Όρος που ξεπηδάει μέσα από την νεοαστική Ελληνική πραγματικότητα με κοινωνικές αναφορές, αλλά συνάμα και ρατσιστικά υπονοούμενα.

Περιγράφει το επίπεδο μπουρδελοποίησης ενός χώρου (σπίτι, γραφείο, δωμάτιο ή ακόμα και κάποιο μαγαζί). Η φράση προσπαθεί να συμπυκνώσει όλη την μπίχλα, την μπόχα, την στενότητα καθώς και την απάλευτη κλειστοφοβική ατμόσφαιρα που μπορεί να διαθέτει μία τέτοια γκαρσονιέρα, η οποία φιλοξενεί αρκετά άτομα της προαναφερθείσας εθνικότητας (προκρίνονται οι Πακιστανοί, καθώς λόγω διατροφικών συνηθειών κάρυ, κουρκουμάς, παστουρμάς και λοιπά καρυκεύματα τα χνώτα, οι κλανιές και η ιδρωτσίλα ζέχνουν ιδιαιτέρως, με αποτέλεσμα τα παραπάνω δυσάρεστα συμπτώματα.

Σπανιότερα περιγράφει κι άλλους χώρους, όπως παραμελημένα εσωτερικά αυτοκινήτων και αραχνιασμένα μουνιά.

- Ρε Πίκη, σκέφτομαι να ζητήσω τα κλειδιά του σπιτιού του Φίφη για να παρκάρω την Ευλαμπία...
- Καλά ρε! Είσαι εντελώς τελεμές; Το σπίτι του Φίφη δεν κάνει ούτε για γκαρσονιέρα Πακιστανών! Για πήδημα θα την πας την Ευλαμπία, ή για να κάνει την καθαρίστρια;

(από Vrastaman, 29/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για βαθμό στην ιεραρχία της πουστροσύνης. Ανήκει στις υψηλές βαθμίδες (από ταξίαρχος και πάνω) και για να αποκτηθεί πρέπει η αδέλφω να έχει περάσει πολλά σχολεία και ειδικότητες, όπως:
Το Σ.Α.Μ. (Σχολείο Αιχμαλώτων Μυκόνου) Το Σ.Τ.Α. (Σχολείο Τσιμπουκιού με Άπνοια) Την Σ.Ε.Α.Α (Σχολή Επιμόρφωσης Ανωτάτου Αδελφάτου) κ.α.

Μετά από το χρίσμα, έχει την εξουσιοδότηση να προσηλυτίζει και να επιμορφώνει άλλες μικροαδελφές που ξεκινάνε τώρα την καριέρα τους και ανήκουν σε υποδιέστερες βαθμίδες, όπως πουστρόνια, ψευδοgay, metrosexual κ.τ.λ.

Ικανή προϋπόθεση για να γίνει κάποιος κουδούνα, είναι να έχει διατελέσει κρυφόπουστας και δη παντρεμένος με παιδιά (προάγεται άμεσα από αρχιπούστρας σε κουδούνα).

Δεν νομίζω ότι χρειάζεται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από το αγγλικό top το οποίο και σημαίνει κορυφή, κορυφαίος γενικότερα, και το συνθετικό μουν- από την λέξη μουνάρα. Αυτονοήτως αντιλαμβάνεσθε ότι πρόκειται για την κορυφαία μουνάρα γκόμενα στην κυριολεξία.

Σπανιότερα χρησιμοποιείται και για αντικείμενα που τυγχάνουν σεβασμού για την σχεδιασή τους, όπως αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες κ.ά.

- Και νόμιζα την Τασία για μουνάρα, μέχρι που είδα την Ασπασία!!! Τι τοπ-μουν είναι αυτό!!!!!!!

Δες και τοπ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξελληνισμός της ιταλικής λέξης greco η οποία σημαίνει ελληνικός.

Άρχισε να αναφέρεται από κοσμημοτοπώλες τουριστικών νησιών (Μύκονος, Σαντορίνη, Πάρος κ.τ.λ.) στο τέλος των '80s αρχές '90s, περιγράφοντας διάφορα κοσμήματα με ελληνικές παραστάσεις και θέματα, όπως διάφορα δελφινάκια, κίονες, ακροπόλεις, προτομές αρχαίων σοφών και ηρώων (Περικλής, Μέγας Αλέξανδρος, Λεωνίδας κ.τ.λ.), μαίανδρους, Μινώταυρους και χίλια δύο άλλα μυθικά ή μη πρόσωπα.

Τις περισσότερες φορές δε είναι αμφιβόλου αισθητικής, παραφορτωμένα και κακής ποιότητας. Παράταιρες πέτρες, κακά υλικά και καλούπια και πολλές φορές κατασκευασμένα από άτομα τα οποία δεν είχαν καμιά γνώση ιστορίας, μιας και απεικόνιζαν άλλα πρόσωπα και στις τυχούσες περιγραφές είχαν άλλα ονόματα. Κλασσική περίπτωση ήταν μία μεγάλη παρτίδα από «Μεγαλέξανδρους» που όμως απεικόνιζαν τον Περικλή με την κλασσική μορφή που είχε στο παλαιό 20άρικο!!!

Πέρασε λοιπόν πλέον η λέξη να έχει το νόημα της κακής απομίμησης, αλλά και του αντικειμένου ευτελούς αξίας και κακής αισθητικής.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για νεοέλληνες με μεραγκλαντάν αισθητική.

- Μάντεψε τι μου άφησε κληρονομιά η θεία μου η Μέλπω. Ένα νόμισμα των κλασσικών χρόνων δεμένο σε μενταγιόν!!!!
- Μα είσαι εντελώς χάπατο!!! Αυτό είναι γκρέκα από πλανόδιο στην Ίο!!!!

Στέλλα Γκρέκα. Τώρα, αν έχει και καμιά σχέση με τη Γκρέκα φίλμς, who knows? (από GATZMAN, 28/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος ο οποίος προέκυψε από φίλο, ο οποίος διατηρούσε την δεκαετία του '90 κοσμηματοπωλείο στην Μύκονο.

Πέρα από την στάνταρ πελατεία που προερχόταν είτε από τους ντόπιους είτε από τους τουρίστες, σημαντικό ποσοστό της πελατείας του μαγαζιού ήταν τα ξένα κρουαζιερόπλοια τα οποία έδεναν για λίγες ώρες στο λιμάνι. Οι καταστηματάρχες είχαν τα δρομολόγια των κρουαζιερόπλοιων και, όταν κόντευε κάποιο, όλοι έβγαιναν περιχαρείς στα σοκάκια και φώναζαν για παράδειγμα: Το Queen Elizabeth φτάνει σε τρία τέταρτα!!!Ετοιμαστείτε!!!

Με το πέρασμα του καιρού όμως και με την οικονομική ύφεση, τόσο το επίπεδο των τουριστών, όσο και η συχνότητα των περασμάτων των ξένων κρουαζιερόπλοιων, άρχισαν να φθίνουν. Οι καταστηματάρχες τοποθέτησαν λοιπόν τις ελπίδες τους και στα Ελληνικά πλοία και τουρίστες. Οι ελπίδες όμως αποδείχθησαν φρούδες,καθώς οι περισσότεροι τουρίστες αυτών των πλοίων ήταν συνήθως αδέκαροι ή πολύ μεγάλοι σε ηλικία (groups ΚΑΠΗ), με αποτέλεσμα οι πωλήσεις να μην ήταν αντάξιες των προσδοκιών τους.

Πολλές φορές μάλιστα απασχολούσαν τα μαγαζιά με πολλές ερωτήσεις για πανάκριβα κοσμήματα και για πολύ ώρα, μέχρι τελικά να αγοράσουν κάποιο τσαρμάκι ή «γκρέκα» (τα γνωστά δελφινάκια, Μεγαλέξανδροι, κίονες κ.τ.λ.) ευτελούς αξίας. Έτσι λοιπόν όταν ανακοινώνοταν η άφιξη αντίστοιχου πλοίου, όλοι περιλυπείς αυτήν την φορά φώναζαν: Το «Κούλα Εξπρές» πιάνει σε λίγο, κουράγιο...

Σημ.: Το «Κούλα» μπορεί κάλλιστα να αντικατασταθεί και με άλλα λαϊκά γυναικεία ονόματα, όπως Πίτσα, Τούλα, Πόπη κ.τ.λ.

Στην καθημερινότητα λοιπόν έχει περάσει πιά ο όρος, για να περιγράφει λούμπεν καταστάσεις και ξεπεσμένες/καγκουρέικες ορδές πληθών.

- Ρε μαλάκα σε τι κλάμπ μας έφερες; Τι γκόμενες είναι αυτές που μαζεύει το μαγαζί;
- Έλα ρε μην κάνεις έτσι. Θα έπιασε το Κούλα Εξπρές φαίνεται σήμερα. Αύριο θα είναι καλύτερα...

Κούλα καλεί Χαράλαμπο.... οβερ (από GATZMAN, 26/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως αναφέρεται για να χαρακτηρίσει ένα άτομο όσον αφορά τις εντελώς ανύπαρκτες ή κατά πολύ μειωμένες δεξιότητες που κατέχει σε κάποιο συγκεκριμένο τομέα.

  1. - Νομίζω ότι ο Τάσος είναι και γαμώ τους λογιστές.
    - Ποιός, αυτός; Μεγάλη φλούδα ρε αδελφάκι μου! Αυτός νομίζει ότι το Φ.Π.Α. σημαίνει Φάε Πούστη Αχλάδια!!!

  2. - Προχθές στο μπιλιαρδάδικο ο Χρήστος έκανε δηλώσεις ότι θα σκίσει τον Μπάμπη μεθαύριο. Θα γίνει χαμός!!!
    - Τι χαμός ρε γκοτζίλα; Αφού ο Χρηστάρας είναι και μεγάλη φλούδα... Θα τον πιει κανονικά από τον Μπάμπη!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση η οποία χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να περιγράψουμε κάποιον, ο οποίος ενώ δηλώνει, είτε λεκτικά, είτε με την συμπεριφορά του, τον βαθμό μαγκιάς του, στην ουσία είναι φλούδας και φανφάρας με ούτε ένα δράμι μαγκιάς επάνω του.

- Μαλάκα μην τυχόν και πειράξει την Τούλα, γιατί είναι η έτσι του Μεγάλου!!!
- Σιγά τον μάγκα! Μαγκιά, κλανιά κι εξάτμιση είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τίτλος μεταπτυχιακών σπουδών ο οποίος αυτομάτως προσδίδει κύρος στον κάτοχό του. Παρερμηνεύοντας τα αρχικά, το λήμμα Ph.D μεταφράζεται σε Pretty Huge Dick, ή, ελληνιστί, αυτός ο οποίος διαθέτει αρκετά μεγάλο μόριο.

Κοινώς κρεατόμπαρα, μαλαπέρδα, ανακόντα κ.τ.λ,. το οποίο επίσης προσδίδει μεγάλο κύρος στον κάτοχό του!!!

- Μωρή Τασία, κοίτα πώς φουσκώνει το μαγιό του τύπου!!!!
- Ναι, ναι!! Θα έχει Ph.D...

Βλ. και P.h.D.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη η οποία αποτελείται από δύο συνθετικά: παπαριά + βιολί.

Οι μεν παπαριές σημαίνουν τις μαλακίες που μπορεί κάποιος να λέει, και το βιολί προκύπτει από την φράση: Και αυτός το βιολί του.

Και τα δύο μαζί, συνθέτοντας την λέξη παπαροβιολιές, υποδηλώνουν ότι κάποιος, εκτός από τις μαλακίες που λέει, έχει και εμμονή με τις συγκεκριμένες έτσι ώστε να τις επαναλαμβάνει συνεχώς.

- Συνάντησα τον Σωτήρη προχθές τυχαία μετά από πολύ καιρό.
- Τι κάνει;
- Τα γνωστά. Τις ίδιες παπαροβιολίες λέει ως συνήθως...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προκύπτει από το Γαλλικό faux bijoux το οποίο και σημαίνει ψευδοκόσμημα.

Κρατώντας την λέξη faux που σημαίνει ψεύτικος, συμπληρώνουμε την λέξη vijoux (αλλάζοντας στην ουσία το πρώτο γράμμα της λέξης bijoux, έτσι ώστε να εξυπηρετεί ηχητικά) και η οποία προφέρεται βιζού, παραπέμποντας στο βυζί-βυζιά.

Χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να δηλώσουμε ότι κάποια γυναίκα έχει ψεύτικο στήθος από σιλικόνη.

- Κοίτα ρε Ξενοφώντα κάτι βυζόμπαλα που έχει το μωρό στο ταμείο!!!
- Τι να δώ ρε μαλάκα; Αυτή είναι faux vijoux!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified