Ο πούστης που τα εκπέπμει.
- Μάζεψε τα πουστρόνια σου, μολύνουν την ατμόσφαιρα...
Ο πούστης που τα εκπέπμει.
- Μάζεψε τα πουστρόνια σου, μολύνουν την ατμόσφαιρα...
Got a better definition? Add it!
Είναι σύνθετη λέξη η οποία σημαίνει μπουκωμένα σκέλη (κοινώς πουτάνα).
Πόσο νασκελομπούκωτη είσαι;
Got a better definition? Add it!
Γιαούρτια, εν προκειμένω, είναι τα χύσια.
Η πλήρης έκφραση είναι «στα μπούτια τρέχουν τα γιαούρτια». Και τρέχουν στα μπούτια όχι διότι για εκεί προορίζονταν (βλ. μπαντανάς), αλλά διότι το μουνί -ή ο κώλος- αδυνατεί να συγκρατήσει τέτοια μεγάλη ποσότητα σπέρματος και, βασικά, έχει ξεχειλίσει. Υπονοείται ίσως ότι δεν έχυσε μόνον ένας, αλλά πολλοί.
Πρόκειται για παλιά γηπεδική ιαχή η οποία, για κάποιο λόγο, ήταν δημοφιλέστερη στο μπάσκετ απ' ό,τι στο ποδόσφαιρο. Χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δείξει την πλήρη κατατρόπωση.
"Στα μπούτια, στα μπούτια τρέχουν τα γιαούρτια". (Ιαχή της εξέδρας)
- Την αρπάξατε πάλι την κατοστάρα, αγορίνα μου ... στα μπούτια τα γιαούρτια, μαλάκες, που πήγατε και να μας κουνηθείτε.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο κατ' επανάληψιν χήρος, που πρέπει καλού κακού να τον φοβάσαι και να μην μπλέξεις μαζί του μη σε ...στείλει και σένα.
Το προξενειό καλό, αλλά πάλι έθαψε δύο ο κερατάς! Για τέτοια είμαστε τώρα; Κι αν είναι φαρμακόπουτσος;
Got a better definition? Add it!
Ο άντρας με το υπερβολικά μεγάλο πέος.
Ο όρος προέρχεται από την γνωστή ασφαλιστική εταιρία INTERAMERICAN, με το ιστορικό πλέον σλόγκαν 'Μεγάλη και σίγουρη!', ο οποίος καθιερώθηκε μετά από την πρεμιέρα της ομώνυμης τσόντας 'INTERARAPICAN: Μεγάλη και σίγουρη', όπου πρωταγωνιστές ήταν μαύροι με αλογίσιες ψωλές.
Χρησιμοποιείται κυρίως για τύπους για τους οποίους έχει κυκλοφορήσει φήμη ότι την έχουν 2 μέτρα, ή για άτομα που κυκλοφορούν απίστευτες γκόμενες, που όμως είναι δυσανάλογες σε σχέση με τα εμφανή χαρακτηριστικά τους (π.χ. κοντοί, φαλακροί, χοντροί, κ.τ.λ.) οι οποίες όμως ΔΕΝ ξεκολλάνε από πάνω τους και συνήθως τους τρίβουνε το πόδι όπου και να βρίσκονται.
Επίσης, παίζει πολύ και η χρήση του όρου για interracial ζευγάρια (όπου ο άντρας είναι μαύρος). Ειδικά σε χώρες όπου η mixed λογική δεν είναι και πολύ αποδεκτή (βλ. Ελλάδα), όταν βλέπουμε ένα τέτοιο ζευγάρι, το πρώτο πράγμα που σκεφτόμαστε είναι στάνταρ αυτό.
- Ρε ψηλέ, τσίμπα με να δω αν είμαι ξύπνιος!!! Τι δουλειά έχει αυτή η μουνάρα με τον αράπακλα;;;
- Πού ζεις αγόριιιι μουυυυ;;; Δεν τον βλέπεις τον τύπο; 'ΙΝΤΕΡΑΡΑΠΙΚΑΝ: Μεγάλη και σίγουρη'!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η αναρχικιά γυναίκα, στις ιδέες αλλά και στο ντύσιμο (βλ. ταγάρι)
Η λέξη προέρχεται από σύμπτυξη / περικοπή της σύνθετης λέξης αναρχοκομμούνι, για να μείνει η επιθυμητή από τον λεξιπλάστη κατάληξη -μούνι που δηλώνει γένος θηλυκό.
- Με αναρχομούνι έμπλεξε ο Πέτρος, γι' αυτό κι είναι μέσα σε όλες τις πορείες...
- Όλο αναρχομούνια είναι η σχολή μου, μια γυναίκα κυριλάτη καλοντυμένη δεν βρίσκεις...
Got a better definition? Add it!
Πρώτο τμήμα της στιχομυθίας που συνεχίζεται (με σκοπό να ξενερώσουμε τον συνομιλητή μας και να το βουλώσει, ή να τον μπερδέψουμε) με το «... έχω μια πούτσα τόση».
Λέγεται κει με το «εν πάση περιπτώσει».
– Και συ πώς νιώθεις;
– Τι να σου πω... Εν πάση περιπτώσει,...
– ... έχω μια πούτσα τόση...
– Χέσε μας ρε μαλάκα, εσύ με ρώτησες. Δεν θες, μη μάθεις.
– Παρεξηγήθηξες;
– ...
– Τσίμπα ένα αρχίδι!
– Ωφού, δεν παίζεσαι σήμερα!
Got a better definition? Add it!
Η υπερβολικά χαμηλοκώλα γυναίκα, που όταν κλάνει σηκώνει σκόνη!
- Δες ρε την κλανόσκονη που μ' έφτυσε δυο μέτρα άντρα!
Got a better definition? Add it!
Προφέρεται κανονικά: Μι-Λάμδα-Μι και είναι τα αρχικά των λέξεων Μη Λες Μαλακίες.
Ήπια απαξιωτική φράση, κυρίως μεταξύ φίλων.
- Θα σας σκίσουμε την Κυριακή στο ντέρμπι...
- Κωστή σου έχω πει, Μι Λάμδα Μι...
Got a better definition? Add it!
Ο νεαρός άβγαλτος, που γυρίζει μόνος ή με ομοϊδεάτες σε μέρη με κόσμο και κοιτάζει λιγωμένα τις όμορφες γυναίκες. Κατά κανόνα είναι δειλός και δεν εκδηλώνεται προς το άλλο φύλο. Χωρίς να ενοχλεί, πλην του αδιάκριτου βλέμματός του, χλευάζεται συνήθως από τους άλλους άνδρες.
- Δες τον καβλάμπουρα πως ξερογλείφεται για την Ποπίτσα...
Got a better definition? Add it!