Further tags

Μιά ακόμα λέξη από τη ντοπιολαλιά της Κύθνου (άκρως ποιητική κατά τη γνώμη μου), που σημαίνει χάνω, βάζω (ή μου πέφτει) κάτι κάπου και δεν το βρίσκω, "το παίρνει ο άνεμος".

- Μωρή Αννεζιώ, είδες το ψαλίδι;
- Το βαστούσε η μικρή το πρωί. Ποιός ξέρει πού τ' ανεμοκύκλισε η ξεμυαλισμένη!

Με αφορμή τη λέξη αυτή (που προσωπικά δεν την έχω ακούσει να χρησιμοποιείται σε άλλη γραμματική μορφή στο νησί) έχω "κατασκευάσει" το ουσιαστικό της που, προς το παρόν, χρησιμοποιείται σε στενό οικογενειακό κύκλο. Έτσι αντί για ανακύκλωση χρησιμοποιούμε τον όρο "ανεμοκύκλιση". Αφορμή για τη μετονομασία (πέραν της διαστροφικής μου λεξικαυλίας) υπήρξαν τα δεινά που έχουν υποστεί οι ταλαίπωροι μπλε κάδοι της ανακύκλωσης, από κάφρους συμπολίτες μας, (μακριά απ' τον κώλο μας κι όπου θέλει ας μπει / ας είναι όπου νά 'ναι), κατά τη διάρκεια των "αγωνιστικών" (Θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόµατί µου) κινητοποιήσεων του, κατά τα λοιπά, συμπαθούς και ιδιαίτερα σημαντικού, από κοινωνική και περιβαλλοντική σκοπιά, κλάδου.

Η σύζυγος: "Αγάπη μου! (πάντα με γλύκα όταν πρόκειται για δουλειά) Γέμισε η σακούλα της ανεμοκύκλισης! Θυμήσου να την πάρεις φεύγοντας!"

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη από γκουρμέ+αηδία. Είναι το αποτέλεσμα αποτυχημένης προσπαθείας γαστριμαργικού νεωτερισμού, όπου συνήθως δίδεται ιδιαιτέρα προσοχή εις το φαίνεσθαι και το τελικόν προϊόν είναι μή βρώσιμον. Είναι το αντώνυμο της γκουρμεδιάς

-Μας έστειλε ο Λάκης σ' ένα ρεστωράν και καλά ψαγμένο, nouvelle cuisine και έτσι. Μας φέρανε κάτι γκουρμεδίες που δεν τρωγόταν με τίποτα. Και πληρώσαμε κι ένα σκασμό λεφτά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο (καθ' έξιν) συνδαιτυμών ομαδικών ερωτικών συνευρέσεων.

Πραγματικό περιστατικό κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής μου θητείας.
Η Ρ. (πολιτική υπάλληλος της στρατιωτικής υπηρεσίας) απευθύνεται στο Ν. (επίσης πολιτικό υπάλληλο, γνωστό για τις ακροδεξιές του απόψεις, με σκοπό να τον πειράξει):
- Δε μου λες Ν., είσαι και συ παρτιζάνος;
- Όχι, εγώ είμαι παρτουζάνος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαικτικός νεολογισμός με αφετηρία αθλήματα, όπως, το γνωστό από την αρχαιότητα πένταθλον, το μοντέρνο πένταθλο και το πιο πρόσφατο Σπέτσαθλον, διαφήμιση του οποίου απετέλεσε την αφετηρία του παρόντος λήμματος. Υπονοεί κυριολεκτικώς ή μεταφορικώς τη μαλακία.

-Τα 'μαθες; Ο Μανώλης θα πάρει μέρος στο Σπέτσαθλο φέτος.
-Δεν τον έχω. Για πέτσαθλο κάτι γίνεται!

-Πάλι πέτσα έκανε ο Τάσος! Αυτός ρε παιδί μου είναι πρωταθλητής στο πέτσαθλο.

-Ο μικρός μου είπε πως θέλει ν' ασχοληθεί με το μοντέρνο πένταθλο.
-Καιρός ήταν ν' ασχοληθεί και με κάτι άλλο εκτός από το πέτσαθλο!

Το σήμα του Masturbathon με ρωμαϊκή καταγωγή. (από Khan, 02/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας ακόμη νεολογισμός γιά το facebook, λογοπαικτικός και μάλλον απαξιωτικού χαρακτήρος, όπως υπαινίσσεται το δεύτερο συνθετικό του.

Μ' έχει φάει η κόρη μου να μπώ στο φατσιμπούκι. Εγώ όμως βράχος. Προτιμώ να συναγελάζομαι διαδικτυακώς με ανθρώπους «της ημετέρας Κ.Α.Β.Λ.Α.ς μετέχοντας», ήγουν με λεξίκαυλους. Όχι να βγάζω τα σώψυχά μου στον πάσα ένα, έτσι τουρλού και ως έτυχε.

O tempora o mores (από Khan, 01/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων σφοδράν ερωτικήν επιθυμίαν (κοινώς Κέντρο Άμεσης Βοήθειας Λεκανοπεδίου Αττικής K.A.B.L.A.) δια τας λέξεις και συνεκδοχικώς δια τον λόγον, γραπτόν τε και προφορικόν, ως οι πλείστοι των συμμετεχόντων εν τη ιστοσελίδι ταύτη.

Αμήν.

Μαζευτήκαμε εδώ όλοι οι λεξίκαυλοι και κάνουμε διανοητικές αλλαξοκωλιές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίκτητο αποτέτοιο, συγγενές με τον «ελληναρά», τον «ελληνάρα», το «ελληναριό». -
Ομού με τους ιμιόκαυλους, τους μπαλωθόκαυλους, τους στρατόκαυλους, τους αρχαιόκαυλους σχηματίζουν την δεξαμενή των πύρκαυλων (όχι αλίμονο με την έννοια των σεκσουαλικώς διακεκαυμένων), όπου πατριδοκάπηλοι ελλαδέμποροι ψαρεύουν με απόλαυση, σε θολά νερά.
Ενδιαίτημά τους (habitat) είναι το ελλημπάν, το ΕΛΛΑΔΙCΤΑΝ, η Λαϊκή Θεοκρατία του ΕΛΛΑΔΙCΤΑΝ, στην ευρύτερη γεωπολιτικά περιοχή του ΒΥΖΑΝΤΙCΤΑΝ/ ΟΡΘΟΔΟΞΙCTAN/ COBIETIA, όπου με το στανιό θα προσκυνάμε όλοι το ξανθόν ΓΕΝΟC και τον πουτινιάρη άμα και μαφιόζο Βλαδίμηρο. (Ο άλλος Βλαδίμηρος -σύννεφο με παντελόνια από καιρό τώρα – θα αυτοκτονεί αενάως).

Οι ελληνόκαβλοι θεωρούν ότι έχουν το ευρωπέος να σταθούν στην πολιτισμένη Δύση με τσαμπουκά και χωρίς πέη as you talk, κάνοντας ότι δεν τους αφορά το παγκοσμίως αποδεκτό νο πέη, νο πλέι, εξαπολύοντας πέη μπλου και πέη πουά δεξιά κι αριστερά, κι ενώ η ελληνική οικονομία paraπέη.

1.
«Η Ελλαδα εχει ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΜΗΔΕΝ (ρε Σοϊμπλε)»
-255 ΕΧΟΥΝ ΣΚΟΤΩΘΕΙ ΕΠΙ Ο.Α. ΕΛΛΗΝΟΚΑΒΛΟ ΓΙΔΙ!

2.
Ο ελληνοκαβλος Ρεχάγκελ, ο Ηρακλάρας της Συγχρονης Μυθολογίας, ερχεται για το promotion της Ελληνογερμανικής Συνελευσης. Για Businesses!

3.
Εσύ τι είσαι παλι ... εννοώ είσαι επίσημο ακάου πχ ΑΝΕΛ ή ΧΑ; Ή σκέτο ελληνόκαυλος;

Ελληνάρας, ελληνόψυχος, ελληνόκαυλος, ελληνομαλάκας. Τι είμαι; #eimai_FASISTAS

Είμαι απ αυτούς που δε θα φύγουν και που αποφάσισαν να μείνουν εδώ, ότι κι αν γίνει. Δεν είμ' ελληνόκαυλος, αλλά δε μ'αρέσει η φυγή στα δύσκολα.

4.
πρέπει να το παραδεχτώ πάντως, όλοι οι ελληνόκαυλοι γράφουν μόνο κεφαλαία, πιστοί στα Κλασσικά αρχαία

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που πάει με το αυτοκίνητο, ακόμα και για... κατούρημα, ο αυτοκινητοκένταυρος.
Εμπνευσμένο από το τραγούδι «των Κολοκοτρωναίων», όπου: «...καβάλα παν στην εκκλησιά, καβάλα προσκυνάνε...».

Θεωρείται σκόπιμο να προστεθούν μερικές μεταφράσεις του ονόματος, όπως:
πρωκτόλιθος (καθαρεύουσα)
λάπυγος (αρχαία) εκ του λάας (βράχος) και πυγή. Εδώ μπορεί να αναφερθεί και ο όρος «εγχειρίδιον λαπυγικόν» ήτοι σουγιάς κολοκοτρωναίικος
πωποκοτρώνης ( επί το μικροαστικώς σεμνότερον)
rock-ass (αγγλικά) ή εξελληνισμένο ροκάς
rock bottom (αγγλικά)

Γέμισε η παραλία κολοκοτρωναίους. Τσαλαπατήσανε τα κρινάκια της αμμουδιάς με τις ρόδες τους, για να βάλουν τα ρημάδια τους κάτω απ' τ'αρμυρίκια. (Πραγματική εικόνα σε παραλίες προσβάσιμες σε αυτοκίνητα).

Παραθέτω την πλήρη μετάφραση τουτραγουδιού «Να 'τανε το εικοσιένα» που είχα κάνει το 1970, μαθητής της 6ης γυμνασίου. Ήταν η νεανική αντίδραση στον εξαναγκασμό της χούντας να γίνονται όλα τα μαθήματα στην καθαρεύουσα.

Το εικοσιέν

Μοι επανέρχονται εν προς εν έτη δόξης λαμπρά
ας επανήρχετο το εικοσιέν, έστω στιγμιαίως.
Να διατρέχω έφιππος την πλατείαν άλω,
μετά δε του Πρωκτολίθου να έπινον οίνον.

Να μάχομαι καθ' εκάστην εις τας επάλξεις
και το ξίφος μου να ερυθροπυρούται,
κατα τας αστεροέσσας δε νύκτας
να εναγγαλίζομαι οθωμανίδα νεαράν.

Πρώτος όλων να ορχούμαι εις τας ατραπούς του Μωρέως
όπισθέν μου δε οι Μανιάται και οι Ψαριανοί
και ότε τρωθείς γείρω εις τους οπωρώνας
να με ραίνουσιν ία, χείρες και ουρανοί.

Επωδός (Να μάχομαι...κλπ.) [βλ. και σχετικό σχόλιο στο λήμμα μουνγουόκινγκ]

rock bottom prices (μετάφραση : τιμές κολοκοτροναίικες)

Σύγχρονοι γκλετσαναστάτες κολοκοτρωναίοι ξηγιούνται γκλέτσικα στην πρόσφατη παρέλαση της 25ης Μαρτίου 2015 στη Λαμία. Τουκανιστικό φετίχ η επιγραφή "Επανάσταση" στον τοίχο παρακείμενης οικίας. (από Khan, 28/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν πηγαίνεις κάπου και δεν το ξέρει κανείς, (αφού κανείς δεν ασχολείται μαζί σου), φροντίζεις να το μάθουν όλοι (μήπως και ασχοληθεί κάποιος).

Στον κόσμο των εξυπνόφωνων τα check-ins έγιναν καθημερινή συνήθεια. Ανακοινώνουμε στον ψηφιακό μας περίγυρο πού πάμε για καφέ, πού τρώμε, πού πίνουμε, πού χορεύουμε, πού διασκεδάζουμε, πού κοιμόμαστε.

Αλλά επειδή ο χρόνος είναι χρήμα και εμείς τεμπέλικα όντα, θελήσαμε να γίνονται όλα αυτόματα. Και φτάσαμε να μη μας ρωτάει κανείς αν θέλουμε να διαλαλήσουμε την παρουσία μας σε ένα δημόσιο (ή μη) μέρος, με αποτέλεσμα πολλές... παρεξηγήσεις και άβολες καταστάσεις. Γιατί ποιος δεν έχει πέσει ποτέ θύμα ενός check-in;

Είναι αλήθεια, σχεδόν κανείς δεν έχει γλιτώσει. Και αν είστε από τους τυχερούς, δεν αργεί η στιγμή που θα την πατήσετε, χωρίς να λάβετε τα κατάλληλα μέτρα. Κάποιο check-in θα σας βρει στο λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή και κάποιο συγκεκριμένο ζευγάρι μάτια που δε θέλετε να το δει, θα το δει. Και τότε θα είναι αργά. Δε χρειάζεται να επεκταθούμε με συγκεκριμένα παραδείγματα, νομίζω όλοι καταλάβατε πως η τεχνολογία μπορεί να μας «κάψει» σε τέτοιες περιπτώσεις.

1. «Ας κάνουμε ένα ομαδικό τσεκιν οτι βλέπουμε Παπαφλέσσα. Παλιοακατέδεκτοι» (τουίτ για την Πρώτη φορά Αριστερή παρέλαση της 25ης Μαρτίου 2015)

2.
- Έλα ρε που είσαι - Για ποτακι - Γιαυτό σε πήρα μια χάρη φιλαράκι θα με κάνεις ένα τσεκιν να μη βγαίνω βραδιατικα;

  1. Σημερα στο φμπ εχει περισσότερα «καλημέρα και καλή βδομαδαααα» κ απο τσεκιν στο Βέρτη τη κυριακη

  2. Ελεος ρε μαλακα η αλλη εκανε τσεκιν στο νεκροταφειο!!ψόφος κωλοζωα

  3. Πήγαμε για καφέ με την @milediiiiiii σε μια εκπληκτική καφετέρια ξεχάσαμε να κάνουμε τσεκίν και τώρα ντύνομαι πάω να την πάρω να ξαναπάμε

  4. Βλεπω τσεκιν σας με φωτο στο φβ και σκεφτομαι κι' εγώ ετσι για τον πουτσο φαίνομαι οταν κανω τα ίδια;

  5. Η αλλη και σε βόθρο να κανει τσεκιν ο πρωην μου λαικ θα της κανει

8.
ό λ α
ε ί ν α ι
δ ρ ό μ ο ς
αλλά κυρίως τσεκίν

(από Khan, 26/03/15)Το "τσεκίν σε νεκροταφείο" που λέει κι η Σούλτω... (από Khan, 01/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του βλαχοδήμαρχου αλλά συχνά, εύστοχα προσωποποιημένο: Ο δήμαρχος Χαρχούδας.

Προέρχεται από τον κεντρικό ήρωα της Λιλιπούπολης, (περίφημη ραδιοφωνική εκπομπή του Γ' προγράμματος επί Χατζηδάκι), όπου τον υποδύονταν ο Βασίλης Μπουγιουκλάκης.

♪♫ Η λύσις είναι μόνο μία,
το πράγμα είναι φανερό,
χαρχουδική δημοκρατία
με μένα το Χαρχούδα αρχηγό ♪♫

1. Ερε γλέντια βγάλανε τον Χαρχούδα και Προεδρο ΙΣΑ

  1. Και γιατί δεν πρότεινε για #ΠτΔ τον Χαρχούδα; Που και δήμαρχος ήταν και αρκουδοπεταλούδα;

  2. Παπαχρήστος για δήμαρχος! Θα χάσει η δημοσιογραφία ένα αστέρι, αλλά θα κερδίσει η Αθήνα ένα Χαρχούδα

  3. ..ειδικά δε στο Χαρχούδα, αντί για αδριάντα μπορούμε να στήσουμε φουσκωτό effigy τύπου «Mr Stay Puft»

  4. Κατεβαίνω υποψήφια δημοτική σύμβουλος με τον Χαρχούδα. Διαδώστε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified