Selected tags

Further tags

Μάγκικος αναγραμματισμός της φράσης «γελάς, μουνάκι».

Δεν αποτελεί υποχρεωτικά μέρος διαλόγου. Απαντάται και σε ρητορικούς μονολόγους όπου ο ευρισκόμενος σε κλητική πτώση εν τη αγνοία του γελά ανέμελος προ κάποιας επικείμενης ενέδρας. Ο δε τονισμός της φράσης κλιμακώνεται όπως ακριβώς και στην επική φράση του ταξίαρχου Θεοχάρη «...σκουλήκι...», διατυπωμένη από αμφότερους τους δύο τρισμέγιστους διδάσκαλους Βασιλείου και Σεφερλή.

Ο αναγραμματισμός ακολουθεί την πεπατημένη του δήθεν εξευγενισμού γνωστών παλιοκουβεντών του τύπου τσαπού, λακαμάς κλπ.

  1. (Σουρρεαλιστική προσθήκη σε ιστορικό διάλογο)

- Με θυμάσαι ρε πούστη;;
- Όχι (χαμογελώντας)
- ... μουνάς, γελάκι...

(... ακολουθεί το γνωστό μακελειό)

  1. (Εκτός διαλόγου - απόσπασμα από το μονόπρακτο «Περιμένοντας τον κοντό που μου έφαγε την γκόμενα»)

... Α, ρε πουσταρά, αρχίδι του δάσους... έβγα απ'τ' αμάξι, ρε ξεκωλιάρη και θα μαζέψεις και για το σπίτι... μουνάς, γελάκι...

(από Abas, 14/01/10)

βλ. και χασίστες και φουντικοί, γλωσσεύω την μπέρδα μου, φρόας τας σένας, καθώς και τα εκάστοτε σχόλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε λούκια έντονης ψυχολογικής και σωματικής πίεσης. Ποδανή διατύπωση καταστάσεων πίπας-κώλου / πίπας-κώλου-εμπλοκής.

Βλ. επίσης: κάνω το παπί, Παπί, Λοκό και Τιγκανά.

Ασίστ: Τζίζας.

- ΜΕ ΠΑΝΕ ΠΑΠΙ ΛΩΚΟ ΚΑΙ ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑΙΝΩ.
(εδώ)

- Έτσι γαυράκο.... παπί-λοκώ εμπλοκή σε κάτι γάυρους σαν και εσένα... παπί-λωκό λέμε....
(εδώ)

Παπί-λωκό (από Vrastaman, 28/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βήτα-ζήτα ή, αντεστραμμένον και έτι ξεκαρφωτικότερον, ζήτα-βήτα (γραπτώς ΖΒ ή ΒΖ) είναι συνθηματικός ποδανισμός με επίφαση αρκτικόλεξου για τη βίζιτα, δηλαδή είτε την ίδια την πράξη της επ' αμοιβή συνουσίας είτε για την πουτάνα ως πρόσωπο, δηλωμένη ή μη αδιάφορον.

Σαπά: τζόνι μπλακ.

Ρε βλάκα μ' αυτήν πήγες κι έμπλεξες; Όλος ο κόσμος το ξέρει οτι είναι ζήτα-βήτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χιλιοτραγουδισμένο βυζί, στα ποδανά.

Πάσα: Ηodjas, σχολιάζοντας εδώ.

- Άρε Kate να είχες κανένα νούμερο μεγαλύτερα (.)Υ(.)
- Τι λετε ρε η Kεητ ειναι απλα θεα. Και μια χαρα ζυβι εχει!
(για την φακιδομύτη του Lost, εδώ)

- Άτσα ζυβί ο Νώντας, την αναβόλα μου μέσα!

- Εγω τα στραπλες τα φοραω με σουτιεν βαζοντας μονο μια τιραντα (πιανει απ'το δεξι ζυβι στο αριστερο). Και κραταει το στηθος καλα,κι αν χαλαρωσεις τελειως την τιραντα δεν πιανεται τοσο ο αυχενας.
(εδώ)

Το "χαμένο" ζυβί της Κέητ (από Vrastaman, 10/05/10)...ν\'ν\' κακό στην τελική (από Vrastaman, 10/05/10)(από Mr. Cadmus, 10/05/10)Αφιερούται τη σλανγκοτήμ: Κάτω στο γιαλό-κάτω στο περιγιάλι" υπο Π.Ι. Χαρβή... (από HODJAS, 10/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παιδί στα ποδανά. Πρόκειται για παιδί ευεπίφορο θύμα για παιδεραστές και κολομπαράδες, λόγω λ.χ. του ότι έχει πρόσφατα βγει από αναμορφωτήριο, έχει τάση για παρανομία, θέλει νέες εμπειρίες και γνώσεις, κι οι άλλοι καρτερούν για να κολομπαρέψουν. Το περιλαμβάνει ο Ηλίας Πετρόπουλος στον Κουραδοκόφτη.

Όπα, όπα, πιάσε ένα διπαί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πουρό στα ποδανά.

Αναγραμματίζεται μόνο όταν:

1) Ο λέγων είναι μεθυσμένος

2) Όταν το εν λόγω πουρό είναι δίπλα και υπάρχει κίνδυνος να εκτεθούμε.

3) Σε οποιαδήποτε άλλη φάση που μπανίσαμε την αναφερόμενη να μας κοζάρει σε έναν χώρο.

  1. (μετά από μία μπουκάλα κρασί)
    - Ζε μαλάκα, στείλε μήνυμα στο ροπού, πεζστης έχω πιει μια κάλα μωρό μου, μόνο εσύ λείπεις. πεζιζζστο.

  2. - Τι θα γίνει ρε μαλάκα, θα το ψήσουμε το ροπού; Κάρφωνέ το στα μάτια ρε να το πάρουμε πάρτυ.
    - Σκάσε ρε μαλάκα μας ακούει!
    - Πάμε να το γαμήσουμε σου λέω ρε.

  3. Στο club:
    - Κοίτα το ροπού τι φοράει ρε, πέσε πούτσα να σε φάω είναι.
    - Αμάν ρε μαλάκα, κοίτα και κανα μικρό, όλο τις τελειωμένες χαλβαδιάζεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπάτσος στα ποδανά. Επίσης τσομπά και τσομπάς.

Να μην συγχέεται με τον Γάλλο ποδοσφαιριστή Didier Drogba.

Πασαδόροι: Dubass, Hodjas, Τζιμάκος.

  1. «και έρχομαι εδώ στο goddamned city.Και κάνω ένα τσιγαράκι απ’όξω απ’ το Park , το ξενοδοχείο. Κι έρχεται ένα τσινάρι κοστουμάτο, τσος-μπα πρέπει να’τανε, και βλέπει ένα καυτρόνι τόοοσο, σα βερικοκιά. «Τι είναι αυτό αδερφούλη;»μου λέει, του λέω «τι να ναι; Άσσος άφιλτρο» του λέω «κι έχει πεταχτεί το κλαδί απ’όξω, το χαλάσαν το χαρμάνι οι χαμούρες»
    «…20 χρόνια θα φας » μου λέει, «εμπορία, κατοχή και χρήση».Μη ξηγιέσαι έτσι του λέω, όλοι το ίδιο είμαστε, πατριωτάκια, και κάνω έτσι και βγάζω το καθρεφτάκι με το σένιο, και κάνω 2 ράγες, μια αριστερά και μια δεξια, «μία για τον Άρη , και μία για τον Ζέρβα, ρε γάτε» του λέω (Αθάνατος Ζώρζ Πιλαλί, live 1986, δες)

  2. - Εδώ φαίνεται ο τσοςΜπά με το όπλο
    - η υπόθεση τσομπά καί όπλα έχει παραγίνει,
    βγαίνουν πιό εύκολα από το πουλί τους.
    να παρακαλάνε μην εκραγούμε καί βγούνε
    από τη μεριά μας τα γκάνια
    (Δες).

Got a better definition? Add it!

Published

Τα «σιγαρέττα Παπαστράτος» στην νοσταλγική πρωτο-ποδανική διάλεκτο της πιτσιρικαρίας των εβδομήνταζ.

Περισσότερα παραδείγματα:

- Tὶ καλά νά φέρω, νεαρέ;
- Μία μερῖδα ψητόπουλο κοτό μέ πατατητές τιγᾶνες.
- Καὶ τὶ θὰ πιῆς;
- Μιὰ παγωμένη φῦρα Mπίξ.
(σκηνή σε μαγέρικο, circa 1973)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση για κάλυψη-απόκρυψη του χέσιμο, διότι τα ποδανά έχουν γίνει ευρέως γνωστά.

Διαδοχικά: Χέσιμο => σιμόχε(ν) => σιμάο.

- Λοιπόν πρέπει να πάω για σιμάο επειγόντως.
- Βάστα ωρέ λίγο...
- Δεν γίνεται! Μου παίζει φώτα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πούλος στα ποδανά.

Κυρίως με την έννοια, παίρνω/πάρε τον πούλο, δηλαδή, ώρα να φύγω/ ή ώρα να φύγεις (=άι γαμίδια κ.ο.κ.).

Πάσα: Χότζας.

Trivium: Κατά το πρότυπο του Τηγκάνιγγος (<τηγκανά < την κάνω), όπου η αναφορά είναι στην πλατεία Κάνιγγος, σχηματίζονται και άλλες εκφράσεις, όπου με αυξημένο βαθμό σλανγκικής ολίσθησης την θέση της Κάνιγγος παίρνουν άλλες πλατείες. Λ.χ. - Άντε, την κλαυθμώνος, γιατρέ μου.

Ομοίως: Τηγκολιάτσου, Την Βάθης, Την Μαβίλη κ.ο.κ.

Αντε λοσπου λεμε. Αιντε που θα ανοιξουμε και κουβεντα για να γραψεις τις μαλακιτσες σου. Εγω μονο με Ελληνες συνομιλαω

(Ρατσιστικό παπαραλήρημα ατονιστη σε φλώρουμ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified