Στα καπάκια, στο τσακ-μπαμ, αμέσως, τάχιστα.
Στα καπάκια, στο τσακ-μπαμ, αμέσως, τάχιστα.
Got a better definition? Add it!
H πλέον βρωμερή και δυσώδης μπόχα για πολλούς συμπολίτες μας, όπως αλτέρνια, ψαγμένους, λατέρνατιβ, indie, χιπστέρια, άτομα με υπερκουλτουρίαση, μεταλάδες, χιπ χοπάδες, ποικίλες εξωτικές φυλές και λοιπές εναλλακτικές δυνάμεις.
Πρόκειται για την αποφορά που προκαλεί ο,τιδήποτε ανήκει σε ένα κυρίαρχο παράδειγμα, λόγο, συμπεριφορά κ.ά. Λ.χ. χολυγουντιάνικες αμερικλανιές στο σινεμά, απόψεις που εκπορεύονται από πρετεντέρηδες και άλλους τηλεντελάληδες του καθεστώτος, λαϊκοπόπ ακούσματα στη μουσική για όσους θεωρούν ότι το «ανήκομεν εις την Βίσσην» αποτελεί μουνόδρομο, εκτός κι αν ανήκει κανείς στην Βανδή, απόψεις που διατυπώνονται από δάπαρους με επίπεδο-ΔΑΠεδο, ναμαγαπάδικα εντεχνιάρηδων, το δίπολο Μύκονος- Αράχωβα, ατάκες ελληνικής μικροαστικής μιζέριας, κ.τ.ό., τέσπα ξέρουμε όλοι λίγο πολύ τι σημαίνει μέινστριμ.
1. Ολοι αμαρτωλοι ειμαστε, ολοι παμε στο τωρα καπα, στο καλυτερο μο, στη μπουζα βρε αδερφε. Ολοι εχουμε μια καποια σχεση με το σκειτ, ειτε αγαπη, ειτε μισους, ειτε αποστροφης.Παντως να το παιζεις αλτερνατιβ και να πηγαινεις κρυφα στο βιλα να λικνιζεις το κορμι σου σε μεινστριμιλα, δε σε τιμα.
2. Παρολ' αυτα μου κανει φοβερη νεκροφιλια να παραμενουμε (με βολικη εμμονη καμμια φορα) στα κατορθωματα των γενιων που εχουν σχεδον αποσυρθει. Νομιζω μαλιστα πως τη δεκαετια του 90 οι περισσοτεροι ξανα«διαβαστηκαν» απο κοινο και επαιοντες χωρις ταμπου, αγκυλωσεις και παρασιτα του χρονου που εδρασαν και λιγο ως πολυ εχουν παρει τη θεση που τους αξιζει.
Στα 00ς ειχαν αρχισει πια οι αναποφευκτες ζυμωσεις γινανε πραγματα, ξεπηδησαν ατομα και ομαδες, γλιτωσαμε εν πολλοις απο την ακαμπτη μεινστριμιλα και τις διαφορες σεβασμιες μανιες και εχουμε αρχισει να διαπραγματευομαστε καπως διαφορετικα τα τεχνοζητουμενα.
3. Δεν ξέρω πόσο μεϊνστριμίλα βρωμάω αλλά με τον Φασμπίντερ δεν έκανα παρέα.
Got a better definition? Add it!
Η τσιρίδα που ακούγεται σε τηλεοπτικά παραθύρια ή από τηλεντελάληδες που διαλαλούν την όποια πραμάτεια τους, μετατρέποντας την τηλεόραση σε άλλο τσιριδοκούτι. Αυτός που συνηθίζει την τηλετσιρίδα χαρακτηρίζεται ως τηλετσιρίδας με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον πολιτικό Άδωνη Γεωργιάδη.
Got a better definition? Add it!
Οι σκληρές και δυναμικές αντιπαραθέσεις στα παράθυρα τηλεοπτικών εκπομπών, τα γνωστά παραθύρια, όπου εκτός από την γόνιμη ανταλλαγή επιχειρημάτων κυριαρχεί συχνά και η παραθυρομουρμούρα, το ξεκατίνιασμα και η τηλετσιρίδα μεταξύ των παραθυρόσκυλων που κοκορομαχούν.
1. Μάλλον ο πρόεδρος είχε κακό προαίσθημα. Οι βουλευτές μοιάζουν να έχουν επιλεγεί ως dream team των τηλεοπτικών πάνελ. Εχουν ο καθένας στο ενεργητικό του πολλές ώρες τηλεοπτικής πτήσης και έχουν διαπρέψει σε παραθυρομαχίες. Ειδική κατηγορία από μόνος του είναι ο χρυσαυγίτης που όταν κουράζεται από τα λόγια δεν έχει κανέναν ενδοιασμό να εκφραστεί μπουγελώνοντας ή γρονθοκοπώντας.
2. Είτε για παραθυρομαχίες πρόκειται, είτε για αερολογίες στρογγυλής τραπέζης, φωνάζουν όλοι μαζί. Μένει στο μυαλό του τηλεθεατή, η ατάκα που ακούστηκε σε μια στιγμή ησυχίας.
3. Όταν ολόκληρη η Ευρώπη φτιάχνει το μέλλον της κοιτώντας τα μόνιτορ, οι Έλληνες βλέπουν παραθυρομαχίες στην TV.
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται κυρίως από φοιτητές για την επίδειξη σεξουαλικών προσόντων και τη δυνατότητα διαχείρισης μεγάλων μαζών.
- Μαλάκα χτες γνώρισα μια βουβαλίτσα ό,τι πρέπει για τα κυβικά σου.
- Ε κάνε τα κουμάντα σου, πιστεύω πως την κατέχω τη φυγοκέντριση.
- Ε ψιτ μεζεδάκι
- Σε εμένα μιλάτε κύριε,
- Ναι, πώς θα σου φαινόταν να σου περάσω μια φυγοκέντριση;
- ΠΣΣΣ (σπρέυ πιπεριού)
Got a better definition? Add it!
Δεν αναφερόμεθα στον πληθυντικό του κλειδιού, αλλά στην κακόβουλη συνήθεια ορισμένων να βγάζουν τα απωθημένα τους γδέρνοντας αυτοκίνητα με κλειδί ή κατσαβίδι.
Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες (συχνά αλληλοεπικαλυπτόμενες) λεβέντηδων που προβαίνουν σε κλειδιές ή κατσαβιδιές:
Καταγράφουμε για λόγους πληρότητας τις περιπτώσεις θυμάτων κλινικής ιδιωτείας που λόγω δεισιδαιμονίας κάνουν κλειδιές στα γίδια τους τα αμάξια για το μάτι.
Εκ του κλειδιού και του γαμοσλανγκοεπιθήματος -ιά.
1.
Αν σε ένα όχι ιδιαίτερο αυτοκίνητο όπως το δικό μου (sx4) γίνονται αυτές οι ζημίες, οι οποίες πλέον δεν με πολυενδιαφέρουν αφού το έχω πάρει απόφαση, σε ένα καλλίτερο και ακριβότερο αυτοκίνητο τί θα γίνονται; Κλειδιές, ξυσίματα, βαθουλώματα. Αξίζει να δίνεις μια περιουσία και να φθείρεται κακόβουλα και μη από ζώα χωρίς ίχνος συνείδησης;
2.
Στο πρόβλημα των κάφρων που παρκάρουν λες και βρίσκονται στην στάνη τους, η λύση είναι μια και βρίσκεται στις τσέπες όλων μας. Τα κλειδιά του σπιτιου!!!!!!!!!!!!! Λύση δοκιμασμένη και σίγουρη. Μην κουράζεσαι, μετά από μια ''κλειδιά'' στην λαμαρίνα ούτε να το σκεφτεί να το ξαναπαρκάρει εκεί. Όλα τα άλλα είναι ημίμετρα, δυστυχώς
3.
Στο εξωτερικό δεν κάνουν κλειδιές (δεν έχει κακοήθεις Έλληνες που λεν να ψοφήσει ο γάιδαρος του γείτονα) και έχουν συνήθως κλειστά παρκινγκ για αυτό είναι ενάντια στις κουκούλες και φυσικά δίκιο έχουν! Στην Ελλάδα πιστεύω δεν ζηλεύουν το καλό αυτοκίνητο, αλλά τον εργατικό ιδιοκτήτη που το προσέχει ασχέτως κόπου. Απόδειξη όταν είναι τρακαρισμένο και ρυπαρό, κανένας δεν το γρατσουνά.
Got a better definition? Add it!
Η ηλεκτρονική συσκευή που δέχεται να παίξει, να αναπαράγει και να γράψει ψηφιακά δίσκο, η συσκευή DVD PLAYER και DVD WRITER.
Λέγεται κυριολεκτικώς αλλά και με σατιρική διάθεση για όσους κομπάζουν ότι έχουν τέτοια συσκευή. Μπορεί να είναι αυτοτελής συσκευή, που συνδέεται με την τηλεόραση ή τον δέκτη, μπορεί να είναι και μέροςτ ου εξοπλισμού ενός κομπιούτερ ή ενός λάπτοπ.
Η Αλέκα πήρε νέα ντιβιντιέρα.
Του χάλασε η ντιβιντιέρα του πί σι.
Got a better definition? Add it!
Η κατάσταση αποφόρτισης κάποιου από την μονοτονία της εργασίας ή άλλης φορτικής ενασχόλησης. Επί της ουσίας σχεδόν λέξη οξύμωρη, εφόσον υπαινίσσεται την επιδίωξη κάποιας γαλήνης και ηρεμίας.
Σημαίνει επίσης σπάω την αλυσίδα των επαναλαμβανόμενων όμοιων γεγονότων με κάτι, που όμως δεν προϋποθέτει έντονη δραστηριότητα, αντιθέτως μάλιστα. Ξεκουράζομαι απ την βαρεμάρα, αλλάζω περιβάλλον, κάνω κάτι άλλο, πάω κάπου αλλού, είναι επίσης μερικές συνώνυμες έννοιες.
Ο Ρουσέτος πήγε στην Αίγινα να ξεβαρεθεί.
Θα πάω στην Αμοργό μια βδομάδα να ξεβαρεθώ.
Πήρε δυο μέρες αναρρωτική και ξεβαρέθηκε, ήρθε ανανεωμένος.
Got a better definition? Add it!
Εσεμεσιάζομαι, στέλνω μήνυμα στο κινητό.
Όλη μέρα μηνυματίζεται με τη μάνα της.
Οδηγεί και μηνυματίζεται όλη την ώρα, καμιά μέρα θα καρφωθεί και θα την κλαίμε.
Got a better definition? Add it!
Όρος του Τουίτερ, εκ του στερητικού α- και του αγγλικού ρήματος mention (= αναφέρω κάποιον), σημαίνει το τιτίβισμα, όπου δεν υπάρχει ρητή αναφορά σε ποιον αναφέρεται, δεν υπάρχει δηλαδή ταγκάρισμα, hashtag ή άλλου είδους μένσιο.
Όπως ορίζεται προσφυώς εδώ, πρόκειται συνήθως για «μπηχτή την οποία ο γράφων δεν είχε τους όρχεις να πει στα μούτρα αυτού στον οποίο απευθύνεται. Συνήθως κρύβει (όχι πολύ καλά) ερωτικό/σεξουαλικό ενδιαφέρον» (δες επίσης και εδώ). Μία συναφής συνέπεια είναι ότι πετώντας μια μπηχτή χωρίς να κατονομάζεις, μπορείς να τσεκάρεις ποιος έχει την μύγα και μυγιάζεται, ή και να δημιουργήσεις μια κατάσταση εκ του μηδενός, να οξύνεις την περιέργεια κ.ο.κ. Κάτι σαν τα «Σε είδα» της Athens Voice ένα πράμα.
Ο όρος αμένσιοτο έχει πλέον μεταφερθεί και σε άλλα σόσιαλ μήντια, όπως το Φέισμπουκ, ενώ οι πλέον καμένοι σοσιαλμηντιάδες μπορεί να το μεταφέρουν και στην πραγματική ζωή για ανώνυμες μπηχτές.
2. Το προηγούμενο έφυγε αμένσιοτο κατα λάθος. Αλλά κατάλαβες.
3. Λέω ας το διάολο θα ρίξω τα μούτρα μου και θα τον πάρω τηλέφωνο, θα του στείλω μήνυμα στο fb, αμένσιοτο στο twitter... όλα τα σχετικά.
Got a better definition? Add it!