Παραλλαγή για την έκφραση πίπες. Το λατινοπρεπές του πράγματος την κάνει πιο ανάλαφρη, λιγότερο ή καθόλου πρόστυχη και την καμουφλάρει αισθητά.

- Τι έγινε, τα βρήκατε;
- Λος πίπος. Τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published

Η πληθωρική γυναίκα, η προικισμένη από τη φύση, η γυναίκα που έχει «πλούσια τα ελέη». Παραπέμπει στο ξενικό (αργκό) boob -εξ'ου και boob-ou (βλέπε επίσης και μπουμπόνια ελληνιστί).

- Κοίτα μια μπουμπού!!
- Πω!!!! Κάβλωσα!!!

(από greeklover, 12/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάθε γκόμενα η οποία προσποιείται ότι σε γουστάρει, αλλά κατά βάθος αρκείται στο να σε ανάψει και να μην προχωρήσει καθόλου σεξουαλικά.

Προκύπτει από τον συνδυασμό των αγγλικών λέξεων cock (πέος) και tease (πείραγμα). Βλ. (εδώ).

- Βρε μαλάκα, η Εύα σε γουστάρει; Άκουγα πριν στην καφετέρια που σου μίλαγε πρόστυχα.
- Όχι ρε παπάρα, cock tease είναι.
- Δηλαδή;
- Ε τις ίδιες παπαριές μου λέει επί ένα μήνα. Ότι θέλει να την βάλω κάτω, να την γλείψω και κάτι άλλες αρκούδες. Η γκόμενα πολύ απλά παίζει. Όποτε την παίρνω τηλέφωνο ή στέλνω SMS ποτέ δεν απαντά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει την χολιγουντιανού επιπέδου επικίνδυνη αποστολή κάποιου να γαμήσει μια χοντρή γυναίκα τύπου Φάλαινα Άντερσον.

Οι ρίζες της έκφρασης εντοπίζονται στη ταινία Free Willy, όπου Willy το όνομα της πρωταγωνίστριας φάλαινας. Η ομοιότητα της γυναίκας όρκας με την προαναφερθείσα φάλαινα γέννησε το Fuck Willy, το οποίο είναι κι αυτό ένα εντυπωσιακό θέαμα.

- Λοιπόν παιδιά, σήμερα έχει Fuck Willy στο πρόγραμμα.
- Καλά ρε σαβουρογαμόσαυρε, πάλι χοντρές θα κυνηγάμε;

(από nobody, 16/08/11)(από nobody, 16/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από το αγγλικό top το οποίο και σημαίνει κορυφή, κορυφαίος γενικότερα, και το συνθετικό μουν- από την λέξη μουνάρα. Αυτονοήτως αντιλαμβάνεσθε ότι πρόκειται για την κορυφαία μουνάρα γκόμενα στην κυριολεξία.

Σπανιότερα χρησιμοποιείται και για αντικείμενα που τυγχάνουν σεβασμού για την σχεδιασή τους, όπως αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες κ.ά.

- Και νόμιζα την Τασία για μουνάρα, μέχρι που είδα την Ασπασία!!! Τι τοπ-μουν είναι αυτό!!!!!!!

Δες και τοπ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τίτλος μεταπτυχιακών σπουδών ο οποίος αυτομάτως προσδίδει κύρος στον κάτοχό του. Παρερμηνεύοντας τα αρχικά, το λήμμα Ph.D μεταφράζεται σε Pretty Huge Dick, ή, ελληνιστί, αυτός ο οποίος διαθέτει αρκετά μεγάλο μόριο.

Κοινώς κρεατόμπαρα, μαλαπέρδα, ανακόντα κ.τ.λ,. το οποίο επίσης προσδίδει μεγάλο κύρος στον κάτοχό του!!!

- Μωρή Τασία, κοίτα πώς φουσκώνει το μαγιό του τύπου!!!!
- Ναι, ναι!! Θα έχει Ph.D...

Βλ. και P.h.D.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυπριακή εκδοχή της τιμημένης πίπας. Το συγκεκριμένο μπουκιτσί χαρακτηρίζεται από αδρές και σταράτες κινήσεις και αυξημένη ποσότητα σίελου, πιθανώς λόγω των κλιματολογικών ιδιαιτεροτήτων της μαρτυρικής Μεγαλονήσου. Έγινε δε γνωστό στον Ελλαδικό χώρο κυρίως λόγω του σημαντικού αριθμού κυπριακών κορασίδων στα ανώτερα και ανώτατα ιδρύματα της χώρας, που επιδίδονται στο προαναφερθέν ευγενές άθλημα. Οι απόψεις περί της ανωτερότητάς του, έναντι της εγχώριας εκδοχής, διίστανται και τα σχετικά πορίσματα ελέγχονται ως προς την εγκυρότητά τους.

- Εεε τσε κάμω του ένα πλοουτσόπ, εν εμπόρει να πάρει τα πόδια του!
- Ε τζιαμαιιί!

blow job by Kasparof (από GATZMAN, 22/06/11)

Βλ. και απάνθισμα Κυπριακών λημματουδιών

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πίπα. Χρησιμοποιείται όταν ο πεοδότης διηγείται σε φίλο του την επομένη της πεολειχίας, αλλά ψιλοντρέπεται να πει τα πράγματα με το όνομά τους.

- Για πε ρε, τι έγινε τα ψε με το παστάκι; Μπήκε ο σύρτης;
- Ε να μωρέ, όχι... Σκότι Πίππεν μόνο.
- Σσσσσσς! 'Ελα ρε πεωσφόρε! Την κέρασες πρωτείνη;
- Μπα, αερόπιπα έκανε. Ίσα που ξερόχυσα.

O Scottie Pippen με την στρατηγικού αναστήματος καλή του. (από Vrastaman, 14/06/11)Jim Beam me up Συκώτι (από Vrastaman, 18/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τουρκική έκφραση που σημαίνει κατά λέξη «πέος μέχρι εδώ» (όχι βέβαια με την επιστημονική του ονομασία) και συνοδεύεται από χειρονομία που δείχνει στο ύψος του στήθους.

Ταιριάζει με την ελληνική έκφραση «στ' αρχίδια μου», η οποία εμπλέκει τους γειτονικούς αδένες του παραπάνω οργάνου και εκφράζει την υπέρτατη αδιαφορία (στομπουτσισμό).

Φραπεδόμυαλοι, καναπεδόμυαλοι πήρε φωτιά το Κορδελιό κι εσείς σικιμέ καντάρ μέσα στα σαλόνια σας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βαρεμάρα που δεν πάει άλλο και που έχει σαν αποτέλεσμα το πήξιμο, την πηξομουνίαση, όταν δηλαδή έχει πήξει το μουνί μας.

Η έκφραση θέλει να ακούγεται ξενική (πχ όπως ακούγεται το κλάιν μάιν) και ταιριάζει ωραία με το λογοπαίγνιο μουν (μουνί) και moon (φεγγάρι).

Υπάρχει και το πυξλαμούν ή, όπως πρωτολανσαρίστηκε η έκφραση: Πυξ μουν λαξ, λογοπαίγνιο με το γκρουπάκι Πυξ Λαξ. Για όσους πήζουν ακούγοντάς τους, το λογοπαίγνιο είναι ακόμα πιο πετυχημένο.

- Πολύ πηξ μουν λαξ σε βλέπω, τι τρέχει;
- Τίποτα, πήζω.

(από Jonas, 27/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified