Χαρακτηριστική ύβρις που υπονοεί ότι ο κώλος του συνδιαλεγομένου μας είναι τόσο φαρδύς μετά από αλλεπάλληλες παθητικές σεξουαλικές συνευρέσεις, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ακόμα και από τα συμπαθή τρωκτικά σαν φωλιά.

- Της θειάς σου...
- Τι είπες ρε;
- Άντε ρε, πιάνει ο κώλος σου ποντίκια;

Παράδειγμα όπως εκφέρεται από κακεντρεχή ενάντια στον Εθνικό μας Σταρ.

(από ioannios, 26/10/11)

Βλ. και τρωκτικό σεξ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διδακτική παροιμία που απευθύνεται βασικά στον ντροπαλό άντρα, σε αγάμητους χαρακτήρες όπως ο κόκκορας του Αρκά, που βασανίζονται συνεχώς από το παράπονο γιατί οι γκόμενες προτιμούν τους μαλάκες, ενώ τα ωραία, ευαίσθητα, σοβαρά και προβληματισμένα άτομα μένουν στην απέξω. Παρομοιάζει δε αυτόν τον ωραίο πλην άπειρο και ντροπαλό νέο με τον ψαρά, ο οποίος τη στήνει έξω απ’ το νερό, ρίχνει την πετονιά του και περιμένει τα ψαράκια να μυριστούν το δόλωμα, να ’ρθούνε μόνα τους στο αγκίστρι, να το τσιμπήσουν και να γουστάρει κι ο ψαράς. Και υπενθυμίζει σ’ αυτό το ρομαντικό αιθερογάμονα τον παραδοσιακό ρόλο του αρσενικού στο ερωτικό παιχνίδι, που είναι αυτός του κυνηγού.

Ο αρσενικός πρέπει να τα ρίξει στη γυναίκα, να εκτεθεί, να της την πέσει, να την ψήσει, να της πει πως τη γουστάρει, να την πείσει ότι είναι ωραίος και αξίζει, να την καταφέρει τέλος πάντων, κι αν φάει χυλόπιτα να μην αποκαρδιωθεί και τα παρατήσει, αλλά να συνεχίσει. Να συνεχίσει με τη φίλη της, αλλά να επιμείνει και με την καριόλα. Ο δε ναρκισσευόμενος ωραίος που στην αυνανιστική του απομόνωση αναρωτιέται αν αρέσει και κρυφοκοιτάζει τις γκόμενες για να μαντέψει στο βλέμμα τους τον πόθο προς το άτομό του, ενόσω περιμένει άτολμος να του’ρθει το μουνί στο πιάτο, θα μείνει ο δυστυχής με την ψωλή στο χέρι. Νομίζω πάντως πως μέρος του νοήματος έχει θυσιαστεί στις ανάγκες του ιαμβικού δεκαπεντασυλλάβου. Στην πραγματικότητα το μουνί θέλει και κυνήγι, και υπομονή (το ψήσιμο που λέγαμε).

- Κοίτα ρε άτομο που γουστάρουν οι γκόμενες. Το Ρούλη το μαλάκα με το αϊκιού ραδικιού. Αυτό τον ηλίθιο που δυο λέξεις να πει δεν ξέρει, άσε που είναι και σιχαμερός με το λαδωμένο το μαλλί και την τσατσάρα στην κωλοτσέπη. - Το ψάρι θέλει υπομονή και το μουνί κυνήγι δικέ μου. Μαλάκας ξεμαλάκας, ο Ρούλης είναι παίκτης και αγωνιστής, γι’ αυτό γαμάει τις ωραίες γκόμενες. Εσύ που τις αρχίζεις στη φιλοσοφία και την ψυχανάλυση, όταν δηλαδή δεν καταπίνεις εντελώς τη γλώσσα σου, πώς περιμένεις να σταυρώσεις γκόμενα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γυναικείος αυνανισμός.

Και εξηγούμαι: όσοι έχετε διαβάσει το λήμμα ανεμοκιθάρα είστε εξοικειωμένοι με την κίνηση του παιξίματος φανταστικής κιθάρας (παίξιμο στον αέρα). Αν εστιάσουμε στο δεξί χέρι του «κιθαρίστα», τότε θα καταλάβουμε πως η παλινδρόμησή του πάνω από τις χορδές, προσομοιάζει σαφώς με την επαναλαμβανόμενη κίνηση του χεριού της γυναίκας πάνω από την κλειτορίδα κατά τη διάρκεια του γυναικείου αυνανισμού.

Για καλύτερη απόδοση του νοήματος, η έκφραση δύναται να συνοδευτεί και από αντίστοιχη χειρονομία παιξίματος «ανεμοκιθάρας ». (Όπως η λέξη «μαλάκας» συνοδεύεται από την αντίστοιχη χειρονομία).

- Τι γίνεσαι ρε Μαίρη; Πώς ήταν το καλοκαίρι στη Μύκονο;
- Ε, μέτρια πράγματα...
- Τι; Δεν σου την έπεσε κανείς; Δεν έγινε τίποτα τόσες μέρες;
- Τι περίμενες να γίνει; Αφού όλοι εκεί τον τινάζουν τον κουραμπιέ ...
- Κατάλαβα... Δηλαδή με σόλο κιθάρα την έβγαλες στις διακοπές...!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σαπρότητα, ηθική σήψη, διαφθορά, Σόδομα και Γόμορρα! Κατά τη γνώμη μου την ταπεινή, εδραιώθηκε κυρίως με την αυτή την έννοια (παρ' ότι η κυριολεκτική της εν μέρει, ωστόσο δε χρησιμοποιούνταν σε μεγάλη έκταση ως slang) από τη γριά-Μαρκάταινα και πλέον χρησιμοποιείται για να περιγράψει οποιουδήποτε είδους ηθική κατάπτωση, κυρίως σε ότι έχει να κάνει με βρώμικο σεξ και πρόστυχες συζητήσεις γύρω από αυτό και γενικά με ότι θα έκανε τον γέροντα- Παΐσιο να πάει από ανακοπή καρδιάς ή τριπλό εγκεφαλικό.

Πρέπει να τονιστεί ότι υπό αυτή την έννοια η λέξη «σαπίλα» δεν χρησιμοποιείται με προσβλητική διάθεση, αλλά αντίθετα ως κομπλιμέντο μιας κατάστασης εξεχόντως kinky ή ενίοτε καλτ.

Υ.Γ. Αφιερωμένο στο Βράσταμαν που το ζήτησε και στη φανταστική, πλην τεραστίων αντοχών, Γκαλάντριελ :D

1) Galadriel:

Μάφι μη βαράς, σιγά τι γράψαμε δηλαδής, κοινωνικό έργο επιτελέσαμε. Και τέλος πάντων κάπως πρέπει να εξιλεωθείς που ανέβασες στα σχολιασμένα το βρώμικο παρελθόν μου, σε καταδικάζω σε ποινή τρίωρων προκαταρκτικών. Φρουροί! Πάρτετην!

mafie:
Χαχαχαχα σαπίλα :Ρ (εδώ)

2) Πως εξηγείτε το γεγονός οτι ολόκληρος ο ελληνικός κινηματογράφος είναι μία ατέλειωτη καψουροκλάψα, μία αντιαισθητική απεικόνιση παρακμής και σαπίλας;
Λες και προσπαθούν οι σεναριογράφοι, σκηνογράφοι, σκηνοθέτες να βγεί όσο πιο ανώμαλη, κακάσχημη, αντιαισθητική, κλαψιάρα, με καλτ διαλόγους, η ταινία.
Τι νομίζουν οτι κάνουν οι ''καλλιτέχναι'' μας; Γροθιά στο στομάχι κι έτσι;
Κλάψα, μίρλα, αυτομαστίγωση, κακομοιριά, ανωμαλία, καλτίλα, λοβοτομή, ασχήμια, υπερβολή. Αυτό είναι ο ελληνικός κινηματογράφος. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του «κωλοβαράω», αλλά επί το εμφατικότερον.

Περνάω την ώρα μου χαζολογώντας, επιδίδομαι στο ευγενές άθλημα του αυνανισμού, μεταφορικώς βεβαίως και ουχί κυριολεκτικώς.

Συνώνυμα: κωλοβαράω, πουτσοβαράω

Αντί να ψωλοκοπανάτε όλη μέρα εδώ μέσα, δε σηκώνεστε να κάνετε καμιά δουλειά λέω γω; Μου 'χει φύγει ο τάκος απ' το πρωί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση χρησιμοποιούμενη κυρίως στην Πελοπόνησσο, ισοδύναμη με το «θα μου κλάσεις τ' αρχίδια» ή «θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια».

- Άμα έρθω εκεί ξέρεις τι έχεις να πάθεις;
- Ξέρω, θα μου κλάσεις τον γκιώνη!

Γκίωνης aka Otus scops (από Vrastaman, 30/11/11)(από GATZMAN, 02/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αυνανισμός ή αλλιώς η μαλακία.

Είμαι πολύ κουρασμένος. Πάω σπίτι για ξεπετσιά και ύπνο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το αντίθετο της καύλας. Η απομακρύνουσα την ερωτική διάθεση.

- Να μην μιλήσω για αυτή την ξεκαυλωτήρα τη Μερκελ!
(Κυρ Βασίλης (κυρ bill) από Πάτρα στην «Ελληνοφρένεια»)

Από το 1.10 τα κορυφαία. (από Khan, 13/12/11)Η αντίθετη άποψη. (από Khan, 13/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια φορά κι έναν καιρό κάποιος επινόησε την λαμπρή έκφραση πούτσα και καράτε, για να περιγράψει την κατάσταση απόλυτης και ταπεινωτικής συντριβής ενός αντιπάλου, συγκεκριμένα στο γήπεδο. Ήταν μια εκσυγχρονισμένη μορφή του κλασικού σεξ και ξύλο, με την πούτσα να αντιστοιχεί φυσικά στο σεξ και το καράτε στο ξύλο. Τα μόνα δύο πράγματα για τα οποία αξίζει να ζει κανείς σε αυτή τη ζωή, όπως λέει ένας φίλος μου μπάτσος (τυχαίο;).

Ενώ αρχικά η πούτσα και το καράτε δήλωναν δυο διαφορετικά πράγματα, με τον καιρό η διάκριση αυτή ατόνησε και επήλθε αφομοίωση του δεύτερου στο πρώτο. Πιο απλά, καράτε σημαίνει πλέον, υπό ορισμένες πραγματολογικές συνθήκες εκφοράς, γαμήσι, σεξ, πήδουλας.

«Ξύλο και καράτε στον Πρετεντέρη»: το πάντα επίκαιρο αυτό σύνθημα επιβεβαιώνει την συνωνυμία σεξ-καράτε και φυσικά μεταφράζεται «ξύλο και πούτσα...». Αν το καράτε σήμαινε ξύλο, τότε θα είχαμε πλεονασμό, κάτι που ωστόσο δεν μπορεί να αποκλειστεί τελείως.

  1. - Φεύγω, πάω να πάρω τη Λίτσα με τ' αμάξι.
    - Κατάλαβα, πάτε για καράτε;
    - Όχι ρε, για φαγητό πάμε, έχει τα γενέθλιά της.
    - Και μετά καράτε για τη χώνεψη, ε;

  2. - Πού ήσουνα χτες;
    - Μπα, τίποτα, είχε έρθει η Λίτσα απ' το σπίτι μου.
    - Παίχτηκε καράτε;
    - Μπα, είχε τα ρούχα της.
    - Την πίστεψες;
    - Ναι, το τσέκαρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κονέ μξ ομοφυλοφίλων, δικτύωση, με βλέψη κυρίως στα επαγγελματικά. Δική τους λέξη.

Βλ. και πουστ κονέξιον.

- Χώθηκε πάλι ο Τάκης το πουλάκι μου. Βολεύτηκε, είδες;
- Ίντερπουστ μάι ντήαρ, τι νόμιζες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified