Selected tags

Further tags

Η μπαργούμαν, ο θηλυκός μπάρμαν. Η ετυμολογία της λέξης χάνεται στα ντουμάνια και στις θάλασσες αλκοόλ. Φημολογείται ότι προέρχεται από τη λέξη μάνα. Όπως η μάνα θηλάζει τα παιδιά της,έτσι και η μπαρμάνα θηλάζει τους πότηδες και τους ξενύχτηδες. Η μάνα με το βυζί της, η μπαρμάνα με το μπουκάλι της...

Δώσε μου κάτι μπαρμάνα, έχει ξεραθεί το στόμα μου...

Συνδυασμός βυζομάνας και μπαρμάνας. (από Khan, 31/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πρέζα, η ζουζού.

Ψάχνει για τη ζούζα του, να στανιάρει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη η σημασία της οποίας γίνεται αντιληπτή στην Βόρεια Ελλάδα κυρίως και βασικά στη Θεσσαλονίκη. Δεν την χρησιμοποιούμε συχνά στην πρωτεύουσα λοιπόν γιατί μάλλον δεν θα μας καταλάβει κανείς. Το λάμδα εξυπακούεται ότι είναι παχύ σαν τον Βαγγέλη τον Βενιζέλο.

Πρόκειται φυσικά για την πασίγνωστη σε όλους μας ρετσίνα «Μαλαματίνα», το αλκοολούχο νέκταρ των φτωχών πλην τίμιων καφενόβιων. Συνοδεύοντας συνήθως λίγο τσιτσί δημιουργεί έναν συνδυασμό που μένει αξέχαστος. Αλλά πού να ξέρουμε εμείς οι χαμουτζήδες...

- Τι θα πιείτε παιδιά;
- Εγώ μια μπύρα.
- Κι εγώ μια μαλ(λ)άμω.
- Έγινε.

(από Παγράτσου Κολιάτι, 22/10/13)(από allivegp, 23/10/13)

Επώνυμα ξίδια: μαλάμω (Μαλαματίνα), Ιωάννης Βαδιστής, ο Γιάννης που πορπατάει, Περπατόγιαννος (Johnnie Walker), πέρδικα, φάμους γκράους (Famous Grouse), εκατό πίπες (100 Pipers), δεκατεσάρ' (Cutty Sark), θείος Τζακ (Jack Daniels).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα τριπάκια (βλ. ορισμούς) στα ποδανά.

Πάσα (Δ.Π.): Σφυρίζων.

  1. Με πακιατρι και με φουσμπά... να υποδεχτουμε ολοι μας τη νεα χρονια (Εδώ).

  2. Χαχαχαχα, αμα το ψήνεις να κάνω και beach πάρτυ με τον μάνι να καούμε στα πακιατρι χαχαχαχα (Εδώ).

  3. χαλαλι του αυτοι εδω ουτε με πακιατρι ρε δεν παιζουνε.. για υπνοστεντονακηδες τους κοβω. (Σχόλιο στην Βουβουζέλα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τιγκαριστό ποτήρι ή φλιτζάνι: γεμάτο έως τα μπούνια, σαν καντήλι γεμάτο λάδι.

Σπάνια κουτσαβάκικη σλανγκιά.

(από σφυρίζων, 15/09/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Αχαγιώτικη βερσιόν του καπνίζω. Επίσης: καπινάω. Παράγωγο: το καπίνισμα.

  1. - Πόσα τσιγάρα καπίνισες χθες το βράδυ;

  2. - Απαγορεύεται το καπίνισμα!

  3. - Καπινάει το ένα τσιγάρο πάνω στ' άλλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επικεντρώνω την προσοχή, προσηλώνομαι, δίνω σημασία. Δίνω υπόσταση (σύμφωνα και με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία που θεωρούσε την ουσία ως μια βάση των όντων), δηλαδή με την προσοχή που αποδίδω δίνω έρεισμα στα λεγόμενα- γεγονότα κ.τ.λ., τα κάνω να υφίστανται πραγματικά.

Πολύ συνηθισμένο σε προστακτική δευτέρου ενικού (δώσε βάση) ως προτροπή σε συνομιλητή ότι τώρα είναι που πρέπει πραγματικά να προσέξει. Χρησιμοποιείται και σε περιπτώσεις όπου ο συνομιλητής καλείται να μαζέψει τις δυνάμεις του για ένα ειδικά σημείο από τα λεγόμενα ή τα πραττόμενα.

Σημαντικότερες χρήσεις του τα:

- δώσε βάση στην πενιά στο ρεμπέτικο ιδίωμα, - δώσε βάση στο νόημα ως μαγκίτικη προτροπή να προσέξει ο συνομιλητής τη βαθύτερη και ίσως υπόρρητη σημασία των λεγομένωνε, και το οποίο έλαβε και μια τροπή ειρωνική προς αρρωστουργήματα υπερκουλτουρίασης, όπου καλείσαι να βρεις το βαθύτερο μήνυμα του ποιητή,
- στη τζιβάνα δώσε βάση το τσιγάρο μη χαλάσει στο ναρκοϊδίωμα,
- σήμερα χρησιμοποιείται πολύ στο ιδίωμα του γυμναστηρίου, όταν παρακαλούμαστε να προσέξουμε την εκγύμναση ενός ειδικά μέρους του σώματός μας ή μιας ειδικά άσκησης.

Πάσα (Δ.Π.): Vikar.

  1. Κι όταν παίζει το μπουζούκι
    δώσε βάση στην πενιά
    για να θυμηθείς τα πρώτα
    Φαληριώτισσα γλυκιά (από το άζμα του Γιάννη Παπαϊωάννου εδώ).

  2. Δώσε βάση κι άκουσέ με, δώσε βάση και θα δεις, σαν κι εμένα, πίστεψέ με, άλλον άντρα δε θα βρεις. (άζμα εδώ).

  3. Άκου, Λουκά Παπαδήμο, και δώσε βάση! (εδώ).

  4. Βλακ» list για να ξεχωρίζεις τον κάφρο.. Δώσε βάση!
    - Το 70% των προτάσεων ξεκινάει με το << εγώ >>
    - Έχει καταλήξει να είναι μόνος, χωρίς φίλους και κοπέλα αλλά αυτός δεν φταίει σε τίποτα!Οι άνθρωποι είναι σκάρτοι..
    - Μιλάει με άσχημο και υποτιμητικό τρόπο για την πρώην του (εάν υπάρχει)
    - Και φυσικά θεωρεί οτι θα κάνετε και σεξ γι αυτό και συμπεριφέρεται αναλόγως. (Εδώ).

  5. Θες να την πηδήξεις; Δώσε βάση πρώτα στην ηλικία της. (Εδώ).

  6. Δώσε βάση στα τρικέφαλα! (Εδώ)

  7. Ριάνα: Δώσε βάση στους γλουτούς! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Το θηλυκό αρρωστάκι, η γυναικεία εκδοχή του πρεζάκια.

Η πρεζού απεικονίζεται ως τραγική φιγούρα από το εγχώριο φολκλόρ: μια αποστεωμένη, τρικλίζουσα και η έτοιμη για όλα ξεδοντιάρα. Φυσικά υπάρχουν και μερακλήδες που θεωρούν το ηρωινάτο λουκ αρκούδως γκλαμουράτο. Περί ορέξεως.

Συχνοί και οι συνειρμοί για την μοίρα τση μνjημονιακής Ελλάδας (βλ. παράδειγμα 2).

Πρεζούμαμπλυ εκ του Ιταλικού presa.

1.
Τι είδους γάμος θα'ναι αυτός, όταν ένας άνδρας που μοιάζει ζεν-πρεμιέ του σινεμά, μπάνικος και 28χρονος και μιλιοναίρ, θα παντρευτεί μία κακάσχημη πενηντάρα, πάμφτωχη, που είναι και πρεζού; Για σκεφθείτε το. Δεν είναι μαλάκας ο ωραίος νέος, ο γκόμενος, κάποιο λόγο θα έχει για να ζευγαρώσει με παπά και κουμπάρο μία χλεμπονιάρα σιτεμένη, μία βακέτα

2.
Έχετε καταντήσει την πατρίδα μας, η οποία μετρά 3000 χρόνια στην πλάτη, να παρακαλάει σαν την πρεζού για τη δόση της!

3.
Η ναζί-πρεζού και η μπουζού: Αξίζει να κρατήσει κανείς τη μύτη του, να επιστρατεύσει την υπομονή του, και να δει το βίντεο (δείτε εδώ) με τις αθλιότητες της Ζαρούλια για την «πρεζού» και τη «μπουζού» στη Βουλή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεωτερισμός που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα γενόσημα φάρμακα που έχουν μπει για τα καλά στη ζωή της ελληνικής οικογένειας. Όπως και στη φούντα, ο αντίστοιχος αλβανός των χαπιών είναι φτηνότερος, πιο βρώμικος και με περισσότερες παρενέργειες. Τα δημοφιλέστερα αλβανόχαπα είναι κατά κύριο λόγο βενζοδιαζεπίνες και αντιψυχωσικά και μπορείτε να τα βρείτε στο κοντινότερο δημόσιο ψυχιατρείο ή στον ΟΚΑΝΑ της γειτονιάς σας.

Στην λαίλαπα των αλβανόχαπων, του ευτελισμού και εμπαιγμού της δημόσιας υγείας και μαστούρας, αντιστέκεται ο παραπάνω κύριος, ορκισμένος πολέμιος των και ταγμένος στο λειτούργημα να προσφέρει καλύτερες υπηρεσίες υγείας (μαστούρες) στον μέσο Έλληνα.

-Πω ρε φίλε, ψείρισα χθες μισή καρτέλα χάπια απ' τη μάνα μου, μου ‘φυγε η μαγκιά. Κοιμήθηκα ένα δεκαπεντάωρο και ακόμα μαστουρωμένος είμαι.
-Είναι ζόρικα αυτά τα γαμημένα τα αλβανόχαπα ρε, θα μας πεθάνουν πριν την ώρα μας.
-Να σου πω κάτι όμως… κανένας δεν θα ζήσει αιώνια. Μπορεί να μην μας μείνει ντιπ μυαλό, αλλά μόνο όταν ο άνθρωπος συνειδητοποιήσει το παράλογο της ύπαρξης και της ζωής είναι πραγματικά ελεύθερος. Ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπίσεις έναν ανελεύθερο κόσμο, είναι να γίνεις τόσο απόλυτα ελεύθερος, ώστε και μόνο η ίδια σου η ύπαρξη να αποτελεί επαναστατική πράξη.
-Καλά καλά, άντε γύρνα το όμως.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποκαλείται χαϊδευτικά η σκονούλα μοδάτων φακελακίων legal high ή ιντερνετικών αμφιβόλου ταυτότητας αγορών. Συνήθως αμφεταμίνη η μεθαμφεταμίνη. Ο όρος είναι αδόκιμος για ψώνια από τον αλβανό η γύφτο ντίλερ, γιατί ως γνωστόν έχει αναπτυχθεί μια σχέση εμπιστοσύνης που σου επιτρέπει να λες τα σύκα σύκα και την σκάφη σκάφη. Καλό είναι να αποφεύγεται σε περιπλανήσεις για σταφ σε μαστουροπλατείες και σε συναναστροφές με σκαλωμένους που δεν διαθέτουν lower ή απολυτήριο λυκείου.

- Καλό παουντεράκι ρε φίλε. Έχω τεντώσει τέρμα.
- Ναι ρε μαλάκα, Ευρώπη.
- Τελικά είμαστε γαμάτοι τυπάδες.
- Ναι ρε φίλε, τα σπάμε.
- Εγώ από δω και πέρα μόνο ανεβαστικά. Βαρέθηκα την πρεζίλα.
- Ναι ρε φίλε. Ξίδια, κόκα, πτυσσόμενα και όποιος μας κοιτάζει θα τον κοπανάμε.
- Αααααυτή είναι ζωή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified