1. Κλασικό, κυρίως καλοκαιρινό φαγητό που αποτελείται από γεμιστές μελιτζάνες με κιμά, το σχήμα και το χρώμα του οποίου θυμίζει μικρού μεγέθους υποδήματα.

Εν ολίγοις κόβουμε μελιτζάνες κατά μήκος και τις αδειάζουμε για να τις γεμίσουμε με κιμά, τον οποίο τσιγαρίζουμε με λάδι και κρεμμύδι και τον σβήνουμε με κρασί, ενώ προσθέτουμε ντομάτες ψιλοκομμένες, αλάτι, πιπέρι, κανέλα και μπαχάρι. Τέλος βάζουμε από πάνω ότι τυρί που λιώνει και ψήνουμε στους 180 βαθμούς μέχρι να να ψηθούν οι μελιτζάνες.

  1. Ελαστικά επιθέματα που βρίσκονται στους σιαγόνες των φρένων των ποδηλάτων και τα οποία εφάπτονται με πίεση επί της στεφάνης στη ζάντα του τροχού κατά το φρενάρισμα, δημιουργώντας έτσι μέσω της τριβής, σημαντική επιβράδυνση.

Με λίγη φαντασία τα επιθέματα αυτά θυμίζουν μικρού μεγέθους υποδήματα.

Συνώνυμα: τακούνια, τακάκια.

  1. Κλασική κι αγαπημένη συνταγή! Έτσι ακριβώς κάνουμε κι εμείς τα παπουτσάκια, μόνο που δεν ξεπικρίζουμε ποτέ τις μελιτζάνες. (εδώ)

  2. Αν λάδι ή γράσο έρθει σε επαφή με τα παπουτσάκια θα πρέπει να τα αντικαταστήσετε, διαφορετικά ενδέχεται να μην λειτουργούν (εδώ)

Ακριβώς αυτό. (1) (από PUNKELISD, 03/11/11)Ακριβώς αυτό. (2) (από PUNKELISD, 03/11/11)(από GATZMAN, 04/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτοκίνητο όχημα το οποίο χρησιμοποιείται σε αγροτικές εργασίες και διαθέτει προσαρμοσμένη καρότσα στο αμάξωμα.

Είναι σκληροτράχηλα οχήματα που οι κάτοχοι τους κοκορεύονται ότι δεν έχουν βάλει λάδι και νερό εδώ και είκοσι χρόνια. Στο εσωτερικό μπορείς να βρεις λογαριασμούς, αποδείξεις, μισοάδεια (ή μισογεμάτα) μπουκαλάκια με νερό ή ξεθυμασμένο πιοτό, σακούλες, κέρματα, βίδες, εργαλεία, παπούτσι κ.α.

Αν μιλάμε για κλασικές εικόνες τότε σίγουρα είναι όχημα τ. Ντάτσουν. Πιθανότατα διαθέτει αρκετά σημάδια κακομεταχείρισης - όπως αναρίθμητα βουλιάγματα και τρακαρίσματα - αλλά και αρκετές ενδείξεις φροντίδας με κλασσικότερη το μπογιάντισμα σημείου ή επιφάνειας με εμφανείς πινελιές, για την αποφυγή σκουριάσματος.

Σε άλλη περίπτωση παρατηρούμε μια πολυφωνία ανταλλακτικών στο όχημα: το ανταλλακτικό (πόρτα, καπό κ.α.) μπαίνει όπως έχει αγοραστεί, ανεξαρτήτως χρώματος, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα αυτοκινούμενο ουράνιο τόξο.

Επίσης, σε περιπτώσεις όπου το αυτοκίνητο είχε αγοραστεί για «καλό» ενώ τώρα έχει καταλήξει να κάνει όλη τη χαμαλοδουλειά, υπάρχουν απομεινάρια της παλιάς καλής του εποχής όπως διακοσμητικό σεμεδάκι στο ταμπλό, αυτοκόλλητες εικονίτσες της Παναγίας, καλύμματα καθισμάτων από ξύλινες χάντρες ενώ στον καθρέφτη μπορεί κανείς να βρει κρεμασμένα λούτρινα ζάρια, λαγοπόδαρα, cd κ.α..

Στις μέρες μας οι σύγχρονοι «αγρότες» έχουν μεταμορφωθεί σε μυώδη κτήνη τ. Ναβάρα 4x4 και θυμίζουν ελάχιστα τους παλιούς κλασικούς. Συνήθως στην καρότσα διαθέτουν αυτοσχέδιο σκυλόσπιτο με τρυπούλες για τον αέρα, αυτοκόλλητα με μπεκάτσα ή τσίχλα και στην χειρότερη να είναι λασπωμένα από την κορυφή ως τα λάστιχα με μόνο καθαρό σημείο την τροχιά των υαλοκαθαριστήρων.

- Έλα, μ' ακούς; δεν έχω σήμα και θα τελειώσει η μπαταρία! Έχω μείνει με το παπί από λάστιχο και βενζίνα στα αγριόματα πάνω απ' το χωράφι του κυρ 'μίλιο.
- Καλά, κλείσε. Θα 'ρθω να σε πάρω με τον αγρότη.
- Έλα, μ' ακούς; Ναι!

Ο αγρότης τότε (από PUNKELISD, 22/08/11)Ο αγρότης τώρα (από PUNKELISD, 22/08/11)

βλ. και αγροτικό

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Φορητό μικρό ηλεκτρικό ματάκι με πρίζα για το μπρίκι του καφέ.

  2. Είδος μικρού πυροτεχνήματος που σέρνεται φλεγόμενο στο έδαφος και σφυρίζει.

  3. Μηχάνημα - φορτωτάκι, άλλως εκσκαφάκι, πιο επίσημα φορτωτής πλάγιας ολίσθησης, αγγλιστί skid street loader. Πρόκειται για μικρό αυτοκινούμενο μηχάνημα, με τετράτροχη κίνηση στους δεξιούς και αριστερούς τροχούς, η οποία του επιτρέπει να είναι εξαιρετικά ευέλικτο, μέχρι και να κάνει πιρουέτες. Φέρει δυο βραχίονες, στους οποίους προσαρμόζεται ότι χωράει ο νους του ανθρώπου, φαγάνα, εκχιονιστήρας, χορτοκοπτικό, μπετονιέρα, πηρούνια και άλλα 16 που αναφέρει η Wikipedia και δεν ξέρω τι σημαίνουν.

  4. Χημικό καθαριστικό για λεκέδες ρούχων.

  1. - Ρε συ δεν έχεις κανένα γκαζάκι να κάνω τον καφέ, μ’ αυτό το διαβολάκι δέκα ώρες θα κάνω.
    - Το διαβολάκι κάνει το καλό καϊμάκι.

  2. Μια φορά Πάσχα, μετά την Ανάσταση, έχω κατέβει αρματωμένη (όπως κάθε Νησιώτισσα/ης που σέβεται τον εαυτό της/του) με καμιά εικοσαριά γουρούνες, διαβολάκια και συνδυασμούς των παραπάνω. (Τρεις γουρούνες μαζί δεμένες με μονωτική, γουρούνες με διαβολάκια για μίτσες, απλά πράγματα ψιλοετοιματζίδικα. Παλιά με τα αδέρφια μου φτιάχναμε τα δικά μας τρίγωνα κλπ, αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία). εδώ.

  3. Εδώ είναι η λίστα των αγγελιών από την κατηγορία διαβολάκια που προέρχονται από Ιταλία. Μπορείτε να ταξινομήσετε μεταχειρισμένα διαβολάκια ανά τιμή, έτος παραγωγής ή μοντέλο. Παρακαλούμε χρησιμοποιήστε την πλοήγηση στην αριστερή πλευρά για να περιορίσετε την αναζήτησή σας. Μπορείτε να διευρύνετε την αναζήτησή σας για διαβολάκια που προέρχονται από άλλες χώρες.εδώ.

  4. Πώς καθαρίζει το ρετσίνι απ' τα ρούχα;
    Προσπάθησε να δοκιμάσεις το διαβολάκι του λεκέ.

Άσχετο αλλά ωραίο. (από joe909, 16/08/11)(από joe909, 16/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχέδιο σε σχήμα V, που θυμίζει... ψαροκόκκαλο.

Το λέμε κυρίως

α. για παρκέ (που θεωρείται το πλέον ακριβό και σπανίζει -για την ακρίβεια σπανίζει το εξαιρετικά καλοφτιαγμένο) ή για κεραμικό πλακάκι κλπ,
β. για είδος ύφανσης σε χοντρό συνήθως ύφασμα (μάλλινο, τουίντ κλπ) που επίσης θεωρείται σικάτο και ακριβό,
γ. για τον μπακλαβά του πέλματος στα λάστιχα αυτοκινήτου.

  1. Κυρία μου, θα σας έλεγα να μην πειράξετε το παρκέ. Είναι ωραιότατο κι ας είναι παλιό. Σε ένα σημείο μόνο είναι το πρόβλημα. Θα σας κάνω ενέσεις πολυουρεθάνης, η οποία θα μπει από κάτω και θα στηρίξει τα ξύλα να μην τραμπαλίζουν. Δεν θα φαίνεται τίποτα και δεν θα χρειαστεί τίποτ' άλλο. Αλλιώς θα πρέπει να το ξηλώσετε όλο και δεν θα ξαναγίνει ποτέ σωστά. Κανείς δεν ξέρει πια να δουλεύει σωστά τέτοιο ψαροκόκκαλο.

  2. Μπα μπα μπα... Και παλτό ψαροκόκκαλο η κυρία... Πού το κονόμησες;

  3. Άλλαξα μάρκα γιατί ήθελα το πέλμα ψαροκόκκαλο που δεν έχουν τα καινούργια goodyear. Είχα νιώσει το απίστευτο κράτημα στο βρεγμένο και ήθελα ίδιο πέλμα.
    (από το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οδηγώ μοτόρι (μηχανάκι, αυτοκίνητο, γουρούνα,και ό,τι άλλο έχει κινητήρα και ρόδες ή ερπύστριες -για αεροπλάνο δεν ξέρω) που έχω αγοράσει καινούργιο, χωρίς να σπάω τις ταχύτητες και, ειδικότερα, οδηγώ με το μάτι στο στροφόμετρο κι αν το τελευταίο δεν υπάρχει, το πάω με το αυτί στο μοτέρ. Πράγμα που σημαίνει πως, ανάλογα με την ταχύτητα που έχω κουμπώσει στο σασμάν, πατάω το γκάζι τόσο όσο να μην υπερβαίνω δοσμένο αριθμό στροφών του κινητήρα.

Εννοείται φυσικά πως δεν το βάζω στον κόφτη και αν πρόκειται για μοτοσακό μικρού κυβισμού δεν ανεβάζω ούτε δικάβαλο και τρικάβαλο.

Το στρώσιμο του κινητήρα έγκειται στο να πατήσουν τα κινητά και περιστρεφόμενα ή παλινδρομούντα μηχανικά μέρη του όπου προβλέπεται, όπως επίσης και να απομακρυνθούν μέσω της πρώτης αλλαγής λαδιώνε και φίλτρου τυχόν υπολείμματα μετάλλων ελαφρού κράματος, γεγονός που συνέβαινε στα σίγουρα από τα ενενήνταζ και πίσω.

Έτερος λόγος της αναγκαιότητας του στρωσίματος, εκτός του κινητήρα, ήταν ότι ο κατασκευαστής σε απέτρεπε από το να πας κομμάτια και φέτες, διότι χαλάρωναν οι βίδες ανά το όχημα (ακόμη και με τα σημερινά γίνεται) εξαιτίας των πρώτων κραδασμών και διαστολοσυστολών από τις μεταβολές της θερμοκρασίας που ανέβοκατέβαινε στο μοτόρι.

Μετά το στρώσιμο πρέπει άλλωστε όχι μόνο να αλλαχτούν τα λάδια, αλλά και να γίνουν τα απαραίτητα σφίξίματα.

  1. - Πωπω τα μπολντόρια τα καινούργια! Πού το κονόμησες ρε πούστη; Έκανες το ζιγκόλι πάλι;
    - Όχι ρε πανύβλακα. Έψησα το γέρο μου τελικά.
    - Πάμε ρε μία να ξύσουμε μασπιέδες;
    - Καλά, μαλάκας είσαι; Είμαι στο στρώσιμο ρε, άσε που δεν το καλοξέρω ακόμα, και δεν έχω και στάλα βερζίνα.
    - Σάλτα και γαμήσου κάνε, τσίπη ε τσίπη!

  2. ακομα δεν το πειρα το μωρο και δεν το εχω στρωσει ακομα και δεν μπορουσα να το ακουω να κλεει μπορω να πω οτι τα 200+ ερχοντε σχετικα ευκολα με λιγο σκυψιμο μπουφανακι και κρανος και το τιμονι χαλαρο.
    δεν ξερω αν εκανα καλα στο μοτερ μιας και εχει μονο 150 χιλιομετρα. και ιποτιθετε οτι το στρωνω μεχρι 4-5 και το πιγα 8 και κατι.
    τι εχετε να πειτε για τιν αμαρτια μου; καλο κακο; θα κοστισει;

οσο και να σε συχωρησουμε εμεις το θεμα ειναι να μη το θυμηθει αυτο σε μερικα χιλιαδες χλμ και αρχισει και πινει λαδακι για να ξεχασει το πονο του :mrgreen: λογικα οχι αλλα φερσου με υπομονη στη κουκλα σου για να ειναι κυρια μεθαυριο και να μην φλερταρει ολο με το μαστορα Το θεμα ειναι τα ανοιγματα να γινουν με στοργη (καρυδωματα οχι),να μην διαρκουν πολυ και να ακολουθει χρονος για κρυωμα των λιπαντικων.Το χαμηλο φορτιο και οι θερμοκρασιες ειναι ολο το μυστικο ...........απο εδωωωωωωωωωω, ωωωωωωωωωωωωωωω, ωωωωω, ωωωωωωωωωωωω, (φρένο)
μπούμ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιστί, έτσι αποκαλούνται αντικείμενα που διευκολύνουν την ζωή (κάνουν κάποιον «ακαμάτη»).

Τα τρία πιο γνωστά είναι:

  • Tο μπιλάκι που προσαρμόζεται στο τιμόνι, κυρίως των φορτηγών, και βοηθάει να στρίβεις πιο εύκολα το τιμόνι,
  • Tο αντικείμενο (ένα ξύλο που στην άκρη έχει ένα χέρι) που σε βοηθάει να ξύσεις την πλάτη σου,
  • O μικρός αυτοσχέδιος ανυψωτήρας (τροχαλία και σκοινί) που χρησιμοποιείται για να ανεβάζεις μικροπράγματα στη σκαλωσιά ή ψηλά σε όροφο. Καμιά φορά και η τροχαλία αποκαλείται ακαμάτης.
  1. - Μαλάκα, χθες μπήκα σε έναν γκόλντεν μπόϊ ταρίφα. Άκου τι εξοπλισμό είχε το τυπάκι. Πέρα από τις κλασικές θήκες για ποτήρια και κινητό, είχε βεντουζάρει ένα μπλοκ Α4 στο παρμπρίζ, ένα notebook που έδειχνε τις μετοχές, gps με φωνή της Πετρούλας, και το κορυφαίο. Σε ταξί μερσεντές, είχε και ακαμάτη στο τιμόνι!
    - Για να έχει ένα χέρι ελεύθερο να κάνει πράξεις, μάλλον!

  2. - Που 'σαι, Σαράντο! Πιάσε από την καρότσα τον ακαμάτη, να ανεβάσουμε τα εργαλεία απάνω, μη λερώσουμε τις σκάλες της κυρίας...

  3. - Μωρό μου, έλα γρήγορα, προλαβαίνεις δεν προλαβαίνεις.
    - Ήρθα. Τι θέλεις;
    - Ξύσε με γρήγορα στην πλάτη. Υποφέρω.
    - Κι εγώ τι θα πάρω ως αντάλλαγμα;
    - Τίποτα, συζυγικό καθήκον σου είναι.
    - Τότε ψάξε να βρεις τον ακαμάτη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εδώ δεν αναφερόμαστε σε πρώιμα βυζάκια εφήβων, αλλά σε δυσοίωνα καρουμπαλίδια στις πάντες σε λάστιχα αυτοκινήτων, μηχανών ή άλλων πουτσύλατων, που αναπτύσσονται λόγω φθοράς ή μετά από γερό γδάρσιμο σε πεζοδρόμιο.

Ο βουλκανιζάτωρ δεν την παλεύει την κατάσταση και ενδείκνυται άμεση αντικατάσταση λάστιχου προς αποφυγήν πολύνεκρου.

Ένα προβλημα που είχα ήταν ότι ένα μπροστινο λαστιχο στα 45000 πεταξε βυζι. Φταιει το οτι τα Michelin θεωρουνται μαλακα κ αν ανεβαινεις πεζοδρομια ισως πεταξουν βυζι; (από εδώ)

Κάποια στιγμή έκανα μια ταρζανιά και έπεσα με φόρα πάνω σε κράσπεδο-πεζοδρόμιο, το οποιο προεξείχε και το ανέβηκα λόγω που ο δρόμος ήταν πολύ ανηφορικός και δεν φαινόταν
Αποτέλεσμα να πετάξει το λάστιχο βυζί και να το αλλάξω.
(από εδώ)

Βυζάκια έξω λοιπον (από Vrastaman, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για τους μαραγκούς και τους μηχανικούς, η σφήνα έχει μια καθωσπρέπει έννοια, την οποία όλοι γνωρίζουμε και γω βαριέμαι να αναπτύξω εδώ. Θα ασχοληθώ με τις σλανγκ σφήνες, τουτέστιν:

  1. Το να φυτρώνεις εκεί που δεν σε σπέρνουν, το να χώνεσαι ανάμεσα στο νταραβέρι δύο ανθρώπων μπλοκάροντάς τους, ακριβώς όπως μια σφήνα χώνεται πχ κάτω από ένα παραθυρόφυλλο και το ακινητοποιεί, παρόλο τον αέρα.

  2. Στο οδήγημα, το να κάνεις σφήνες είναι το να χώνεσαι με ευελιξία και ταχύτητα ανάμεσα στα άλλα εν κινήσει αυτοκίνητα. Ακόμα καλύτερα είναι να το καταφέρνεις ήσυχα (όσο και γοργά), χωρίς να αναβοσβήνεις τα φλας ή τα προβόλια. Κάνοντας σφήνες ελίσσεσαι πολύ γρηγορότερα απ' όλους που πήζουν στην κίνηση. Βρίσκεσαι σε κατάσταση μόνιμου στοιχήματος με τον εαυτό σου και με τους άλλους: βάζεις σημάδι κάποιο ευδιάκριτο όχημα και κοιτάς αν πράγματι προχωράς μες τον χάος ή αν ο μύθος με τον λαγό και τη χελώνα έχει βάση (και έχει, πολλές φορές).

Το οδήγημα αυτό χαρακτηρίζει τους καυλοτίμονους εν γένει, αλλά δεν είναι πάντα γοητευτικό. Είναι καταστροφικό αν είσαι άπειρος οδηγός ή ηλίθιο καυλόγκαζο. Είναι επίσης εκνευριστικότατο όταν γίνεται από ταξιτζή. Ο καλός οδηγός δεν είναι ντε και καλά ο καυλιάρης, είναι αυτός που με το γάντι υπερέχει όλων, χωρίς να έχει προκαλέσει ατύχημα σε ανθρώπους ή ζώα και χωρίς να το κάνει σκόπιμα ώστε να εκνευρίσει τους άλλους. Ανάλογα με το ποιον της σφήνας κρίνεται και ο οδηγός.

  1. Εξάρτημα που χρησιμοποιούν οι κιθαρίστες (pin)

  2. Αξεσουάρ σεξουαλικής διέγερσης για πρωκτικό σεξ.

  1. - Και μετά;
    - Ε τι και μετά, μετά μπήκε σφήνα στη συζήτηση η μάνα της και τα γάμησε όλα. Πάνω που είχαμε ηρεμήσει, ξαναπήρε ο καυγάς.

  2. - Ρε μαλάκα, κοφ' τις μαλακίες, σου έχω πει ότι όταν οδηγείς το αμάξι μου δε γουστάρω σφήνες και καγκουριλίκια...
    - Ε όχι και γκάγκουρας εγώ, δεν το σπάω το αμάξι, το πάω μαλακά, βελούδο... όχι και γκάγκουρας...

  3. Πέρασε την καινούρια χορδή μέσα στον καβαλάρη και τράβηξέ την μέχρι το μεταλλικό τερματικό να «πιάσει» πάνω στο ξύλο. (και ενοείται ότι εφόσον «πιάσει» το μεταλικό τερματικό στο ξύλο, τότε βάζουμε την «σφήνα». Εάν μπεί η σφήνα (ή pin ή πέστε το όπως επιθυμείτε) , ενώ το μεταλλικό τερματικό δεν έχει «πιάσει» στην κάτω οπή του καβαλάρη, τότε κατά το κούρδισμα «τραβιέται» πρός τα πάνω, με αποτέλεσμα πα σπάει ή χορδή...).

  4. - Ρε συ το έμαθες ότι η Σταματία και ο Λάκης χώρισαν;
    - Ναι ρε, πώς έγινε αυτό τόσο ξαφνικά;
    - Καλά, πέθανα στα γέλια όταν τό 'μαθα... Χώρισαν γιατί αυτός της χάρισε για τα πέντε τους χρόνια μια σφήνα που αγόρασε από ένα σεξομάγαζο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες από κατσαβιδάκιες, με ένα και μόνο κοινό στοιχείο: το βίδωμα με το κατσαβίδι τους.

Α. Οι μαστροχαλαστές κατσαβιδάκιες

Ο μαστροχαλαστής κατσαβιδάκιας αγαπάει να πειράζει κάθε είδους εξοπλισμό, ξεκοιλιάζοντάς τον και παίζοντας με τα σωθικά του. Συνήθως δεν έχει σχετικές σπουδές ή θεωρητικό υπόβαθρο και προσεγγίζει κάθε «τεχνική βελτιώση» εμπυροτεχνικά.

Υπάρχουν μύριες υποκουλτούρες: μηχανόβιοι auto-moto κατσαβιδάκιες, *σχιζο-hardwareάδες *κατσαβιδάκιες με αλυσοπρίονα, ***ΑV** *κατσαβιδάκιες που μπορούν να κάνουν παπάδες με το στερεοφωνικό σου σύστημα.

Όλες οι υποκατηγορίες περιλαμβάνουν τόσο επαγγελματίες όσο και ερασιτέχνες. Στη τελική, όλα εξαρτώνται από το εάν το χέρι του κατσαβιδάκια πιάνει ή όχι.

Να σημειωθεί ότι η γκόμενα ενός κατσαβιδάκια αποκαλείται κατσαβιδού, και σύμφωνα με μια μελέτη είναι η πιο ισορροπημένη γκόμενα του κόσμου (βλ. παράδειγμα).

Β. Οι παρεκκλίνοντες κατσαβιδάκιες

Πρόκειται για θρασύδειλους εγκληματίες οι οποίοι, οπλισμένοι με ένα κατσαβίδι, ληστεύουν και βιάζουν (κυρίως γριούλες και ανήλικα) κατά συρροή. Σιχαίνομαι και να γράφω για αυτά τα αποβράσματα (βλ. παράδειγμα).

Α. Οι μαστροχαλαστές κατσαβιδάκιες

Είναι γνωστό ότι ο Φίνος είχε ως παρατσούκλι το «κατσαβιδάκιας», επειδή κουβάλαγε πάντα μαζί του αυτό το εργαλείο, σήμα κατατεθέν. Από το 1935 που ξεκίνησε την καριέρα του, ασχολείτο συχνά με την επιδιόρθωση, τις τεχνικές βελτιώσεις, αλλά και τις επινοήσεις σε επίπεδο κινηματογραφικού εξοπλισμού. (Από ιστιοσελίδα)

> ΞΕΡΕΙΣ ΚΑΝΕΙΣ ΠΩΣ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ DISABLE TO ABS ΣΤΟ SANTA FE;
> Αν είσαι μανιαμούνιας και κατσαβιδάκιας βρες τη γραμμή που ταίζει το ABS , βάλε ένα διακοπτάκι και κόβε την παροχή όποτε θες εσύ από την καμπίνα του αυτοκινήτου (από forum)

- ΔΕΝ είναι το κατσαβίδι προέκταση του σώματος και του μυαλού του κατσαβιδάκια. Το αντίθετο ακριβώς! Το σώμα του και το μυαλό του, το είναι και το μη είναι του, αποτελούν απλή (και αμελητέα θα έλεγα) προέκταση του κατσαβιδιού του. ΕΧΕΙ μυαλό κατσαβίδι. Ψυχολογία πένσας, συμπεριφορά τανάλιας και λογική μπλακεντέκερ. (από ιστιοσελίδα)

- ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΑ και την κατσαβιδού. Την γκόμενα του κατσαβιδάκια. Μου φάνηκε η πιο ισορροπημένη γκόμενα του κόσμου. Χωμένη μες στα γρανάζια, το μόνο που πρέπει να την απασχολεί είναι τι μάρκα λάδι να βάλει στη μηχανή και πώς, με γράσο, να περιποιηθεί τα πιστόνια και τις βαλβίδες της, από δω και από κει. Τι συζητάει ο κατσαβιδάκιας με την κατσαβιδού; Τίποτα! Ο κατσαβιδάκιας μιλάει και η κατσαβιδού τον ακούει με ανοιχτό το στόμα. Τον θαυμάζει απεριόριστα. Η καλύτερή της είναι όταν ξαπλώνουν με το τρόλεϊ ανάσκελα, κάτω απ' το αμάξι και σφίγγουν τα μπουζιά. Μόνο εκεί μπορεί να κάνει έρωτα μαζί του και να 'ρθει σε πολλαπλούς οργασμούς, με τελική 0-100 σε 0,5''. ΔΥΣΚΟΛΑ βρίσκει γκόμενα ο κατσαβιδάκιας. Αλλά άμα τη βρει, μένει μαζί της μια ζωή. (από ιστιοσελίδα)

Β. Οι παρεκκλίνοντες κατσαβιδάκιες

- Άλλες δύο απόπειρες βιασμού διαπιστώθηκε ότι είχε διαπράξει ο «κατσαβιδάκιας» ο 28χρονος που συνελήφθη την περασμένη εβδομάδα για το βιασμό της 35χρονης μητέρας και της 12χρονης κόρης της, σε νεοαναγειρόμενη πολυκατοικία, στην περιοχή Γαλατσίου, στις 8 Νοεμβρίου 2004 (αστυνομικό ρεπορτάζ)

- Συνελήφθη προχθές το πρωί ο γνωστός ληστής ως “κατσαβιδάκιας” που είχε γίνει το φόβητρο των γυναικών στις περιοχές Ζωγράφου, Χολαργού, Καλλιθέας, Νέου Κόσμου, Χαλανδρίου, Αμπελοκήπων και Παγκρατίου μπαίνοντας στα διαμερίσματα που έμεναν μόνες τους και με την απειλή κατσαβιδιού ή μαχαιριού τις λήστευε και στη συνέχεια ασελγούσε πάνω τους. (αστυνομικό ρεπορτάζ)

- Παραβίαζε αυτοκίνητα με ειδικό κατσαβίδι. Είχε πολλά χρόνια στην «πιάτσα» και παρά τα 51 του χρόνια συνέχιζε να βγάζει το παντεσπάνι του με τον τρόπο που ήξερε καλύτερα. Στόχος του Ι.Χ. στα νότια προάστια Ούτε ένα, ούτε δύο. Τριαντατρία αυτοκίνητα διέρρηξε ο «κατσαβιδάκιας» σύμφωνα με την αστυνομία. (...) Η μέθοδος του ήταν συγκεκριμένη. Χρησιμοποιούσε ένα αυτοσχέδιο κατσαβίδι σε σχήμα «Τ». Με αυτό κατάφερνε μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα να παραβιάζει τις πόρτες των αυτοκινήτων, χωρίς μάλιστα να αφήνει εμφανή σημάδια. Στη συνέχεια έπαιρνε από το εσωτερικό τους χρήματα, κινητά τηλέφωνα, προσωπικά είδη και όποιο άλλο αντικείμενο έκρινε ότι είχε αξία. (αστυνομικό ρεπορτάζ)

Απαραίτητο αξεσουάρ! (από Vrastaman, 18/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το ηλεκτρικό κατσαβίδι τύπου μπλακεντέκε. Λέγεται τεμπέλης γιατί όχι μόνο εξυπηρετεί αυτούς που πρέπει να βιδώσουν πολλές βίδες σε λίγο χρόνο αλλά και αυτούς που έχουν πολύ χρόνο, λίγες βίδες και μεγάλη τεμπελιά.

  2. Είναι στο κάθισμα του αυτοκινήτου η βάση στήριξης του χεριού του οδηγού. Ανασηκώνεται και χρησιμεύει και ως ντουλαπάκι. Συναντάται στα νεότερα μοντέλα που ακολουθούν το πρότυπο της μερσεντές.

  1. Ρε Μήτσο, άσ' το κατσαβίδι και πιάσε τον τεμπέλη να τελειώνουμε!

  2. - Ρε Κατερίνα, πού στομπούτσο έχεις βάλει τα τσιγάρα;
    - Κάτω από τον τεμπέλη αγάπη...

Got a better definition? Add it!

Published