Selected tags

Further tags

Κυπριακή σλανγκ: ο ξαναμμένος, ο ευρισκόμενος σε σεξουαλική διέγερση.

- Κάτσε καλά... πάλι σ' έπιασε ο πυρόκωλος;

- Μόλις τη βλέπισα μ' έπιασε ο πυρόκωλος!

- Να δω εγιώ τα Παπαδοπουλλούθκια τζιαί τα Κωλοκασούθκια να τα πιάνει ο πυρόκωλος.

(από peregrine, 05/12/12)

Βλ. και πύρκαυλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φιλί που δίνεις έχοντας στα χείλη σου μεγάλη δόση από πραλίνα-σοκολάτα μερέντα. Προσφέρει απόλυτη ευχαρίστηση και ηδονή και υπάρχει ο κίνδυνος ζάχαρου σε μεγάλες ποσότητες.

Μπορείτε άπλα να το δοκιμάσετε.

Η κάποτε αθώα διαφήμιση της Hershey που άρχισε τους βρώμικους συνειρμούς. (από Khan, 05/12/12)Μέρεντα με Kavli (από Vrastaman, 05/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται (κυρίως) από άνδρες ως χαϊδευτικό/ψευδώνυμο για το ματζαφλάρι τους, παρόμοια με τα παλαιότερα και αγαπημένα Μπάμπης, Φώντας, Μήτσος, Θρασύβουλας, Γιαγκούλας, Μέγας Αλέξανδρος (Βόρεια Ελλάδα) κλπ.

Εκτός του ότι διαδηλώνει το μεγάλο μέγεθος του οργάνου, χαρακτηρίζοντας το μεγαλοπρεπές, γνωστοποιεί και τον τίτλο του σπρώκτωρα που κατέχει ο χρήστης, καθότι στο ελληνικό συλλογικό υποσυνείδητο οι Οθωμανοί έχουν συνδεθεί με την πρακτική του γάμα σούφρα.

(βλέπε και οθωμανικό δίκαιο).

- Καλώς τον λιλιπούτσειο! Aχαχά!
- Καλά, άμα βγάλω τον σουλεϊμάν τον μεγαλοπρεπή δεν θα ξέρετε που να κρυφτείτε.
- Ίσα μωρή κυρία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα που διαθέτει ευμεγέθη και παράλληλα στρογγυλό κώλο. Να μην συγχέεται με την κάθε τυχάρπαστη χοντροκώλα, καθώς στην περίπτωση της καρπουζοκώλας, οι γλουτοί είναι σφιχτοί και σφαιρικοί, αυτό που λέμε τριζάτοι. Είναι αισθητικό το θέμα.

Δεν αρνούμαστε και στους εκπροσώπους του αρσενικού φύλου, το προνόμιο να χαρακτηρίζονται καρπουζοκώληδες.

1. Στον 1ο κυκλο εχει φαρδια περιφερεια και ειναι λιγο καρπουζοκώλα,την οποια οι ενδυματολογοι την κρυβουν ωραια με μπλουζες φορεματα ...

2. Τρελή καρπουζοκώλα ... 5 αστέρων! Γιατι έτσι μας αρέσουν ...

(από Khan, 28/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός που χρησιμοποιείται κυρίως για πολύ κοντές κοπέλες.

Τα αρχικά σημαίνουν: παίρνει πίπα όρθια.

- Πε κοίτα αυτό το μωρό! - Τι λες ρε, αυτό είναι Π.Π.Ο.

"Ο Σκότι Πίπεν με την στρατηγικού αναστήματος καλή του", κλόπι πέιστ από Βράσταμαν. (από Khan, 25/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλαδή «τη γάμησα». Tγάμσαμι = «το γαμήσαμε». Άλλη μια έκφραση του ... βουνού και της στάνης, που όμως απαντάται και σε σαλόνια.

Bλ. και ζγκατάψυξ, γκζέντσα.

Αμάν, τγάμσαμι τη μάνα.

(από iwn, 24/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ψευδοπίπα που γίνεται λιγότερο με το στόμα και περισσότερο με το χέρι, η οποία και χαρακτηρίζεται ως πιπομαλακία, καθώς πρόκειται όντως για μεγάλη μαλακία. Από κοινού με την αερόπιπα, η χειρόπιπα αποτελεί ό,τι χειρό-τερο για όποιον θέλει να ευχαριστηθεί την εν λόγω πρακτική, αλλά μένει με τον καημό. Συνήθως πρόκειται για μια «αγχωμένη μαλακία» που λέει και ο Πηρουνίτσας για να τελειώσει το παλληκάρι το γρηγορότερο με την μικρότερη δυνατή εμπλοκή.

Να μην συγχέεται ούτε με την manual πίπα, που έχει καυλή σημασία, ούτε με χηρόπιπα, εκτός κι αν η χήρα έχει και πέντε ορφανά.

  1. Πιπα με πολυ χερι (χειροπιπα ή αλλιως αεροπιπα), που αν της ελεγες «no hands» σε κοιταζε στραβα και προσπαθουσε να το βελτιωσει, αλλα ανθρακας ο θησαυρος.

  2. Τελικα με 3 (τρεις) προσπαθειες και με μια χειροπιπα εχυσα. (Αμφότερα από σάιτ για ενήλικες).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εξόχως ευειδής γυναίκα, το καυλόμουνο.

Δεν περιγράφω άλλο.

Πάσα: krepsinis.

- Ρε τι καυλομουνι ειναι αυτο ;; :O εγω με το που θα το επερνα χαμπαρι θα ορμαγα επανω της και θα την πηδαγα μεσα στο αμαξι της...
(εδώ)

- αντζελα εισαι καυλομουνι στις φωτο!!! (εκεί)

- Πάει μια φορά ένας τυπάς σένα μαγαζάκι, να φάει κάτι στα γρήγορα πρίν πάει στη δουλειά του.Κάθεται λοιπόν στο τραπεζάκι και περιμένει.... Μετά από κανένα πεντάλεπτο χωρίς να πιστεύει στα μάτια του εμφανίζεται ένα ξανθό **καυλομούνι** με μίνι φουστίτσα και με τα βυζιά έξω και τον ρωτά: -Τί θα θέλατε παρακαλώ; Αυτός μισαζαλισμένος της απαντά: -Τί έχει το μαγαζί; Κοιτάει αυτή το μενού και λέει: -Έχουμε καφέ x, y, w, e........, σάντουιτς και μασάζ στ αρχίδια.
Ακούει αυτός για μασάζ και γυρίζει το μάτι του:
-Δε μου λές, το μασάζ το κάνεις εσύ;
Χαμογελά το μουνί και του λέει:
-Ναί, εγώ το κάνω.
Μόλις το ακούει λοιπόν ο τύπος γυρίζει σαστισμένος και της απαντά:
-Εεε τότε πήγαινε πλύνε τα χέρια σου και φέρε μου ένα σάντουιτς. (παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε ως απειλή, είτε ως προειδοποίηση, προς κάποιον ο οποίος εκνεύρισε / προσέβαλε τον υβρίζοντα ή προς κάποιον ο οποίος έκανε ένα σοβαρό λάθος, αντίστοιχα.

Συγκεκριμένα:

  • Όταν η φράση χρησιμοποιείται ως απειλή, μπορούμε με ασφάλεια να θεωρήσουμε πως ο υβρίζων έχει φτάσει στα όριά του. Ο στόχος της ύβρεως του επιτέθηκε ψυχικώς, λεκτικώς ή σωματικώς και ξεπέρασε τα όρια ανοχής του, με αποτέλεσμα ο υβρίζων να προβεί στην εκτόξευση της προαναφερθείσας απειλής. Παρά τον ήδη εμφατικό τόνο της έκφρασης, ο απειλών, μπορεί να προσθέσει δραματικότητα και να εντείνει το στοιχείο του εκφοβισμού/πρόκλησης, προσθέτοντας το «τώρα» στην αρχή της φράσης και ένα κοσμητικό επίθετο στο τέλος της, ήτοι «τώρα τη γάμησες καριόλη
  • Από την άλλη, η φράση χρησιμοποιείται και ως προειδοποίηση προς κάποιον ο οποίος έκανε κάποιο σοβαρό λάθος και τον προετοιμάζει ψυχικά για να υποστεί τις βαρείες συνέπειες των πράξεών του. Εκφέρεται συνήθως από κάποιο πρόσωπο κοντινό στον δέκτη της έκφρασης, με ήρεμο και συγκαταβατικό τόνο.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το από που προέρχεται η έκφραση, η οποία, κατά πάσα πιθανότητα, άρχισε να χρησιμοποιείται χάριν συντομίας, αντικαθιστώντας κάποια άλλη ολοκληρωμένη μορφή της. Πιθανοί πρόγονοι της έκφρασης:

α) Τη γάμησες την τύχη σου.
β) Τη γάμησες τη ζωή σου.
γ) Τη γάμησες τη Λάουρα και τώρα θα σε σπάσω στο ξύλο βρωμιάρη.

Από το Δ.Π.: Vrastaman

  1. - Πού πας ρε μαλάκα, το STOP δεν το βλέπεις;!;!;
    - Χέσε μας ρε πούστη, γαμώ τη μάνα σου!!!
    - Τώρα τη γάμησες καριόλη!!!
    (ακολουθεί αποβίβαση από το όχημα και πιθανότατα χειροδικία)

  2. - Πω ρε φίλε, ποιος γράφει διαγώνισμα άλγεβρα πρωινιάτικα;
    - Τι διαγώνισμα ρε μαλάκα;;
    - Καλά ρε, χθες μας το είπε ο Σφατσόλιας. Το ξέχασες;
    - Μαλάκα, δεν διάβασα τίποτα!
    - Πω φίλε, τη γάμησες!

Ένα υπέροχο "τη γάμησες!" (από galoba, 09/11/12)

βλ. και την πουτσίζω, ψωλιάζω κάποιον

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια αρκετά εξειδικευμένη συνομοταξία ψωλιάς από τον μαγικό κόσμο της μπάλας: όταν ο παίχτης την τρώει στα arcidia του.

Για την ευρύτερη έννοια, βλ. εδώ.

- Αοοοοουουού πουτάνα μπάλα!!!

Ρονάλντο τρώει ψωλιά. (από Vrastaman, 05/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified