Further tags

Δοκίμως είναι (μεταξύ άλλων) είδος λαμπτήρα. Σλανγκικώς είναι ο παθητικός γκέι συναφώς και προς την έκφραση τον βιδώνει το γλόμπο. Δηλαδή η τοποθέτηση λάμπας μπαγιονέτ αποτελεί μεταφορά για την πρωκτική διείσδυση. Τώρα, με λίγη σλανγκική φαντασία, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το πρωκτικό σεχ- μπαγιονέτ είναι πιο βίαιο, δίκην στάσης κεμπάπ από το σεξ βιδωτού λαμπτήρα, που πάει πιο σταδιακά- περιστροφικά. Ο όρος μπαγιονέτ μπορεί να σημάνει και την διείσδυση του πέους εν γένει (ιδίως την πρωκτική), πάντως συνήθως αποτελεί χαρακτηρισμό παθητικού ομοφυλόφιλου, όπως περιγράψαμε.

  1. Σου φάνηκε και σένα ότι είναι μπαγιονέτ ο σερβιτόρος; Αυτό το σπάσιμο του καρπού του ήταν κάπως.

  2. Και βιδωτή και μπαγιονέτ (κάπου εδώ).

(από Khan, 15/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθετο που χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει μια ορισμένη κατηγορία ανδρών. Ηλικιακά, οι άντρες που υπάγονται σε αυτή την κατηγορία κυμαίνονται από 20-29 ετών. Συνήθως είναι ψηλοί, μελαχρινοί έως καστανοί (ποτέ ξανθοί) και η εκπαίδευσή τους είναι τουλάχιστον πανεπιστημιακού επιπέδου -σπανιότερα απόφοιτοι Α. Τ. Ε. Ι., δεν διαθέτουν τρίχες στο στήθος και φέρουν μικρό ή προβληματικό (αλλεργικό, με φίμωση κ.α.) πέος.

Οι άντρες αυτοί αναγνωρίζονται εύκολα: δεν διαθέτουν χιούμορ -αν διαθέτουν είναι κακό, το ντύσιμό τους είναι ένα παράξενο κράμα μεταξύ επαναστάτη και χίπστερ, δηλώνουν αναρχικοί και άθεοι, φοράνε γυαλιά (αν και προτιμούν φακούς επαφής), διαβάζουν λογοτεχνία και ποίηση, βλέπουν ευρωπαϊκό κινηματογράφο και προπαντός λατρεύουν τον Charles Bukowski (Τσαρλς Μπουκόφσκι) εξ ου και η ονομασία τους.

Παρασυρμένοι από τον ομώνυμο ποιητή, κάνουν κραιπάλες και τους είναι σχεδόν αδύνατο να κυκλοφορήσουν νηφάλιοι και, για αν μη χαλάσουν τη μόστρα, συνήθως είναι και συναισθηματικά μη-διαθέσιμοι ή κολλημένοι σε μια «σκύλα που τους πέταξε και ποτέ δεν ξεπέρασαν».

Στην ουσία είναι ανασφαλείς και ψευτοκουλτουριάρηδες και αρκετά εύκολοι στόχοι γκομενικά. Εάν θέλετε να κερδίσετε έναν Μπουκοφσκικό, απλώς πείτε του πόσο πολύ σας άρεσε το «Η Αγάπη είναι ένας σκύλος από την Κόλαση», πόσο απολαμβάνετε να διαβάζετε Μπάροουζ και τι ωραία τραγούδια που έχει στο «Dark Side of the Moon». Μπορείτε να επεκτείνετε τη θεματολογία σας και στις cult ταινίες και τσόντες των '80s. Τον έχετε κερδίσει.

- Ο Πλάτωνας είναι ψευτοκουλτουριάρης.
- Λογικό, αφού είναι μπουκοφσκικός.

The real thing (από Khan, 22/08/11)

Στα αγγλικά: bukowskiesque

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η διαδικασία pot-σης κατά την οποία δύο ή περισσότεροι pot-ες είναι συνδεδεμένοι με κάμερα μέσω διαδικτύου και πίνουν χόρτο. Η φράση αυτή έχει ως γλωσσική βάση της τον όρο cyber sex.

Cyber pot βέβαια, να πίνουν μόνοι τους, οπότε μπαίνουν on-line και πίνουν με φίλους τους από άλλες πόλεις ή χώρες. Το σωστό cyber pot προϋποθέτει όσοι είναι on camera να πίνουν. Ε, τι; μισές δουλειές θα κάνουμε;

- Ήμουν χθες Skype και μιλούσα με την Inga, τη φίλη μου από τη Σουηδία. Δυο ώρες κάναμε cyber pot, λιώσαμε!
- Α, δηλαδή πάθατε υπερχόρτωση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η disco, όπως όλοι μας γνωρίζουμε, είναι είδος χορευτικής μουσικής που άνθισε στα τέλη της δεκαετίας του '70 και κορυφώθηκε στις αρχές της επόμενης δεκαετίας, στη διάρκεια της οποίας επικρατούσε - με ελάχιστη απόσταση βέβαια από την στυλιστικά παρόμοια glam rock της ίδιας περιόδου - έναντι των αποδέλοιπων μουσικών ρευμάτων.

Μια μέρα όμως η μουσική βιομηχανία ξύπνησε, αποφάσισε πως πέρασε πολύς καιρός, πώς φτάσαμε σε τρίτη στη σειρά δεκαετία ('90s πια) και πως ήρθε πια η ώρα να αλλάξουμε μουσικές προτιμήσεις: έτσι βίαια λοιπόν, η disco πέθανε και πάνω στο μνήμα της φύτρωσαν η grunge, η r'n'b και τα boybands.

Η φράση «dead as disco» σημαίνει τα κάτωθι:

  • Ένα γεγονός έλαβε τέλος και αποκλείεται να υπάρξει οποιουδήποτε είδους συνέχεια ή μετεξέλιξη σε αυτό,
  • Το τέλος μια περιόδου, «the end of an era» που λένε και οι φίλοι μας οι Εγγλέζοι,
  • Ότι κάποιος είναι τρομερά κουρασμένος για να κάνει ο,τιδήποτε - ότι είναι «πτώμα».

Παράδειγμα για τις τρεις ανωτέρω σημασίες:

  • Η σχέση του Μάκη με τον αρραβωνιαστικό της αδερφής του είναι πια «dead as disco».%
  • Πφφφ, πάει και η φοιτητική ζωή, dead as disco. Τώρα, πρέπει να βρω δουλειά, να παντρευτώ και να κάνω οικογένεια... Και μετά, να πάρω σύνταξη, να πηγαίνω για προσκυνήματα στους Αγίους Τόπους με τα Κ. Α. Π. Η.%
  • - Πάμε να χτυπήσουμε κάνα πιπίνι;
  • Δεν παίζει, χτύπησα 12ωρο σήμερα στη δουλειά, είμαι «dead as disco».

(από Vrastaman, 26/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αμερικάνικη έκφραση που χρησιμοποιείται για να ορίσει μια κατηγορία σεξουαλικής σχέσης μεταξύ δύο (ενδεχομένως και περισσότερων, δε μπορώ να το πω αυτό με βεβαιότητα) ανθρώπων.

Οι «friends with benefits» είναι οι φίλοι, οι οποίοι κάνουν σεξ. Οι λόγοι ποικίλλουν: είτε δεν έχουν γκόμενο/α, είτε γενικά δεν κάνουν σεξ πολύ καιρό οπότε παρηγοριούνται σεξουαλικά στον ώμο -ή όπου αλλού- του φίλου τους, είτε το σεξ είναι εξαιρετικό -οπότε γιατί να το κοψείς, κλπ κλπ κλπ... Εδώ, πρέπει αν τονιστεί πως σε αυτή τη μορφή σχέσης, το σημαντικότερο στοιχείο είναι η φιλία: οι friends with benefits είναι πρωτίστως φίλοι (διόλου τυχαίο που στον εν λόγω όρο πρώτη λέξη είναι το «friends») και μετά σεξουαλικοί παρτενέρς.

Σε αυτή τη μορφή σχέσης, όπως και σε άλλες ανάλογες -ως προς την προχειρότητα- δεν υπάρχει φυσικά αποκλειστικότητα και οι φίλοι μπορούν να κάνουν σεξ και με άλλους -φίλους ή μη.

Δε θα έπρεπε να μπερδεύεται ως προς το περιεχόμενό του ο όρος αυτός με το «fuck buddies», μιας και οι τελευταίοι δεν είναι φίλοι, απλώς πηδιούνται περιστασιακά: οι friends with benefits θα πάνε την άλλη μέρα για καφέ∙ οι fuck buddies, όχι.

Το σεξ με τη Λίλιαν* ήταν εξαιρετικό, οπότε αν και θέλουμε να παραμείνουμε φίλοι, αποφασίσαμε να βρισκόμαστε που και που και να την κάνω να λέει τον Δεσπότη Τζέσικα.

*αντιλήφθηκα πως εδω μέσα η Λίλιαν είναι το κατ' εξοχήν παράδειγμά σας σε ο,τιδηπότε σχετίζεται με σεξ, οπότε το δανείζομαι -συγχωρέστε με για το θράσος μου.

(από Vrastaman, 29/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελληνική κατά Vrastaman απόδοση του δυσμετάφραστου και πολύσημου όρου underdog.

Προς συμπλήρωση του υπάρχοντος ορισμού, να λεχθούν τα εξής.

Χρησιμοποιούμενος είτε ως όνομα ουσιαστικό είτε ως επιθετικός προσδιορισμός, το underdog / υπόσκυλο παραπέμπει σε άτομο ή σύνολο που πιθανολογείται οτι θα εξέλθει χαμένο από έναν αγώνα ή σύγκρουση. Ενναλλακτικά, ο όρος σημαίνει το θύμα κάποιας αδικίας ή δίωξης.

Να υπογραμμιστεί οτι ο όρος δεν ενέχει αρνητική ή υποτιμητική αξιολογική φόρτιση. Χρησιμοποιείται ως εργαλείο πολιτικής και ευρύτερα πολιτισμικής ανάλυσης. Τρεις αξιολογικές εκτιμήσεις συγκροτούν το εννοιολογικό του περιεχόμενο.

  • Αδυναμία και ειδικότερα μειωμένη ικανότητα του υπόσκυλου να ανταγωνιστεί ισχυρότερους αντιπάλους επί ίσοις όροις.
  • Μια διάχυτα ευμενής προδιάθεση και στάση, μια συμπάθεια (με την έννοια του συν-πάσχειν) προς τα υπόσκυλα.
  • Θετική αντιμετώπιση του ενδεχομένου της επικράτησης των υπόσκυλων σε μια μελλοντική σύγκρουση ή αντιπαράθεση με κάποιον ισχυρό.

Η literal βρασταμάνειος απόδοση του underdog είναι εξαιρετικά witty και πιασάρικη, εντούτοις η προσπάθεια εντοπισμού ελληνικού όρου που θα αποδίδει με επάρκεια το πλήρες φάσμα του εννοιολογικού περιεχομένου του αγγλικού όρου αποδεικνύεται ιδιαιτέρως δύσκολη. Οι διαθέσιμες λύσεις παραπέμπουν συνήθως στο χαρακτηριστικό της αδυναμίας και της μειωμένης ανταγωνιστικότητας: «περιθωριακός», «χαμένος», «φουκαράς», «κακομοίρης», «μη ανταγωνιστικός», «μη προνομιούχος», «καταδυναστευόμενος», «ηττημένος», «αδικημένος», «θύμα», κλπ. Ορισμένες απο τις παραπάνω (ιδίως τα «κακομοίρης», «φουκαράς», «αδικημένος») εμπεριέχουν την έννοια της συμπάθειας, όχι όμως και τη θετική αντιμετώπιση της ενδεχόμενης επικράτησης επί ισχυρού αντιπάλου. Το κυριότερο, όλοι οι παραπάνω όροι έχουν ως κοινό υπόβαθρο την αρνητική φόρτιση και την απαξιωτική στάση ως προς αυτό που προσδιορίζουν και, συνεπώς, δεν πληρούν τις αξιολογικές απαιτήσεις ενός λόγου επιστημονικού.

Kατά τον καθηγητή της Πολιτικής Επιστήμης Ν. Διαμαντούρο, οι τρεις όροι που παρουσιάζουν τα λιγότερα προβλήματα απόδοσης είναι το «αδύναμος», «μη προνομιούχος» και το «παρωχημένος». Και οι τρεις εξακολουθούν να εμφανίζουν διάφορα και σημαντικά μειονεκτήματα, με κυριότερα αυτό της αδυναμίας απόδοσης της διάστασης της συν-πάθειας που ενυπάρχει στον αγγλικό πρωτότυπο, αλλά και αυτό της αδυναμίας τους να εκφράσουν πλήρη αξιολογική ουδετερότητα.

(Βλ.: Νικηφόρος Διαμαντούρος, Πολιτισμικός δυισμός και πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2000)

Η πολιτική κουλτούρα των υπόσκυλων (underdog political culture) αντανακλά την ιστορική πραγματικότητα της ελληνικής μακράς διάρκειας. Εμβαπτισμένη στην οθωμανική-βαλκανική κληρονομιά και επηρεασμένη σε μεγάλο βαθμό από την κοσμοθεώρηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η τελευταία, για λόγους ιστορικούς, ιδεολογικούς και θεολογικούς, διατηρούσε για μεγάλα χρονικά διαστήματα έντονη και κατά περιόδους μαχητική αντιδυτική στάση. Η πολιτική παράδοση των υπόσκυλων χαρακτηρίζεται από έκδηλη εσωστρέφεια, έντονα κρατικιστικό προσανατολισμό σε συνδυασμό με βαθιά διχοστασία απέναντι στον καπιταλισμό και τους μηχανισμούς της αγοράς, συνειδητή προτίμηση προς τον πατερναλισμό και τον προστατευτισμό από κοινού με μια παρατεταμένη προσκόλληση σε προκαπιταλιστικές πρακτικές. Στο σύμπαν των ηθικών αισθημάτων της κυριαρχούν συχνά αρχέγονες ταυτίσεις με στενές αντιλήψεις και αδιαλλαξίες απέναντι σε κάθετι το ξένο, ένας λανθάνων αυταρχισμός ενδυναμωμένος από τις δομές της οθωμανικής εξουσίας και της βαριά κληρονομιά του κατά Weber συστήματος του «σουλτανισμού», τέλος, μια αμφίθυμη αντίληψη για κάθε ανανέωση.

ένα υπόσκυλο που νίκησε στις μελλοντικές συγκρούσεις. (από Khan, 01/09/11)(από Khan, 01/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία των αγγλικών λέξεων «bye bye». Αναλογεί προς τα ελληνικά: «αντίο», «τα λέμε».

Χρησιμοποιείται κατά κόρον στο τέλος της γραπτής κυρίως διαδικτυακής επικοινωνίας των νέων (μέσω msn, facebook, my space, skype κ.ο.κ.) ως αποχαιρετισμός. Επιπλέον, εμφανίζεται σε μεγάλο βαθμό και στην προφορική τους (είτε άμεση/ απευθείας είτε μέσω βιντεολήσεων) επικοινωνία.

Στην Αγγλική αποτελεί συντομογραφία πάμπολλων λέξεων, φράσεων ή λεκτικών φράσεων˙ π.χ. baby (κυρίως στο διαδίκτυο), best buddy, bachelor of business, ball bearing, base on balls, blue book, B'nai B'rith κ.ά.

Συνώνυμη (ως προς τη σημασία και την συγκειμενική της χρήση) αποτελεί η σλανγκική συντομογραφία (της Αγγλικής) cya [< see you· αντικατάσταση της λέξης «see» με το ομόφωνο γράμμα της αγγλικής αλαφαβήτου «c» + τον αγγλικό σλανγκικό τύπο της λέξης «you»: «ya»).

Νίκος: Αντέ, τα λέμε Γιωργάρα!
Γιώργος: ΒΒ μεγάλε!

Δες και έλα (κλισέ σλανγκ χαιρετούρες).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περνάω την ώρα μου στο ίντερνετ.

Όχι ωραία (ηχητικά τουλάστιχον) λέξη, ούτε πολυακουσμένη, έχει όμως άπειρα χτυπήματα στον γούγλη.

  1. δεν θα παρω και πολλα εδω...στο χωριο παμε...
    εκει ειμαστε χαλαρα...
    του Κυριακου μονο θα παρω ολη την προικα γιατι λερωνεται
    και το κεντημα μου βεβαιως βεβαιως... για να περναει η ωρα...
    εκει δεν εχω να ιντερνετιαζομαι...

  2. πινω καφεδακι..........και ιντερνετιαζομαι.........σε λιγο 8α παω τον μικρο σχολειο....και μετα θα μαγειρεψω ......και αυτα...............

  3. Είχα και εξακολουθώ να έχω άποψη (άλλωστε δεν υπάρχει μεγαλύτερος ξερόλας από μένα...). Ο λόγος για τον οποίο δεν την εξέφρασα ήταν διότι πολύ απλά δεν είχα στοιχεία να τη στηρίξω και δεν κουβαλούσα πάνω μου το δύσμοιρο και καταταλαιπωρημένο λαπτοπ μου ώστε να ιντερνετιαστώ. Τώρα όμως έχω και νιώθω την υποχρέωση να τα μοιραστώ μαζί σας.

  4. κι εδώ να ενημερώσω, πως δύο μήνες πριν αγόρασα το αγαπημένο μου asus Eee pc 1000
    αν δεν το είχα, δεν θα μπορούσα να ιντερνετιάζομαι διόλου, καθότι μου ήταν δύσκολο να σηκωθώ από το κρεββάτι και να καθίσω στον κανονικό μου υπολογιστή!

Got a better definition? Add it!

Published

Φράση ειρωνική, προς ένδειξη ψευτομαγκιάς. Συνοδεύεται με την βοηθητική φράση «Ποιος είσαι ρε φίλε, ο Εζέλ είσαι;» Εμπνευσμένο από την εν λόγω τούρκικη σειρά.

-Και μετά ήρθαν 5 άτομα, αλλά κλάιν, τους πλάκωσα...
-Σώπα ρε, ποιος είσαι; ο Εζέλ είσαι ;

Σκληρός. (από Galadriel, 26/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τα αρχικά «Away From Keyboard». Το αναφέρουμε για συντομία την ώρα του chat, όταν πρέπει να απομακρυνθούμε από το PC για λόγους ανάγκης (βλέπε τουαλέτα, φαγητό, νερό, τηλέφωνο, πόρτα κι όλα τα συναφή που μας σπάνε τις μπάλες).

(Στο Facebook:)
- Έλα man, είσαι εκεί να σου πω κάτι;
- Ναι ρε, απλά μισό να πάω afk 2 λεπτά να ρίξω ένα κατούρημα κι έρχομαι.

(από HardcoreGR, 30/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified