Selected tags

Further tags

Η Νέμεσις των κινητήρων εσωτερικής καύσης. Ο απόλυτος όλεθρος. Συμβαίνει όταν εισέλθει νερό σε υγρή μορφή στους κυλίνδρους δίχως να το αντιληφθούμε.

Με το μιζάρισμα και επειδή το νερό είναι ασυμπίεστο αν είμαστε τυχεροί θα καταλήξουμε μόνο με κομμένες μπιέλες (διωστήρες).

Μπορεί να ακουστεί στον στρατό και ως απειλή στους νέους.

-Θα πάθετε υδροστατική εμπλοκή νεόπες.
-..............

(από northwind, 12/08/09)Το κάτω είναι η μπιέλα... (από panman_gr, 13/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως λαμπάδα χαρακτηρίζεται από τους μηχανόβιους η σούζα με κλίση σχεδόν ορθή γωνία!

Ρε τον Μήτσο, λαμπάδα το πάει το παπί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην ορολογία των αγώνων αυτοκινήτου, σανίδα ονομάζεται η μεγάλη ταχύτητα. Πολλοί συνοδηγοί στα ράλι περιλαμβάνουν τη λέξη στις σημειώσεις τους, για να δηλώσουν στον οδηγό ότι πρέπει να πατήσει το γκάζι μέχρι τέρμα.

«Δεξιά παρατεταμένη και 100 για αριστερή σανίδα».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που αγαπούν οι κάγκουρες, αυτοκινητάκηδες και μηχανόβιοι. Οι αιωνίως καυλοτίμονοι και καυλόγκαζοι, οι αμετανόητοι εραστές της γρήγορης και επικίνδυνης οδήγησης, της οδήγησης που φτάνει τόσο το εργαλείο όσο και τον πιλότο στα όριά τους...

Πάω κωλοπαντιέρα λοιπόν, σημαίνει πως αναπτύσσω υπερβολική ταχύτητα, πάω του σκοτωμού, πάω μαλλιά / μαλλιοκούβαρα / κουβάρια / πουτάνα / σπασμένος / με σπασμένο γκάζι / σανίδα / σανιδωμένος / φουλαριστός / κομμάτια / τέζα / του θανάτου. Κωλοπαντιέρα είναι η κωλοπηλάλα σε μηχανοκίνητα συμφραζόμενα.

Όπως έγινε αντιληπτό, η κωλοπαντιέρα δεν ταυτίζεται μόνο με τις υψηλές ταχύτητες και τα τελικιάσματα, που μπορούν υπό προϋποθέσεις να επιτευχθούν και υπό ασφαλείς συνθήκες. Η κωλοπαντιέρα είναι γενικότερα η επικίνδυνη, ινδιάνικη, πολεμική και στα όρια οδήγηση, όπου συμπεριφέρεσαι σαν να μην υπάρχει αύριο. Επιβάλλεται να είσαι μάχιμο τιμόνι για να πηγαίνεις κωλοπαντιέρα, αλλιώς παίζει να κλαίει μετά η μάνα σου πάνω από κάνα μνήμα...

Προέλευση όρου. Η λέξη είναι σύνθετη, εκ:

α) του προθέματος κωλο-, που εν προκειμένω λειτουργεί καθαρά επιτατικά, βλ. π.χ. κωλοφτιαγμένο = το υπερ-φτιαγμένο ή κωλολέει = τα σπάει, είναι καύλα. Το κωλο- προσθέτει μια νότα ελαφρότητας, ευτραπελίας και παραλογισμού. Δεν δηλώνεται καταγωγή, όπως π.χ. στο κωλόπαιδο = το παιδί που συνελήφθη απ' τον κώλο ή που γεννήθηκε απ' τον κώλο.

β) του ουσιαστικού παντιέρα, που προέρχεται από το ιταλικό bandiera και αρχικά σήμαινε το στράτευμα. Αργότερα η σημασία μετακύλισε από το στράτευμα στην σημαία του στρατεύματος, για να καταλήξει στην σημαία γενικώς (μπαϊράκι, φλάμπουρο). Το ύψωμα της σημαίας ήταν και είναι πράξη συμβολική. Σηκώνω παντιέρα σημαίνει εξεγείρομαι, επαναστατώ. Ο όρος διαθέτει, σε κάθε σχεδόν χρήση του, συνδηλώσεις αγωνιστικές / πολεμικές / μαχιμότητας. Συνεκδοχικά, παντιέρα είναι η κάθε είδους εκστρατεία / κινητοποίηση / στράτευση, ακόμη και η απεργία. Ήταν απλά θέμα χρόνου να μεταφυτευθεί σε καγκουριάρικα, καυλόγκαζα περιβάλλοντα...

Δέον, τέλος, όπως μη συγχέεται η κωλοπαντιέρα με τα κωλοπάντιλα και λοιπά παντιλίκια / παντιλικώματα. Μια καλή κωλοπαντιέρα ασφαλώς και συμπεριλαμβάνει τέτοια κόλπα, είναι όμως, όπως είπαμε, ευρύτερη έννοια. Η σύγχυση προκαλείται από το ομόηχον παντιέρας και (μ)πάντας.

  1. (στο τηλέφωνο)
    — Έλα βρε μαλάκα, τόση ώρα σε παίρνω, που στο διάλο είσαι;
    — Χέσε με τώρα! Είμαι Αττική Οδό και πηγαίνω κωλοπαντιέρα, τα λεμέ αργότερα!

  2. (διάλογος μηχανόβιων, ένας με στρογγυλοφάναρο, ο άλλος με KTM Δούκα)
    — Ρε φίλε, ψήνεσαι να τραβηχτούμε με τα μηχανάκια καμιά παραλία την Κυριακή; Αφού εσύ πας ούτως ή άλλως...
    — Κοίτα, για να μη σου λέω τώρα αρκούδες και δικαιολογίες του κώλου... Θα τραβηχτώ, αλλά θα 'χω και το Βικάκι μαζί, που γουστάρει να πηγαίνω κωλοπαντιέρα. Καυλώνει άσχημα το μωρό μου έτσι...

  3. — Θυμάσαι το Φάνη με το ερπετό το Punto; Που ανεβοκατέβαινε κωλοπαντιέρα τη Βουλιαγμένης τα παρασκευοσάββατα; — Ναι, τι;
    — Να, απλά αν περνάς από κει, στο ύψος της Ηλιούπολης θα δεις ένα απ' αυτά τα μικρά εκκλησάκια με το καντηλάκι, φρέσκο-φρέσκο. Δικό του είναι...

Βάλαμε φωτιά στα φρένα (από Khan, 20/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πίτσα αποκαλείται ένα πατημένο ζώο πάνω στην άσφαλτο. Είναι πολύ συχνό το φαινόμενο να συναντούμε πολύχρωμες, ανάγλυφες, ανώμαλες επιφάνειες πάνω στο δρόμο, με κόκκινο ξεραμένο αίμα δίκην σάλτσας περιχυμένο πάνω και γύρω από το νεκρό ζώο που έχει απλώσει σαν φύλλο από τις ρόδες του οχήματος που πέρασαν από πάνω του.

Οι συνηθέστερες πίτσες που συναντά ένας οδηγός στους ελληνικούς δρόμους ποικίλλουν ανάλογα με την γεωγραφική περιοχή και την χρονική περίοδο, αλλά ανάμεσά τους οπωσδήποτε ξεχωρίζουν η πίτσα-σκύλος, η πίτσα-γάτα, η πίτσα-ασβός, η πίτσα-λαγός, η πίτσα-σκαντζόχοιρος και η πίτσα-φίδι. Υπάρχουν ακόμη η οικογενειακού μεγέθους πίτσα-ζαρκάδι και πίτσα-αρκούδα, ενώ συχνά κάνει την εμφάνιση της και η ατομική πίτσα-σαύρα.

— Πρόσεξε μη πατήσεις την πίτσα μπροστά!
— Την είδα.

πίτσα-αρουραίος (από allivegp, 20/08/09)πίτσα-λαγός... (από BuBis, 21/08/09)μια πίτσα περιστέρι με απ\'όλα... (από BuBis, 21/08/09)(από Vrastaman, 23/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεινός και εμπειρότατος οδηγός, οι εξαιρετικές ικανότητες του οποίου υπερβαίνουν αισθητά τον μέσο όρο. Αυτό που λέμε τιμόνι με αρχίδια.

Βαρύς χαρακτηρισμός, που συνεπάγεται αμέριστο σπεκ και ανεπιφύλακτη αναγνώριση. Ο πιλότος δεν είναι απαραίτητα ποζεράς και κάγκουρας, παρόλο που οι τελευταίοι αρέσκονται να αλληλοπροσφωνούνται έτσι. Ο πιλότος, ο σωστός τουλάχιστον, είναι περισσότερο μια ήρεμη δύναμη. Δεν επιδεικνύεται και δεν σπαταλά άσκοπα ενέργεια με παντιλίκια, σπινιαρίσματα και κοκαλώματα / γονατίσματα του εργαλείου έξω από πολυσύχναστες καφετέριες. Δεν είναι οπαδός του δόγματος «το κωλόφτιαγμα για το κωλόφτιαγμα». Οι όποιες μοντιφιές και πειράγματα που θα επιχειρήσει, είναι μελετημένες και ουσιαστικές.

Κανονικά, ο όρος αναφέρεται στους χειριστές αεροσκαφών, ιδίως μαχητικών. Από εκεί μεταφυτεύτηκε στη διάλεκτο των αυτοκινητάκηδων, αλλά και των μηχανόβιων (λιγότερο). Ως γνωστόν, το αερόπλανο παραμένει το απόλυτο μηχανοκίνητο ρησπέκ, ένας απ' τους ισχυρότερους μύθους του 20ου αιώνα. Ιπτάμενος δεν γίνεται ο κάθε τυχαίος, απαιτείται μακρόχρονη και σκληρή εκπαίδευση, που θα αναδείξει το φυσικό τάλαντο του υποψήφιου πιλότου. Το cockpit θα μείνει πάντα το άπιαστο όνειρο για πολλούς: αν ρωτήσεις τα παιδάκια του δημοτικού, τί θέλουν να γίνουν όταν μεγαλώσουν, το 1 στα 2 θα σου απαντήσει πιλότος...

Πιλότοι λέγονται και οι οδηγοί στο πρωτάθλημα της Φόρμουλα 1, που έχουν να κουμαντάρουν τα μονοθέσια τέρατα των 900 ίππων, με επιδόσεις που προσεγγίζουν εκείνες των τζετ, μακράν οιουδήποτε συμβατικού τετράτροχου. Η πείρα και τα αποθέματα ψυχικής δύναμης δεν επαρκούν: ο πιλότος είναι απαραιτήτως και χεράς, κρατερός και ανθεκτικός στην κακουχία και την πίεση. Όχι ακριβώς μπιλντέρι και χτιστάκης, αλλά οπωσδήποτε γυμνασμένος και ελαστικός. Για τον Σουμάχερ και τους συν αυτώ επαγγελματίες, αλλά και για κάθε έναν επίδοξο πιλότο (έστω ερασιτέχνη), μια πολύ καλή φυσική κατάσταση είναι όρος sine qua non, εκ των ουκ άνευ...

Να σημειωθεί τέλος ότι τα σύγχρονα sport αυτοκίνητα, π.χ. Mercedes SLK, Audi TT κλπ, σχεδιάζονται κατά τρόπο τέτοιο ώστε να οξύνουν την αίσθηση «πιλοταρίσματος» του οδηγού και να αξιοποιούν τις δυνατότητές του στο έπακρο. Η καμπίνα τους, λ.χ., αποτελεί προσομοίωση mutatis mutandis της κάψουλας που φιλοξενεί τον χειριστή μαχητικών τζετ, με τη θέση του οδηγού να τοποθετείται νοητά στο κέντρο του οχήματος, στον κατά μήκος άξονα...

  1. - Tις προάλλες που βγήκαμε Εθνική με το Γιώργο τα είδα όλα κωλυόμενα. Μια νταλίκα είχε βγει στο αντίθετο ρεύμα κι ερχόταν κατά πάνω μας. Έπρεπε να δεις πόσο ψύχραιμα αντέδρασε ο Γιώργος, δεν πανικοβλήθηκε ούτε στιγμή. Είναι πιλότος ο άνθρωπας, τέλος.

  2. - Μαλάκα, έχω βρει ένα μεταχειρισμένο Χόντα S 2000 και λέω να το χτυπήσω.
    - Πρόσεξε ρε φίλε μ' αυτό το μπουρδέλο... Είναι καύλα το γκάζι του, μα είναι σκοτώστρα, ζόρικο μηχάνημα. Μην πας να το παίξεις πιλότος με τη μία, μάθε το πρώτα, πάρ' του τον αέρα...

  3. - Ο καλός ο πιλότος για μένα φαίνεται στις αλλαγές. Να ξέρει να ανοίγει σωστά το γκάζι, ώστε να γεμίσει το μοτέρ. Να σπάει με τρόπο τις ταχύτητες και λίγο πριν φτάσει στον κόφτη, να κουμπώνει όμορφα την επόμενη. Μαλακά, ίσα που να το νιώθεις, σαν να 'χεις αυτόματο κιβώτιο.

(από BuBis, 21/08/09)οδηγός μ\'αρχίδια... (από BuBis, 21/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για μια καλοβυρνιά που ορίζεται σαν το νοητό φρένο το οποίο πατά αντανακλαστικά ο συνοδηγός κάνοντας τη χαρακτηριστική κίνηση με το πόδι του, αν και δεν υπάρχει εκεί που πατάει κανένα πετάλ.

Το φρένο του συνοδηγού το μεταχειριζόμαστε όταν ο οδηγός πάει σανίδα ή κωλοπαντιέρα, όταν μπαίνει με τις μπάντες στις στροφές ή κάνει κωλίδια και άλλα τέτοια καγκουριλίκια. Μας δίνει την ψευδαίσθηση ότι θα φρενάρει το αυτοκίνητο και ότι θα αποκτήσουμε τον έλεγχο του.

Προσοχή, να μη συνδέεται το εν λόγω «φρένο του συνοδηγού» με αυτό που χρησιμοποιούν οι δάσκαλοι των σχολών οδήγησης, και το οποίο είναι υπαρκτό.

Χθες που ανέβηκα πάνω στον Χολομώντα με την Λάουρα, παρατήρησα ότι πατούσε συνέχεια το φρένο του συνοδηγού σε όλη τη διαδρομή. Μπορεί να την τρόμαξα λίγο, αλλά να μη χαρώ όμως κι εγώ τα στροφιλίκια μου;

Το Death Ρroof του Q. Tarantino. Εδώ και αν χρησιμοποιήθηκε το φρένο του συνοδηγού! (από allivegp, 22/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέμε ότι κάποιος ταξιδεύει VIP όταν κάθεται στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου, παρότι το κάθισμα του συνοδηγού είναι ελεύθερο και θα μπορούσε να κάθεται μπροστά.

Αυτό ενδέχεται να συμβαίνει γιατί ο επιβάτης μπορεί να μην έχει όρεξη για πολλούς διαλόγους με τον οδηγό, ή μπορεί να προτιμά τη μεγαλύτερη άνεση του καναπέ, ή ακόμη να μην εμπιστεύεται τις ικανότητες του οδηγού και να αισθάνεται πιο ασφαλής καθισμένος πίσω.

Υποτίθεται ότι στα πίσω καθίσματα κάθονται τα VIP πρόσωπα, ενώ στα μπροστινά ο οδηγός και ο σωματοφύλακάς τους.

- Γιατί δεν έρχεσαι να καθίσεις μπροστά;
- Άσε, προτιμώ να καθήσω VIP.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τεχνικούρα χρησιμοποιείται για να δηλώσει την υπερβολική χρήση τεχνικής ορολογίας και επαγγελματικής-τεχνικής ιδιολέκτου αναφορικά με θέματα που ενώ θα μπορούσαν να εξηγηθούν ή να περιγραφούν με πιο απλό και κατανοητό απ' όλους τρόπο, εν τέλει απλά αφήνουν το κοινό με ερωτηματικά πάνω από το κεφάλι τους. Επίσης, η τεχνικούρα χρησιμοποιείται αναφορικά με θέματα που απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις, τις οποίες και κατέχει ο εκάστοτε ειδικός του τομέα. Τέλος, παρατηρείται η χρήση του όρου ως επιθετικός προσδιορισμός αποκλειστικά αρσενικού γένους για ανθρώπους που συγκεντρώνουν τα παραπάνω χαρακτηριστικά.

Η τεχνικούρα είναι παρεμφερής και εν μέρει συνώνυμη της μπολικούρας, με μία όμως ειδοποιό διαφορά: Η τεχνικούρα είναι εξεζητημένη μεν, αλλά δεν ξεφεύγει ποτέ (ή μάλλον σχεδόν ποτέ) από το συγκείμενο, οπότε με αυτή την έννοια δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανούσια. Αυτό όμως δεν κρύβει τα ενίοτε άκρως ελεεινά κίνητρα του τεχνικούρα, τα οποία δεν είναι τίποτε άλλο από την επίδειξη γνώσεων, την τεχνοκρατική του ποζεριά και εν τέλει το ατελείωτο ψώνιο του.

Βέβαια, υπάρχει και το σπάνιο είδος ανθρώπων οι οποίοι παρουσιάζουν μία εμφανή και ειλικρινή αδυναμία να εκφραστούν με οποιοδήποτε άλλο τρόπο. Αυτούς τους άδολους τεχνικούρες η κοινωνία θα πρέπει να τους αγκαλιάσει με συμπόνια και κατανόηση... χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι με αυτό τον τρόπο θα γίνουν πιο δημοφιλείς.

Τελικά, όπως είχε πει και ο τρισμέγιστος Μπουκόφσκι, «μεγαλοφυΐα είναι να λες εξαιρετικά δύσκολα πράγματα με εξαιρετικά απλό τρόπο», δήλωση με την οποία θα συμφωνήσει ο κάθε μαθητής, φοιτητής, αναγνώστης, ερευνητής, και γενικά ο κάθε ένας από εμάς που αναγκάζεται να ζητήσει την βοήθεια ειδικών για να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα που προέκυψε...

  1. Πάω που λες να πάρω ένα λάπτοπ και έρχεται ο πωλητής και μ' αρχίζει στις τεχνικούρες... Κάτι επεξεργαστής Intel Menlow Atom Z530 (1.6 GHz) με 512KB L2 cache στα 533 MHz οθόνη 13,4'' WXGA TFT LCD, Glare Type με LED backlight και ανάλυση 1366 x 768 μνήμη 2048MB (1 x 2048MB) DDR2 και σκληρό 250 GB SATA και τα' καψα όλα... Ευτυχώς που μία πελάτισσα τον διέκοψε να τον ρωτήσει κάτι και την έκανα μ' ελαφρά πηδηματάκια...

  2. Ρε συ, τι λέει πάλι εδώ; Δεν βγάζω άκρη με αυτές τις τεχνικούρες. Τ' είναι ο παλινδρομικός αναδευτήρας 4000/356 στα 500 rpm;
    — Εμ αφού πας και ψωνίζεις κινέζικα...

  3. — Πώς τον βλέπεις σαν κιθαρίστα;
    — Καλός είναι μωρέ, αλλά και μπολικούρας και τεχνικούρας. Χίλιες φορές John Lee. Παίζει μία νότα και σε στέλνει καρφί στο μπαρ για ένα ακόμη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το (μη αγροτικό) 4Χ4 μεγάλου κυβισμού, όχημα που έχει κατακλύσει την Αθήνα τα τελευταία χρόνια, τεκμήριο νεοπλουτισμού και βλαχιάς -εξού και η παρομοίωση με αγροτικό. Νομίζω το πρωτο-είπε ο Λαζό, δεν είμαι σίγουρη.

Εδώ που τα λέμε βέβαια, πιο χρήσιμο είναι αυτό το αυτοκίνητο στους αθηναϊκούς δρόμους με τους τάφους τους, παρά στους επαρχιακούς χωματόδρομους, στους οποίους πας μια χαρά και με ένα απλό ψηλολάβαλο αμαξάκι.

- Πάμε για ψώνια στην Κολωνάκα;
- Τι, πάλι με το αγροτικό θα με πας ρε ψώνιο;

βλ. και αγρότης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified