Τα Friskies (προφανώς απ’ το εγγλέζικο frisk: χοροπηδώ παιχνιδιάρικα, frisky: ζωηρός/ πεταχτός) της εταιρείας Purina που αποτελεί παρακλάδι της πολυεθνικής Nestlé, το ξέρουν κι οι κότες, είναι μάρκα ζωοτροφών για σκύλους και γάτες.

Ο όρος όμως χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει υποτιμητικά μεν, πλην περισσότερο χαριτωμένα παρά συγκαλυμμένα:

● μια συγκεκριμένη ράτσα σκύλων – αοιδών (αλλά και των θαυμαστών τους), που σνομπάρουν οι εγχώριες καλλιτεχνικές ελίτ και τα Μέγαρα Μουσικής, αν και τα προϊόντα του ταλέντου τους χαρακτηρίζουν αδιαμφισβήτητα την πολιτιστική ζωή των νεοελλήνων,

● τους χώρους διασκέδασης κοινώς γνωστά ως σκυλάδικα, όπου πραγματοποιούνται διονυσιακά η εκτόνωση αλλά κι η εκδήλωση κάθε νταλκά, παρέα με την επίδειξη του μοναδικού ταπεραμέντου της φυλής στον τομέα δημόσια διασκέδαση και

● τα ομώνυμα άσματα με τους απαράμιλλους σε πρόκληση πλείστων συναισθημάτων στίχους, που αργά ή γρήγορα θα βρουν μια κάποια θέση στη λαογραφία.

Η εκτόξευση λουλουδιών στον τραγουδιστή αποτελεί μια καθόλα ευγενή συνήθεια που όμως στα σκυλάδικα η επιδεικτική κατάχρησή της και στους ενθουσιασμένους χορευτές και δη χορεύτριες, αποτελεί θεσμό εκ των ουκ άνευ.

Εξού κυκλοφορεί η δηλωτική του ποιού του τραγουδιστή αλλά και του γούστου κάποιου ατόμου υποτιμητική έκφραση «του/της πετάνε φρίσκις».

Ιδιαίτερη κατηγορία σκύλου αποτελεί ο πιστός κομματόσκυλος.
Υπονοώντας, πάντα υποτιμητικά και απαξιωτικά, τόσο αυτόν όσο και την ενίοτε γκουρμέ ανταμοιβή του, κυκλοφορεί η έκφραση «τον ταΐζουν φρίσκις».

Παρεμπιπτόντως: ελλείψει άλλων κονσερβών στα ράφια των σουπερμάρκετ και μπροστά στο φάσμα του εξ ασιτίας θανάτου λόγω κάποιας ντεμέκ επικείμενης καταστροφής, προνοητικοί ή πανικόβλητοι Έλληνες καταναλωτές (όπως το δει καθείς) που παίρνουν το ζήτημα επιβίωση πολύ σοβαρά, καβαντζώνουν τις εν λόγω αλλά και ομοειδείς κονσέρβες καλού - κακού.

Λόγω γαστριμαργικού ταμπού, κόντρα στις Αρχές μου, αδυνατώ να επιβεβαιώσω τις φήμες για το απολύτως ανεκτό της γεύσης και τη διατροφική αξία τους.

  1. Το δεύτερο ημιχρόνιο διαδραματίστηκε στο bar estilo ιδέα του Τάσου και όπως καταλαβαίνετε ένα κομβόι από τζιπ κατηφόριζε για να πούμε και ένα τραγουδάκι. Και όπως πολύ καλά μυριστήκατε οι περισσότεροι χάθηκε η μπάλα εκεί (…). Σαμπάνιες, ουίσκι, σφηνάκια, ζεϊμπεκιές, χαρτοπετσέτες, ποτήρια ιπτάμενα που λόγο της βαρύτητας έσκαγαν στο πάτωμα, ένας τύπος με μια άσπρη τούφα εκεί που χόρευε ξαφνικά τον έβλεπες σαν τον Peter Pan να εκτοξεύεται πάνω στο μπαρ και να τραβάει φωτογραφίες, ρεπερτόριο από Καζαντζίδη και Χρηστάκη μέχρι Γονίδη και Τερζή. Δεν περιγράφω άλλο. Και λέμε κατά τις 5, δεν πάμε γιατί τα φρίσκις δεν τα γλυτώνουμε απόψε; Και όλοι με μια φωνή αναφώνησαν ναιιιιιιιιιιιιιι! Έλα όμως που ο Τάσος είχε άλλη άποψη και εγώ είμαι και λίγο επιρρεπής…

  2. - Στο μαγαζί πώς πάνε τα πράγματα από άποψη κίνησης; Κακά τα ψέματα, Βασίλη, είναι ακριβές οι τιμές, γενικά.
    - Ο κόσμος έρχεται γιατί για ένα τέτοιο σχήμα δεν είναι ακριβές οι τιμές. Έχουμε ανεβεί 36 άτομα από την Αθήνα, δεν είναι καθόλου ακριβές. Ακριβά είναι τα άλλα, τα φρίσκις, που άλλωστε είναι και χώροι επίδειξης κομπλεξισμού, χλιδής κτλ.

(09/05/10. Ρωτά η Έλσα Σπυριδοπούλου - Απαντά ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου)

  1. Στη δισκογραφία της Πάολας, φρίσκις ό,τι τραγούδι θες.

  2. Ρε άντε από ‘κει ρε λούληδες φλώροι που θα μιλήσετε για τη Μαντώ και το αν είναι διασκευή ή όχι. Στα παπάρια μου κιόλας. Τέτοια φωνή δεν έχει ξαναβγεί στην Ελλάδα. Επειδή δεν έκανε καριέρα με το μουνί της σαν κάτι σκυλούδες μπάολες θα τη βγάλετε και άχρηστη. Μπαγλαμάδες. Αυτή φταίει που δε γεννήθηκε σε καμιά χώρα της προκοπής να κάνει διεθνή καριέρα. Τραβάτε στα σκυλοτροφεία που μεγαλώσατε ν' ακούσετε την παγώνα την Kαραμήτσου και να της πετάτε φρίσκις στην πίστα. Βλαχαδερά, άμουσα υποκείμενα.

  3. … γράφεις ότι όλος ο θόρυβος για υποβρύχια που γέρνουν ήταν για κλάματα. Για ψάξε λίγο το ιστορικό της υπόθεσης, όχι μόνο πασοκικές θεωρίες που σε βολεύουν. Τελικά τα κομματόσκυλα σάς ταΐζουν με φρίσκις; Με αυτά που γράφεις είσαι εσύ για κλάματα.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Πορνοστάρ- σκυλί ατάιστο με το χαρακτηριστικό καλλιτεχνικό όνομα W(h)iska. Εδώ σε ακτιβιστικό στιγμιότυπο με τις Femen, καθώς διώκεται για πολιτικούς λόγους στην Ουκρανία. (από Khan, 25/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γνωστό ισπανικό τραγούδι Besame Mucho σημαίνει «φίλα με πολύ», αλλά ο Νεοκύπριος που δεν κατέχει την ισπανικήν παρά μόνο την αγγλικήν του Lower απ' το University of Pouchester και την σλανγκικήν, το έχει κατανοήσει ως «παίξαμε μούτσο». Δεδομένης όμως της σημασίας του μούτσου στην κυπριακήν τε και καλαμαρικήν, η έκφραση χρησιμοποιείται για καταστάσεις ακραίας μαλακίας.

Πηγή: Λήμμα πέσαμε μούτσο και σχόλιο Vrastaman.

- Πώς πήγε η ομάδα.
- 'Ασ' τα! Παίξαμε μούτσο κι αποκλειστήκαμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μότο-προτροπή (get up, αλλά ακριβώς όπως προφέρεται) για χορό σε τραγούδια του θεού της σόουλ, James Brown. Χρησιμοποιείται έτσι στο άκυρο για πλάκα, αλλά και στην πραγματική του έννοια. Επίσης βλέπε γκιράπης.

  1. - Ρε Μάικ να σε πω κάτι...
    - Πέ' το...
    - Είναι σοβαρό ρε μπρό..
    - Πέ' το!!
    - Λοιπόν...
    - Άντε ρε τελείωνε!
    - ΓΚΙΡΑΠΑ!
    - ΧΑΧΑΧΑ δεν παλεύεσαι ρε...

  2. - Άντε παιδιά, γκιράπα να φύγουμε γιατί είναι αργά και έχουμε δουλειά το πρωί...

τι λες τώρα (από anchelito, 24/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρακλάδι / μουσική σκηνή της εξ Αμερικής ανεξάρτητης μουσικής, το οποίο εμφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας των 80, αλλά μεσουράνησε κυρίως στις αρχές και τα μέσα της δεκαετίας των 90, σχεδόν ταυτόχρονα με την εμφάνιση του grunge (το οποίο όμως είχε μικρότερη διάρκεια ζωής) και όπως και εκείνο «λάνσαρε» ένα ιδιαίτερο τρόπο ζωής, παράλληλα με τους ξεχωριστούς ήχους που έφερε στο προσκήνιο.

Ετυμολογικά, προκύπτει από τις αγγλικές λέξεις «low fidelity» (χαμηλή πιστότητα, σε αντίθεση με το πολυφορεμένο «hi-fi» - high fidelity). Η μουσική (και οι μουσικοί) χαρακτηρίζονταν από ένα (ανεπιτήδευτο συνήθως) ατημέλητο στυλ, οι κιθάρες ήταν παράφωνες, ο ήχος ακατέργαστος (λιγότερο σκληρός και μελαγχολικός πάντως από το grunge), ενώ κοινός τόπος ήταν και οι κακής ποιότητας ηχογραφήσεις (εξ' ου και lo-fi).

Τα αντιπροσωπευτικά συγκροτήματα πολλά: Pavement, Sebadoh, Dinosaur Jr., Yo La Tengo, Silver Jews, Guided by Voices, Grandaddy και Modest Mouse, μεταξύ άλλων.

Παρόλο που η σκηνή απέκτησε αρκετούς φανατικούς οπαδούς (ακόμα και στη χώρα μας), άρχισε να παρακμάζει μετά το 2000, κυρίως λόγω της διάλυσης πολλών εκ των αντιπροσωπευτικότερων συγκροτημάτων.

Η έννοια «lo-fi» μπορεί άνετα, πέρα από τη μουσική αναφορά της, να αποδώσει έναν χαρακτηρισμό σε ένα πρόσωπο ή κατάσταση, ότι δηλαδή είναι χαμηλής πιστότητας, είτε με τη καλή (εκκεντρικότητα, φρεσκάδα, πρωτοτυπία, κάτι πέρα από τα συνηθισμένα), είτε με την κακή έννοια (κυριολεκτικά). Επιβάλλεται ιδιαίτερη προσοχή στη χρήση, όσο και στη κατανόηση, η οποία πάντα πρέπει να βασίζεται και στα συμφραζόμενα.

  1. - ...και μετά το Μέγαρο, πήρα τηλέφωνο το Μαράκι και πήγαμε Decadence...
    - Σπεκ, Ιεροκλή είσαι και πολύ lo-fi τύπος μιλάμε...

  2. - Ρε θυμάσαι το παλιό στερεοφωνικό στο σπίτι των γονιών μου που ακούγαμε Floyd; Το δώσανε σε παλιατζή...
    - Καλά κάνανε στη τελική, μετά από τόσα χρόνια θα έβαζες πάνω βινύλιο και θα το χαράκωνε.... από hi-fi που ήταν κάποτε, κατάντησε lo-fi...
    - Χεχε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ρήμα τζαμάρω αποτελεί εξελληνισμένο δάνειο του αγγλικού jam και δηλώνει την ενεργή και ενεργητική συμμετοχή σε μουσικό τζαμάρισμα.

Joe Satriani: Μου τηλεφώνησε ο Sammy το Φεβρουάριο του 2008 και μου ζήτησε να τζαμάρω μαζί του στο encore μιας από τις συναυλίες του στο Las Vegas. Εκεί ήταν επίσης ο Chad και ο Mike και μετά από αυτό ήμασταν μπάντα. (Πηγή: εδώ )

-Seven Mile Beach, Negril, Jamaica. Συγκλονιστικά ηλιοβασιλέματα (χωρίς τους Γιαπωνέζους της Oίας), οι κιτρινωποί φοίνικες που σκιάζουν ευεργετικά κι εγώ με τα ντόπια φιλαράκια στο στέκι του Alfred’s «τζαμάρω» σε ρυθμούς ρέγκε κάθε βράδυ. Κάπου από εκεί ψηλά, είμαι σίγουρος, ο Mπομπ μάς κοιτάζει. Kαι γουστάρει. Mόνο παράδεισος; Θα αστειεύεστε. Μένω ακριβώς πάνω στην παραλία, στο Couples Swept Away.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση από τον καραγκιόζη. Την απευθύνει στο μαέστρο (διευθυντή της μπάντας), δίνοντας το έναυσμα για το τι θα ακολουθήσει. Συνήθως ένας καλαματιανός, και πολύ γλέντι.

Η φράση σημαίνει ακριβώς το ίδιο στα ιταλικά, κυριολεκτικά «εμπρός μαέστρο». Η λέξη «maestro» στα ιταλικά σημαίνει πρωταρχικά δάσκαλος, μετά διευθυντής ορχήστρας, και μετά άλλα 30 πράγματα. Είναι καθ' όλα δόκιμος όρος, και συνήθως χρησιμοποιούν μόνο το αβάντι σαν έναυσμα. Με λίγα λόγια, είναι πιο πολύ ελληνική έκφραση (sic) και μάλλον επτανησιακή, απ' όπου και ο καραγκιόζης την άδραξε (ψιλοεικασία), όπως μαεστρικά έκανε από όπου πέρναγε.

Στη σλανγκ εκδοχή της, η φράση σημαίνει ξεκινούν τα παρατράγουδα, το τζέρτζελο, τα πανηγύρια και, πάνω από όλα, τα καραγκιοζιλίκια. Πολλές φορές χρησιμοποιείται με την ίδια σημασία που έχει η φράση «άρχισαν τα όργανα!!!».

  1. η γκρίνια είναι στο αίμα μας... όπως και η μαλακία... όταν ο 'έλληνας' παραδεχτεί πόσο μαλάκας είναι, ίσως γίνει κάτι... μέχρι τότε... ΑΒΑΝΤΙ ΜΑΕΣΤΡΟ!!!
    (από FB)

  2. - Ξεκίνησαν οι από πάνω να μαλώνουν πάλι! Αβάντι μαέστρο! Μην αφήσετε τίποτα όρθιο!!!

(από electron, 18/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνοδεύεται από τη χειρονομία της πρώτης φωτό, που αποτελεί επέκταση σε δύο χέρια της κλασσικής μονοχειρικής μεταλλικής χειρονομίας.

Χρησιμοποιείται σε καταστάσεις μόνο μπλακ, όταν τα περίφημα κερατάκια συνοδευόμενα από το μοχθηρό ύφος μάλλον υποτιμούν το μέγεθος της καφρίλας.

Δια του παρόντος εισηγούμαι, με α πριόρι εξασφαλισμένη τη μηδενική απήχηση, την γελοία χειρονομία της δεύτερης φωτό, αναστροφή αυτής της πρώτης, η οποία δέον να συνοδεύεται από την ατάκα «νοτ ηνάφ χέβυ μέταλ φορ του χανντς», και λειτουργεί ως ενδιάμεσος κρίκος ανάμεσα στο απλό και το σύνθετο ομαδικό.

- ...και της λέω «πάρ' τα μωρή άρρωστη!».
- Τού ματς χέβυ μέταλ φορ ουάν χάνντ.

(από jesus, 17/09/09)(από jesus, 17/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην στρατιωτική αργκό, είναι το βαρύ κράνος παλαιάς κοπής.

- Καλά, θα κάνουμε πορεία με χέβι μέταλ; - Έεεετσετσέτσι!, θα πήξει η μούνα σου!

Got a better definition? Add it!

Published

Παλιά ονομασία των drum machines ιαπωνικής κατασκευής και προέλευσης, που κυκλοφορούν ακόμη και σήμερα στα καταστήματα μουσικών οργάνων. Η έκφραση χρησιμοποιήθηκε αρκετά από μουσικούς και ακροατές της εγχώριας μέταλ και ροκ σκηνής στα '90'ς, τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στα άρθρα του μουσικού τύπου.

Αν και εν τέλει κατέληξαν ανέκδοτο, οι διάφοροι γιαπωνέζοι ντράμερ είχαν μεγάλη παρουσία στις αντεργκράουντ μουσικές σκηνές, στήριξαν πολλές δουλειές κανονικών συγκροτημάτων ενώ υπήρξαν βασικά -ενίοτε δε και και ιδρυτικά- μέλη σε μονομελείς ή ολιγομελείς μπάντες, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Αρκετοί γιαπωνέζοι ντράμερ έφτασαν μάλιστα να σχηματίσουν μεγάλη δισκογραφία προτού τραβήξουν το δρόμο της εθελούσιας συνταξιοδότησης λόγω των εξελίξεων στο πεδίο της μουσικής τεχνολογίας. Στην Ελλάδα, οι γιαπωνέζοι ντράμερ έχτισαν καριέρες σε ουκ ολίγα συγκροτήματα των '90ς, κυρίως στουντιακά (αρκετά του μπλακμεταλλάδικου και βλακμεταλλάδικου ιδιώματος, χωρίς όμως να περιορίζονται αποκλειστικά σε αυτά, αλλά ούτε και αποκλειστικά στο μέταλ) εμφανιζόμενοι σε πολλά ντέμο, αλλά και σε ολοκληρωμένες δισκογραφικές δουλειές εκείνης της δεκαετίας.

Η ίδια η έκφραση τείνει πλέον να έχει μία νοσταλγική χροιά, όταν πολλά συγκροτήματα έχουν πλέον ενεργό μέλος -και μάλιστα σε ζωντανές εμφανίσεις!- τον Κο Vaio και άλλους εκλεκτούς απογόνους της ευγενούς οικογενείας των λαπιτοπίων.

Πάσα: Πάτσης

1.Αφρικανικά λικνίσματα στην ταράτσα, «ευτυχία είναι...», κάτω μαγνήτες, κιθάρες στον ενισχυτή μπάσου, μπάσο σαν κιθάρα, κουβέρτα στο ταμπούρο, φωνή ταμπουρωμένη, «ευτυχία είναι να παίζεις μουσική και να μη σε ακούει κανένας», γιαπωνέζος ντράμερ... βζζζ, βζζζζτττ κούρδισε λίγο τα ποτενσιόμετρα γιατί πιάνω ακαταλαβίστικα. Δεν πειράζει. Έτσι ήτανε πάντα μόνο που κάποτε ήμασταν παιδιά μα τώρα δες πως γίναμε παιχνίδια. (Εδώ)

2.Εμείς είχαμε έναν ντράμερ στο μαγαζί ο οποίος έφαγε πόδι γιατί, απ'τα λεγόμενα των υπολοίπων καλλιτεχνών, αυτός έφταιγε που η ορχήστρα έπαιζε οτι να΄ναι. Τελικά πήραν ενα γιαπωνέζο ντράμερ, ενα KORG, και πάλι η ορχήστρα παίζει οτι να'ναι. εγω πάντως ποτέ δεν κατάφερα να βρω ποιός φταίει. (Εκεί)

(από electron, 15/12/10)(από electron, 15/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φίλτατοι συσσλανγκισταί,

Είναι μήνες που έχω στο πρόχειρό μου προς επεξεργασία, εμπλουτισμό κλπ κάποια λήμματα, όλα παρμένα από το Βιβλιοδρόμιο 7-8 Ιαν. 2006,
άρθρο Μαρίας Μαρκουλή.

Αποφάσισα ότι δεν έχω καμία έμπνευση ή περαιτέρω γνώσεις να τα επεξεργαστώ. Ούτε και έχει νόημα να τα αντιγράψω απλά, όπως έκανα με κανα δυο άλλα από τη λίστα αυτή (δεν τα θυμάμαι τώρα). Επίσης δεν χωράει να τοποθετήσω όλο αυτό το κατεβατό στο ΔΠ.

Σκέφτηκα λοιπόν να τα χώσω όλα μαζεμένα εδώ ώστε, όποιος θέλει, να τσιμπήσει ό,τι θέλει, να το δουλέψει και να το αναρτήσει ως αυτόνομο λήμμα, αναφέροντας πάντα την δημοσιογράφο ως πηγή.

Αν περάσει κανα μηνάκι και ουδείς έχει ενδιαφερθεί, τότε θα τα κοπιάρω απλά ένα-ένα και θα τα αναρτήσω ξεχωριστά.

Τα παραθέτω ως εκ τούτου στο Παράδειγμα. Πιθανόν κάποια να τα έχουμε ήδη ή κάποια να μην ευσταθούν και τόσο.

Όποιος διαλέξει κάποιο, ας το δηλώσει στα Σχόλια ώστε να ξέρουμε ότι το λήμμα είναι υπό επεξεργασία.

Α, και δεν βαθμολογείτε εδώ, εννοείται.

Σαμπλάρω. Από το σαμπλ - δείγμα. Παίρνω κομματάκια από άλλες μουσικές και τα προσθέτω στο καινούργιο μουσικό κομμάτι που δουλεύω. Π.χ.: Ωραία ιδέα είχε η Μαντόνα να σαμπλάρει Abba, ε;

Μιξάρω. Ανακατεύω τα μουσικά συστατικά ενός κομματιού. Για να τα βάλω σε τάξη ή σε αταξία. Να φτιάξω από αυτά καινούργιο κομμάτι ή ριμίξ. Π.χ.: ωραίο των U2; Και πού να το ακούσεις σε ριμίξ του Όκενφολντ!

Βαράω. Παίζω (ως ντιτζέι) δυνατά ή απλώς παίζω μουσικές ως ντιτζέι. Π.χ. Ο Βαρέλα βάραγε πολύ. Τι να σου πω; - εγώ έφυγα, αλλά μου είπαν ότι βάραγε ώς το πρωί.

Κατεβάζω. Όχι από κάπου ψηλά, αλλά από κάπου εκεί έξω. Από τη μεγάλη ανοιχτή αγορά του Ίντερνετ μπορείς να «αγοράσεις» κομμάτια και να τα ακούς στον υπολογιστήι, στο i-pod, στο CD-player. Παράδειγμα: Κατέβασα System Of Α Down χθες βράδυ. Καμία σχέση με το: σας παρακαλώ μού κατεβάζετε εκείνο το βινύλιο από το πάνω ράφι;

Ψήνω (αλλά και... κόβω). Αντιγράφω. Από ένα CD στον υπολογιστή και από εκεί όπου με βολεύει. Παράδειγμα: να σου ψήσω Depeche Mode; Κόψε μου και μένα μία Μαντόνα. Και η μουσική μια μεγάλη κουζίνα είναι.

Ραπάρω. Απαγγέλλω σαν ράπερ, χωρίζοντας τις συλλαβές πάνω στον ρυθμό. Παράδειγμα: μη μου πεις ότι ραπάρει και ο Μαζωνάκης; Εμ τι;

Ουσιαστικά

Εμ Σι (MC), ο. Από το Master (of) Ceremony. Αρχικά εκείνος που ενώ έπαιζε ο ντιτζέι (ή οι μουσικοί) έπαιρνε το μικρόφωνο και χαιρετούσε κόσμο ή παρακινούσε το κοινό να διασκεδάσει και τις κοπέλες να χορέψουν. Μετά πήρε όλο το παιχνίδι επάνω του. Και όλα λόγια και όλα τα κορίτσια.

Λάπτοπ, το. Ο φορητός υπολογιστής ως μουσικό όργανο, στο στούντιο, αλλά και στις συναυλίες. Παράδειγμα. Στην κιθάρα ο Τζόνι Κρεμίδης, στα ντραμς η Μαίρη Αλατίδου και στα λάπτοπ ο Μίστερ Πέπερ (χειροκρότημα).

Μαύρο, το. Συνήθως σε πληθυντικό - μαύρα. Παίζει πολλά μαύρα ο ντιτζέι. Δηλαδή σόουλ, χιπ χοπ, r'n'b. Π.χ.: τι ακούς; αυτόν τον καιρό πολλά μαύρα.

Μαύρος, ο. Ο από τη Νιγηρία, την Γκάνα και τις άλλες αφρικανικές χώρες πωλητής CD, τον οποίο κυνηγούν οι δισκογραφικές εταιρείες γιατί «σκοτώνει τη μουσική». Παράδειγμα: μπα, τι βλέπω; Πετρέλη; Ναι, το πήρα στο καφέ από τον μαύρο (άνευ ρατσιστικής χροιάς).

Μιξτέιπ (mixtapes), οι. Κάποτε κασέτες με κομμάτια ραπ σπάνια ή ακυκλοφόρητα. Σήμερα έχουν φανατικό κοινό και τρελές πωλήσεις. «Αν κάνεις σουξέ σε μιξτέιπ (λέει ο Σνουπ Ντογκ) σημαίνει πως σκοράρεις στα κλαμπ!».

Σούστα, η. Ούτε κρητική ούτε ποντιακή ούτε Χρήστος Δάντης. Το κομμάτι που χορεύεται, που θα «πάει» καλά στα κλαμπ. Π.χ. Αυτό; Σούστα, σου λέω, θα με θυμηθείς!

Φράσεις-κλειδιά

Πανικός στην έξοδο: Όταν ο dj αδειάζει το κλαμπ. Παράδειγμα: Πώς έπαιξε; Τι να σου πω, πανικός στην έξοδο.

Απόψε παίζει μακαρονάδες: Παίζει (ο τζόκεϊ) χάουζ με πολλά φωνητικά και γλυκά, μελωδικά, ρυθμικά κομμάτια.

Χθες, πάντως, έπαιζε παπάδες: Έπαιζε πάρα πολύ καλά (και όχι εκκλησιαστικά τροπάρια).

βλ. και άπενος, σιδηρόδρομος, πληκτράς, ξυλοκόπος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified