και γαμάει και δέρνει σύμφωνα με τις παραδόσεις του Sade!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση δανεισμένη από την αγγλική «the best». Χρησιμοποιείται με την κυριολεκτική της έννοια για να περιγράψει κάτι το τέλειο , το ανώτερο, αλλά και κυριολεκτικά για το αντίθετο. Άρχισε δε να εμφανίζεται στα ελληνικά απ' την εποχή που έπαιζε ποδόσφαιρο στην Manchester United ο George Best, που παρόλη την κρασοκατάνυξη και γενικά κραιπαλώδη ζωή του, είχε δεινές ποδοσφαιρικές ικανότητες. Εξού και η χρήση της έκφρασης για κάτι το αναπάντεχα καλό (λίρα εκατό), κάτι που όλα δείχνουν ότι δεν θα πάει καλά και διαψεύδει τους πάντες με τις επιδόσεις του (βλ. Εθν. Ελλάδας Πρωταθλήτρια Ευρώπης).

Είναι προφανές ότι το «δεν παίζεστ'» αποτελεί παράφραση του αρχικού αγγλικού «the best».

Αντιπροσωπευτικό τραγούδι: Simply the best από τη «γιαγιά» Tina Turner

  1. Κυριολεξία:
    - Πήγαμε στη συναυλία των Scorpions και ήταν ανπέκταμπλ !
    - Σώπα ρε, δε μπεστ ;
    - Δεν παίζεστ' σου λέω, χαμός έγινε.

  2. Ειρωνεία :
    - Γνώρισα χτες την αδερφή του Μήτσου που φαγώθηκε ότι με γουστάρει.
    - Έλα ρε, για λέγε , δε μπεστ;
    - Δεν παίζεστ', άσε . Σκέτη αραχνομούνα, λέμε.

(από granazis, 24/04/10)(από granazis, 24/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Έκφραση υστερίας και απόγνωσης, ιδιαίτερα δημοφιλής μεταξύ νέων, φοιτητών, υποψήφιων διδακτόρων, ελευθέρων επαγγελματιών και νιόπαντρων.

Ξεπροβάλλει αυθόρμητα στα χείλη μετά από στιγμές έντονης πίεσης και απογοήτευσης, όταν έχει γαμηθεί η κατάσταση, η γυναίκα σου (με άλλον), η δουλειά σου και γενικώς τα πάντα. Έτσι το μόνο που δεν έχει γαμηθεί είναι το τίποτα, συνεπώς δια της άτοπου, γαμιούνται τα πάντα.

Σημαντικό είναι ότι τα πάντα δεν γαμιούνται πάντα, αλλά ορισμένες μόνο φορές, εξ ου και η έκφραση: «Είναι φορές που γαμιούνται τα πάντα».

  1. Έκφραση θαυμασμού μετά από παρατήρηση ωρών εκπαιδευτικής τηλεόρασης για την αναπαραγωγή των ασπρόμαυρών αιλουροπόδων άρκτων (οικογένεια Ursidae, γένος Ailuropoda, είδος Melanoleuca).
  1. -Τι λέει ρε Αλέκο;
    - Άσε ρε φίλε... Η γυναίκα με παράτησε, το φορτίο ακόμα να εκτελωνιστεί, δεν έχω φράγκο και η Ηρακλάρα χάνει στην έδρα μας από τον Κιλκισιακό! Άσε σου λέω, γαμιούνται τα πάντα.

  2. (Στο ζωολογικό κήπο):
    Γιαννάκης: Μαμά, μαμά!
    Μαμά: Τι 'ναι παιδί μου;
    Γ.: Κοίτα;
    Μ.: Πού;
    Γ.: Να εκεί! Γαμιούνται τα πάντα!»

(από Khan, 03/02/10)Η αισιόδοξη σκέψη της ημέρας: Αν όλα τα προηγούμενα χρόνια "γαμιούνταν τα πάντα", κάποια στιγμή θα γεννήσουν κιόλας. (από Khan, 28/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια πουτάνα φέραμε, ο πούστης καθέτου ας γίνει αρχίδια το μάθημα.

Λογοπαίγνιο μαθητών ... μιας άλλης εποχής!

- Τι έχουμε τώρα;
- Γεωμετρία ρε παπάρα - «μια πουτάνα φέραμε, ο πούστης καθέτου ας γίνει αρχίδια το μάθημα».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified