Το να έχεις ηχητικές προσλαμβάνουσες παραστάσεις, άρα παιδεία, άρα πιθανότητα να καταλάβεις καλύτερα κάτι. Κουλτουριάρικη, και καλούα έκφραση.
-Γιατί πήρες τον Λούλη μαζί μας; Θα καταλάβει τίποτις; Αφού δεν έχει ακούσματα από ρεμπέτικο!
Το να έχεις ηχητικές προσλαμβάνουσες παραστάσεις, άρα παιδεία, άρα πιθανότητα να καταλάβεις καλύτερα κάτι. Κουλτουριάρικη, και καλούα έκφραση.
-Γιατί πήρες τον Λούλη μαζί μας; Θα καταλάβει τίποτις; Αφού δεν έχει ακούσματα από ρεμπέτικο!
Got a better definition? Add it!
Published
Κραυγή ενθουσιασμού του δημοσίου υπαλλήλου, που μπορεί να τα ξύνει με την ησυχία του στο Δημόσιο μονιμοποιημένος, αντί να τον τρέχει στον ιδιωτικό τομέα ο κάθε ρουμάνος.
«Φορέβα» από το «for ever», όπως καθιέρωσαν τα Ημισκούμπρια.
Δεν θέλω κάτσε σήκω, ανέβα και κατέβα,
γιατί τα ξύνω μόνιμα, Δημόσιο φορέβα!
(Ημισκούμπρια)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο χώρος των οργίων και της ακολασίας, τα Σόδομα και Γόμορρα, ή ο παράδεισος των παπαράτσι, εκεί που όλοι θέλουν να βρίσκονται. Ύστερα από το λαϊκό άσμα με ρεφρέν:
Στο ρετιρέ της Αμαλίας,
θα γίνει της ανωμαλίας,
θά 'ρθουν έντεκα κοπέλες,
θά ΄χουμε κι άντρες μ' ομπρέλες.
Σλανγκασίστ: σκυλοτράγουδο, το.
Μένιος: Πολύ την συμπαθώ, λοιπόν, Λάουρα, αυτήν την καινούργια σου φίλη την Αμαλία.
Λάουρα: Κοίτα να δεις και πάνω που μας κάλεσε σπίτι της! Έχει ένα ωραίο ρετιρέ με θέα στο Λυκαβηττό! Θά 'ναι κι η Λίλιαν κι ακόμη 7-8 φίλες. Θα κάτσουμε στην βεράντα!
Μένιος: Στην βεράντα! Αφού η Πούτση είπε πως θά 'χει πουτσόκρυο και καταιγίδα!
Λάουρα: Ε, πάρτε καμιά ομπρέλα!
Got a better definition? Add it!
Published
Ο όρος παραπέμπει στο τραγούδι της Ελένης Βιτάλη: «Πάμε για άλλες πολιτείες», πλην όμως για άλλες πολιτείες τραβά τούτος εδώ ο ο ποιητής.
Όταν η μπαχαλοποίηση της ζωής ενός κοινωνικού συνόλου στο οποίο εντασσόμαστε (π.χ: οικογένεια, σχολείο, Ελλάδα, παγκόσμιο επίπεδο), καλά κρατεί και όταν οι όποιες προσπάθειες για βελτίωση της κατάστασης παραμένουν λόγια, ή είναι αναποτελεσματικές και στατιστικώς τα κρούσματα oλoένα πληθαίνουν, χωρίς ωστόσο να φαίνεται κάποιο φως στον ορίζοντα, τότε μπορεί να φτάσει η μοιραία στιγμή που οι μύθοι καταρρέουν.
Τότε μπορεί να αντιληφθούμε πως έχει καταρρεύσει και το τελευταίο ίχνος αισιοδοξίας για τη διόρθωση κάποιων σημαντικών προβλημάτων και να αντιληφθούμε πως το loop της συνεχόμενης νεκρανάστασης της ελπίδας για αποτελεσματική αλλαγή της κατάστασης τέλειωσε. Τότε είναι που μπορεί να συνειδητοποιήσουμε πως έχουμε χάσει τη μπάλα παρασυρόμενοι από μια δίνη γεγονότων που αδυνατούμε να ελέγξουμε ή να βελτιώσουμε.
Τότε είναι που μπορεί να αποφασίσουμε να βγούμε από το μύθο που ζούσαμε μέχρι εκείνη τη στιγμή και να αποφασίσουμε να αποδεχτούμε το νόημα της ατάκας «Κάθε πέρσι και καλύτερα» κι ορθολογιστικά και χαλαρά να αποδεχτούμε την κατάσταση, ώστε να μην εκπλαγούμε όταν έρθει το επόμενο χτύπημα.
Η ατάκα αυτή βγαίνει με πικρό χαμόγελο και θα μπορούσε να εκφράζει την ατομική άποψη, ή την κοινή πεποίθηση μιας ομάδας ατόμων για την αποδοχή μιας κατάστασης που πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο.
- Δεν έχουμε να περιμένουμε τίποτα ούτε απ' αυτή αλλά ούτε από καμία κυβέρνηση. Οι κυβερνήσεις είναι ανίκανες να βελτιώσουν την κατάσταση.
- Πράγματι. Ας μην το κρύψωμεν άλλωστε: Πάμε για άλλες μαλακίες ιστορικές, πάμε για άλλες, πιο μεγάλες και πιο τρανές.
Got a better definition? Add it!
Μια έκφραση που κατοχύρωσε ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης γύρω στον Ιούνιο 2001 μετά το φιάσκο της κυβέρνησης με το ασφαλιστικό. Αναφερόταν συγκεκριμένα στην επιθετική αντιπολίτευση που άρχισε να κάνει εναντίον του η ΝΔ.
Φυσικά η έκφραση αν και μάλλον άστοχη (τι σχέση έχει το ροκ με το να επιτίθεσαι σε κάποιον;) ήταν πολύ πιασάρικη με αποτέλεσμα να γίνει σωβρακολάστιχο από τα ΜΜΕ για μέρες.
Να ακολουθήσουν τους ξέφρενους ρυθμούς του «σκληρού ροκ» ετοιμάζονται στη Ν.Δ., καθώς ο «d.j.» της υπόθεσης Θόδωρος Ρουσόπουλος εγκαθίσταται στη Χαρ. Τρικούπη
(Ελευθεροτυπία 21/10/2001)
Got a better definition? Add it!
Το γνωστό ισπανικό τραγούδι Besame Mucho σημαίνει «φίλα με πολύ», αλλά ο Νεοέλληνας που δεν κατέχει την ισπανικήν παρά μόνο την αγγλικήν του Lower απ' το University of Pouchester και την σλανγκικήν, το έχει κατανοήσει ως «πέσαμε μούτσο». Δεδομένης όμως της σημασίας του μούτσου στην κυπριακήν τε και καλαμαρικήν, η έκφραση χρησιμοποιείται για καταστάσεις ακραίου γουτσισμού, όπου η γκόμενα χρησιμοποιεί λίγο παρά πάνω ρομαντισμό, λάτιν τραγούδια και γαμωτζάζ από την ορθή καυλωτική δοσολογία, με αποτέλεσμα να έχουμε ένα αντίθετο αντικούκου αποτέλεσμα, και να αναφωνήσουμε «πέσαμε μούτσο» παρατηρώντας τον ημίσκληρο φευ μπαργαλάτσο μας!
– Ζουζουλίνι μου, μωρουλίνι μου, λιλουλίνι μου, μπουμπούκο μου, besame mucho, καθώς ακούμε τζαζ!
– Τι besame mucho, που πέσαμε μούτσο! Βρες την με τα κηροπήγια τώρα!
Got a better definition? Add it!
Το γνωστό ισπανικό τραγούδι Besame Mucho σημαίνει «φίλα με πολύ», αλλά ο Νεοκύπριος που δεν κατέχει την ισπανικήν παρά μόνο την αγγλικήν του Lower απ' το University of Pouchester και την σλανγκικήν, το έχει κατανοήσει ως «παίξαμε μούτσο». Δεδομένης όμως της σημασίας του μούτσου στην κυπριακήν τε και καλαμαρικήν, η έκφραση χρησιμοποιείται για καταστάσεις ακραίας μαλακίας.
Πηγή: Λήμμα πέσαμε μούτσο και σχόλιο Vrastaman.
- Πώς πήγε η ομάδα.
- 'Ασ' τα! Παίξαμε μούτσο κι αποκλειστήκαμε!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λατέρνατιβ. Ο σύγχρονος νέος που υποτίθεται ότι πάει κόντρα στο μουσικό, ενδυματολογικό και κοινωνικό κατεστημένο. Στην ουσία ένας επαναστάτης του κώλου, ένας μαλάκας του γλυκού νερού.
Ένας λατέρνατιβ τύπος:
Στην ουσία ο λατέρνατιβ είναι ένας πολύ δυστυχισμένος άνθρωπος. Από μέσα του νιώθει ότι θέλει να σκίσει τα επιμελώς ατημέλητα trendy ρούχα του, να φορέσει το ριγέ σακάκι του το διπλοσταυροκουμπωτό, το καναρινί πουκάμισο, το άσπρο παντελόνι και το φούξια καστόρινο μοκασίνι του και να τα σπάσει στα μπουζούκια, ολοκληρώνοντας με έναν απίστευτο οργασμό χυδαίου τσιφτετελιού πάνω σε έναν δίμετρο λόφο από γαρίφαλα, στην πίστα της Στέλλας Μπεζαντάκου.
Κάθε φορά που βλέπει διαφήμιση του derti fm, μπορεί να δείχνει ότι το σιχαίνεται, μέσα του όμως ένας μικρός μπουζουκόβιος κλαίει, με τα δάκρυα να κυλάνε και να χάνονται στο δασύτριχο στήθος του. Το όνειρο ζωής του είναι να τον δείξουν οι ειδήσεις του Star και να δει live την Έφη Θώδη.
Αυτά όμως πρέπει να τα ξεχάσει, γιατί τώρα η Ελλάδα είναι Ευρώπη, πρέπει να εκσυγχρονιστούμε, να γίνουμε ξεχωριστοί και μοντέρνοι. Είναι χειρότερος από έναν απλό μπουζουκόβιο, γιατί δεν έχει τα αρχίδια να παραδεχτεί αυτό που του αρέσει και να είναι αυτός που πραγματικά θέλει.
...
Βλ. και εντεχνindie
Got a better definition? Add it!
Το «κάτι άλλο», το «επί πλέον» στο παίξιμο μουσικού οργάνου, κυρίως του τρίχορδου μπουζουκιού, αλλά όχι μόνον.
Ρεμπέτικη μουσική ιδιωματική λέξη της οποίας ως πατήρ φέρεται ο Μάρκος Βαμβακάρης. Κατάγεται από το ταξίμι, τα περισσότερα των οποίων ξεκινούν με ένα κοφτό παίξιμο 4 νοτών, ηχομημιτικά «νταρουνταντράμ», σαν να λένε «προσοχή», «ησυχία».
Αν λοιπόν η συνέχεια δεν είναι η αναμενόμενη, το παίξιμο δεν σε «γονατίζει», δεν σε «λιγώνει» και δεν σε ταξιδεύει, τότε δεν το έχεις το νταρουνταντράμ. Δεν έχεις αυτό το κάτι άλλο, που θα καθηλώσει το ακροατήριο. Είσαι ένας, μπορεί και πολύ καλός, «απλός» οργανοπαίκτης. Διότι δεν αναφέρεται στην δεξιοτεχνία, αλλά στο αν καταφέρνεις να μιλήσεις με την ψυχή του οργάνου.
Η λέξη βγήκε και έξω από τα ρεμπέτικα μουσικά τείχη, όχι όμως σαν οργανοπαικτική αξιολόγηση, αλλά σαν χαρακτηρισμός της ικανότητας που έχει ή δεν έχει κάποιος, σε σχέση με αυτό που καταπιάνεται.
Από την δεκαετία 1960 και μετά, η λέξη ξεχάστηκε και δεν χρησιμοποιείται πλέον.
-Μάρκο τι λές για τον Νώντα και το μουζουκάκι του;
-Καλός είναι, αλλά δεν το έχει το νταρουνταντράμ μωρ' αδερφάκι μου.
-Έμαθα πήρες τον Νικόλα στην δούλεψή σου. Πως τον κόβεις;
-Φίνος είναι και θα πάει μπροστά. Το έχει το νταρουνταντράμ.
Got a better definition? Add it!
Πολύ δυνατά. Από την ένταση του ήχου στον ενισχυτή, όταν την βάζουμε στην τελευταία βαθμίδα.
- Πώς είσαι έτσι, δεν κοιμήθηκες όλη νύχτα;
- Άσ 'τα μεγάλε, χθες ξενύχτησα και, με το που την έπεσα τελικά για ύπνο, περνάει κάγκουρας με τη μουσική στο τέρμα και με ξυπνάει. Αυτό ήταν, δεν μπόρεσα να ξανακοιμηθώ.
Got a better definition? Add it!