Είμαι μετά του γκομενέτου.
Παρέα με το γκομενί, τα γκομενάκια, τις γκομενάρες.

Προέρχεται κι αυτό (όπως και το ντελαμαγκέν), από την υπερσλανγκική Ζαγωραία βαρυμπομπία, "Έντε λα μαγκέτε Bοτανίκ" (1975), που είναι η γαμάτη διασκευή του ρεμπέτικου "Ο μάγκας του Βοτανικού" (1933, 1η εκτέλεση Κασιμάτης).

♪♫ Άντε α λα φουμέντο
και μαστουριόρε
με τε γκομενέτε ο ντεκέ
και οι αγγέλω πατημέντο,
φλόκο ντ' αργιλέ.
♪♫

μετάφραση:
Άιντε τη φουμάρει,
και μαστουριάζει
Με τη γκόμενά του στον τεκέ
Κι η Αγγέλω τους πατάει
Φωτιές στον αργιλέ
(εδώ)

Σπύρος Ζαγοραίος, Έντε λα μαγκέτε Bοτανίκ

  1. Είναι και αυτός ο ζαγοραίος έρωτας.. με τε γκομενέτε ο ντεκέ ρε πούστη μου. (εδώ)

  2. Μικρός ειναι ο κόσμος όταν συναντας παλιό φίλο στο εξωτερικό, κανονιζεις για καφε με τε γκομενετε κι έρχεται με μια πααααααρα πολύ γνωστή σου (εδώ)

  3. Ουφ δεν μπορω το βραδινο τουιτερ, δεν ειστε με τε γκομενετε και αρχιζετε τα καψουροτραγωδοτουι, καληνυχτα (εδώ)

  4. Τι "με τε γκομενέτε" και βλακείες ρε. Ας μετονομαστεί ο στίχος σε "χαζογκομενέτε" να ταυτιστεί λαός.

  5. Και όχι τίποτις άλλο αλλα εσείς οι μετεγκομενετε στα καλά παιδιά το παίζετε δύσκολες και πάτε και πηδιεστε με κάτι χλιμιτζιρολυγούρια... (εδώ)

  6. Να εδώ με τον κιθαρίστα μου θάβουμε τε γκομενέτε (εδώ)

  7. Τώρα αλήθεια...O Mεϊμαράκης δεν είναι ο "άιντε λα φουμέντο και μαστουριόρε με τε γκομενέτε ο τεκέ" σε άνθρωπο; #ERTdebate2015 #debate (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μνημειώδης, διχαστική, πατερναλιστική όσο και υπεραπλουστευτική παραίνεση για να γίνει αποδεκτό κάποιο πρόσωπο ως η καλύτερη δυνατή λύση προκειμένου ν' αποφευχθούν τα χειρότερα.

Η φράση έλκει την πατρότητά της από τον Μίκη Θεοδωράκη, που εν μέσω του χάους και της ακυβερνησίας που προκάλεσαν τα τραγικά γεγονότα της Κύπρου το 1974, είχε υπερβεί παλιότερες προσωπικές πολιτικές αντιπαραθέσεις, θέτοντας στο λαό το δίλημμα «Ή ο Καραμανλής ή τα τανκς.»

Συνώνυμο (περίπου): Το μη χοίρον, πρόβατον.

Επιστροφή του Μπάμπη Τενέ ως σωτήρα στον πάγκο του Ιωνικού, «βλέπουν» ορισμένες εφημερίδες. Στην πραγματικότητα, η ομάδα έχει περιέλθει σε τόσο οριακό σημείο, που το πραγματικό ζήτημα που τίθεται είναι «ή ο Τενές ή τα τανκς».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερθετικός βαθμός της κατάστασης «Βέγγος», δηλαδή τρέχω απίστευτα, κυριολεκτικά ή μεταφορικά.

Προκύπτει από τα γνωστά σκετσάκια του αξέχαστου Άγγλου κωμικού (Benny Hill 1924 - 1992), σε πολλά από τα οποία ενώ ο ίδιος έτρεχε, το φιλμ παιζόταν σε μεγαλύτερη ταχύτητα, με το γνωστό μουσικό κομματάκι να τον συνοδεύει (Yakety Sax).

- Τι λέει; Πώς πάνε οι ετοιμασίες για τον γάμο;
- Άσε φίλε, έχω γίνει Μπένυ Χιλλ. Δεν προλαβαίνω ούτε να κλάσω...

(από Jonas, 20/10/10)(από Jonas, 25/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία της λέξης προκατασκευασμένος, αλλά και της λέξης προκατεψυγμένος. Κάτι το προκάτ δεν είναι ποτέ «ορίτζιναλ» και απευθύνεται στην λαϊκή κατανάλωση, καθότι φτηνότερο ποιοτικά και οικονομικά. Είναι η εύκολη λύση. Προκάτ, κατ' επέκταση, χαρακτηρίζουμε οτιδήποτε ετοιματζίδικο, είτε είναι τρόφιμο, είτε είναι σπίτι, είτε είναι κατάσταση (στην τελευταία περίπτωση είναι συνώνυμο του «σικέ»).

Συλλογικό σύμπτωμα που καλά κρατεί ακόμα και χρονολογείται από την αντίστοιχη μανία της δεκαετίας του '70 για ετοιματζίδικα πράγματα (κονσέρβες, κατεψυγμένα, προκάτ εξοχικά, κλπ). Εξάλλου η ίδια η λέξη παραπέμπει στις περίεργες συντομογραφίες από φίρμες της δεκαετίας αυτής: σόφτεξ, πυρκάλ, χρωπεί, μπυράλ, κλπ

  1. - Μπράβο, μαλάκα. Σε ωραία ταβέρνα μας έφερες. - Γιατί ρε, τι σού 'φταιξε πάλι; Μια χαρά είναι το μαγαζί.
    - Ταβέρνα που σερβίρει προκάτ πατάτες, ρε μαλάκα; Δε μας πήγαινες στα μακντόναλντζ καλύτερα;

  2. - Ωραίο σπιτάκι αυτό, ε; Ένα τέτοιο θα ήθελα για εξοχικό.
    - Σιγά το ωραίο ρε μαλάκα, προκάτ είναι, δεν το βλέπεις; Μια να δώσεις στον τοίχο θα πέσει όλο...

  3. - Είδες, τελικά, που ήταν γραφτό να τα φτιάξουν ο Μιμίκος και η Μαίρη;
    - Ε όχι και γραφτό, καραπροκάτ ήτανε, μήνες το έστρωνε η μάνα της...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε κάποιο σκετς πριν από χρόνια, νομίζω Χάρρυ Κλυνν, είναι μια γιαγιά με τον γιο της και βλέπουν αρχαία τραγωδία στα γερμανικά σε φεστιβάλ. Ακούγονται πολύ βίαιοι ήχοι και κλαπατσίμπαλα, και σε κάποια φάση μέσ' από Γερμανικά που θυμίζουνε Ναζί, ακούγεται κι ένα «Ορέστη». Κι ο πρωταγωνιστής λέει «Σώπα ρε μάνα, του την έδωκε του Ορέστη»! Την λένε από τότε πολλοί για πολλή κουλτούρα που δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Και για καταστάσεις που είναι πολύ άγριες και κοιτάει ο καθένας πώς να την βολέψει και πώς να την πουλέψει...

- Πας μέχρι το περίπτερο να μου πάρεις ένα Γκλάμουρ;
- Κάτσε αγάπη μου, δεν βλέπεις; Τα ΜΑΤ ορμούν! Του την έδωκε του Ορέστη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να πειράξουμε κάποιον επειδή είναι / μας φαίνεται πολύ χαρούμενος. Προέρχεται από τη γνωστή διαφήμιση που λέει: «Είμαι κεφάτη, ψωνίζω απ 'τον Βερόπουλο».

- Επ, Παυλάκο, γιατί τέτοια κέφια; Ψώνισες από τον Βερόπουλο;

Μα πόσο ευτυχισμένοι ήταν οι άνθρωποι τότε... (από vikar, 19/08/08)(από Khan, 13/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified