Κάθε μικρή μπάρα απο ραβδόγραμμα που πληροφορεί για στατιστικά όπως «ενέργεια χαρακτήρα», «χρόνος που απομένει για να τελειώσει η πίστα» κ.λπ. σε (βιντάζ) ηλεκτρονικό παιχνίδι.

- Πού κρύφτηκες ρε μαλάκα πίσω απ'το βαρέλι γαμώ το κέρατό σου! Έλα ρε που πλάκωσαν κι'οι χοντροί!
- Έχω μείνει με δυό πουτσίτσες ρε μαλάκα, μιά φάπα και χάνω ζωή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συναντάται μεταξύ των γκεϊμεράδων. Πωρωμένος σημαίνει, ο τυπάς που έχει κολλήσει στο μηχάνημα, βαράει 24ωρα στο Lineage, και κλέβει λεφτά από το πορτοφόλι του μπαμπά του για να πάει στο ίντερνετ καφέ της γειτονιάς του.

- Ρε Μιχάλη, πάλι εδώ σε βρίσκω. Τι θα γίνει ρε, θα βγούμε για κανένα γκομενάκι;
- Μπα, παίζω εδώ Counter και τη βρίσκω άγρια!
- Τι πωρωμένος είσαι εσύ ρε; Πώς πωρώθηκες έτσι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην επιχειρηματική αργκό, ντηλάκιας *αποκαλείται ο *κατά συρροή επιχειρηματίας.

Ο ντηλάκιας έχει την οξυδέρκεια να εξαγοράζει υποτιμημένες μπίζνες (πάντα με κεφάλαια τρίτων) και να υλοποιεί συμφωνίες και πράξεις που θα τις «αναπτύξουν» και τους προσδώσουν «χρηματοοικονομική αξία», όπως αναδιάρθρωση και εξορθολογισμό κόστους (σ.ς.: απολύσεις), εισαγωγή ή διαγραφή από το χρηματιστήριο, συγχώνευση με άλλες εταιρίες, απόσχιση δραστηριοτήτων σε νέες spinoff εταιρίες, αλλαγή φορολογικής έδρας, κλπ.

Ο ντηλάκιας διαφέρει από τους παλαιάς κοπής Έλληνες επιχειρηματίες:

  • Δεν ενδιαφέρεται να αναπτύσσει οργανικά και σε βάθος χρόνου βιώσιμες επιχειρήσεις: η καύλα του έγκειται στο να μοσχοπουλήσει την εταιρία σε όσο το δυνατό συντομότερο χρόνο ώστε να αδράξει την επόμενη ευκαιρία,
  • Αντίθετα με τον (ευρισκόμενο στον πάτο της διατροφικής αλυσίδας) κλασικό κομπιναδόρο, ο ντηλάκιας διαθέτει στοιχειώδη οικονομική παιδεία, κατέχει τα εργαλεία της επενδυτικής τραπεζικής, γνωρίζει καλά την εγχώρια και διεθνή νομοθεσία και δεν είναι εκ προοιμίου λαμόγιο.

Εκ το αγγλικού deal («συμφωνία») < Ο.Ε. dælan («να μοιράζεις» πχ. την τράπουλα). Ειρήσθω εν παρόδω, η πρώτη επιχειρηματική εφαρμογή του όρου καταγράφεται το 1837 ως σλάνγκ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα εγχώριου ντηλάκια είναι ο Δημήτρης Κοντομηνάς, ο οποίος «ανέπτυξε» και μοσχοπούλησε πλειάδα εταιριών, όπως:

  • τις Ιντεραμέρικαν και Ευρωκλινική Αθηνών στην Eureko,
  • την Interbank στην Eurobank,
  • την NovaBank στην Πορτογαλική BCP,
  • το κανάλι Alpha TV στην Γερμανική RTL,

    και πάει λέγοντας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάθε παιχνίδι στο οποίο οι (πάνω από δύο) παίκτες παίζουν όλοι εναντίον όλων. Προκειμένου συγκεκριμένα για παιχνίδια που τυπικά παίζονται ανάμεσα σε δύο μόνο ομάδες ή παίκτες, ο μαχαιροβγάλτης ή κοψολαίμι είναι μία παραλλαγή που μπορεί να αφορά και δύο και τρεις ή και παραπάνω ομάδες ή παίκτες –και έτσι να αποτελεί ιδανική λύση για συναθροίσεις ατόμων περιττού πλήθους.

Παραδείγματα μαχαιροβγάλτη είναι στα βελάκια το γνωστό κρίκετ (δείτε εδώ) και στο μπριτζ το ραμί (δείτε επίσης και εδώ).

Συγκεκριμένα στο μπιλιάρδο, το κοψολαίμι για τρία άτομα παίζεται ως εξής: οι μπάλες διακρίνονται όχι πλέον σε δύο ομάδες (μονόχρωμες και δίχρωμες), αλλά σε τρεις, τις κάτω ή μικρές (μπάλες 1 ώς 5), τις μεσαίες (μπάλες 6 ώς 10, μαζί και η μαύρη δηλαδή) και τις πάνω ή μεγάλες (11 ώς 15)· οι μπάλες στήνονται στο τρίγωνο αυθαίρετα· ο πρώτος που βάζει μπάλα διαλέγει μία από τις τρεις ομάδες και ο δεύτερος μία από τις δύο που απομένουν, ενώ ο τρίτος αυτόματα έχει την τελευταία· κάθε παίκτης αποσκοπεί στο να βάζει μπάλες των άλλων παικτών ώστε να μείνει ο μόνος που θα 'χει μπάλες στο τραπέζι· το παιχνίδι δεν είναι δηλωτό και συγκεκριμένα ένας παίκτης χάνει τη σειρά του μόνον αν (α) δεν βάλει μπάλα (αν βάλει από τύχη ή κι' αν βάλει δικιά του ακόμα, συνεχίζει), (β) βάλει την άσπρη (η οποία ξαναμπαίνει στο τραπέζι απ' τον επόμενο αυθαίρετα), ή (γ) δεν έχει δική του μπάλα στο τραπέζι (οπότε και έχει χάσει).

Η εμπειρία δείχνει ότι οι μαχαιροβγάλτες είναι παιχνίδια για δεμένες παρέες, μια και η ένταση του ανταγωνισμού, σε σύγκριση με το τι συμβαίνει στην εκάστοτε τυπική βαριάντα του παιχνιδιού, είναι συχνά τόσες φορές πολλαπλάσια όσοι και οι αντίπαλοι.

Οι λέξεις αποδίδουν το αγγλικό cutthroat. Εκτός από το μεταφραστικό προηγούμενο του μαχαιροβγάλτη, προτείνεται και η μπρουτάλ λεξιπλασία κοψολαίμι, ως πιο ταιριαστή στα στυγνά ένστικτα που ξυπνάει το παιχνίδι (τσεκάρετε και τις αργκό σημασίες του cutthroat στο Ούρμπαν ντίξιονάρι).

Συνώνυμο: όλοι εναντίον όλων.

ΚΟΥΛΗΣ: Έπ! Καυλώς τηνε την πέρδικα που περπατεί λεβέντικα!...
ΣΟΥΛΗΣ: Έλα ρε σαχλαμάρα, τί γίνεται;... Απο 'δώ ο φίλος μου ο Τούλης που σού 'λεγα.
ΚΟΥΛΗΣ: Χαίρω πολύ Τούλης. Και στεκάτος βλέπω!...
ΤΟΥΛΗΣ: Δώρο της γκόμενας, μή μασάς.
ΚΟΥΛΗΣ: Αυτά ειναι... Κι' ο Μπούλης πού είναι, θά 'ρθει μόνος του;
ΣΟΥΛΗΣ: Δέν θά 'ρθει μωρ' ο φαλαινοθήρας, μού 'στειλε μήνυμα. Έκανε λέει χθές κάτι ακροβατικά με την καινούργια κι' έπαθε θλάση στον ώμο.
ΚΟΥΛΗΣ: Μπινιάαα... Και τώρα εμείς τί θα παίξουμε, πρωταθληματάκια;
ΤΟΥΛΗΣ: Εγώ παιδιά λέω να πάμε 'ναν μαχαιροβγάλτη μέχρι να σκάσει κάνας άλλος στο μαγαζί.
ΚΟΥΛΗΣ: Τί 'ν' αυτό;
ΣΟΥΛΗΣ: Τσάκω τις οδηγίες, τις τύπωσα τ' απόγευμα.
ΚΟΥΛΗΣ: «Σλάνγκ τζι άρ»;... Τί λέ' ρε φίλε...
ΣΟΥΛΗΣ: Μή κοροϊδεύεις ρε μάπα. Οι άνθρωποι εκειπέρα ξέρουν τα πάντα.
ΚΟΥΛΗΣ: Κααλά. Γιά να δούμε... «Κάθε παιχνίδι» μπλά μπλά «όλοι εναντίον όλων» μπλά μπλά μπλά «παραλλαγή» μπλά «συναθροίσεις» μπλά μπλά μπλά «κρίκετ» μπλά «μπρίτζ» μπλά «ραμί»... Καλά, ποιός μαλάκας τα γράφει αυτά ρε;
ΣΟΥΛΗΣ: Γιατί;
ΚΟΥΛΗΣ: Τί «ραμί» και «κρίκετ» στα ελληνικά ρε π'στ', να ξεχάσουμε κι' αυτά που ξέρουμε θέλει;... Ψωνάρες, το κέρατό μου μέσα... Τέ'ς πά'... «Συγκεκριμένα στο μπιλιάρδο» –ά, νά εδώ τα λέει... Χμμ... Μά'ιστα... Χμμ... Αχά... Βάζουμε και δικές μας άμα θέμε δηλαδή;
ΤΟΥΛΗΣ: Αμέ, άμα σε βολεύει.
ΚΟΥΛΗΣ: Μά'ιστα... ... Χμμ... ... ;... ;!... !!!... !!!!!... Ρε μαλάκες;!... Εδώ ρε μας έχει κι' εμάς ρε!... Εδώ ρε μιλάει για 'μάς!... Ρέ!... Έχει ακριβώς τι λέμε τώρα ρε μαλάκα!...
ΣΟΥΛΗΣ: Οι άνθρωποι εκειπέρα ξέρουν τα πάντα λέμε!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάγκικη (άραγε όχι μεμψίμοιρη, αλλά ανεξίκακα πικροφιλοσοφημένη) έκφραση, που δηλώνει τη διαπίστωση ακραίας ατυχίας σε κίνηση φορσέ.

Δηλαδή στραπάτσο σε κατάσταση catch 22 (μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα).

Προέρχεται από την χαρτοπαικτική ορολογία του blackjack ή την παρ’ ημίν παραλλαγή της εικοσιμίας (ή μετωνυμικώς στούκι), όπου το ποθητό είναι να φτάσει ο παίκτης με συνδυασμό των «χεριών» (αγγλ. hand) που θα του τύχουν, κατά το δυνατόν εγγύτερα στον αριθμό 21 αλλά ως εκεί και μη παρέκει, αλλιώς «καίγεται» (=χάνει).
Τώρα, αν ο παίκτης έχει συγκεντρώσει αριθμό που αντιστοιχεί στον αριθμό 12 (π.χ. φιγούρα + διπλό), αναγκαστικά πρέπει να τραβήξει, αλλιώς το το τραπέζι (ή η μάνα) θα τον κερδίσει ευχερώς, αφού το νούμερό του είναι μικρό και οι πιθανότητες να φέρει το τραπέζι κοντινότερο ή ίσο συνδυασμό στο 21 είναι μεγαλύτερες.

Όταν λοιπόν τραβήξεις από 12 (φορσέ), το λιγότερο που ελπίζεις είναι να σου τύχει επόμενο χαρτί φιγούρα (αξία=10, άρα 12+10=22 συνεπώς καίγεσαι), αφού είναι το μόνο χαρτί (καίτοι δεν είναι λίγες οι πιθανότητες 3Χ4=12 φιγούρες + τέσσερα 10αρια=22 φύλλα) επί συνόλου 48 φύλλων (52-4 δηλ. 2 της μάνας + 2 του παίκτη) που καίει και μάλιστα οριακά, ένα τέτοιο μικρό νούμερο.

Όλα βέβαια εξαρτώνται από το τι φύλλο έχει ήδη πέσει στην τσόχα, διότι αν π.χ. υπάρχουν ήδη δεκάρια (ω νατυρέλ ή φιγούρες), μειώνονται τα ποσοστά να ξαναρθεί τσουρουφλίζον χαρτί (10άρι).

Παπάς (ή ρήγας βλ. παροιμία «οι παράδες χαλάνε και ρηγάδες») λέγεται κυρίως η φιγούρα του βασιλιά της τράπουλας (παπαδιά η βασίλισσα και τζές ο βαλές), αλλά χαρακτηρίζει συνεκδοχικά (λόγω κύρους!) συχνά όλες τις φιγούρες (αγγλ. face cards), εξ ου και το γνωστό κωλοπειραγμένο παίγνιο του δρόμου «ο παπάς», που παίζουνε οι παπατζήδες με τη φιγούρα του άνακτος (ή με μπιζέλια-στραγάλια σε καπάκια νερού – αγγλ. shell game), γδέρνοντας τα κορόιδα που ψήνονται από τους παριστάμενους αβανταδόρους (λαμόγια - γιατροί) ή που τους σουφρώνουνε το πράσο οι ψευτο-παίκτες λαχανάδες.

Ο πληθυντικός της έκφρασης χρησιμοποιείται ευρέως στη νεοελληνική, όπου ο λέγων επιθυμεί να υπαχθεί σε κατηγορία-σύνολο με παρόμοια χαρακτηριστικά, όπως και σε αντίστοιχες εκφράσεις του τζόγου και όχι μόνο (π.χ. «εμείς βγήκαμε με τα πόδια δεν βγήκαμε με το κεφάλι», «εμείς κατουρήσαμε στο πηγάδι», «για μας δεν έχει», «εμείς δεν μπορούμε», «δι’ ημάς δεν εγεννήθη εισέτι ο Κύριος» κλπ).

-Πώς πας από δουλειά;
-Τώρα περιμένουμε να δούμε αν θα μας ανανεώσει τις συμβάσεις η νέα κυβέρνηση, μέχρι τότε είμαστε στην αναμονή...
-Αφού είπανε ότι δεν θα ανανεώσουν τα «stage» λέει, γιατί ήταν παράνομα. Τι τα ‘θελες μωρ’ αδερφάκι μου κι εσύ αυτά, κι αφού ήξερες ότι πας στα σκοτάδια;
-Και τι ήθελες να κάνω, να κάθομαι; Αυτό βρήκα, αυτό έκανα, μπας και γίνει τίποτα και μ’ εμάς. Άμα τώρα μας διώξουν, τραβήξαμε παπά από δώδεκα, τι να κάνουμε δηλαδή;

Εδώ παπάς-εκεί παπάς! (από HODJAS, 10/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστική έκφραση (κυρίως στο τάβλι), όπου ο λέγων περιπαίζει την απίστευτη κωλοφαρδία του αντιπάλου του, ο οποίος αν και βρισκόταν προ ολίγου σε δυσμενέστατη κατάσταση, βγήκε και «καβάλα» με το ζάρι που έφερε.

Η έκφραση ακολουθεί το σχήμα λιτότητας, δηλαδή πλήρως σημαίνει «είσαι τόσο τυχερός, σα να πέφτεις από το ύψος της Ακρόπολης – σαν το Μιμίκο και τη Μαίρη – και όχι μόνο να μην παθαίνεις τίποτα, αλλά να βρίσκεις και παρατημένο πορτοφόλι γεμάτο λεφτά»!

(Πλακωτό):
-Το αφήνεις διπλό;
-Όχι, άμα φέρω τις εξαιρετικές (εξάρες) μου, πώς θα τις παίξω;
-Κοίτα, σου ‘χω κλείσει με πόρτες όλο το σπίτι, έχεις δυο πούλια στη μαμά, τα’ χεις μαζέψει όλα στον άσσο, εξάρι δεν έχεις, σου το ‘χω αφήσει ανοιχτό να φέρεις εξάρι μονόβολο να πιάσω μάνα, έχεις φέρει πενήντα ζαριές κι ούτε ένα έξι, τι περιμένεις; Ούτε ο Ρωχάμης με το Σεχίδη δεν το παίζουνε!
-Εξάρια!!! Αλεού μπόιλερ! Θα μαζέψω και πρώτος που ‘μαι και ψημένος!
-Αγόρι μου, πέφτεις απ’ την Ακρόπολη και πιάνεις πορτοφόλι! Ρε, με ποιους παίζουμε και χάνουμε...

Ταβλαδόρικα και παραταβλαδόρικα: άνοιξε το τριώδιο, απλώνω τραχανά, ασσόδυο, αυτό πώς θα το παίξω;, γεννηθέντα και παθόντα και ταφέντα και πλακωθέντα, γκέλα, γκιουλ, δίνει πλάτη για τάβλι, δυόδυα, έλα στον θείο τον Ηλία πο' χει όλα τα εργαλεία, εξαίσιο, εξάπαντος, έξι δύο τα αλλότρια, έχω φέρει σήμερα;, θα σου βγάλω νεραντζάκι, θα σου πάρω την πίεση, και κουλούρι και τυρί, και σκατά, κατσίκι, κι ένας δάσκαλος αγάπησε μια φτωχιά και την πήρε, κοκορέτσι, μακαρόνι, μάνα, με ασσόδυο δε γάμησε κανείς, μπαρμπούτι, μπαρμπουτιέρα, ξίδι, ούτε στο Γεντί Κουλέ δεν το παίζουν / δεν το παίζει ούτε ο Ρωχάμης, παιδί, πάλι ντόρτια ήφερα, παραμάνα, παραπάνω από διπλό δεν πάει, πέφτεις απ’ την Ακρόπολη και πιάνεις πορτοφόλι, πλακωτό, ποδήλατο ξέρεις;, ποιος Θανάσης;, πολύ τα κουνάς, ρίχνω παχιές, ροντέο, σα δάσκαλος, σαν να τον χτύπησε η Παναγία με το τάβλι, σκακαδόρος, σουβλάκι, σπάσ' τα και ξαναρίχ' τα, σώγαμπρος, τα ζάρια στον μάστορα, ταβλαδόροι, ταβλαριέμαι, ταβλιάρης, ταβλομάχος, τέντζερης, τετράδυο, τις έχεις, τούρκοι, τριήρεις / τριήρης, τσολιάς, φουνταριστός / μπάτσος / βατσιμάνης, χασσόδυο, χατζηπετρής, χύνομαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Σορτάρω, δάνειο εκ του shorting της αγγλόφωνης χρηματιστηριακής ιδιολέκτου, που σημαίνει πως «επιδίδομαι στην χρηματιστηριακή πρακτική του short selling», δηλαδή της πώλησης μετοχών τις οποίες δεν έχω ακόμη στην κατοχή μου αλλά τις έχω ως δανεικές (με την προοπτική πως θα τις ξαναγοράσω όταν θα πέσει η αξία τους), το οποίο αν και έχει μεταφραστεί ως ανοικτή πώληση, μολαταύτα χρησιμοποιείται αυτούσιο στον οικονομικό τύπο και τους ελληνικούς χρηματιστηριακούς κύκλους.

Εμπεριστατωμένη ανάλυση και σχόλια περί του φαινομένου και στο λήμμα σορτάκιας.

  1. Επίσης δάνειο του αγγλικού sort out, που σημαίνει ξεδιαλέγω, ξεσκαρταρίζω. Η χρήση του όμως δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη.

Πάσα: Πειρατίνα Τζένη (από την Υεμένη;)

  1. - Η κρίση, που έμεινε γνωστή ως κρίση των καταθέσεων και δανείων, έληξε επίσημα το 1995 και το Resolution Trust Corporation ενσωματώθηκε στον εγγυητικό μηχανισμό της Fed (Federal Deposit Insurance Corporation), που είχε δημιουργηθεί την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης τη δεκαετία του '30, με στόχο τη ρύθμιση του τραπεζικού συστήματος και την προστασία των αποταμιευτών σε περιπτώσεις τραπεζικών πτωχεύσεων. Σε μια ακόμη δραματική εξέλιξη στο πλαίσιο της επιχείρησης σωτηρίας των διεθνών κεφαλαιαγορών, οι βρετανικές χρηματιστηριακές αρχές ανακοίνωσαν την απαγόρευση της πρακτικής των ανοιχτών πωλήσεων (short selling), δηλαδή της πώλησης μετοχών που δεν έχουν υπό την κατοχή τους οι επενδυτές, αλλά τις έχουν δανειστεί και η οποία θεωρείται ως μία από τις πηγές της πρόσφατης χρηματιστηριακής αστάθειας. (Από εδώ)

  2. - Στον SP500 θα διακινδυνέψω σορτάρισματα τις επόμενες εβδομάδες γιατί πιστεύω ότι η «τύχη θα είναι με το μέρος μου». Αλλά προσοχή είναι για μεγάλα παιδιά παιχνίδι. ΠΧ... Εαν δω μια «παράλογη ανοδική αντίδραση» παρακολουθώ 60λεπτα διαγράμματα και μόλις το σύστημα δώσει κορυφή εγώ σορτάρω. Αυτό με δεδομένο ότι η βραχυχρόνια τάση είναι καθοδική. Δεν ξέρω πως παίζεις εσύ τα παράγωγα αλλά εγώ είμαι πολυ προσεκτικός γιατί δεν έχω λεφτά για πέταμα. Γενικά τα παράγωγα τα προτείνω μόνο σε πολύ έμπειρους αλλιώς μοιάζει σαν να δίνεις πυρηνικά όπλα σε έναν μαθητευόμενο μάγο! Ποια θα είναι νομοτελειακά η κατάληξη; (Εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπότζα, -ες: Λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα και αναφέρεται στα παιχνίδια και ειδικότερα στα Βίντεο Γκέιμς σλανγκιστί.

Νίκος:
- Θα βάλεις κάρτα να λιώσουμε λίγο στο WOW;
Μιχάλης :
- Άσε ρε λάγιο, δεν πληρώνω για μπότζες πλέον!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παίζω video games, λήμμα που χρησιμοποιείται κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα.

Νίκος:
- Θα έρθεις μαζί το βράδυ για ποτό; Θα είναι και ο φιδέμπορας μαζί!
Μιχάλης:
- Μπααα, θα αράξω σπίτι να μποτζάρω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δάνειο εκ του αγγλικού hedging, που στην χρηματιστηριακή ορολογία αφορά την ασφάλιση ενός στοιχείου, κεφαλαίου και γενικά χρηματοοικονομικού εργαλείου έναντι ενός πιθανού μελλοντικού κινδύνου (υποτίμηση, υποαπόδοση κλπ.).

Η επίσημη ονομασία του χετζαρίσματος στην οικονομική ορολογία είναι αντιστάθμιση κινδύνου και λειτουργεί με την πραγματοποίηση μίας αντίθετης θέσης πωλήσεως στα παράγωγα. Με αυτό τον τρόπο, ακόμη και αν υποχωρήσει η αγορά και ο επενδυτής σημειώσει απώλειες από τις μετοχές που έχει αγοράσει, έχει παρ'όλ'αυτά κέρδος από τη συναλλαγή του στα παράγωγα, οπότε και η συνολική ζημιά του είναι μικρότερη.

Το παράγωγο ρήμα του χετζαρίσματος είναι χετζάρω, ενώ τα ασφαλισμένα κεφάλαια / στοιχεία / εργαλεία αναφέρονται ως χετζαρισμένα. Αντίθετα, αυτά που δεν έχουν ασφαλιστεί έναντι μελλοντικού κινδύνου αναφέρονται ως αχετζάριστα.

Ασίστ: Βράσταμαν

  1. εν ξέρω ποιός είναι ο πρωταρχικός σου σκοπός όταν βάζεις λεφτά στην αγορά , ο δικός μου είναι ΝΑ ΜΗΝ ΧΑΣΩ. ΔΕΝ είναι να κερδίσω. Αυτό που μου προσφέρει η ασφάλιση (χετζαρισμα)στην χειρότερη περίπτωση είναι αυτό που λες «Μειώνει στη δική μου περίπτωση τουλάχιστον τα κέρδη.» Σκασίλα μου εφόσον κερδίζω!!!! άκου τι λες λοιπόν : παίρνω ένα ρίσκο ΠΡΟΣ ΜΟΝΟ ΜΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ και δεν χετζάρω γιατί αυτό θα μου μειώσει τα κέρδη . Και καλά να σου βγεί, αν δεν σου βγει (κορόνα γράμματα είναι έτσι κι αλλιώς) τί γίνετε;; παίρνεις το stop loss και καταγράφεις ζημιές γιατί δεν ήσουν διατεθειμένος να δώσεις ενα ποσοστό απο τα πιθανά μελλοντικά σου κέρδη... το χετζάρισμα (που μειώνει τα κέρδη , μιλάμε για ΚΕΡΔΗ και όχι ζημιές) είναι ο ΜΟΝΟΣ τρόπος να έχεις κέρδη ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΚΑΙ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙ Η ΑΓΟΡΑ

ο δικός σου πρωταρχικός στόχος ποιός είναι;; να ΜΗΝ ΧΑΣΕΙς ; ή να ΚΕΡΔΙΣΕΙΣ; (Δώθε)

  1. Πολιτική της τράπεζας είναι η μη δημοσιοποίηση της θέσης του χαρτοφυλακίου της, αλλά στην προκειμένη περίπτωση οι θέσεις αυτές είχαν ανακοινωθεί επισήμως από συνεντεύξεις και δελτία Τύπου, αναφέρεται στην ανακοίνωση.

«Συνεπώς, επιβεβαιώνουμε ότι στο χρονικό διάστημα Ιουλίου ; Σεπτεμβρίου 2009 η Τράπεζα προέβη σε αγορά CDS, το μεγαλύτερο ποσοστό των οποίων πουλήθηκε τον Νοέμβριο του 2009 και ένα υπόλοιπο περί τα 20% της συνολικής θέσης ρευστοποιήθηκε αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων της νέας Διοίκησης», τονίζεται από τη διοίκηση, προσθέτοντας παράλληλα ότι «είναι πάγια πρακτική να μη σχολιάζουμε τις επιλογές χαρτοφυλακίου των προηγούμενων διοικήσεων ούτε όσον αφορά το επενδυτικό τους σκέλος, ούτε όσον αφορά το ηθικό τους σκέλος».

Η ανακοίνωση καταλήγει ότι «στόχος της σημερινής Διοίκησης είναι να χρησιμοποιούμε τη σχέση ισχύος που έχουμε σε κεφάλαια και ρευστότητα για την ενδυνάμωση της ελληνικής οικονομίας και δεν επιδιώκουμε να επενδύουμε σε σύνθετα και κερδοσκοπικά χρηματοοικονομικά προϊόντα».

-γιατί να μη χετζάρει τη θέσι του άμα είχε αγοράσει ελληνικά ομόλογα; δεν καταλαβαίνω ποιό είναι το πρόβλημα; (Κείθε)

  1. EFG EUROBANK - ΧΕΤΖΑΡΙΣΜΕΝΑ ΟΦΕΛΗ; Σύμφωνα με τη διοίκηση της τράπεζας, η συγχώνευση διά απορροφήσεως θα αποφέρει επιπρόσθετα οφέλη της τάξης των 50 εκατ. ευρώ εκ των οποίων τα 30 εκατ. ευρώ προέρχονται από τη μείωση της φορολογίας που προβλέπει ο περσινός νόμος περί συγχωνεύσεων και τα 20 εκατ. ευρώ από το γεγονός ότι η τιμή που γίνεται η συγχώνευση είναι χαμηλότερη εκείνης που δίνει η καθαρή θέση των δύο εταιρειών. (...) Τι γίνεται όμως για το χρονικό διάστημα μέχρι την ολοκλήρωση της συγχώνευσης; Μια (μερική) λύση θα ήταν να προστατευθεί (hedging) από το ενδεχόμενο πτώσης των τιμών των μετοχών, πουλώντας συμβόλαια (ΣΜΕ) και αγοράζοντας δικαιώματα προαίρεσης πώλησης (put options) στην αγορά των παραγώγων. Λέτε λοιπόν αυτό το «χετζάρισμα» να οδηγήσει σε αύξηση των συναλλαγών στα παράγωγα, όπως ήδη κάποιοι χρηματιστές λένε ότι συμβαίνει; Ιδωμεν.(Παρακάτω)

  2. Συνυπολογίζει κυμαινόμενα και μη-κυμαινόμενα assets (αχετζάριστα τα πρώτα, liquid/non-liquid σε ενα καλάθι)- και καταλήγει: 30% ΑΕΠ τα ρευστά διαθέσιμα

Σήμερα 20%, αύριο 40% και μεθαύριο μπορεί 5% μπορεί 55%.

Σήμερα διάβαζα την 6η αναθεώρηση του ΔΝΤ γιά τις μεθόδους υπολογισμού του IIP, που κατ' επέκταση θα μπορούσε να εφαρμοστεί και οίκαδε (Παραπέρα)

(από Mr. Cadmus, 10/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified