Selected tags

Further tags

Καλιαρντής προέλευσης, σημαίνει εκσπερματίζω, χύνω, ξεφορτώνομαι τα φλόκια, περισσότερο ως μια ζωώδη εκτόνωση και αποφόρτιση, που ενίοτε χρειάζεται ως εξαέρωση για να ξελαμπικάρει κανείς.

  1. - KATARXHN DEN PLIRONO..........GIATI EXOUME ENA KOINO MAS PLIRONOUN....................APLA HTHELA NA SE
    XEFLOKARO..........ALLA AFOU THES ETSI DEN PIRAZEI,APLA GOUSTARO THN PROTOBOULIA SOU....OPOTE THES OTIDIPOTE STILE SMS.....

- transafentra
GLYKIA MOY S'EYXARISTW POY ME DEXTHKES STO CLUB SOY. EPISHS S'EYXARISTW GIA TA KALA SOY LOGIA. NAI PITHANON NA
GNWRIZOMASTE. SE GLYKOFILW TRANSAFENTRA. (Διάλογος κάπου στα διαδίχτυα).

  1. μήπως θες τις φωτο με ζουμ....και ευρυγωνειο επαγγελματικό φακό;;;;;; μάλλον για να πάιζεις την πουλαρα σου θελεις τις φωτο....μας πηδηξες με τις φωτο και τις φωτο......τραβα να ξεφλοκαρεις σε κανβα ντέλλο να ηρεμήσεις...... (Κάπου σε μπουρδελοσάι).

  2. Μου πήρε το χεράκι μου και το’ βαλε εκεί, ύστερα με κάθησε πάνω του, λίγο μου την ακούμπησε στα μπούτια ο πουρός και με πασάλειψε με τα φλόκια του. Μπουλκουμέ. Εντάξει ο κατέ αυτό γουστάριζε, να ξεφλοκάρει ήθελε. Πήρε μετά μια παλιοπατσαβούρα, και τα καθάρισε. (Από το καλιαρντογράφημα στο pisoglendis-pisoglendis.blogspot.gr).

Got a better definition? Add it!

Published

Ξέκωλο, στον υπερθετικό βαθμό.

- Τι ξέμουνο είναι αυτή η Ντίνα... είδες το μίνι που φόραγε προχτές;

Βλ. και ξεψώλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός ανθρώπων που συχνάζουν σε κωλόμπαρα ή/και σεργιανίζουν τη νύχτα, καταφεύγοντας στον αγοραίο έρωτα. Χρησιμοποιείται και υποτιμητικά για ανθρώπους γλοιώδεις που δε συμπαθούμε.

Τον ξέρεις το Μάκη; Μεγάλος κωλομπαράς. Όλα τα λεφτά του εκεί τα τρώει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από φόρουμ στο νέτι: «Δράττομαι της ευκαιρίας και μιας που είναι περί αυνανισμού ο λόγος να πούμε και κανά ευτράπελο: Είμαι πολύ καλός εραστής διότι εξασκούμαι πολύ μόνος μου...! Εϊ, μην κατακρίνετε τον αυνανισμό... Είναι σεξ με κάποιον που αγαπάμε...! Το καλό με τον αυνανισμό είναι ότι δεν χρειάζεται να είσαι κατάλληλα ντυμένος...! Ούτε να πας το χέρι σου για φαΐ και να συζητάς τα προβλήματά του...! Λένε ότι “αν πετύχει η μαλακία τύφλα νά ‘χει το γαμήσι!” χμμμ καλή η μαλακία αλλά με το γαμήσι γνωρίζεις (και) κόσμο...! Άσε που μειώνει τις πιθανότητες να μείνεις μόνος σου το Σαββατόβραδο...»

- Καλά φιλαράκι.. θα σας γαμήσουμε στο φιλικό, πέντε τεμάχια θα σας ρίξουμε!!
- Σιγά ρε, μη γαμάς τόσο πολύ, τράβα και καμιά παχιά, να φύγει η μαλακία από τον εγκέφαλο..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κωλοτρυπίδα, ο κώλος, ο πάτος.

Mου 'φυγε το κλασφίγκι να τον νικήσω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι γκόμενες ή οι γκόμενοι που δεν μπορέσαμε να χτυπήσουμε όταν το θέλαμε ή όπως το θέλαμε, αλλά κατέληξαν στο τέτοιο μας περίπου κατά τύχη, αφού πέρασαν πρώτα από πιο έμπειρους ή πιο ελκυστικούς κατακτητές.

Πάσα: φίλος Μιχάλης.

- Μπα, έχεις πάει με τη Νάσια και συ; Τελέρε μεγάλε!
- Καλά, μη νομίζεις, έτυχε, ήταν από τα απογαμίδια του Νώντα που μου κάτσανε...

Got a better definition? Add it!

Published

Το λέμε στον συνομιλητή μας όταν αυτός μας προτείνει κάτι το οποίο θεωρούμε απαράδεκτο.

Επίσης θα το πούμε όταν πια μας τα έχει πρήξει κάποιος με κάτι που δεν ξέρει πού να το βάλει.

Διευκρινιστικό τού «να το βάλεις εκεί που ξέρεις».

  1. Άκου Κυρ Στέφανε να τις βάλεις στον κώλο σου τις σοκολάτες,ναι ναι κ όλο το ζαμπόν κ τις μαρμελάδες,πήγε 23% ο ΦΠΑ δε θα το κάψουμε απόψε.

  2. Ρε κωλοεφοριακέ, 400 ευρώ παίρνω, τι θες τώρα; Να μου τα πάρεις και αυτά θες; Δεν μπορώ να ζήσω ρε μαλάκα. Να τα πάρεις και να τα βάλεις στον κώλο σου.

  3. πάρε τις αναπάντητές σου καν' τες στίβα και βάλ' τες μες τον κώλο σου αφού την είδες ντίβα
    από εδώ.

από το νέτι όλα.

  1. - Πού να το βάλω ρε πστ αυτό το πράμα που μου έφερες;
    - Έτσι λες ευχαριστώ; Να το βάλεις στον κώλο σου άμα δεν ξέρεις τι να το κάνεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αιδοίο στα καλιαρντά.

Ο Άγης, ένας παίδαρος, θεολάτσα, οικοδόμος, πήγαινε στη Γερμανία, μάζευε λίγα μπερντέ, ερχόταν πίσω στην πατρίδα, τα έτρωγε με τις γκόμενες, γιατί ήταν μπουτ μουτζωτός, μπουτ μουνάκιας, πάλι καβαλούσε το τρένο και γύριζε πίσω εμιγκρές. Δος του καυλομαξίλαρο και πάρ’ του την ψυχή. Μια δόση έβγαλε καλά φράγκα και μου πήγε στον Μουτζότοπο να τα γλεντήσει, τα ξόδεψε στις σαρμούτες και στις καρακαλτάκες κι έμεινε στο φινάλε ταπί και ψύχραιμος. Οι σούπερ αντρουά λατσεύονται τον Μουτζότοπο κι εμείς οι καραλουμπίνες τον Τζιναβότοπο, το Αδερφοχώρι. (Αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published

Γυναίκα φτηνή, ανάξια σεβασμού (περιφρονητικά).

Ίσα μωρή χυσού, μωρή ξεφτιλισμένη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακατάσχετος αυνανισμός συνοδεία κάνναβης.

Είναι τόσο λιώμα που έτσι και έχει καμιά μαστουρόκαυλα θα πάθει πέντε εγκεφαλικά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified