Selected tags

Further tags

Ένα από τα γνωστά είδη κώλου. Είναι ο κώλος που έχει επηρεαστεί περισσότερο από τη βαρύτητα, αλλά διατηρεί αναλλοίωτες τις καμπύλες του και το φεγγαροειδές σχήμα του σε κάθε κωλομέρι. Παρατηρείται σε βοσκοτόπια, σε χειμαδιά και σε περιοχές που προωθούν την κτηνοτροφία. Το φαινόμενο του κώλου-βουκώλου έχει παρατηρηθεί και στην Ολλανδία. Σε πολλούς γνωστός και ως δακρυόσχημος.
(οι καλτσοδέτες είναι απαραίτητο αξεσουάρ!)

-Ωπ! Κοίτα τη βλάχα ρε συ! Πωπω! Τι κώλος είναι αυτός...! Βουκώλος!!

(από Don_Kilotis, 23/03/09)(από nick, 23/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σταύρωση ως γνωστόν ήταν τρόπος θανατικής καταδίκης και αντιπροσωπεύει το μαρτύριο του Χριστού που ήταν πολύ οδυνηρό, όμως επειδή ο Χριστός είχε όχι απλό δόντι αλλά χαυλιόδοντα, κατάφερε μετά το ξεσταύρωμά του να αναστηθεί και να δώσει ελπίδες στον κάθε ταλαίπωρο πως, ό,τι μαρτύριο και να περνάει, θα καταφέρει να βρει λύτρωση.

Επίσης. είναι τοις πάσι γνωστόν ότι ο κλασσικός έλληνας (δεν γνωρίζω για τις άλλες εθνότητες) είναι ο γαμιάς της γειτονιάς και μπορεί να γαμάει τους πάντες και τα πάντα χωρίς εξαίρεση και φυσικά δεν εξαιρούνται ούτε τα θρησκευτικά πιστεύω. Σ' αυτόν τον τομέα δε, έχει ιδιαίτερη αδυναμία, ξεκινώντας από τους αντιπροσώπους επί γης του θεού που πιστεύει ο καθένας και φτάνοντας μέχρι την κορυφή της ιεραρχίας, συμπεριλαμβανομένων και των αξεσουάρ (καντήλια, πετραχήλια κλπ.). Αυτό δε, υποδεικνύει πολύ μεγάλη πίστη. Ναι ναι, πολύ μεγάλη πίστη, το έχω διασταυρώσει από γυναίκες του κύκλου που λένε ότι αυτός που υβρίζει την Παναγία και το Χριστό τους αγαπάει πάρα πολύ, γιατί προτιμάει να καλέσει τα θεία παρά τον ακατονόμαστο!

Όταν γαμεί κάποιου το ξεσταύρι, δηλώνει μεγάλη απειλή και ότι θα τον κάνει να μαρτυρήσει της μάνας του το γάλα. Όταν γαμεί το δικό του ξεσταύρι, αναθεματίζει το μαρτύριό του και ελπίζει στη λύτρωσή του.

  1. Ρε γαμώ το ξεσταύρι σου, δεν το είδες το στοπ; Κατέβα ρε, αν τιμάς τα παντελόνια που φοράς!!

  2. Βάζει το κλειδί στη μίζα, το γυρίζει... γρρρρ, γρρρ, γρρρ... ξανά και ξανάμανά, μέχρι που η μπαταρία ξελιγώνεται. Γαμώ το ξεσταύρι μου μέσα! Άντε τώρα να δούμε πώς θα βρω ταξί! Θα το βάψω μπλε να τελειώνω!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη μορφή: «Αυτός έχει της ψωλής του τον χαβά».

Αναφέρεται σε κάποιον που είναι «κολλημένος» σ' ένα θέμα και δεν ακούει τίποτε άλλο.

Και του έλεγα του Γιώργου - Μη πάμε από δω γιατί θα χαθούμε.
- Όχι, όχι εγώ ξέρω
Και να που χαθήκαμε αφού επέμενε. Είχε της ψωλής του τον χαβά. Που ν' ακούσει κάποιον άλλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται περιπαικτικά και δηκτικά σε κάποιον από την παρέα που κλάνει χωρίς να χρησιμοποιεί πορδοσιλανσιέ (δηλ. κλάνει ηχηρά).

Ακούστε ρε μάγκες πώς τρίζει η φωλιά του πούτσου μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτονόητος ορισμός. Όλα τα χωρά ο σάκκος ... κι άλλα τόσα!

Μ' αυτή ρε μαλάκα θα βγεις; Την ψωλαποθήκη;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ρουφογκαβλέτα/ ρουφοκαβλέτα/ ρουφοκαυλέτα:

Αυτή η οποία αρέσκεται στην πεολειχία και μάλιστα διαθέτει (ενδεχομένως) ταλέντο σε αυτο. Μπορεί να χρησιμοποιηθει απαξιωτικά ή/και επαινετικά.

  1. - Ωραία και καλή κοπέλα η Μόνικα, έτσι;
    - Σιγά ρε, μία ρουφοκαυλέτα είναι!

  2. - Τι έγινε με τη Γεωργία ρε συ; Καλή στο κρεβάτι;
    - Πο πο φίλε τρελή ρουφοκαυλέτα σου λέω!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «εργατοπατέρας», ο πούστης, κατά κανόνα γερομπινές (με την καλή έννοια) που είναι πούσταρχος και διατηρεί ολόκληρη πουστωδία από νεαρότερα στην ηλικία πουστράκια, τα οποία ενισχύει, επιβοηθεί, προωθεί και γενικά παγιώνει στην δέσμευση και στράτευσή τους στο πουστρηλίκι.

Ίσως και ο πούστης που υιοθετεί παιδί (στο εξωτερικό πιο πολύ συμβαίνει μέχρι αποδείξεως του εναντίου).

Ασίστ: Μάρκο ντε Σαντ.

Ύστερα από τον γάμο στην Τήλο μαζευτήκανε όλοι οι πουστοπατεράδες και συνεδριάζανε πώς να ενισχύσουν τον Τήλιο δήμαρχο που βάλλεται.

Ψηλά τις σημαίες, κορίτσια ! (από Marco De Sade, 19/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά εκ του αγγλικού post-op, το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από σύντμηση του post-operation, δηλαδή μετά την εχγείρηση. Όπου βέβαια «εγχείρηση» δεν είναι ούτε σκωληκοειδής απόφυση, ούτε αμυγδαλές, αλλά η αφαίρεση του κάτω συστήματος, της οικογένειας ολόκληρης, μπαργαλάτσου και αρχιδόμπαλων συμπεριλαμβανομένων. Στην θέση τους προφανώς προστίθεται ψωλότσεπη, η επονομαζόμενη και χοάνη, για τους μη μυημένους μουνί.

Το τραβέλι που έχει κάνει το μεγάλο βήμα είναι πλέον ποστόπι, ενώ οι άλλες οι κραγμένες είναι απλά pre-op και άρα έχουν ακόμη ένα στάδιο μέχρι να χαρακτηρισθούν εντελώς τελειωμένες.

Η έκφραση χρησιμοποιείται τόσο για να περιγράψει κυριολεκτικά άτομο της κατηγορίας Αναΐς από το Παναής, όσο και για να χαρακτηρίσει υποτιμητικά κάποιον που είναι εντελώς φλωρόκουπας και συμπεριφέρεται σαν να μην έχει αρχίδια και τσαγανό.

Το ποστόπι μόνο καταχρηστικά μπορεί πλέον να χρησιμοποιεί εκφράσεις όπως ζμπούτσαμ, στον πούτσο μου λουλούδια και θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια, μπορεί όμως θαυμάσια να λέει στο μουνί μου το ιδιότροπο και, αν είναι της περιοχής, μουνί απ' τα Καλάβρυτα.

Απαντάται ενίοτε και στην εισέτι υποτιμητικότερη εκδοχή η ποστόπα, οπότε και συντάσσεται αποκλειστικά με το «ου μωρή».

Προσοχή: Να μη συγχέεται με το τυφλοκόπι. Καμμία σχέση...

  1. - Τι θεόμουνο είναι αυτή η Τζίλντα ρε μεγάλε...
    - Νννναι... Τώρα που είναι ποστόπι εννοείς, διότι πριν από λίγο καιρό ήταν ψωλαρέος με βυζιά.
    - Τι λες τώρα;!!

  2. - Και πώς να της το πω δηλαδή; Θα πάω έτσι εκεί και θα της το ξεφουρνίσω; Θα με πάρει με τις πέτρες. Πώς να το κάνω; Φοβάμαι...
    - Πω πω ρ' αδερφάκι μου, τι ποστόπι είσαι 'συ; Grow some balls ρε μαλάκα! Κι άμα σου πει και τίποτα, ρίξε και κανά δυό ψιλές να κουλάρει το μουνί της λάσπης και του αγρού...

  3. - Σιγά μην πάω να του κάνω θέμα του κυρίου Σκορδοπούτσογλου. Δεκαπέντε τοις εκατό μείωση μισθού δεν είναι και τόσο άσχημα υπό αυτές τις συνθήκες της παγκόσμιας κρίσης και...
    - Ου μωρή ποστόπα! Ου ρε! Χεζμεντέν έτσι; Νταξ ρε μαλάκα, θα πάω μόνος μου να καθαρίσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφοπλιστική ατάκα απο το νέο ελληνικό κύμα πορνογραφίας, ειπωμένη απο τον ανεπανάληπτο «Γιατρό Ντίνο», στην ταινία «Αθλήτριες, σεξ και ντόπα». Καθώς ο γιατρός ετοιμάζοταν να «καταθέσει» λέει στην γκόμενα: «Έχω μαζέψει πολλά χύσια στα μπαλάκια μου ... θα τα πάρεις με τόκους υπερημερίας!!»

Μετά απο παρατεταμένη σεξουαλική αποχή, το προϊόν της εκσπερμάτισης εξέρχεται του πέους σε μεγάλη ποσότητα. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι, λόγω της αποχής, προστίθεται τόκος στα χύσια (που το ποσοστό του επί του αρχικού κυμαίνεται ανάλογα με τις μέρες αποχής), ο λεγόμενος τόκος υπερημερίας.

Χρησιμοποιείται συχνότερα απο φετιχιστές οικονομολόγους. Υποθέτω και απο οικονομόκαυλους.

- Και για πες ρε, τη γάμησες την Λάουρα;;
- Αν την γάμησα λέει;; Είχα και καιρό να γαμήσω και της τα 'δωσα με τόκους υπερημερίας!!!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως συμπλήρωμα του λήμματος πούτσος:

  1. αντικείμενα ευτελή, μπανάλ, που μας είναι τελείως αδιάφορα, κττ.
  2. μαλακίες, αηδίες, σαχλαμάρες, μπαρούφες, παπαριές, αρλούμπες

Υποκοριστικό: πουτσίδια.

  1. - Ρε πστ!, καλή χρυσή η θεία Ευδοκία, αλλά όποτε έχω γενέθλια, μου χαρίζει κάτι πούτσες... άσε που δεν μπορώ να τα ξεφορτώνομαι γιατί όποτε έρχεται επίσκεψη ζητάει να τα δει...

  2. - Τα έμαθες; σπουδαία τα νέα της Ελένης!
    - Καλά, πούτσες τώρα, κόψε κάτι... μην τα πιστεύεις όλα και συ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified