Selected tags

Further tags

Χαρακτηρισμός ανθρώπων που συχνάζουν σε κωλόμπαρα ή/και σεργιανίζουν τη νύχτα, καταφεύγοντας στον αγοραίο έρωτα. Χρησιμοποιείται και υποτιμητικά για ανθρώπους γλοιώδεις που δε συμπαθούμε.

Τον ξέρεις το Μάκη; Μεγάλος κωλομπαράς. Όλα τα λεφτά του εκεί τα τρώει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξέκωλο, στον υπερθετικό βαθμό.

- Τι ξέμουνο είναι αυτή η Ντίνα... είδες το μίνι που φόραγε προχτές;

Βλ. και ξεψώλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλιαρντής προέλευσης, σημαίνει εκσπερματίζω, χύνω, ξεφορτώνομαι τα φλόκια, περισσότερο ως μια ζωώδη εκτόνωση και αποφόρτιση, που ενίοτε χρειάζεται ως εξαέρωση για να ξελαμπικάρει κανείς.

  1. - KATARXHN DEN PLIRONO..........GIATI EXOUME ENA KOINO MAS PLIRONOUN....................APLA HTHELA NA SE
    XEFLOKARO..........ALLA AFOU THES ETSI DEN PIRAZEI,APLA GOUSTARO THN PROTOBOULIA SOU....OPOTE THES OTIDIPOTE STILE SMS.....

- transafentra
GLYKIA MOY S'EYXARISTW POY ME DEXTHKES STO CLUB SOY. EPISHS S'EYXARISTW GIA TA KALA SOY LOGIA. NAI PITHANON NA
GNWRIZOMASTE. SE GLYKOFILW TRANSAFENTRA. (Διάλογος κάπου στα διαδίχτυα).

  1. μήπως θες τις φωτο με ζουμ....και ευρυγωνειο επαγγελματικό φακό;;;;;; μάλλον για να πάιζεις την πουλαρα σου θελεις τις φωτο....μας πηδηξες με τις φωτο και τις φωτο......τραβα να ξεφλοκαρεις σε κανβα ντέλλο να ηρεμήσεις...... (Κάπου σε μπουρδελοσάι).

  2. Μου πήρε το χεράκι μου και το’ βαλε εκεί, ύστερα με κάθησε πάνω του, λίγο μου την ακούμπησε στα μπούτια ο πουρός και με πασάλειψε με τα φλόκια του. Μπουλκουμέ. Εντάξει ο κατέ αυτό γουστάριζε, να ξεφλοκάρει ήθελε. Πήρε μετά μια παλιοπατσαβούρα, και τα καθάρισε. (Από το καλιαρντογράφημα στο pisoglendis-pisoglendis.blogspot.gr).

Got a better definition? Add it!

Published

Ή αλλιώς έχ' γαβριάξ'.

Η απέλπιδα προσπάθεια κοπέλας ή ώριμης γυναίκας, να έρθει σε σεξουαλική επαφή, διότι έχει πάρα πολύ καιρό να συνουσιασθεί.

- Καλά ε! Η Σταυρούλα από τότε που την έστειλε ο Βαγγέλης, έχει τρελαθεί! Ψάχνεται απελπισμένα! - Άσε μαλάκα... Έχει γαβριάξ' για πούτσο η γκόμενα!

Δες και γαυρίζω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπληρωματική έκφραση, στο τελείωμα μιας πρότασης, η οποία χρησιμοποιείται όταν κάποιος:

  1. Δεν παίρνει στα σοβαρά, είναι χαλαρός με μια κατάσταση ή αδιαφορεί για ένα αντικείμενο.

  2. Αντιμετωπίζει με περίσσια ευκολία μια κατάσταση.

1α. - Παίζω πολλά χρόνια μπάσκετ... - Πας για πρωταθλητισμό ή παίζεις για τ' αρχίδια σου;

1β. - Καλά, ο μαλάκας ο Πέτρος το 'χει ρημάξει το αμάξι! - Αυτό είναι το παλιό ρε...το χει για τ' αρχίδια του...

  1. - Στον τελικό θα κερδίσεις όμως; - Ποιόν; Τον Σάκη; Αυτόν ρε τον έχω για τ' αρχίδια μου..!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαμιόλα ή κοινώς καριόλα.

Έχει διαφορά με την πουτάνα γιατί αυτή πηγαίνει με όλους ενώ η φακιόλα πηγαίνει με όλους εκτός από σένα. Επίσης χρησιμοποιείται και σε καθημερινές εκφράσεις για να δώσει περισσότερη έμφαση.

Εκ του fuck-ιόλα.

- Τελικά τι έγινε με το Μαράκι; Την πήδηξες;
- Όχι...η φακιόλα δεν μου έκατσε.

- Τι έμαθα Κωστάκη; Σε γουστάρει η χωριάτισσα; Θα κάνεις τίποτα μαζί της;
- Για κανένα φακιόλη λόγο! Ούτε να μου τον ακουμπήσει δεν θέλω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γνωστή καύλα σε βλάχικη (ας το πούμε έτσι) βερσιόν.

- Νίνα πώς πέρασες χτες στο κλαμπ;
- Τέλεια! Γνώρισα κι έναν τύπο...κάϊλα!

Δες και στον πόυτσο μόυ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σ' ακολουθώ, σε έχω πάρει στο κατόπι.

Διφορούμενη φράση που λέμε πειρακτικά σε κάποιον (με τον οποίον έχουμε οικειότητα) που προπορεύεται.

- Λαλάκηηηη, σ' έχω πάρει από πίσω!
- Επ! Τι έγινε φίλε, καλά είσαι;
- Μια χαρά, τώρα παρκάρω, τα λέμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως όταν πρόκειται να γίνει χαμός σε μια κατάσταση, για να δηλώσει το χάος, την βία.

  1. Καλά αυτή η ταινία γαμάει, κάτσε να την δούμε, σε λίγο αρχίζει και το ματομούνι.

  2. Πωπω, τι ματομούνι είναι αυτό; Πάμε να φύγουμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Δηλώνει έκπληξη, ξάφνιασμα.

  2. Δηλώνει έλλειψη αντοχών, εξάντληση.

  1. Άμα δεις τη γκόμενα του Πέτρου θα σου φύγει το μουνί!

  2. Πω πω μαλάκα, έτρεξα 5 χιλιόμετρα σήμερα... Μου έφυγε το μουνί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified