Μπαίνω γρήγορα σε στροφές. Η συνηθισμένη κατάληξη είναι να βγαίνω με τις ζάντες.
Ναι είναι τρελός οδηγός, μπαίνει με τις μπάντες και βγαίνει με τις ζάντες, λολ.
Μπαίνω γρήγορα σε στροφές. Η συνηθισμένη κατάληξη είναι να βγαίνω με τις ζάντες.
Ναι είναι τρελός οδηγός, μπαίνει με τις μπάντες και βγαίνει με τις ζάντες, λολ.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Οδηγώ με υπερβολική ταχύτητα.
- Πώωω, χθες το βράδυ με πιάσανε οι τροχόμπατσοι και με ξέσκισαν εντελώς...
- Γιατί;
- Πήγαινα κομμάτια με το αμάξι, δεν φορούσα και ζώνη... Γάμησέ τα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Got a better definition? Add it!
Το Ν των νέων οδηγών.
(Ταξιτζής πίσω από δειλό οδηγό, που έχει κολλημένο το Ν στο πίσω τζάμι)
- Αμάν, θα νυχτώσουμε. Αυτός μπροστά με τη νικολέττα δεν θα την περάσει ποτέ τη διάβαση!
Δές και νικολάκης.
Got a better definition? Add it!
Χαρακτηρισμός για κάποιον που έχει παπί κωλοπειραγμένο και μαλλί ανάλογο της φυλής των Cherokee. Χαρακτηριστικός είναι και ο τρόπος οδήγησης του οχήματός του, με το σώμα και το κεφάλι να κοιτάει δεξιά ή αριστερά καμπουριάζοντας, ακολουθούμενος από σπασμούς σε κάθε αλλαγή ταχύτητας.
- Τό 'λιωσε το μηχανάκι το τσερόκι...
- Κοίτα μπροστά σου ρε, σαν Τσερόκι οδηγάς...
- Κοίτα αεροτομή που έχει το τσερόκι... (αεροδυναμικό κούρεμα τύπου διπλής μοϊκάνας σε Τσερόκι)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο επικίνδυνος οδηγός, ειδικότερα στην πόλη αλλά ενίοτε και σε επαρχιακούς δρόμους, συνηθίζεται για οδηγούς ταξί, delivery.
Got a better definition? Add it!
Το παρ-μπριζ εις την βλαχοελληνικήν. Πρωτοειπώθηκε στο ΜΑΠΑ show.
- Άσε, μου έσπασε το μπαμπρίζ από το χαλάζι!
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Γρήγορα.
Με το που είδα τα μπατσόνια την έκανα με τις μπάντες.
Got a better definition? Add it!
Αναφέρεται σε κάτι το οποίο είναι γνήσιο και δεν έχει υποστεί μεταγενέστερες μεταβολές. Χρησιμοποιείται κυρίως σε μηχανολογικές συζητήσεις.
Το αυτοκίνητο το έχω μαμά ακόμα, αλλά σκοπεύω να το αγριέψω.
Πωλούνται εξατμίσεις μαμίσιες.
Δες και σετ α λα μαμά.
Got a better definition? Add it!