Selected tags

Further tags

Το πλακομούνι ή ακριβέστερα ο πλακομουνισμός είναι η επαναστατική θεωρία και πρακτική που διατύπωσαν οι αδελφοί Αλεξάντερ και Βλαντιμίρ Πλακομούνιν.

Οι πλακομουνιστές διαφοροποιούνται από τους λενινιστές, τροτσκιστές και σταλινικούς. Κύρια εστία των διαφωνιών τους είναι η αντίληψή τους για την πλακομουνιστική φύση της Σοβιετικής Ένωσης μετά τον θάνατο των Λένιν κα Στάλιν.

Στο πλακομουνιστικό κίνημα σήμερα προβάλλεται, από ορισμένα τμήματά του, η αναγκαιότητα της πλακομουνιστικής επαναθεμελίωσης, η οποία προκύπτει κυρίως από τον τραγικό εκφυλισμό -από πολύ νωρίς- των καθεστώτων του λεγόμενου «υπαρκτού» σοσιαλισμού και την μετατροπή τους σε ταξικά / εκμεταλλευτικά καθεστώτα, στο όνομα του πλακομουνισμού, αλλά και από τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί στον καπιταλισμό.

Ο Τσίπρας; Κομούνι. Η Παπαρήγα; Κομούνι. Και οι δυο τους; Πλακομούνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του πέοντος, ή τσουτσουνίου, ή ματζαφλαρίου, ή μπαργαλάτσου, ή, ή, ή... (αυτά τα πολλά παρατσούκλια μάλλον σε σεσημασμένο απατεώνα μου φέρνουν).

Τεσπα, αυτό είναι: Το καυλί, το οποίο (ενίοτε) αίρεται στο ύψος των περιστάσεων. Μη ζητάτε πολλά πολλά, έτσι κι αλλιώς το λήμμα για τον πούτσο είναι...

Ο Γιαννούκος του Γιαννάκη. Ιντερνετική ιστορία ΓΤΠ με θλιβερό τέλος.

Πιό πολύ ξεκαρδίζομαι με τις άθλιες ονομασίες που δίνονται σε ταινίες εδώ πέρα...
Και το πλέον ΓΑΜΑΤΟ: όταν σε καθαρά αμερικάνικες εκφράσεις πετάν ξεκάρφωτα ελληνικά στοιχεία!!! Να λένε π.χ. ελληνικές παροιμίες, να αναφέρονται στον...Καραγκιόζη, την μαλαπέρδα να την λένε Γιαννούκο και άλλα τέτοια χαριτωμένα. Εκεί

Το μέγεθος του «γιαννούκου» σε απασχολεί από τα μικράτα σου! Από τις πρώτες...επαφές, τις πρώτες συζητήσεις με την παλιοπαρέα, ένα ήταν το θέμα: πόσο την έχεις; στο βρακί.

Πάει να βάλει την καπότα κατευθείαν στον γιαννούκο μου, παθαίνω ένα ελαφρύ σοκ, ούτε καν προσπάθεια να τον σηκώσει ούτε χαδάκια ούτε τπτ...
(Από γνωστό μπουρδελοσάιτ).

Monty Python - 00:18 "So three cheers for your Willy or John Thomas" (από Cunning Linguist, 26/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Κυρία άνω των πενήντα, με εμφάνιση και ντύσιμο πορνοστάρ, που κάνει μπαμ από χιλιόμετρα μακριά ότι ψάχνει απεγνωσμένα για άγριο και αχαλίνωτο σεξ.

Κατ' επέκταση κάθε γυναίκα ώριμης ηλικίας που ντύνεται και στολίζεται σαν εικοσάρα, προκαλώντας τους άντρες αλλά και τις ...συνομήλικές της.

Κι εκεί που την είχα στήσει στην άκρη του δρόμου και έκανα ωτοστόπ, σταματάει ένα κάμπριο με δυο καυλόγριες μέσα, άλλο πράμα σου λέω ρε φίλε! Έμεινα κάγκελο, δεν ήξερα τι να κάνω!

Βλέπε και gilf / τζιλφ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παιδί που η σύλληψή του έγινε μετά την τρίτη εκσπερμάτωση, με αποτέλεσμα να βγει αδύνατο, ασθενικό, ανίκανο για οποιαδήποτε χειρωνακτική εργασία...

Ρε δεν ντρέπεσαι! Έβαλες το απογαμίδι να τραβήξει τη μάνικα και εσύ έμεινες στον αυλό;

Βλ. επίσης: μισοριξιά, μισοχυσιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτική ονομασία του ομαδικού ανδρικού αυνανισμού, καθώς η κίνηση του χεριού προσομοιάζει σε εκείνη του κουνήματος των ζαριών πριν τη ρίψη, ενώ φυσικά χρειάζεται άνω του ενός ατόμου για να παιχτεί σωστό, ζουμερό μπαρμπούτι. Πλεονεκτεί στο ότι δεν κινδυνεύει ο παίκτης να χάσει την περιουσία του, αλλά το πολύ πολύ 100 θερμίδες και 5ml σπέρματος.

- Τι κάνει ο γιόκας σου ο Γιαννάκης ρε; Μπήκε στο Γυμνάσιο;
- Τι να κάνει μωρέ... Όπου σταθεί κι όπου βρεθεί εξασκείται στο τρομπόνι. Τον έχει κάνει λάστιχο... Προχθές που λείπαμε στο εξοχικό και γυρίσαμε, τον έπιασα με την παρέα του να παίζουνε μπαρμπούτι. Εἰχε γεμίσει χύσια το τηλεκοντρόλ. Εν τω μεταξύ έχει κι έναν ανώμαλο φίλο που του αρέσει να ξεριζώνει τις πουτσότριχες... Και βρήκα 5-6 στο βούτυρο. Βλέπεις δεν είχαμε ενυδατική... Μα γάμησέ τα σου λέω να τρίζει το σκυλί!

(από bmwgkouklidis, 24/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πλάσμα το οποίο ξεχειλίζει τόσο πολύ από καύλα... που λέγεται ότι έχει βουτηχτεί στο ιαματικό καυλόνερο. Παρόμοια περίπτωση με τον Οβελίξ, μόνο που εκείνος έγινε χοντρός και δυνατός, ενώ οι βουτηγμένες στο καυλόνερο προκαλούν ονειρώξεις και σπερματεγχύσεις, ακόμα και ασταμάτητο μπαρμπούτι.

Στο 99,99% των περιπτώσεων χρησιμοποιείται για γυναίκα, ενώ για άντρες μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο χάριν αστεϊσμού.

(Αληθινή περιγραφή χορεύτριας σε στριπτιτζάδικο από τον dj)
- Και τώρα ετοιμαστείτε να υποδεχτείτε τη Λάουρα, μια γυναίκα βουτηγμένη στο καυλόνερο...
Λάουρα είσαι καύ(ε)λα, είσαι καύ(ε)λα...

(από bmwgkouklidis, 24/06/12)

σχετικά με τον Οβελίξ βλ. έχω πέσει στη μαρμίτα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποτελεί σύντομη και αρκετά χυδαία περιγραφή του πρωκτικού σεξ.

Αποτελεί σύνθετη λέξη με πρώτο συνθετικό το πουτσο- εκ του ο πούτσος και δεύτερο συνθετικό το -κώλι εκ του ο κώλος, το κωλί.

Στην ουσία περιγράφει με συντομία την ένωση-διείσδυση του πέους με τον πρωκτό.

- Τί έγινε ρε μαλάκα χθες; την πήδηξες τη γκόμενα τελικά;
- Αμέ! Και όχι μόνο...
- Τι ρε, τι;
- Της έριξα κι ένα πουτσοκώλι και το φχαριστήθηκε η καριόλα!
- Μπράβο η Ελενίτσα... και μας το 'παιζε και μυξοπαρθένα...

Πρωκτικό σεξ: από πίσω, γάμα σούφρα, οθωμανικό, οθωμανικό δίκαιο, πουτσοκώλι, πρωκτηδόν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά τη διάρκεια της τσιμπουκοληψίας, πολλοί δέκτες (θήλεα, αλλά και άρρενες-γιαλαντζή) παθιάζονται υπερβολικά, είτε λόγω ωραιότητος του πέους, είτε λόγω γλυκοτσουτσουνίασης. Σε αυτή την περίπτωση, πασπατεύουν την τσαπού, την ρουφάνε, την πιπιλάνε, την βάζουν ανάμεσα από δόντια και μάγουλο, υπογλώσσια, στον ουρανίσκο κ στις αμυγδαλές. Σε αυτή την περίπτωση λέγεται ότι την κάνουν οδοντόβουρτσα, σε μια προσπάθεια εξαγνισμού της στοματικής κοιλότητας από τον Πεωσφόρο.

Σε πιο προχώ μορφή λέγεται και οδοντόπουτσα. Κατόπιν εκσπερμάτισης εμφανίζεται και οδοντόπαστα.

- Πού 'σαι ρε, τι λέει, ανέβηκες στο Λίλιαν;
- Πσσσσσσσσσσστ ναι ρε, σου μιλάω για κοσμογονία στην πίπα...
- Για πε....
- Μου τον έστριβε από εδώ, τον τράβαγε από εκεί, τον έτριβε κ μούγκριζε ρε! Οδοντόβουρτσα μου τον έκανε!!!

(από dk636, 21/06/12)πάρε πασά μου την οδοντόβουρτσα μου... (από MXΣ, 22/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πόση ποτού κατευθείαν εκ του μπουκαλιού. Λόγω έλλειψης ποτηριών ή λόγω άποψης. Θεσσαλονικιώτικο. Λέμε τώρα...

  1. - Θέλεις ποτηράκι με την μπύρα, μωρό;
    - Όχι μωρέ, τσιμπούκι!
    - Ξέρεις δεν έχω κλειτορίδα.
    - Α, καλά, πιάσε μια Amstel...

  2. - Πώς τα περάσατε χθες;
    - «εν σε λέω τίποτα! Τα περάσαμε πίπα, χτυπήσαμε και από 5 μπυρόνια τσιμπούκι δίπλα στο κύμα και γίναμε ντίρλα!
    - Γάμησες;
    - Kαλά, πιάσε μια Amstel...
    - τσιμπούκι, ε;

cheers mate! (από MXΣ, 21/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορίζεται ως η εκσπερμάτιση σε γυναικείο πρόσωπο, κατόπιν πεολειχίας ή/και συνουσίας. Αποτελεί λογοπαίγνιο της ταυτοπροσωπίας και λέγεται σε περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί η λέξη χυσομαπίδι, πουτσομούρα, χυσοκέφαλο κλπ.

- Για πε ρε, τι έκαμες με το Σούζυ;
- Πω πω δικέ μου, άσε έπαιξε Σκόττι Πίππεν, και πεοράπισμα κ σπερματοπροσωπία... Δεν μπορώ και να μιλήσω είμαστε στην εκκλησία...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified